Η μετανάστευση στην Αυστραλία μετά το 1945 οδήγησε σε μεγάλες αλλαγές στην αυστραλιανή εργατική τάξη. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, κάθε χρόνο έφταναν στη χώρα 180.000 νέοι μετανάστες.
Ενώ ο Arthur Caldwell, ο πρώτος Αυστραλός υπουργός Μετανάστευσης, υποσχέθηκε ότι εννέα στους δέκα μετανάστες θα προέρχονταν από τη Βρετανία, αυτό δεν συνέβαινε.
Στις ετήσιες ποσοστώσεις, το δίχτυ μετανάστευσης ρίχτηκε πρώτα, τη δεκαετία του 1940, σε εκτοπισμένους λαούς από την Ανατολική Ευρώπη -με μερικούς ναζί μεταξύ τους- και στη συνέχεια στη βόρεια και νότια Ευρώπη τις δεκαετίες του 1950 και του 1960.

Η Ελλάδα και η Ιταλία έγιναν βασικές χώρες άντλησης μεταναστών. Έτσι, ο Γιώργος Ζάγκαλης ήταν ένας από τους πρώτους μετανάστες από την Ελλάδα.
Γεννημένος το 1931 στο χωριό Δρυμάδες, στη Βόρεια Ήπειρο, ήταν το τέταρτο από τα πέντε παιδιά της οικογένειας.
Ο πατέρας και ο μεγάλος αδελφός του συμμετείχαν στην Αντίσταση κατά των στρατευμάτων κατοχής. Ο πόλεμος και τα επακόλουθά του κατακερμάτισαν την οικογένεια Ζάγκαλη.
Ο πατέρας του Παντελής, παρέμεινε στην Αθήνα, ενώ η μητέρα του Κωνσταντία, και ένας αδελφός, ο Κώστας, ακολούθησαν το δρόμο της εξορίας προς τη Βουδαπέστη. Ένας άλλος αδελφός, ο Νίκος, κομμουνιστής και μαχητής του Δημοκρατικού Στρατού (ΔΣΕ), εγκαταστάθηκε στην Τασκένδη με το τέλος του εμφυλίου πολέμου το 1949. Ο Γιώργος και η αδελφή του Τασία, μετανάστευσαν στην Αυστραλία.
Έτσι, ο 19χρονος Γιώργος Ζάγκαλης έφτασε στη Μελβούρνη στις 15 Φεβρουαρίου 1950. Ο ίδιος έλεγε ότι δεν ήρθε στην Αυστραλία για να κάνει περιουσία, αλλά για να αποφύγει τις διώξεις σε βάρος της Αριστεράς στην Ελλάδα μετά τον πόλεμο.
Μέχρι το τέλος του, είχε ακόμα τη βαλίτσα με την οποία έφτασε, η οποία ήταν κυρίως γεμάτη βιβλία, φανερώνοντας μια πνευματική καλλιέργεια που έμελλε να είναι συνεχής στη διάρκεια της ζωής του στην Αυστραλία. Περίπου ένα μήνα μετά την άφιξή του στη Μελβούρνη προσχώρησε στον Εργατικό Σύνδεσμο «Δημόκριτος».
Το ενδιαφέρον του Γιώργου για την πολιτική της εργατικής τάξης και η υπόθεση του σοσιαλισμού τον οδήγησαν να γίνει γρήγορα μέλος της Eureka Youth League (EYL) τον Μάιο του 1950 και τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Αυστραλίας (CPA), στο Τμήμα Carlton.
Όπως οι περισσότεροι μετανάστες εκείνης της εποχής, ο Γιώργος πήγε κατευθείαν από το πλοίο στη δουλειά, βρίσκοντας εργασία στη γραμμή συναρμολόγησης (assembly line) της αυτοκινητοβιομηχανίας GMH. Για τον Γιώργο που δεν είχε ξαναβρεθεί πριν σε εργοστάσιο, υπήρξε μια μεγάλη αλλαγή.
Έμεινε στην GMH ένα χρόνο, πριν πιάσει δουλειά στους σιδηροδρόμους. Στην αυτοκινητοβιομηχανία επέστρεψε το 1957 κατόπιν εντολής του Κόμματος.
Από τις πρώτες μέρες της εγκατάστασής του στη Μελβούρνη, ο Γιώργος δραστηριοποιήθηκε στο CPA, στο συνδικαλιστικό κίνημα και τις υποθέσεις των μεταναστευτικών κοινοτήτων, για τα δικαιώματα των μεταναστών και της εργατικής τάξης στον χώρο εργασίας και την ευρύτερη αυστραλιανή κοινωνία.
