Η παρουσία των πρώτων Ελλήνων της Αυστραλίας σχετίζεται άμεσα και με την επανάσταση του 1821, όπως έχει αναφέρει πολλές φορές στο παρελθόν ο «Νέος Κόσμος».
Με την ευκαιρία, λοιπόν, του τρίτου μας αφιερώματος στα 200 χρόνια από την έναρξης της επανάστασης του 1821 αξίζει να ξαναθυμηθούμε πως σχετίζεται η ιστορική επέτειος και με την άφιξη των πρώτων Ελλήνων στην Αυστραλίας
Σύμφωνα με την προφορική παράδοση, ο πρώvbτος Έλληνας που έφθασε στην Αυστραλία, ήταν ο Υδραίος Καπετάνιος Δαμιανός Γκίκας, που συνελήφθη άδικα για πειρατεία και καταδικάστηκε σε εξορία στο Σίδνεϊ (1802). Σύμφωνα όμως με το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού, «η ιστορία αυτή δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί με σιγουριά, αφού δεν υπάρχει τίποτα σχετικό στα αρχεία της Αυστραλίας ή της Ελλάδας».
Αναφέρεται επίσης, ότι το 1814, ο Έλληνας Γιώργος Παππάς, βρέθηκε στην Αυστραλία ως έποικος. Και αυτό δεν μπορεί να τεκμηριωθεί όμως.
Σύμφωνα με τον Gilchrist και τους Alexakis-Janiszweski, οι πρώτοι Έλληνες της Αυστραλίας ήταν άνδρες κατάδικοι, ναυτικοί ή και υπηρέτες Βρετανών αξιωματούχων που έφτασαν εκεί το 1817-1818.
Όλες οι άλλες πηγές, συγκλίνουν στο ότι οι πρώτοι Έλληνες που πάτησαν το πόδι τους στην Αυστραλία , ήταν επτά Έλληνες ναυτικοί, που είχαν καταδικαστεί σε εξορία ως βαρυποινίτες από τις βρετανικές αρχές.
Επρόκειτο για επτά ναυτικούς, πλήρωμα της σκούνας «Ηρακλής»: Τον καπετάνιο Αντώνη Μανώλη από την Αθήνα και τους Υδραίους ναυτικούς Δαμιανό Νινή, Γκίκα Βούλγαρη, Γεώργιο Βασιλάκη, Κωνσταντίνο Στρόμπολη, Γεώργιο Λαρίτσο και Νικόλαο Παπανδρέου.
Οι επτά Έλληνες ναυτικοί, με τον «Ηρακλή», σταμάτησαν τη βρετανική μπικέτα «Άλκηστη», που κατευθυνόταν από τη Μάλτα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και αφαίρεσαν μέρος του φορτίου της. Λίγο αργότερα, το βρετανικό πλοίο «Cygnet» που περιέπλεε την Κρήτη, συνέλαβε τους Έλληνες ναυτικούς και τους οδήγησε στη Μάλτα. Εκεί, προσήχθησαν σε δίκη, όπου κάτω από αμφιλεγόμενες συνθήκες καταδικάστηκαν για πειρατεία, αρχικά σε θάνατο και στη συνέχεια σε ισόβια. Στάλθηκαν μαζί με άλλους καταδίκους στην Αυστραλία, όπου έφτασαν στις 27 Αυγούστου 1829.
O τάφος του Αντώνη Μανώλη υπάρχει ακόμα στη Νέα Νότια Ουαλία. Έφθασε εδώ το 1829. Φώτο: Αρχείου
Κατά τον ιστορικό Μιχάλη Τσούνη οι επτά Έλληνες ναυτικοί δεν ήταν πειρατές αλλά πατριώτες που εμπόδισαν τους Βρετανούς να μεταφέρουν όπλα στην Αίγυπτο που τότε ήταν σύμμαχος της Τουρκίας.
Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας και την ίδρυση του ελληνικού κράτους, η νομιμότητα της δίκης και το μέγεθος της ποινής αμφισβητήθηκαν από την Ελλάδα. Το 1834, δόθηκε χάρη στους επτά ναυτικούς, πέντε από τους οποίους, με έξοδα του ελληνικού κράτους, επέστρεψαν στη χώρα μας (1836). Η όλη εξέλιξη, δείχνει ότι πιθανότατα οι νεαροί ναυτικοί δεν ήταν πειρατές, αλλά επαναστάτες. Ο πλοίαρχος Αντώνης Μανώλης και ο Γκίκας Βούλγαρης, προτίμησαν να παραμείνουν στην Αυστραλία. Ο Μανώλης εργάστηκε ως κηπουρός και πέθανε στη μακρινή χώρα το 1880, σε ηλικία 76 ετών. Ο Γκίκας Βούλγαρης, απέκτησε περιουσία, έγινε Αυστραλός υπήκοος το 1861 και άλλαξε το όνομά του σε Τζίγκερ. Παντρεύτηκε μια νεαρή Ιρλανδή και απέκτησε 10 παιδιά και 52 εγγόνια.
