Ύστερα από 25 χρόνια στην Αυστραλία έφτιαξε τον δικό του επίγειο παράδεισο στην Ελλάδα!

 "Ο πατέρας μου ήθελε να αγαπήσουν όλοι το νησί μας, τον δικό του επίγειο παράδεισο" λέει στο "Νέο Κόσμο" η Έφη Σκλαβενίτη

Ο Τζίμης  (Δημήτρης)  Σκλαβενίτης με καταγωγή από το Μεγανήσι, ένα άγνωστο νησάκι χαμένο μέσα στα καταγάλανα νερά του Ιουνίου, ήταν μόλις 17 ετών χρονών όταν το 1947, με βαριά καρδιά και λόγω της απόλυτης φτώχειας που επικρατούσε στον τόπο του, πήρε την απόφαση να εγκαταλείψει το νησί του και να μεταναστεύσει στην Αυστραλία, με την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον.

Παρά τις κακουχίες και τις δυσκολίες που αντιμετώπισε εκεί, ο Τζίμης (έτσι ήταν  γνωστός σε όλους) εργάστηκε σκληρά ως ναυτικός σε εμπορικά υπερατλαντικά πλοία έως ότου κατάφερε να συγκεντρώσει ένα γερό κομπόδεμα που έγινε καταπέλτης και αρωγός για να εισαχθεί ο δραστήριος νησιώτης στον τομέα των ακινήτων και να ξεκινήσει να κτίζει σπίτια στην Αυστραλία.

Παρά τα πλούτη, τα μεγαλεία και τις επιτυχίες που ακολούθησαν, ο Τζίμης δεν λησμονούσε τον τόπο του και έλεγε πάντα στην Κεφαλλονίτισσα σύζυγο του Αθηνά, και τα παιδιά τους, Σπύρο και Έφη, πως όνειρο του παρέμενε η επιστροφή στην Ελλάδα.

«Ο πατέρας μας σεβόταν και έτρεφε ευγνωμοσύνη για την Αυστραλία και τις ευκαιρίες που του έδωσε, αλλά μεγάλη επιθυμία του ήταν να επιστρέψει στο Μεγανήσι και να βοηθήσει τον τόπο όπου γεννήθηκε, αγάπησε όσο κανέναν άλλον αλλά χρειάστηκε να αποχωριστεί σε τόσο νεαρή ηλικία. Δεν τον ενδιέφεραν τόσο πολύ τα χρήματα – ήθελε να γυρίσει στο νησί του και ήταν αποφασισμένος να κάνει τα πάντα για να κάνει το όνειρο του πραγματικότητα,» λέει στον Νέο Κόσμο» η κόρη του, κ. Έφη Σκλαβενίτη η οποία, όπως και ο αδελφός της Σπύρος γεννήθηκε στο Σίδνεϋ και ήρθε με τους γονείς της στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του 1970 μαζ’ι με την αδελφή της Ιωάννα Σκλαβενίτη η οποία μάλιστα είναι Αντιδήμαρχος Ηλιούπολης (Αττικής).

Η Έφη Σκλαβενίτη και ο αδελφός της Σπύρος

Η οικογένεια Σκλαβενίτη εγκατέλειψε την Αυστραλία το 1974 με στόχο να εγκατασταθούν πλέον στην Αθήνα και συνάμα να κάνουν τα αδύνατα δυνατά ώστε το Μεγανήσι, ο παράδεισος τους, να μετατραπεί στον επίγειο παράδεισο όλων.

Tο «μυστικό» νησάκι του Ιονίου, το οποίο σήμερα δεν έχει σε τίποτα να ζηλέψει τους πιο κοσμοπολίτικους καλοκαιρινούς προορισμούς των διάσημων και ισχυρών του κόσμου, ήταν έως τις αρχές του 1980 ένας τόπος, άνυδρος, χωρίς ρεύμα και χωρίς την παραμικρή τουριστική υποδομή.

