Αν η Αυστραλία δε φτάσει στον στόχο που έχει τεθεί από το Εθνικό Συμβούλιο, για εμβολιασμό του 80% του πληθυσμού κατά της COVID-19, δύσκολα μπορούμε να μιλάμε για άνοιγμα των συνόρων και ως εκ τούτου και ταξίδια με προορισμό την Ελλάδα.
Το παραπάνω προκύπτει και από τις δηλώσεις του ομοσπονδιακού υπουργού Μετανάστευσης, Ιθαγένειας, Μεταναστευτικών Υπηρεσιών και Πολυπολιτισμικών Υποθέσεων, Alex Hawke, σε τηλεδιάσκεψη στην οποία μετείχαν επίσης ο αναπληρωτής επικεφαλής των Υπηρεσιών Υγείας, καθηγητής Michael Kidd και ο επικεφαλής του Υπουργείου Υγείας για την COVID-19 σε σχέση με τις πολυπολιτισμικές κοινότητες, Δρ Lucas de Toca.
Ειδικότερα, όπως ανέφερε η υπεύθυνη της Αγγλικής έκδοσης του «Νέου Κόσμου», Μαίρη Σινανίδου, η οποία συμμετείχε στην ενημέρωση από τους αξιωματούχους της κυβέρνησης, ο -ελληνικής καταγωγής από την πλευρά της μητέρας του- κ. Hawke, επεσήμανε πως η Αυστραλία είναι σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι ως προς τη διαχείριση της πανδημίας.

Θέλησε δε να μην είναι «πολύ ψυχρός» σε σχέση με επέκταση της «ταξιδιωτικής φούσκας» και προς άλλες χώρες όπως η Ελλάδα. «Κατανοώ την ανάγκη για μία αχτίδα ελπίδας», είπε. Αλλά δεν είχε καλά νέα για τους επίδοξους ταξιδιώτες, τουλάχιστον όχι για φέτος.
«Υπό μία έννοια όλες οι χώρες θα εξεταστούν για ταξίδια όταν φτάσουμε στην κατάλληλη φάση» για το σταδιακό «άνοιγμα» της χώρας, πρόσθεσε, σημειώνοντας: «Είναι σημαντικό να είμαστε ειλικρινείς με το που βρισκόμαστε». Ο ομοσπονδιακός προϋπολογισμός, είπε, υποθέτει πως αυτό θα γίνει μετά τον Ιούλιο του 2022.
Για να φτάσουμε στο τρίτο στάδιο του «ανοίγματος» πρέπει να πετύχουμε τον στόχο το 80% του πληθυσμού να έχει εμβολιαστεί. «Το 80% είναι κρίσιμο. Αυτή είναι η οδηγία που έχουμε. Αυτό μας λέει ο οδικός χάρτης ώστε να μπορέσουμε να ταξιδέψουμε σε άλλες χώρες».
Ερωτηθείς για τη συνομιλία που είχαν πρόσφατα ο πρωθυπουργός της Αυστραλίας, Scott Morrison με τον Έλληνα ομόλογό του, Κυριάκο Μητσοτάκη, ο κ. Hawke, είπε πως «προφανώς συζήτησαν πολλά πράγματα, μεταξύ των οποίων η πρόσκληση προς τον πρωθυπουργό Μητσοτάκη να έρθει… οπότε είμαι σίγουρος πως όταν μπορέσει, αυτό θα συμβεί».
Οι δύο ηγέτες, πρόσθεσε, έχουν «πολύ καλή σχέση», αναφέροντας ότι «ένας αριθμός σημαντικών διεθνών ηγετών συνεργάζονται με την Αυστραλία για την ανταλλαγή πληροφοριών για την πανδημία, το πρόγραμμα εμβολιασμών, τα ταξίδια, θέματα εμπορίου και μία σειρά ακόμη από οικονομικά θέματα επίσης» και επικοινωνούν τακτικά.
Για την ενημέρωση προς τις πολυπολιτισμικές κοινότητες για τις εξελίξεις με την COVID-19 στη χώρα έκανε λόγο για μία «ομαδική προσπάθεια» και υπογράμμισε τις μεταφράσεις που γίνονται ώστε να έχει ο κάθε ένας την πληροφορία που είναι αναγκαία στη μητρική του γλώσσα.
Από την πλευρά του, ο καθηγητής Kidd, επεσήμανε ότι η ανησυχία για τις παρενέργειες εμβολίων με θρομβώσεις οδήγησε σε «κάποια διστακτικότητα», αλλά μετά τις εξάρσεις σε Βικτώρια και Νέα Νότια Ουαλία, «πολλοί περισσότεροι προσέρχονται για να εμβολιαστούν…Έχουμε δει μία πραγματική αντιστροφή της διστακτικότητας».
Αυτό, είπε, οφείλεται εν μέρει στη μεγαλύτερη διαθεσιμότητα εμβολίων και σε κλινικές όπου γιατροί και προσωπικό μιλάνε τη γλώσσα των ασθενών, καθώς και σε φαρμακεία, κάτι που είναι πολύ σημαντικό.
Ο ίδιος τόνισε ότι τη στιγμή που άνθρωποι πεθαίνουν λόγω COVID-19 είναι πολύ σημαντικό όσοι είναι άνω των 60 ετών να εμβολιαστούν αμέσως.
Ακόμη υπενθύμισε ότι από τις 17 Σεπτεμβρίου, όποιος εργάζεται σε μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων θα πρέπει να έχει κάνει μία τουλάχιστον δόση του εμβολίου. Τα άτομα αυτά έχουν προτεραιότητα ως προς το να κάνουν το Pfizer, εξήγησε. «Θέλουμε να διασφαλίσουμε ότι προστατεύουμε τους ηλικιωμένους μας που ζουν σε αυτές τις μονάδες», δήλωσε.
Ο Δρ Dr de Toca αναφέρθηκε στις συζητήσεις που γίνονται συχνά, σε όλα τα επίπεδα της κυβέρνησης, με εκπροσώπους και θρησκευτικούς ηγέτες των πολυπολιτισμικών κοινοτήτων και τη συνεργασία που υπάρχει με αυτούς.