Τα τελευταία εξήντα χρόνια ο Ελληνισμός της Αυστραλίας είχε την τύχη να έχει ανάμεσά του έναν μεγάλο πατριώτη αγωνιστή, γόνο οικογένειας Μακεδονομάχων, οι οποίοι σφαγιάστηκαν από τους Βούλγαρους Κομιτατζήδες, έναν απλό μετανάστη της εργατιάς και του μόχθου που συνέχισε τον αγώνα τους. Τον χαρήκαμε ντυμένο τον Απόστολο Ζαπάρα Μακεδονομάχο στα σκαλιά του Κοινοβουλίου της Βικτωρίας. Τον είδαμε, τον θαυμάσαμε ακάματο μπροστάρη στις διαδηλώσεις για την ελληνικότητα της Μακεδονίας κατά των σύγχρονων Μακεδονοσλάβων, που επιβουλεύονταν την ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά των Ελλήνων. Τον νιώσαμε να αφηγείται ιστορίες ηρωισμού και θυσίας που αφορούσαν τους προγόνους του από την Μοσχόπολη μέχρι και τις Σέρρες. Τον χειροκροτήσαμε να ενθαρρύνει τους νέους και τις νέες να κρατούν τη σημαία του Ελληνισμού ψηλά, άφοβα στην Αυστραλία.
Στις συνάξεις των Μακεδόνων, ο σεβάσμιος Απόστολος Ζαπάρας κατέθετε τον λόγο της σύνεσης και της φρονιμάδας. Στους πολιτιστικούς αγώνες των Σερραίων αλειφόταν με λάδι και πρωτοστατούσε στους παλαιστικούς αγώνες, τους πατροπαράδοτους αγώνες της ελληνορωμαϊκής πάλης, σε μαρμαρένια αλώνια με θεατές χιλιάδες εκδρομέων, ως ακαταμάχητος παλαιστής, ως μοναδικός πεχλιβάνης. Στις παρελάσεις των Μακεδόνων, με την παραδοσιακή του ενδυμασία και το λάβαρο του τόπου του ψηλά, εξήντα χρόνια. Στους εράνους του Ελληνισμού, γαλαντόμος, γενναιόδωρος, όπως και τα παιδιά που γέννησε και τα εγγόνια του, πάντα πρώτος στην προσφορά.
Πρώτος και στο πλατύ του το γέλιο, την καπατσοσύνη του να «σκάζει» ιστορίες, να διακωμωδεί, να σατιρίζει, και ακόμη ακόμη να αυτοσαρκάζεται.
Θαμώνας των μαγαζιών του Oakleigh από τα παλιά, πολύ παλιά χρόνια, όταν ακόμη είχε εγκατασταθεί με την οικογένειά του στο Footscray και αβγάτιζε τον βιο του, με σκληρή δουλειά, δύο και τρία σίφτια την ημέρα, για να σπουδάσει τα δυο του παιδιά, να αγοράσει και να ξοφλήσει το πρώτο του σπίτι. Δουλειά στα σφαγεία, αλλά και στο εργοστάσιο κατασκευής αμιάντου, ένα εργοστάσιο που στοίχισε τη ζωή σε εκατοντάδες εργάτες. Η εργασία ήταν νόμος και τάξη, τρόπος ζωής και σημείο αναφοράς. Ποιος δεν θυμάται από τους πολύχρονους περιπάτους του στον πεζόδρομο του Oakleigh τον μπαρμπα-Απόστολο, τον τροβαδούρο του δημοτικού τραγουδιού, τον ποιητάρη, τον χορευτή.
Ήταν η γενιά του μπαρμπα-Απόστολου αυτή που θυσιάστηκε για τα παιδιά της. Αυτοί οι πρωτοπόροι μετανάστες των δεκαετιών 1950 και 1960, που έβαλαν τις βάσεις, καλλιέργησαν τις προϋποθέσεις να σπουδάσουν τα παιδιά τους, να μάθουν γράμματα και να διεκδικήσουν θέσεις, να διαδραματίσουν ρόλο σημαντικό στα γεγονότα. Θυσιάστηκαν οι παππούδες στα εργοστάσια, για να βγάζουν στο μέλλον τα παιδιά και τα εγγόνια τους σημαντικές αποφάσεις, να έχουν λόγο και άποψη στο πεπρωμένο της Αυστραλίας. Ο Απόστολος και η συμβία του Ζωή, μία ενάρετη, καλόβουλη, σεμνή και συνετή γυναίκα, που δούλεψε πλάι του ως μοδίστρα, ως μητέρα, ως γιαγιά και μαζί σήκωσαν την οικογένεια των Ζαπαραίων στην Αυστραλία, στο τώρα και επέκεινα.
Είχα την αγαθή τύχη να στήσω πολλές συζητήσεις μαζί του, για την οικογένεια, την καταγωγή του, το Βλάχικο ιδανικό, την περηφάνειά του, τον πατριωτισμό του. Είχε την απλότητα να παρουσιάζει με την ενάρετη αφέλεια του ειλικρινούς και γνήσιου, του αυθεντικού πατριώτη, την έννοια της πατρίδας, της καταγωγής, των προγόνων. Τον διέκρινε ένας συνεχής, ιερός σεβασμός προς τους νεκρούς προγόνους, σε αυτούς που προηγήθηκαν, που άνοιξαν τον δρόμο. Ο άνθρωπος δεν είναι μετέωρος στο κενό. Έχει παρελθόν, για να έχει παρόν και για να σέβεται το μέλλον.