«Το όραμα του πατέρα μου, που λάτρευε τον τόπο του, ήταν να αναπτυχθεί το νησί σταδιακά, σεβόμενο το περιβάλλον, χωρίς να αλλοιωθεί ο χαρακτήρας του ένα όνειρο που προσπαθούμε να το κρατάμε εμείς και οι ντόπιοι ζωντανό. Μαζί με τον θείο μου, και ακόμα έναν συντοπίτη τους, οι τρείς άνδρες ίδρυαν τον σύλλογο Μεγανησιωτών «Ο Μέντης» και από το 1977 μέχρι και το 1997 που ο πατέρας μου έφυγε από τη ζωή ξεκίνησαν να κτίζουν και να καλούν στο νησί πολιτικούς, αθλητές, επιφανείς επιχειρηματίες, καλλιτέχνες και προσωπικότητες της εποχής που αναζητούσαν έναν τόπο ηρεμίας, χαλάρωσης και απομόνωσης ώστε να απολαύσουν ξέγνοιαστα τις διακοπές τους» εξηγεί η κ. Σκλαβενίτη.

Το όραμα του πατέρα Σκλαβενίτη ήταν να γίνει το Μεγανήσι προορισμός πολυτελείας.

Ένα όνειρο που υλοποιήθηκε κυρίως μέσω του γιου του, Σπύρου, ο οποίος κατάφερε να γνωρίσει το Μεγανήσι σε διάσημους παίκτες του μπάσκετ όπως ο Ντράγκαν Τάρλατς, ο Μίλαν Τόμιτς, ο Ντούσαν Βούκσεβιτς και σε φίλους του πλοιοκτήτες και βιομηχάνους και της Έφης η οποία μέσα από την αισθητική και την εμπειρία της στην αρχιτεκτονική δημιουργεί μοναδικά σχεδιασμένα κτίρια φιλοξενίας για όσους επισκέπτονται το νησί.

Το εστιατόριο που εξυπηρετεί όλους αυτούς παραμένει ο «Ερρίκος», απέναντι από τη μαρίνα. Ένα αυθεντικό στέκι που υπάρχει από το 1978 και επιλέγουν για το φαγητό τους ισχυροί επιχειρηματίες.

Στο νησί που ο Αριστοτέλης Ωνάσης οραματιζόταν να κάνει το επόμενο Μόντε Κάρλο πήγε νερό μόλις το 1986, όταν έγινε και η σύζευξη Λευκάδας, Νυδρί – Μεγανήσι. Το νησί αποτελεί επίσης ένα από τα ιδανικότερα μέρη στην Ευρώπη για ιστιοπλοΐα και συγκεντρώνει ευκατάστατους φαν του ευγενούς αθλήματος απ’ όλο τον κόσμο.

«Έχουν έρθει τόσοι γαλαζοαίματοι, εφοπλιστές και βιομήχανοι που οι κάτοικοι πλέον το έχουν συνηθίσει. Σε αντίθεση με τη Μύκονο και άλλους κοσμοπολίτικους προορισμούς, στο Μεγανήσι οι VIPs μπορούν να έχουν πλήρη ιδιωτικότητα, αφού για το ευρύ ταξιδιωτικό κοινό αποτελεί ένα καλά κρυμμένο μυστικό, ενώ η ζεστή και διακριτική φιλοξενία των ντόπιων χρήζει ιδιαίτερης μνείας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι είναι πολύ ταπεινοί καραβοκύρηδες. Όλοι τους είναι παλιοί καπεταναίοι, παλιοί μηχανικοί, ναυτικοί, που κοιτούν τη βάρκα και το ψάρεμά τους. Ο τουρισμός ήρθε αργότερα», εξηγεί ο κ. Σπύρος Σκλαβενίτης.

Η οικογένεια Σκλαβενίτη πρώτη, το 2003, άρχισε να επενδύει στο νησί και να αγοράζουν οικόπεδα. Πρόσφατα η οικογένεια δημιούργησε δύο βίλες στο Balos Bay, οι οποίες είναι και τα μεγαλύτερα έργα που έχει δει η περιοχή, σε μια έκταση 27 στρεμμάτων.

Έφτιαξαν επίσης τις βίλες “Πασίφικα” και “Νιρβάνα”, ενώ τώρα χτίζουν ένα νέο έργο για έναν ακόμα επιχειρηματία που εξέφρασε την επιθυμία να επενδύσει στο νησί.

