Με αφορμή το EURO 2020, αλλά και με την προβολή μιας ταινίας-ντοκιμαντέρ για τον ελληνικό άθλο πριν 17 χρόνια, ο διευθυντής του Ελληνικού Προγράμματος της Ραδιοφωνίας SBS, Θέμης Καλλός, πήρε μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη από τον Γιάννη Τοπαλίδη, από όπου και δημοσιεύουμε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

SBS Greek: Μεγάλο και σπουδαίο ρόλο στην κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 2004 από την εθνική ομάδα της Ελλάδας, στα γήπεδα της Πορτογαλίας, είχε αναμφίβολα ο αποκαλούμενος βασιλιάς Όθωνας.

Όμως επιτρέψτε μας να πούμε ότι κάθε βασιλιάς χρειάζεται και τον αντιβασιλέα του και αντιβασιλεύς του Ότο Ρεχάγκελ ήταν ένας δικός μας άνθρωπος. Δικός μας με δύο έννοιες. Του συμπατριώτη μας του Έλληνα, αλλά και του συμπατριώτη μας του απόδημου. Αυτός ο «αντιβασιλεύς», που λέμε κι εμείς, δημοσιογραφική αδεία, ήταν ο Γιάννης Τοπαλίδης που υπήρξε βοηθός προπονητή του Όττο Ρεχάγκελ. Κύριε Τοπαλίδη, μεγάλη η χαρά μας που βρήκατε το χρόνο να μας μιλήσετε.

Γιάννης Τοπαλίδης: Και εγώ χαίρομαι πάρα πολύ, γιατί και την Αυστραλία που την έχω επισκεφθεί μία φορά, μου άρεσε πάρα πολύ, και ο εκεί Ελληνισμός μου άρεσε πάρα πολύ και είναι και για μένα τιμή που θα μιλήσω μαζί σας.

SBS Greek: Αφορμή για τη συνέντευξη αυτή αποτελεί μία ταινία που τιτλοφορείται «King Otto – Βασιλιάς Όθωνας», γι’ αυτό έκανα και τον συνειρμό στον πρόλογό μου. Αλλά θέλω κ. Τοπαλίδη, να τα πάρουμε λίγο, αν θέλετε, τα πράγματα από την αρχή. Εσείς νομίζω ήσασταν αυτό που λέμε στο ποδόσφαιρο «σκάουτερ», κυνηγός ταλέντων στην Χέρτα Βερολίνου, όταν λάβατε ένα τηλεφώνημα. Από ποιον; Από την Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της Ελλάδας; Από τον ίδιο τον Ρεχάγκελ; Πώς έγινε η αρχή της συνεργασίας σας;

Γ. Τ.: Με τον προπονητή της Χέρτα είχαμε κάνει μαζί το δίπλωμα. Είχα κάνει στην Κολωνία το UEFA Pro και με είχε πάρει τηλέφωνο και μου είπε ότι χρειάζεται κάποιον συνεργάτη και έτσι προέκυψε η συνεργασία με τη Χέρτα. Εγώ εκείνο το διάστημα μιλούσα μαζί τους και μου είπαν ότι, τώρα που θα πάει ο Όττο στην Ελλάδα εσύ θα ήσουν ιδανικός συνεργάτης του. Είσαι UEFA Pro, έχεις δίπλωμα από την Κολωνία, ξέρεις τα Ελληνικά, ξέρεις τα Γερμανικά. Δεν έδωσα πολλή σημασία, γιατί λέω τώρα από εδώ εγώ πώς να μπορέσω να πάω εκεί;

Η γνώμη μας για την Ελλάδα ήταν πως θεωρούσαμε πάντα ότι εκεί δρούσαν κλίκες. Τέλος πάντων, τους ρώτησα εάν είχαν τηλέφωνο του Ρεχάγκελ. Και μου λέει είναι ένας φίλος του πολύ κολλητός, που ήταν παλιός συμπαίκτης του, έχουμε επαφή και αυτός συνεργάζεται με τον Ρεχάγκελ. Τους είπα, δώστε μου το τηλέφωνο. Έτσι πήρα τον Ρεχάγκελ στο τηλέφωνο και μου είπε ότι δεν είχε αποφασίσει 100%. Με προέτρεψε, όμως να του στείλω τα χαρτιά μου.
Η Ελλάδα είχε δώσει το πρώτο παιχνίδι με τον Ρεχάγκελ στον πάγκο, στη Φινλανδία. Είχε ηττηθεί με 5-1. Συντριβή…

Εγώ ήμουν σε ένα ταξίδι από τη Στουτγκάρδη στη Νυρεμβέργη, για να παρακολουθήσω το παιχνίδι Νυρεμβέργη-Αμβούργο. Εκείνος μετά το 5-1 με πήρε τηλέφωνο: «Εδώ Όττο Ρεχάγκελ. Είστε ο κύριος Τοπαλίδης;». Εγώ στην αρχή τα έχασα λίγο. Λέω μη μου κάνει κάποιος φίλος μου πλάκα; Γιατί κάποιες φορές μιλούσα με φίλους. Λέω ναι, είμαι ο Τοπαλίδης. Λέει, μπορούμε να συναντηθούμε αύριο στο Βερολίνο;

Εγώ είχα μεγάλη χαρά που με πήρε τηλέφωνο. Ήταν το όνειρό μου. Είχα κάνει το UEFA Pro για να εργασθώ σε κάποια ομάδα, αλλά δεν σκεπτόμουν την Εθνική Ελλάδας. Πήγα, μίλησα μαζί του δύο-τρεις ώρες. Δεν μου υποσχέθηκε κάτι, αλλά μου είπε ότι θα με ειδοποιούσε.