Από το 1960 έως το 1970 ήταν έμισθος οργανωτής του CPA. Το 1970 έγινε ένα από τα πρώτα μη αγγλικής καταγωγής μέλη της Εκτελεστικής Επιτροπής Βικτώριας του CPA και της Κεντρικής Επιτροπής του (που αργότερα μετονομάστηκε σε Εθνική Επιτροπή).
Το 1970 εργάστηκε στους σιδηροδρόμους ξανά μετά από εντολή του Κόμματος. Ανέβηκε ολόκληρη την ιεραρχία του συνδικάτου, και το 1988 αναδείχθηκε πρόεδρος του Τμήματος Βικτώριας του Australian Railways Union (ARU – Αυστραλιανό Συνδικάτο Σιδηροδρομικών), μια θέση που κατείχε μέχρι το 1996.
Υπηρέτησε επίσης αρκετά χρόνια σε εκτελεστικές θέσεις στο Victorian Trades Hall Council (VTHC – Εργατικό Κέντρο Βικτώριας).
Το 1979, ο Γιώργος, με τη βοήθεια των Μιχαήλ Τσούνη και Joe Palmada, συνέγραψε το μοναδικό (από άποψη σημασίας) αυστραλιανό πολιτικό έγγραφο, το Μανιφέστο του CPA «Migrant Workers and Ethnic Minorities», που εγκρίθηκε από το 26ο Συνέδριο του CPA το 1979.
Ο Γιώργος εκτιμούσε ότι υπήρχαν περίπου 1.000 Έλληνες μέλη και πολύ στενοί υποστηρικτές του CPA από την ίδρυσή του (1920) και ότι οι Έλληνες ήταν η μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα στο Κόμμα μετά τους Αγγλοαυστραλούς.
Ο Γιώργος Ζάγκαλης εξελέγη ως ο πρώτος πρόεδρος της ACTU Migrant Workers Committee (Επιτροπή Μεταναστών Εργαζομένων του Συμβουλίου Εργατικών Συνδικάτων Αυστραλίας) και αγωνίστηκε να μετατρέψει τα συνδικάτα από μονογλωσσικές και μονοπολιτισμικές σε πολυπολιτισμικές και πολυγλωσσικές οργανώσεις – μέσω της δημιουργίας πολυγλωσσικών επιτροπών στα συνδικάτα και κέντρων μεταναστών εργαζομένων.

Αυτός ήταν ένας πολύ σημαντικός αγώνας, γιατί, ενώ για δεκαετίες, τα συνδικάτα είχαν ως μέλη εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους από διαφορετικά πολιτισμικά και γλωσσικά υπόβαθρα, σπάνια αναδεικνύονταν στην ηγεσία.
Τα συνδικάτα επικοινωνούσαν μόνο στα αγγλικά με τα πολυγλωσσικά και πολυπολιτισμικά μέλη τους – Έλληνες, Ιταλούς, Γιουγκοσλάβους, που ήταν οι μεγαλύτερες αριθμητικά ομάδες, αλλά και εργαζόμενους από όλα τα μέρη της Ευρώπης, κι αυτό γιατί η «Πολιτική της Λευκής Αυστραλίας» δεν είχε ακόμη καταργηθεί επίσημα.
Ένας σημαντικός τομέας της δράσης του Γιώργου Ζάγκαλη ήταν και η αντίσταση στην απέλαση των προοδευτικών, αριστερών και πολιτικά ενεργών μεταναστών.
Ο ίδιος ο Γιώργος έπρεπε να αγωνιστεί για 22 χρόνια για να αποκτήσει την αυστραλιανή υπηκοότητα -παρά το ότι η σύζυγος και το παιδί του γεννήθηκαν στην Αυστραλία- λόγω της δημόσιας και αταλάντευτης δράσης του ως μέλος του CPA. Το 1953, ο διευθυντής του ASIO για τη Βικτώρια, H.C. Wright, πρότεινε την απέλαση του Ζάγκαλη στην Ελλάδα ως «ανεπιθύμητου αλλοδαπού». Στα αρχεία του ASIO, ο Γιώργος χαρακτηρίζεται ως «απειλή για το έθνος», «ανεπιθύμητος» και «απειλή για την κοινωνία».
