Διευκρινίσεις για το πότε εντέλει θα μπορέσουν να σμίξουν και πάλι με μέλη της οικογένειάς τους που είναι στο εξωτερικό, στο πλαίσιο του εθνικού σχεδίου για σταδιακό «άνοιγμα», ζητούν 22.000 Αυστραλοί πρώτης γενιάς και κάτοικοι της χώρας με ανοιχτή επιστολή που συνυπογράφουν προς τον ομοσπονδιακό πρωθυπουργό, Scott Morrison.

Από τότε που έκλεισαν τα διεθνή σύνορα λόγω της πανδημίας, τον Μάρτιο του 2020, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, μεταξύ των οποίων πολλοί ομογενείς έχουν χωριστεί από τους συγγενείς τους.

Αλλά η κυβέρνηση εγκατάλειψε επίσημα πλέον τη στρατηγική για μηδέν κρούσματα COVID-19 στην Αυστραλία, σημειώνοντας ότι από τη στιγμή που οι εμβολιασμοί θα αυξηθούν θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τον ιό. Ως εκ τούτου θα προχωρήσει η άρση των αυστηρών περιορισμών που είναι σε ισχύ για τα ταξίδια από/προς το εξωτερικό.

Υπενθυμίζεται ότι ο κ. Morrison, έχει αναφέρει ότι όταν θα έχει εμβολιαστεί πλήρως το 80% δε θα υπάρχουν όρια στην επιστροφή ταξιδιωτών που έχουν κάνει το εμβόλιο και όσοι έχουν εμβολιαστεί θα μπορούν να αναχωρήσουν καθώς θα επεκταθεί και η «ταξιδιωτική φούσκα», ενώ ζητά καραντίνα στο σπίτι και όχι σε ξενοδοχεία.

«Δυστυχώς, παρότι μπορεί να αρχίζουμε να ελπίζουμε, η πραγματικότητα είναι πως δε θα σμίξουμε και πάλι με τις οικογένειές μας μέχρι να το επιτρέψουν οι πολιτικές για τα σύνορα. Γι’ αυτό ζητούμε μία επιβεβαίωση ως προς το σε ποιο σημείο, στο πλαίσιο του σχεδίου 4 σταδίων για ‘άνοιγμα’, θα συμβεί η επανένωση οικογενειών;», αναφέρουν οι χιλιάδες Αυστραλοί πρώτης γενιάς και κάτοικοι της χώρας, στην επιστολή προς τον πρωθυπουργό, στο πλαίσιο πρωτοβουλίας της ομάδας Parents Are Immediate Family (PAIF).

Η PAIF, για την οποία έγραψε πρόσφατα ο «Νέος Κόσμος», ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 2020 όταν έγινε αντιληπτό ότι τα μέτρα της κυβέρνησης για τα σύνορα της Αυστραλίας, δεν υπολογίζουν τους γονείς ως συγγενείς πρώτου βαθμού (immediate family) των κατοίκων της χώρας, και δεν τους επιτρέπουν να εισέλθουν ή να εξέλθουν των συνόρων.

Ακόμη, στην επιστολή τονίζεται πως τα κλειστά σύνορα, είχαν ως συνέπεια να δημιουργηθεί μία Αυστραλία «δύο ταχυτήτων», καθώς αρκετοί με συγγενείς στο εξωτερικό (σχεδόν το 50% του πληθυσμού) αντιμετωπίζονται ως πολίτες «δεύτερης κατηγορίας».

Εδώ και 18 μήνες «…γεννάμε, υποβαλλόμαστε σε σημαντικές επεμβάσεις για τη ζωή μας χωρίς την υποστήριξη των ανθρώπων μας που δεν επιτρέπεται να είναι στο πλευρό μας. Αναγκαζόμαστε να πούμε ‘αντίο’ και να βλέπουμε τις κηδείες των γονιών μας μέσω βιντεοκλήσης».

Την ίδια ώρα «βλέπουμε ξένους διάσημους και αθλητές να φέρνουν τις οικογένειές τους στη χώρα, ενώ εμείς χαρακτηριζόμαστε εγωιστές επειδή θέλουμε να δούμε τους ηλικιωμένους γονείς μας πριν να είναι πολύ αργά».

«Θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς και ανοιχτή προς εσάς, αυτή η συνεχιζόμενη τραυματική εμπειρία είναι κάτι που δε θα ξεχάσουμε ή συγχωρήσουμε ποτέ. Πρόκειται για μακροπρόθεσμη ζημιά που έγινε στις ζωές μας και στο τι σημαίνει να είσαι ‘Αυστραλός’».

«Ωστόσο είναι στο χέρι σας να προσπαθήσετε να μετριάσετε αυτή τη ζημιά τώρα… αναγνωρίστε τι υπέστη η μισή χώρα για να υποστηρίξει την άλλη μισή… Σας καλούμε να μας πείτε πότε πρόκειται να δούμε τους αγαπημένους μας ξανά. Επί του παρόντος δεν υπάρχει σχέδιο για επανένωση οικογενειών στο σχέδιο ‘ανοίγματος’. Οι γονείς μας δεν είναι τουρίστες ή διεθνείς φοιτητές, δεν έχουν επαγγελματική βίζα, δεν είναι διασημότητες… Είναι οι άνθρωποι που μας έδωσαν ζωή, που μας ανέθρεψαν….».

«Σας καλούμε επίσης να άρετε τα όρια στις διεθνείς αφίξεις… που αντιπροσωπεύουν μία πολιτική απόφαση βασισμένη στην αποφυγή ρίσκου, με κάθε κόστος από ορισμένους επικεφαλής κυβερνήσεων και θέτουν πρόσθετο βάρος σε Αυστραλούς που παλεύουν να επιστρέψουν σπίτι. Επίσης, εμποδίζουν ανθρώπους με έγκυρες ταξιδιωτικές εξαιρέσεις και πραγματικές ανάγκες να έρθουν στην Αυστραλία. Είναι μη αναγκαία σκληρότητα υπό αυτές τις συνθήκες».