Ο πρωθυπουργός της χώρας, Scott Morrison, συχνά περιγράφει την Αυστραλία ως «την πιο πετυχημένη πολυπολιτισμική» χώρα στον κόσμο.
Μια πολυπολιτισμικότητα, που, όμως, δεν φαίνεται να ισχύει όσον αφορά τα πρόσωπα που κατέχουν θέσεις εξουσίας στην πολιτική, αλλά και σε άλλους τομείς της χώρας.
Παρ’ ότι η Αυστραλία είναι μια χώρα στην οποία ζουν και εργάζονται άνθρωποι από όλες σχεδόν τις εθνικότητες του κόσμου, στην κυβέρνηση τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.
Προς το παρόν, μόνο 15 από τους 227 βουλευτές κατάγονται από χώρες εκτός Ευρώπης (6,5%), μόνο πέντε είναι ιθαγενείς (2,2%) και μόνο 23 από τη Νότια Ευρώπη ή έχουν εβραϊκή καταγωγή (10,1%).
Τα ποσοστά είναι εξαιρετικά χαμηλά εάν σκεφτούμε ότι στη χώρα ζουν 7,6 εκατ. μετανάστες και το ένα τρίτο του πληθυσμού έχει γεννηθεί στο εξωτερικό.
Κατά την παρουσίαση της Έκθεσης του Τμήματος Πολυπολιτισμικότητας του Εργατικού Κόμματος, ο αρχηγός του Εργατικού Κόμματος, Anthony Albanese, δήλωσε: «Στέκομαι μπροστά σας σήμερα ως το πρώτο άτομο χωρίς αγγλοσαξονικό όνομα, που έχει διεκδικήσει τη θέση του πρωθυπουργού αυτής της χώρας. Σκεφτείτε το – εδώ και 120 χρόνια».
Η Μαρία Βαμβακινού, Ομοσπονδιακή βουλευτής Calwell, είναι η πρώτη γυναίκα ελληνικής καταγωγής που εκλέχθηκε στο Αυστραλιανό κοινοβούλιο, και εξηγεί ότι τα τελευταία 20-25 χρόνια το ποσοστό των βουλευτών διαφορετικής εθνικής καταγωγής κυμαίνεται από 6-9% και δεν φαίνεται να αυξάνεται σημαντικά.
Η ίδια θεωρεί ότι το θέμα της διπλής υπηκοότητας αποτελεί βασικό παράγοντα που αποθαρρύνει τη συμμετοχή αυτών των κοινωνικών ομάδων, αλλά πιστεύει ότι δεν είναι αυτός, αποκλειστικά, ο λόγος, που οι άνθρωποι δεν μπαίνουν στην πολιτική σε πολιτειακό ή ομοσπονδιακό επίπεδο.
«Όταν εξετάζουμε τους θεσμούς πρέπει να δούμε και το ιστορικό υπόβαθρο. Στην κυβέρνηση και τους μηχανισμούς της πάντα υπερίσχυε μία συγκεκριμένη ομάδα, και η κυριαρχία αυτής της ομάδας συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Είναι θέμα πολιτικής κουλτούρας. Πρέπει να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε αυτή την κουλτούρα».
O πρόεδρος του Τμήματος Πολυπολιτισμικότητας του Εργατικού Κόμματος και Ομοσπονδιακός βουλευτής Wills, Peter Khalil, γιος Αιγύπτιων μεταναστών που έφυγαν από την πατρίδα τους για να «αναζητήσουν ένα πιο ασφαλές και φωτεινό μέλλον», προσπαθεί να διαπιστώσει τους λόγους που τόσο λίγοι άνθρωποι από τις λεγόμενες ‘έθνικ’ κοινότητες μπαίνουν στην πολιτική.
«Υπάρχουν αρκετά πολιτιστικά και συστημικά εμπόδια που αποθαρρύνουν τους ανθρώπους να φτάσουν ακόμη και στο σημείο να διεκδικήσουν μία θέση στο Κοινοβούλιο» εξήγησε στον «Νέο Κόσμο» ο κ. Kahlil.