Το εκτός έδρας παιχνίδι στην Αγγλία (σ.σ. έληξε 2-2) -το θυμόσαστε που παίξαμε στην Αγγλία;- ήταν το πρώτο μου παιχνίδι. Μετά από αυτό με παίρνει τηλέφωνο και μου λέει: «Σκέψου το καλά. Ξέρεις το ποδόσφαιρό τους, μπορεί να μας διώξουν γρήγορα». Εγώ ήμουν αποφασισμένος. Λέω «και πέντε μήνες να μείνω στην Εθνική μου φτάνει, θα έρθω». Μετά ακολούθησαν δύο φιλικά και μετά υπογράψαμε κανονικά συμβόλαια και έτσι ξεκίνησε, για να απαντήσω στην ερώτησή σας, το deal με την Εθνική.

Φώτο: Umbrella Entertainment

SBS Greek: Θέλουμε να αναδείξουμε και τον δικό σας ρόλο. Να γίνει απόλυτα κατανοητό ότι εσείς δεν ήσασταν μόνο διερμηνέας των όσων έλεγε ο Ρεχάγκελ στους παίκτες. Επειδή ακριβώς είσαστε γνώστης, έχετε βιώματα και από τις δύο κουλτούρες, γερμανική και ελληνική, δεν κάνατε απλή διερμηνεία. Αλλά με τον δικό σας τρόπο, ίσως τα κάπως πειθαρχημένα γερμανικά τα λέγατε λίγο πιο χαλαρά στους Έλληνες διεθνείς. Δεν ξέρω, κάνω λάθος;

Γ.Τ.: Έτσι είναι, 100% έτσι. Αλλά γιατί έγινε αυτό; Γιατί ξέρω τη νοοτροπία και την κουλτούρα των Ελλήνων. Εάν κάνεις πολύ δυνατή κριτική αυτό δεν αρέσει στον Έλληνα. Τον Έλληνα πρέπει να τον πάρεις διαφορετικά. Αυτά τα ήξερα εγώ. Γιατί μην ξεχνάτε και εγώ Έλληνας είμαι, σε ελληνικό περιβάλλον μεγάλωσα. Γνώρισα και τους Γερμανούς γιατί δούλευα με Γερμανούς, αλλά ξέρω πώς αντιδρούν οι Έλληνες.

Πολλές φορές γινόταν (και το είπε και ένας παίκτης σε μία δόση) κριτική και λέει ο παίκτης στους άλλους που ήξερε κάποια γερμανικά: «Ρε παιδιά, ο Τοπαλίδης μας τα είπε λίγο διαφορετικά. Αλλιώς τα είπε ο Ρεχάγκελ». Δηλαδή, ήξερα τη νοοτροπία, ήξερα πώς να συμπεριφερθώ και, στο κάτω-κάτω, οτιδήποτε κι αν προσπάθησα να κάνω, ο στόχος μου ήταν πάντα να διακριθούμε στο ποδόσφαιρο με την Ελλάδα.

SBS Greek: Ποιοι ήταν οι καθοριστικοί παράγοντες που πέτυχε όσα πέτυχε εκείνη η ομάδα;

Γ. Τ.: Ο Ρεχάγκελ όταν πήγε στην Ελλάδα, είχε δει την εθνική ομάδα, γιατί τον κάλεσε η Γερμανική Ομοσπονδία να δει τον αγώνα της Ελλάδας με τη Γερμανία τότε, στην προκριματική φάση. Πριν αναλάβει ο Ρεχάγκελ, η Ελλάδα ήταν στον ίδιο Όμιλο με τη Γερμανία, στα προκριματικά του 2002. Αυτός είχε δει την ομάδα. Παρ’ ότι έχασε, μετά μου λέει «Γιάννη, δεν είναι κακή ομάδα (η Ελλάδα)».

Όταν του έγινε η πρόταση, το σκέφτηκε λιγάκι και είπε με αυτούς τους παίκτες ίσως μπορέσουμε να καταφέρουμε κάτι. Ξεκινώντας από τα φιλικά η ομάδα άρχισε να παίζει καλά. Δηλαδή, βλέπαμε την ομάδα ότι είναι καλή. Ναι μεν, δεχόμασταν σε κάθε φιλικό παιχνίδι γκολ, αλλά πιστεύαμε στην ομάδα ότι μπορεί να προκριθεί στο Euro. Όχι να κατακτήσει το κύπελλο, αλλά να προκριθεί.