«Όλα μας τα έργα είναι βιοκλιματικά και τηρούν πιστά όλες τις αρχές της βιωσιμότητας έχοντας ως στόχο την ελάχιστη δυνατή επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Mέσα στα επόμενα χρόνια πρόθεσή μας είναι να κατασκευάσουμε και άλλες πολυτελείς κατοικίες στον Κάβο, στο ακρωτήρι που απέχει ένα μίλι από τον Σκορπιό. Στόχος μας είναι να δημιουργήσουμε στο νησί μια κοινότητα, ένα μείγμα ξένων και ντόπιων ώστε να συνυπάρξουν και να βοηθούν ο ένας τον άλλον. Θα προστατέψουμε την ταυτότητα του νησιού. Είμαστε πολύ προσεκτικοί και χρησιμοποιούμε τα τοπικά υλικά, όπως τη φυσική πέτρα που είναι άφθονη στο Μεγανήσι», διευκρινίζει η κ. Σκλαβενίτη.

Οι ρίζες της οικογένειας Σκλαβενίτη στο Βαθύ Μεγανησίου εντοπίζονται στο μακρινό 1610. Οι σημερινοί απόγονοί της είναι αποφασισμένοι να διαφυλάξουν την κληρονομιά και την παράδοση του νησιού και να τη μεταλαμπαδεύσουν.

«Έχω την αίσθηση πως οι ξένοι σέβονται περισσότερο το περιβάλλον από τους ντόπιους. Όταν ζει κάποιος στον παράδεισο, δεν ακολουθεί πάντα τους κανόνες γιατί τον θεωρεί δεδομένο», λέει ο Σπύρος Σκλαβενίτης για το περίφημο νησάκι απέναντι από τη Λευκάδα.

Οι άνθρωποι της οικογένειας Σκλαβενίτη βοήθησαν το Μεγανήσι γιατί χρειάστηκε να ξενιτευτούν χιλιάδες μίλια μακριά του. Η απόσταση τούς έκανε να μη θεωρήσουν τον τόπο τους δεδομένο και η αγάπη τους γι’ αυτόν τους ώθησε σε βιώσιμες προτάσεις που θα οδηγούσαν σε μια ισορροπημένη ανάπτυξη.

Ο Τζίμης Σκλαβενίτης, ήταν ένας πολύ αξιοπρεπής και σπάνιος άνθρωπος που αγαπούσαν όλοι όσοι γνώριζαν ή εργάζονταν κοντά του. Είχε γυρίσει όλον τον κόσμο, μιλούσε επτά γλώσσες αλλά παρά τα όσα είδε στην ζωή του, λάτρευε τον νησί του μέχρι το τέλος και έδωσε τα πάντα για τον τόπο του. Ήταν ένας άνθρωπος δυναμικός, δραστήριος και πανέξυπνος αλλά και ευγενής που αγαπούσε τους συνανθρώπους του και ήθελε να περνούν όλοι καλά, να ζουν όλοι μια καλή ζωή. Δεν άφηνε τίποτα στην τύχη, ήθελε να αγαπούν όλοι το νησί και να το χαίρονται όλοι.

Απεβίωσε σε ηλικία 66 ετών και έκτοτε αναπαύεται στον παράδεισο του το Μεγανήσι.

«Έφυγε νωρίς και μας λείπει κάθε μέρα αλλά μας παρηγορεί το γεγονός πως ο πατέρας μας έκανε το όνειρο του πραγματικότητα και πρόλαβε να δει το νησί έτσι όπως το ήθελε.

«Για εμάς αυτό είναι η καλύτερη ανταμοιβή και η μεγαλύτερη παρηγοριά» καταλήγει συγκινημένη η κόρη του Έφη.

Η Αθηνά Σλαβενίτη με τα παιδιά της στην Αυστραλία

ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ ΜΑΣ

Αγαπημένε μας μπαμπά,

Πόσα χρόνια είχαμε να πούμε αυτή την σπουδαία λέξη…έστω και γραπτώς; Ίσως και η πρώτη μας λέξη που ο καθένας μας να είπε ξεχωριστά, με τους δικούς του ήχους, στους δικούς του χρόνους, όμως με το ίδιο νόημα. Αυτό της ατελείωτης αγάπης, της αυθόρμητης  αγκαλιάς στα πρώτα μας βήματα όταν με περισσή χαρά επέστρεφες κατάκοπος από την δουλειά και το βλέμμα μας συναντούσε το κουρασμένο δικό σου.

Ναι, γιατί ήθελες πάντα να τα προλάβεις όλα, να τρέξεις και να βοηθήσεις ανεξαρτήτου δουλειάς σου, ανεξαρτήτου συγγένειας και φιλίας. Τον άγνωστο, τον περαστικό, αυτόν που σου εξιστόρησαν ότι μπορεί να είναι σε ανάγκη. Και εσύ την ανάγκη την μετέτρεπες σε χαρά και ευδαιμονία. Χωρίς ανταλλάγματα, χωρίς περιττά ευχαριστώ και φιλοφρονήσεις…με ένα στην «υγειά μας» και ήσουνα χορτάτος.

