Όχι, φέτος δεν θα κάνουμε Πάσχα στο χωριό. Είναι και μεγάλες οι αποστάσεις. Όχι από το Πάσχα που όλοι περιμένουμε ,αλλά από την απόσταση μεταξύ του εδώ με το εκεί.

Είναι κομμάτι μακρινό σε χιλιόμετρα και αυτό το πέρασμα δεν γεφυρώνεται και τόσο γρήγορα. Δεν θα δώσουμε λοιπόν, το παρών στο χωριό για το Πάσχα, ούτε στο προαύλιο της εκκλησίας ούτε στις περιφορές ούτε στα τσουγκρίσματα. Θα μείνουμε μέσα ή εκτός νυμφώνος.

Στα πλαίσια και στα πρωτόκολλα, με τα όρια και στα μέτρα του ιού και κατά των ιών θα απουσιάσουμε. Γιατί είναι σχολείο το χωριό, και κρατάει απουσίες, που δεν μπαίνουν σε χάρτες, Κτηματολόγια και Ψηφίσματα.

Είναι σαν κρυφό σχολειό. Σαν το κρυφό χαρτί στο μανίκι, που πρέπει να ξέρεις πότε θα το ρίξεις αλλά και πότε θα διαβάσεις και θα ακούς το παιγνίδι και τους ψιθύρους του.

Δεν θα δούμε όμως ούτε καφενεία ούτε συγχωριανούς ούτε συγγενείς. Στους μακρινούς και μείς μακρινοί. Θα μείνουμε στο πλην. Στην αφαίρεση. Στην απόσταση.

Θα το ξαναφανταστούμε, πώς θα ήταν το Πάσχα στο χωριό, πώς θα ήταν το Πάσχα χωρίς σύνορα και όρια και περιορισμούς, αλλά και πώς θα είναι το Πάσχα του χειμώνα, όχι της άνοιξης.

Με τα ίδια τροπάρια, με τα ίδια λόγια , θα κυλήσει η εβδομάδα, και οι επόμενες μεγάλες εβδομάδες, μέχρι νεωτέρας. Απόσταση από το χωριό, για τους κατοίκους των μεγάλων πόλεων, της εσωτερικής και της εξωτερικής μετανάστευσης είναι ένα ζητούμενο. Όλοι στον ίδιο παρονομαστή βρισκόμαστε.

Για διαφορετικούς λόγους είμαστε μακριά από το χωριό. Θα μείνουμε μέσα και θα αναστηθούμε εντός. Στο όποιο εντός, μιας εσωστρέφειας, μιας αγάπης, μιας καλοσύνης, μιας νηστείας, ενός χορού, ενός φιλιού, μιας παρέας, μιας εξωστρέφειας.

Το γλυκύ έαρ θα το ψάλλουμε, στα μπαλκόνια και στις αυλές. Με τους λίγους για συντροφιά, θα μειώσουμε και την απόσταση, και σε χρόνο μηδέν θα βρεθούμε στο χωριό.

Για το Χριστός Ανέστη, για την Λαμπρή. Δεν φύγαμε ποτέ από κει. Και μόνο σαν υπενθύμιση, σαν ανάμνηση, το χωριό είναι μαγνήτης, πόλος έλξης και ανανέωσης, μεγάλες μέρες, μεγάλες νύχτες, το φως του που καίει μονίμως και μας κρατάει ζωντανούς.

ην σκούφια δεν την ξεχάσαμε όσο μακριά και αν πήγαμε.

Όσοι την ξεχνάνε κύμβαλα αλαλάζοντα γίνονται και χάνονται.

Οι πόλεις μας χορτάσανε και μας χορταίνουν, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Δεν ξέρουμε τον διπλανό, δεν μας ξέρει ο διπλανός. Τα όρια όρια, η τυπικότητα τυπικότητα και οι παρέες παρέες.