Κρίναμε τότε ότι έπρεπε να παίξουμε καλή άμυνα, δηλαδή να μην τρώμε εύκολα γκολ. Εκτός του ότι παρακολουθούσαμε τους παίκτες στις προπονήσεις, τους βλέπαμε και στις ομάδες τους. Στον Παναθηναϊκό, για παράδειγμα, οι πέντε παίκτες του που συμμετείχαν στην Εθνική, διακρίνονταν στο Champions League.

Ο Ρεχάγκελ πάντα έλεγε «Γιάννη, αυτοί κοντράρουν την Άρσεναλ, κόντραραν τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, γιατί να μην κοντράρουν και τους αντιπάλους και στην εθνική ομάδα;» Ξεκινώντας στην προκριματική φάση, θέλω να σας πω ότι καμιά φορά δεν κατεβάσαμε την ομάδα στον αγωνιστικό χώρο και λέγαμε ότι θα χάσει.

Πάντα μας έδινε την εντύπωση ότι ακόμα και αν έχανε, η ομάδα αυτή μπορεί να το κερδίσει το παιχνίδι, εννοώ για την προκριματική φάση.

Για να μην σας κουράζω, τα πιο βασικά στοιχεία ήταν ότι ήταν, όπως λέει και σήμερα ακόμα ο Ρεχάγκελ όταν τηλεφωνιόμαστε και μιλάμε. Μου λέει, «Γιάννη, είχαμε παίκτες πρώτης κλάσης». Δηλαδή, πίστευε στους παίκτες, και έτσι αυτή την πίστη του Ρεχάγκελ την εισέπραξαν οι παίκτες, αποκτώντας ακόμα πιο μεγάλη αυτοπεποίθηση.

Μην ξεχνάτε ότι 18 μήνες πριν πάμε στην Πορτογαλία ήμασταν αήττητοι. Αυτό έδωσε ενθουσιασμό και ιδιαίτερη αυτοπεποίθηση στους παίκτες. Αυτό το βλέπαμε πάντα στο γήπεδο, όσον αφορά την προκριματική φάση για να απαντήσω πώς μπορέσαμε και προκριθήκαμε. Όσον αφορά την τελική φάση στην Πορτογαλία, από τη στιγμή που κερδίσαμε το πρώτο παιχνίδι υπήρχε ένας ενθουσιασμός, δηλαδή όλοι μιλούσαμε ότι θα περάσουμε στον δεύτερο γύρο, λέγαμε ότι ήταν το πλάνο. Κερδίσαμε την Πορτογαλία; Θα φέρουμε ισοπαλία με την Ισπανία, θα κερδίσουμε τους Ρώσους και θα προκριθούμε. Έτσι σκεφτόμασταν. Τα αποτελέσματα ήρθαν διαφορετικά, αλλά αυτή ήταν η σκέψη μας.

SBS Greek: Υπήρξε, όμως, μία κριτική τότε, κυρίως από ξένους σχολιαστές ότι η Ελλάδα έπαιζε πολύ αμυντικό ποδόσφαιρο. Κάποιοι είχαν πει ότι «σκότωσε» το ποδόσφαιρο. Γι’ αυτές τις επικρίσεις λοιπόν που εκφράστηκαν, και εσείς προσωπικά και ο Ρεχάγκελ, ποια απάντηση δίνετε;

Γ. Τ.: Πρώτα απ’ όλα, να τονίσω ότι είχαμε πάει στο Euro και οι αντίπαλοί μας στα έξι παιχνίδια ήταν δύο φορές η Πορτογαλία. Σας λέω μόνο για την Πορτογαλία ότι η Πόρτο πήρε το Champions League εκείνη τη χρονιά με πέντε παίκτες βασικούς στην Εθνική συν τον Μπαουλέτα από την Παρί, συν τονΛουις Φίγκο συν τον Κριστιάνο Ρονάλντο. Δηλαδή, με αντίπαλο αυτή την ομάδα εσείς πώς θα παίζατε; Παίζουμε μετά με την Ισπανία.

Η Ισπανία θεωρείτο εκείνο το διάστημα και μετά αποδείχθηκε ότι ήταν, μία από τις καλύτερες ομάδες του κόσμου. Με έναν επιθετικό ο οποίος εκείνο το διάστημα ήταν πρώτος σκόρερ στο Champions League τον Ραούλ, τον Μοριέντες, τον Μπαράχα, τον Χελγκιέρα, τον Πουγιόλ, τον Κασίγιας.

Δηλαδή, με αυτούς τους παίκτες αντιπάλους πώς θα έπαιζε ένας προπονητής ο οποίος έχει την Εθνική Ελλάδας στα χέρια του; Πώς θα έπαιζε κάποιος με την Τσεχία, η οποία ήταν το απόλυτο φαβορί; Τη Γαλλία με Ανρί, με Ζιντάν, δύο από τους καλύτερους παίκτες του κόσμου…

Και μετά στον τελικό πάλι παίξαμε με την Πορτογαλία. Δηλαδή, τακτική μας ήταν, η λογική ότι έπρεπε να ακολουθήσουμε αυτή τη στρατηγική ούτως ώστε να είμαστε ανταγωνιστικοί. Όχι ότι θα παίρναμε και το κύπελλο.