«Όταν αρχίσουμε να ενθαρρύνουμε τη συμμετοχή αυτών των ομάδων στα πανεπιστήμια, τα δικαστήρια, τις κυβερνητικές οργανώσεις -δηλαδή πέρα από τη συμμετοχή τους στις μικρές επιχειρήσεις- τότε, κατ’ επέκταση, θα διευρυνθεί και αυτή η ομάδα στην κοινωνία που θα ενδιαφερθεί να θέσει υποψηφιότητα για ένα βουλευτικό αξίωμα».
Και προσθέτει ότι είναι σημαντικό να ξεκινήσουμε από την τοπική αυτοδιοίκηση, και να τους ενθαρρύνουμε να κατέβουν στις δημοτικές και πολιτειακές εκλογές.
Κατατέθηκαν προτάσεις για την επιβολή ποσοστώσεων για την πολυπολιτισμικότητα στα πολιτικά κόμματα, ωστόσο ο κ. Khalil θα ήθελε να δει πιο ουσιαστικές αλλαγές.
«Δεν νομίζω ότι οι ποσοστώσεις είναι ο σωστός τρόπος για να ενθαρρύνουμε την εθνοτική πολυμορφία στο Κοινοβούλιο.
Πιστεύω ότι πρέπει να υπάρξει μια ευρύτερη πολιτιστική αλλαγή και να τεθούν σε εφαρμογή προγράμματα που θα ενθαρρύνουν την κατάρτιση και θα παρέχουν καθοδήγηση, ώστε η κοινοβουλευτική εργασία να γίνει πιο προσιτή σε άτομα με οικογένειες, εργασία και άλλες ευθύνες.
Δεν θα δούμε αποτελέσματα βραχυπρόθεσμα, αλλά είναι εξαιρετικά σημαντικό να ξεκινήσουμε άμεσα να σχεδιάζουμε αυτές τις πολιτικές».
Η κ. Βαμβακινού, από την πλευρά της, πιστεύει ότι η επιβολή ποσοστώσεων στο θέμα της πολυπολιτισμικότητας είναι δύσκολο να εφαρμοστεί στην πράξη, και υπάρχει και ο κίνδυνος να λειτουργήσει ακόμα και ανασταλτικά.
Προκειμένου να λειτουργήσουμε ως μια δίκαιη, ισότιμη κοινωνία, τόσο ο κ. Khalil όσο και η κ. Βαμβακινού, πιστεύουν ότι είναι σημαντικό το έργο των κυβερνήσεων να αντικατοπτρίζει τη σύγχρονη Αυστραλία.
«Φέρνουμε διαφορετικές προοπτικές στο Κοινοβούλιο. Είμαστε σε θέση να προσθέσουμε σημαντικές, αλλά ανεπαίσθητες γνώσεις για την κουλτούρα διαφόρων πολιτισμών, όταν συζητάμε τα νομοσχέδια στη Βουλή, γεγονός που διασφαλίζει ότι λαμβάνεται υπόψη ο αντίκτυπος αυτών των νόμων στους πολίτες διαφορετικών εθνικών ομάδων».
Και προσθέτει ότι «η παρουσία μας στο Κοινοβούλιο ενθαρρύνει τους νέους ανθρώπους σε ολόκληρη τη χώρα, γιατί αντιλαμβάνονται ότι, ανεξάρτητα από την καταγωγή ή την ανατροφή τους, με σκληρή δουλειά, μπορούν και εκείνοι μια μέρα να εκλεγούν στο Κοινοβούλιο, ή ακόμα και να φτάσουν στο αξίωμα του πρωθυπουργού».
«Δεν ξέρω ποια θα ήταν μια ολοκληρωτική λύση, αλλά γνωρίζω ότι ένα από τα μειονεκτήματα ενός Κοινοβουλίου που δεν αντικατοπτρίζει την ευρύτερη κοινωνία, είναι ότι στερείται κατανόηση των προβλημάτων που απασχολούν τους ανθρώπους όταν αποφασίζουν τις εκάστοτε πολιτικές».