Ένα αρκετά κακεντρεχές σχόλιο για τον Γιώργο στα αρχεία του ASIO αναφέρεται σε αυτόν ως «Έλληνα με μεγάλο κεφάλι με τίποτα μέσα σε αυτό»…
Το 1969, αφού ο Γιώργος είχε ζήσει στην Αυστραλία για 19 χρόνια, ξεκίνησε μια δημόσια εκστρατεία για την απόκτηση εκ μέρους του της αυστραλιανής υπηκοότητας – «Make Zanga a Kanga», ονόμασαν κάποιοι την εκστρατεία αυτή.
Επίσης, ο ίδιος ήταν υποψήφιος του Κομμουνιστικού Κόμματος στην ομοσπονδιακή έδρα της Μελβούρνης Bruce, ανθυποψήφιος του τότε υπουργού Μετανάστευσης Billy Snedden, γινόμενος έτσι ένας από τους πιο γνωστούς «ανεπιθύμητους Αυστραλούς».
Μόλις το 1973, μετά την εκλογή της κυβέρνησης Whitlam, έγινε τελικά Αυστραλός πολίτης.
Ήταν στον τομέα της μεταναστευτικής πολιτικής που η δράση του Γιώργου είχε, επίσης, πολύ σημαντικό αντίκτυπο. Η υιοθέτηση της πολυπολιτισμικότητας στην Αυστραλία τη δεκαετία του 1970 άνοιξε έναν νέο πολιτικό χώρο για τις μεταναστευτικές κοινότητες.
Η Έκθεση Galbally του 1978 -που ξεκίνησε από τη συντηρητική κυβέρνηση Fraser- οδήγησε στην ίδρυση ενός ευρέος φάσματος εθνικών πολιτιστικών και κοινοτικών θεσμών που ενίσχυσε τον τρόπο με τον οποίο οι μεταναστευτικές κοινότητες απέκτησαν μεγαλύτερη επιρροή στην ομοσπονδιακή και πολιτειακή πολιτική. Ο Γιώργος Ζάγκαλης έγινε ένα από τα πιο σημαντικά μέλη των ελληνικών και άλλων κοινοτήτων τις επόμενες δεκαετίες.
Ήταν ιδρυτικό μέλος του Ethnic Communities’ Council of Victoria (Συμβούλιο Εθνοτικών Κοινοτήτων Βικτώριας) καθώς της Federation of Ethnic Communities’ Councils of Australia (FECCA – Ομοσπονδία Συμβουλίων Εθνοτικών Κοινοτήτων Αυστραλίας), που επί των Εργατικών κυβερνήσεων Hawke και Keating, είχαν μεταβληθεί στο «αυτί» των εκάστοτε Εργατικών πρωθυπουργών.
Η Έκθεση Galbally οδήγησε, επίσης, σε μια θεαματική άνοδο των εθνοτικών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης -έντυπα, ραδιόφωνα, τηλεόραση- στην Αυστραλία, συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης των εθνικών ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών υπηρεσιών της Special Broadcasting Service (SBS – Ειδική Υπηρεσία Ραδιοτηλεόρασης) και επέκταση του κοινοτικού πολυγλωσσικού ραδιοτηλεοπτικού τομέα.
Ο Γιώργος Ζάγκαλης έπαιξε, ακόμα, βασικό ρόλο στον «Νέο Κόσμο», την αριστερή δίγλωσση ελληνική εφημερίδα. Εκλέχθηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο της SBS στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και δραστηριοποιήθηκε έντονα στον πολυεθνικό και πολυγλωσσικό ραδιοφωνικό σταθμό 3ZZZ, του οποίου χρημάτισε πρόεδρος επί σειράν ετών.
Έγινε επίσης πρόεδρος του Συμβουλίου Εθνικών και Πολυπολιτισμικών Ραδιοτηλεοπτικών Σταθμών, του Συμβουλίου Κοινοτικών Ραδιοτηλεοπτικών Μεταδόσεων και υπηρέτησε για αρκετά χρόνια στο Πολιτειακό και Εθνικό Γνωμοδοτικό Συμβούλιο του ABC.

Έγραψε τα βιβλία «From 3ZZ to 3ZZZ: A short history of ethnic broadcasting in Australia» και «Migrant Workers and Ethnic Communities: their Struggles for Social Justice and Cultural Rights: The role of Greek-Australians». Συνέγραψε επίσης, με τον John Arrowsmith, το «The Golden Holden: The Story of General Motors in Australia».