Ο Απόστολος ανήκει στη γενιά αυτών που διατήρησαν μέσα τους απέραντο σεβασμό προς τους προλαλήσαντες. Ήταν παιδί των δύσκολων ιστορικών χρόνων, του σκληρού Μακεδονικού Αγώνα. Γιατί οι Μακεδόνες δεν είχαν εχθρό μόνον τον Οθωμανό, δεν είχαν να αντιμετωπίσουν μόνον την σκλαβιά του Τούρκου, είχαν να πολεμήσουν και τη μανία και τον φανατισμό του Βούλγαρου και τη απληστία του Ρουμάνου και του αλύτρωτου Αλβανού (ευτυχώς, τότε δεν είχαν βγει από τις σπηλιές τους οι Μακεδονοσλάβοι ως έθνος, τότε ήσαν απλά Βούλγαροι). Η Μακεδονία είναι ίσως μαζί με την Ήπειρο τα μόνα ελλαδικά διαμερίσματα στα οποία ο Έλληνας έδινε πολυμέτωπο αγώνα, κατά ποικίλων εχθρών που επιβουλεύονταν την ιστορία και τον πολιτισμό του. Ο Απόστολος Ζαπάρας ανήκει στη γενναιόφρονη γενιά της δεκαετίας του 1930, της πλέον ηρωικής γενιάς των Ελλήνων του 20ου αιώνα, διότι έζησαν και επέζησαν τα χειρότερα.
Ο Απόστολος Ζαπάρας είχε γεννηθεί στις 8 Μαΐου 1931 και ήταν απόγονος των μεγάλων Μακεδονομάχων, του πατέρα του Ιωάννη Ζαπάρα και του Στέργιου Ρέγου Ζαπάρα, οι οποίοι μαζί με τον ένδοξο και γενναίο μαχητή και οπλαρχηγό Ιωάννη Μελενικισλή, δολοφονήθηκαν από τους Βούλγαρους κομιτατζήδες και τον ηγέτη τους τον αδίστακτο Ράντοφ, στις Σέρρες στις 2 Αυγούστου 1905.
Ο Απόστολος νυμφεύθηκε τη Ζωή Παρίση, μια ελκυστική συμπατριώτισσά του από το Σιδηρόκαστρο των Σερρών, που ασκούσε το επάγγελμα της κομμώτριας και μαζί μεγάλωσαν δύο παιδιά, τον Πασχάλη και την Στέλλα. Το 1960 η οικογένεια του Απόστολου Ζαπάρα εγκαταστάθηκε στις Σέρρες, όπου ο Απόστολος εργάστηκε ως οικοδόμος στο εργοστάσιο ζαχάρεως και το 1962 μετοίκησε στη Θεσσαλονίκη, όπου εργάστηκε στη βιομηχανία Esso Pappas. Η ανεργία και οι δύσκολες συνθήκες που προκάλεσαν την έξοδο πάνω από 800.000 Έλληνες να μεταναστεύσουν στη δεκαετία του 1960 στην Κεντρική Ευρώπη, την Αμερική και την Αυστραλία, ανάγκασαν και τον Απόστολο με τη Ζωή, να πάρουν τον δρόμο της ξενιτιάς προς την Αυστραλία, ως Ινδικοπλεύστες πάνω στο πλοίο “Ελληνίς”, έχοντας τότε μαζί τους και τα τέκνα τους. Στην Αυστραλία έφτασαν στις 8 Δεκεμβρίου 1966 και αμέσως μετά την αποβίβαση, τους οδήγησαν στη Bonegilla. Εκεί πέρασαν και τα πρώτα Χριστούγεννα, για να εγκατασταθούν στη συνέχεια στο Brooklyn του Footscray, όπου ο Απόστολος έπιασε δουλειά στα σφαγεία και τα απογεύματα στο εργοστάσιο αμιάντου. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε εκεί στα δυτικά προάστεια όπου μεγάλωσαν τα παιδιά τους, αγόρασαν αρχικά το σπίτι τους στο Yarraville, και η Ζωή έπιασε δουλειά σε ραφτάδικο, ως μοδίστρα, στο Melbourne Arcade. Ο δρόμος προς την επιτυχία είχε αρχίσει.
Ο Απόστολος και η Ζωή, σίγουρα δεν μπορούσαν να είχαν προβλέψει τότε στην μακρινή Bonegilla της αχανούς αυτής ηπείρου, την επιτυχία που θα σημείωναν στη συνέχεια οι ίδιοι, τα παιδιά και τα εγγόνια τους. Η αποστολή του Απόστολου ολοκληρώθηκε, τον καλόν Αγώνα αγωνίστηκε και η ζωή δικαίωσε τις προσδοκίες του. Έχει αφήσει πληθώρα απογόνων και οι ευχές του θα τους συνοδεύουν, θα τους οπλίζουν και θα τους καθοδηγούν, ώστε να μη λησμονούν αυτόν που τους έφερε στη μακαρία αυτή γη και τους χάρισε τον επίγειο αυτόν παράδεισο.