«Δεν πρόλαβα να πω το στερνό αντίο στην γιαγιά μου»

«Φόρεσα μαύρα και παρακολούθησα την κηδεία της σε ζωντανή μετάδοση» λέει ο 18χρονος Δημήτρης Νουτσάτος

Ο 18χρονος Ελληνοαυστραλός Δημήτριος Νουτσάτος, είναι μόνο ένας εκ των πολλών ομογενών της Αυστραλίας που εξαιτίας του κορονοϊού, δεν κατάφερε να μοιραστεί μαζί με τους δικούς του, τις τελευταίες ιδιαίτερες στιγμές της πολυαγαπημένης του γιαγιάς Λαμπίας.

Η 79χρονη ομογενής από την Ακράτα της Πελοποννήσου, μετανάστευσε στην Αυστραλία το 1951 και μαζί με τον σύζυγό της Δημήτρη, δημιούργησαν μια αγαπημένη οικογένεια.

Το ζευγάρι ζούσε μόνιμα στη Μελβούρνη, όπου ο εγγονός τους, Δημήτρης, ερχόταν συχνά-πυκνά για να τους επισκεφθεί και να περάσει λίγο πολύτιμο χρόνο μαζί τους.

Τα τελευταία χρόνια η γιαγιά Λαμπία άρχισε να παρουσιάζει προβλήματα υγείας και έτσι αναγκάστηκε να νοσηλευτεί στην κλινική Bellbird Private Hospital, στο Blackburn της Βικτώριας.

Ο Δημήτρης παρακολούθησε την κηδεία της γιαγιάς του σε ζωντανή μετάδοση. Φώτο: Supplied

«Οι γιατροί έκαναν τα πάντα για να την κρατήσουν στη ζωή, αλλά τα διάφορα προβλήματα υγείας δεν βοηθούσαν την κατάσταση και έτσι μας ειδοποίησαν ότι το τέλος πλησιάζει» θυμάται ο 18χρονος Δημήτρης.

Ο ίδιος μέχρι εκείνη την στιγμή θεωρούσε ότι σε οποιαδήποτε περίπτωση και ανά πάσα στιγμή θα είχε τη δυνατότητα να μεταβεί στη Μελβούρνη με τους γονείς του για να βρεθεί κοντά στο πλευρό της πολυαγαπημένης του γιαγιάς, να την στηρίξει και να την αποχαιρετήσει.

Η κατάσταση της υγείας της γιαγιάς Λαμπίας πήρε άσχημη τροπή και έτσι ο πατέρας του Δημήτρη, και γιος της γιαγιάς Λαμπίας, ταξίδεψε μόνος του στη Μελβούρνη αφήνοντας πίσω του την σύζυγό του και τον γιο του Δημήτρη, ο οποίος διάβαζε εκείνη την περίοδο για τις εξετάσεις της Β’ Λυκείου.

«Το σχέδιο ήταν με το που τελειώσω τις εξετάσεις, να μεταβούμε αεροπορικώς με τη μητέρα μου στη Μελβούρνη για να βρεθούμε κοντά στην γιαγιά, αλλά, δυστυχώς, μόλις ο πατέρας μου έφτασε στην κλινική μας ειδοποίησε ότι εκείνη ήδη βρισκόταν στα τελευταία της και έτσι αρχίσαμε να ψάχνουμε για πτήση και να κάνουμε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό ώστε να μας αφήσουν να ταξιδέψουμε από την Αδελαΐδα στη Μελβούρνη, εν μέσω πανδημίας» εξηγεί ο Δημήτρης, ο οποίος θυμάται με κάθε λεπτομέρεια το απόγευμα της 15η Νοεμβρίου, την ημέρα δηλαδή που ο πατέρας του τον πήρε τηλέφωνο να τον ενημερώσει πως η γιαγιά του δεν βρισκόταν πια εν ζωή.

Φώτο: Supplied

Συντετριμμένος, ο νεαρός μαθητής ζήτησε από τον πατέρα του να τον βάλει σε ανοικτή ακρόαση.