Γιατί η ψυχούλα σου ήτανε γεμάτη και είχε να δώσει και να μοιράσει χωρίς δεύτερες σκέψεις και περιστροφές. Αλλά με πράξεις. Το ένα σου χέρι να κρατά τον βαρύ σου λόγο, αδιαπραγμάτευτος, και το άλλο, την μπέσα της ψυχής σου. Εκεί, είχες καλά κρυμμένο το δικό σου μεγαλείο. Αυτό που λίγοι άφηνες να δουν, όμως πολλοί να το απολαύσουν. Και το απολάμβανες και εσύ μαζί τους, το γλένταγες, το γευόσουν και το απογείωνες σε κάθε ευκαιρία, σε κάθε χαρά και με ταπεινότητα βαθειά, σε κάθε λύπη. Ο αφανής ήρωας πολλών, καθώς και ο δικός μας, ο μονάκριβος μας. Αυτός που πάντα μας έλεγε και μας μάθαινε… «δεν έχει σημασία πόσες φορές θα πέσεις, αλλά πόσες θα σηκωθείς»!!!

Μας το δίδαξες με τις πράξεις σου, με την ίδια σου την ζωή, με το παράδειγμα σου. Ήρθες από την Αυστραλία για να μεταλαμπαδεύσεις τις γνώσεις και τις εμπειρίες σου στον τόπο σου, στα ιερά σου χώματα που τόσο τίμησες και αγάπησες. Με το μυαλό σου αστείρευτο να πηγάζει ενέργεια και αδρεναλίνη και ακούραστο να σκορπά ιδέες και να δημιουργεί αριστουργήματα. Αυτό το μυαλό που όλοι αγαπήσαμε, όλοι λατρέψαμε, όλοι βασιστήκαμε και στο τέλος όλοι υποκλιθήκαμε. Σε αυτό το μυαλό, που με τα δικά του βιώματα, προσπαθούσε πάντα για το καλύτερο όλων… Πόσο σχετικές έννοιες τελικά…το καλό και το κακό, το δίκιο και το άδικο, το σωστό και το λάθος. Αυτό το λάθος, που μόνο όταν γίνεσαι γονιός μπορείς και συγχωρείς και ως παιδί… Γιατί ναι, και εσύ έκανες τα λάθη σου, άθελα σου, από τον υπερβολικό σου ζήλο, αγωνία και αγάπη να μας προστατέψεις, να τρέξεις να προλάβεις τα δικά μας λάθη ή σωστά, να μπεις μπροστά με κάθε κόστος.

Να μας αφήνεις να γδαρθούμε στο βήμα της ζωής για να διδαχθούμε ότι… « πίστευε στον εαυτό σου και στις δικές σου δυνάμεις»!!! Μα πόσο πόνο άντεχες να μας βλέπεις να πονάμε και σιωπηλά να μας ξαναδίνεις δύναμη και αισιοδοξία για να συνεχίσουμε και εσύ να είσαι εκεί να μας καμαρώνεις σιωπηλά και με ένα σου χαμόγελο να μας χαρίζεις ελπίδα και φως να συνεχίσουμε. Ελπίζουμε και ευχόμαστε να φανήκαμε αντάξιοι των προσδοκιών σου και να έφυγες με το κούτελο σου καθαρό, όπως πάντα απαιτούσες…υπερήφανος, λεβέντης, ευγνώμων, αυθεντικός και ακέραιος άνθρωπος.

Πόσο πολύ κι’άλλο θα θέλαμε και πόσο λίγος ήταν ο χρόνος, τα χρόνια, οι στιγμές, που ποτέ δεν φτάνουν για να πεις όσα δεν είπες, όσα άφησες να περάσουν για να ειπωθούν αργότερα… Και κάπως έτσι σε νιώσαμε, σε πιστέψαμε, σε αποθεώσαμε, σε  αφουγκραστήκαμε, σε αγαπήσαμε και τέλος σε λατρέψαμε…υπέροχε μπαμπά μας…πόσο ακόμη κι’ άλλο θα θέλαμε!!!

O  Τζίμης Σκλαβενίτης