Ο Γιώργος εξακολούθησε να δραστηριοποιείται στην πολιτική σκηνή, μέχρι το τέλος της ζωής του. Τα τελευταία χρόνια υπήρξε αντιπρόεδρος της Fair Go For Pensioners Coalition και συμμετείχε σε εκστρατείες για καλύτερη φροντίδα ηλικιωμένων, ιδιαίτερα στους μετανάστες και άλλους ηλικιωμένους απόμαχους της εργατικής τάξης που «δεν έχουν χρήματα για να πάνε στα γηροκομεία των πλουσίων».
Δεν συμβιβάστηκε ποτέ και δεν σίγασε ποτέ το πάθος του για την πολιτική και τον αγώνα για τα δικαιώματα των εργαζομένων, ιδίως για τα δικαιώματα των μεταναστών. Ήταν περήφανος για τους συντρόφους και τους συναδέλφους του μετανάστες και όλους τους αγωνιστές, αλλά και κάπως επικριτικός για το ότι το CPA, αν και πολύ μπροστά από τα άλλα πολιτικά κόμματα, δεν έκανε περισσότερα για τους μετανάστες εργαζόμενους και τις εθνοτικές τους μειονότητες – ο ίδιος δεν δεχόταν ποτέ τους χαρακτηρισμούς «αλλοδαποί», «μη αγγλόφωνοι» (NESB ή CALD) και άλλους.
Το 2002 έλαβε μια επιστολή από τον τότε πρωθυπουργό της Αυστραλίας John Howard, που τον ενημέρωνε ότι ήταν ο αποδέκτης του Bicentenary of Federation Medal για τις υπηρεσίες του στους μετανάστες εργαζόμενους και την ευρύτερη κοινότητα.
Ο Γιώργος εξιστόρησε ένα περιστατικό, όταν κάποια στιγμή έπλενε το αυτοκίνητό του έξω από το σπίτι του στο Hawthorn, ένα Σαββατοκύριακο, όταν τον πλησίασε κάποιος που του είπε: «Είμαι αυτός που έχω υποβάλει πολλές αναφορές στο ASIO για σένα. Σε παρακολουθούσα, αλλά είμαι τώρα πεπεισμένος ότι δεν ήσουν κακός άνθρωπος».
Δεν μπορούσε, επίσης, να ξεχάσει αυτό που του είπε ένας αστυνομικός, όταν είχε συλληφθεί μια φορά επειδή έκανε μια υπαίθρια ομιλία στα ελληνικά και τα αγγλικά σε μια κινητοποίηση το 1973: «Αυτό που είναι χειρότερο από έναν κομμουνιστή είναι ένας βρωμομετανάστης κομμουνιστής»…
«Πόσο λίγο ήξερε τι τιμή είναι να είσαι κομμουνιστής οποιουδήποτε χρώματος» σχολίασε ο Γιώργος.
#Πηγή του συγγραφέα του κειμένου: https://www.sbs.com.au/immigrationnation/resources/article/286/
*Ο τίτλος του κειμένου είναι του μεταφραστή. Το βιογραφικό αυτό κείμενο συμπεριελήφθηκε, ενόσω ο Γιώργος Ζάγκαλης ήταν ακόμα εν ζωή, στον επετειακό τόμο «Comrades! Lives of Australian Communists», το οποίο εκδόθηκε στο Σίδνεϊ, τον Οκτώβριο του 2020, από το SEARCH Foundation σε συνεργασία με το Australian Society for the Study of Labour History (ASSLH), για να σηματοδοτήσει την 100ή επέτειο (1920-2020) από την ίδρυση του Communist Party of Australia (CPA – Κομμουνιστικό Κόμμα Αυστραλίας). Οι επιμελητές του εν λόγω τόμου είναι οι ιστορικοί Bob Boughton, Danny Blackman, Mike Donaldson, Carmel Shute και Beverley Symons. Το βιογραφικό του Γιώργου Ζάγκαλη δημοσιεύεται στις σελίδες 341-344 του εν λόγω τόμου. Να σημειωθεί ότι στον τόμο αυτό παρατίθενται τα βιογραφικά και τριών ακόμα Ελληνοαυστραλών κομμουνιστών και συνδικαλιστών, των αδελφών Sylvia Harding (1915-2011) και Della Elliott (1917-2011) -οι οποίες ήταν κόρες του εκ των ιδρυτών του Κομμουνιστικού Κόμματος Αυστραλίας, Νικολάου Ξενοδόχου, το 1920- και Kay Alexiou (1921-2012 – με βιογράφο τον Γιώργο Ζάγκαλη), που ευελπιστούμε να μεταφράσουμε και δημοσιεύσουμε στα ελληνικά εν καιρώ.