«Στάθηκα μπροστά στο εικονοστάσι να πω μια προσευχή για την γιαγιά μου που πλέον «κοιμόταν». Πιστεύω στο Θεό και αφού δεν μπορούσα να είμαι κοντά της, επέλεξα να της πω αντίο με τον δικό μου τρόπο».

Η κηδεία της γιαγιάς Λαμπίας προγραμματίστηκε για την 19η Νοεμβρίου και ενώ ο Δημήτρης και η μητέρα του ήταν έτοιμη να φύγουν για τη Μελβούρνη αναγκάστηκαν να αλλάξουν και πάλι τα σχέδιά τους.

«Είχα ζητήσει ειδική άδεια από το σχολείο να αλλάξει η ημερομηνία των εξετάσεών μου ώστε να μπορέσω να μεταβώ στη Μελβούρνη και έτσι το μόνο που έμενε για εμάς ήταν να κλείσουμε τα εισιτήριά μας για να παραβρεθούμε στην κηδεία και να αποχαιρετήσουμε την γιαγιά όμως την επομένη το πρωί η Νότια Αυστραλία μπήκε σε καθεστώς lockdown».

Ο Δημήτρης συνειδητοποίησε εκείνη την στιγμή πως δεν θα του δινόταν η δυνατότητα να δει και να αποχαιρετήσει την γιαγιά του για τελευταία φορά.

Την ημέρα της κηδείας της, ο εγγονός της γιαγιάς Λαμπίας ντυμένος με μαύρο κουστούμι και άσπρο πουκάμισο παρακολούθησε μέσω ζωντανής μετάδοσης στο Facebook, από το σαλόνι του σπιτιού του στην Αδελαΐδα την τελετή και την κηδεία της γιαγιάς του που αναπαύεται πλέον στο Springvale Botanic Cemetery της Βικτώριας.

Για τις επόμενες 40 ημέρες, ο Δημήτρης επέλεξε να φορέσει μια μαύρη κορδέλα πάνω από το σακάκι του σχολείου του και τα υπόλοιπα ρούχα του ως ένδειξη τιμής προς την πολυαγαπημένη του γιαγιά, την οποία αγαπούσε, αλλά δεν κατάφερε να αποχαιρετήσει.

«Όταν σκεφτόμουν πως θα χάσουμε την γιαγιά μου, είχα πάντα στο μυαλό μου την εικόνα της κηδείας της, και την βεβαιότητα πως γύρω της θα υπήρχε όλη η οικογένεια να τη συνοδεύσει στην τελευταία της κατοικία. Ποτέ δεν φανταζόμουν πως δεν θα μας δινόταν η δυνατότητα να της πούμε αντίο και για εμένα το να βλέπω όλη την τελετουργία μέσα από μια οθόνη ήταν κάτι που αδυνατώ μέχρι και σήμερα να συνειδητοποιήσω» λέει ο Δημήτρης, ο οποίος κατάφερε να παραβρεθεί στο μνημόσυνο για τις 40 ημέρες από το θάνατο της γιαγιάς Λαμπίας.

«Στ’ αλήθεια ένιωθα πως είχα την γιαγιά μου μαζί μου στο αεροπλάνο να μου κρατάει συντροφιά και αυτό το συναίσθημα δεν θα το ξεχάσω ποτέ όπως δεν θα ξεχάσω και το πόσο ανθρώπινα συμπεριφέρθηκαν στην γιαγιά μου και την οικογένειά μας, οι νοσηλεύτριες και το ιατρικό προσωπικό της κλινικής Bellbird Private Hospital κατά την διάρκεια αυτής της περιπέτειας», λέει ο Δημήτρης.

Η γιαγιά Λαμπία απεβίωσε λίγο πριν γιορτάσει τα 80ά της γενέθλια. Είχε την τύχη να αποκτήσει τέσσερα εγγόνια και τρία δισέγγονα.

«Θα την θυμάμαι πάντα με περισσή αγάπη και θα με πληγώνει πάντα το γεγονός ότι δεν κατάφερα να βρίσκομαι κοντά της» καταλήγει ο Δημήτρης.