Το χωριό όμως δεν το χορτάσαμε.
Γενεαί πάσαι, να περάσουν, εκεί στο χωριό, σε κάποια γωνιά, υπάρχει ένα κομμάτι απείραχτο του μέσα μας.

Ένας άλλος καθρέφτης που συνεχώς ταξιδεύει. Στην είσοδο και στην έξοδό του, μια άλλη πολιτεία πάντοτε περιμένει και προσδοκά.

Σαν σημάδι, σαν φάρος, υπάρχει, μέσα στις βουνοκορφές, στις στροφές του δρόμου, στα πρώτα καλοκαίρια, στα φεγγάρια και στο ρόδισμα της αυγής, στους χειμώνες με το τσίπουρο, στο πανηγύρι, στην γάστρα, στην πλατεία, στη λαλιά, στον αέρα και στο κύμα, στην σιωπή, στην κουβέντα, στους γνωστούς, στις πέτρες, στις κουβέντες, όπως «καλώς τονα» και «τίνος είσαι εσύ».

Και τους απαντάς στον ενικό. Άμεσα και χωρίς περιστροφές. Και τους κοιτάς και σε κοιτούν στα μάτια.

Γιατί ο χρόνος του χωριού είναι πιο αργός και σε κερνάει άλλο οξυγόνο. Όπως ακριβώς και η ανάσταση, με το α κεφαλαίο. Όλα τραγουδιούνται, από το μοιρολόι και το χειμώνα, από το σκοτάδι και το φως, από του κλαρίνου το κλάμα, μέχρι το κέντημα του βιολιού, όλα έχουν μια αμεσότητα.

Όλα συνδράμουν, φύση, υπαρκτά, άπιαστα, υποτιθέμενα, πεπερασμένα, άπειρα, κοντινά φιλτράρονται και φορούν τα όποια καλά τους.

Όχι φέτος δεν θα κάνουμε Πάσχα στο χωριό. Θα κάνουμε όπου μας έχουν πει να κάνουμε και όπου βρεθούμε. Πάντα έτσι γίνεται, είτε είναι γιορτή είτε καθημερινή, όπου βρισκόμαστε, με σεβασμό στον τόπο που ρίξαμε άγκυρα και μας φιλοξενεί, συνεχίζουμε την πορεία μας, την μουσική μας, τη γλώσσα μας, με το μισό όνειρο εδώ, με το μισό όνειρο εκεί. Θα στείλουμε βέβαια και κάποιες φωτογραφίες μέσω κινητών, στην ακινησία μας, και μερικά «Χριστός Ανέστη» θα ανταλλάξουμε, από καρδιάς και από συνήθεια, σε όσους είναι κοντά, σε όσους είναι μακριά.
Όπως πάντα θα περισσεύουν φαγιά, κουλούρια και αυγά για την αυριανή και θα τα μοιράσουμε σε μερικούς φίλους να τα πάρουν για το σπίτι.
Όπως πάντα, θα λιγοστεύουν μαζί με τις πολλές ευχές και κάποιοι κοντινοί και μακρινοί, που δεν θα σου χτυπήσουν την πόρτα, είτε είσαι στο χωριό είτε είσαι στην πόλη. Όλα είναι στο πρόγραμμα της χαρμολύπης.

Φέτος ειδικά, στο χωριό θα κάνουν Πάσχα με τους εναπομείναντες κατοίκους και συγγενείς, ο Κολοκοτρώνης, ο Ρήγας, ο Σκουφάς, η Μπουμπουλίνα, ο Μακρυγιάννης, ο Σολωμός και τόσοι άλλοι ξενιτεμένοι γνωστοί και άγνωστοι. Παρόντες και απόντες, χωρίς πρόσκληση μνήμης, έχουν να πούνε πολλά.

Όλοι μας, άλλωστε, ερχόμαστε από πολύ μακρινούς τόπους και σε διαφορετικούς χρόνους συναντιόμαστε αληθινά, πρόσωπο με πρόσωπο.