Η ΠΡΩΤΗ ΕΛΛΗΝΙΔΑ
Μετά τις σπουδές του στην Ιταλία, ο Ιωάννης Κωλέττης βρέθηκε στα Ιωάννινα, όπου άσκησε την ιατρική και ήταν ο προσωπικός γιατρός του Μουχτάρ, του γιου του Αλή Πασά. Ο Μουχτάρ τον συμπάθησε τόσο, που θέλησε να τον παντρέψει με ένα δωδεκάχρονο κορίτσι που βρισκόταν στο χαρέμι του. Την Αικατερίνη ή Ρούσσω Πλέσσα. Κόρη της πανέμορφης Βασιλικής. Τρία χρόνια αργότερα και ενώ ο Κωλέττης αρνιόταν πεισματικά τον γάμο, η Αικατερίνη κατάφερε να ξεφύγει από τα Γιάννενα καθώς είχε αρχίσει το ανελέητο κυνηγητό της Πύλης εναντίον του Αλή Πασά. Βρέθηκε στο νησάκι Κάλαμος, στο Ιόνιο, όπου γνώρισε τον Άγγλο φιλέλληνα Τζέιμς Κράμερ, τον οποίο παντρεύτηκε. Το 1830, το ζευγάρι μετακόμισε στην Αυστραλία. Η Αικατερίνη Πλέσσα έγινε η πρώτη Ελληνίδα που βρέθηκε ως έποικος στη χώρα. Ο ανεπιτυχής γάμος με τον Κωλέττη Η Αικατερίνη Πλέσσα υπολογίζεται ότι γεννήθηκε το 1809. Η μητέρα της, Βασιλική, παντρεύτηκε τον Σερραίο έμπορο Γεώργιο Πλέσσα, σε ηλικία 14 ετών. Λέγεται ότι ήταν πολύ όμορφη. Ένας από τους «Δάσκαλους του Γένους» και Διαφωτιστής, Αθανάσιος Ψαλίδας, έγραψε για τη Βασιλική Πλέσσα: «Ηταν πολλά ώμορφη, μέ ανάστημα μέτριο, λιγυρό, μάτια μάβρα σχιστά όπου έπνεαν τον’ έρωτα καί σύντομα νά είπώ αριστούργημα τής φύσης, κάθε έναν ήμπορούσε νά αιχμαλωτεύση μέ τά κάλλη της».
Ανάμεσα στους άνδρες που πολιόρκησαν την καλλονή χωριατοπούλα ήταν και ο γιος του Αλή Πασά, Μουχτάρ, ο οποίος ότι την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και την πήρε στο χαρέμι του, με την κόρη της, Αικατερίνη και τον γιό της, Κωστούλα, που μάλλον ήταν δικό του παιδί. Την ίδια περίοδο, ο Ιωάννης Κωλέττης υπηρετούσε ως προσωπικός ιατρός του Μουχτάρ και βρισκόταν αρκετά συχνά στην αυλή. Η Αικατερίνη Πλέσσα. Ο Μουχτάρ ήθελε να την παντρέψει με τον Κωλέττη, όταν ήταν μόλις 12 ετών Το 1821, όταν η Αικατερίνη έκλεισε τα δώδεκα, ο Μουχτάρ βάλθηκε να παντρέψει τον Κωλέττη με την νεαρή Πλέσσα, προκειμένου να μην τον χάσει από δίπλα του. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, η μητέρα της Βασιλική επιδίωξε τον γάμο της κόρης της με τον Κωλέττη, προκειμένου να την προστατεύσει από τον Μουχτάρ, ο οποίος είχε αρχίσει να την διεκδικεί. Ο Κωλέττης δεν αποδέχτηκε ποτέ αυτό το γάμο. Προσπάθησε με διάφορες προφάσεις να αποφύγει τους αρραβώνες και μετέπειτα τον γάμο. Αν και αρραβωνιάστηκαν ύστερα από τις πιέσεις του Πασά, o γάμος δεν έγινε ποτέ.
Μετά την επανάσταση, ο Κωλέττης ασχολήθηκε με την πολιτική οργάνωση της εξέγερσης και η Αικατερίνη, μετά τον θάνατο του Αλή Πασά και του γιου του Μουχτάρ, βρέθηκε στο Μεσολόγγι, καθώς αρνήθηκε να μείνει με τον πατέρα της στις Σέρρες. Εκεί ήρθε σε επαφή με τον Λόρδο Βύρωνα και λέγεται πως ήταν μία από τους τελευταίους ανθρώπους που είδαν τον σπουδαίο φιλέλληνα εν ζωή. Mετά τον θάνατο του Λόρδου και την ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου, η Αικατερίνη βρήκε καταφύγιο στο νησί του Ιονίου, Κάλαμος. Εκεί ήταν που γνώρισε και τον σύζυγό της, Τζέιμς Χένρυ Κάρτερ. Ο Ιρλανδός αξιωματικός, βετεράνος της μάχης στο Βατερλό και διοικητής της βρετανικής φρουράς του νησιού είχε σταλθεί στην περιοχή, με το ξέσπασμα της Επανάστασης το 1821. Στις 17 Φεβρουαρίου 1827 παντρεύτηκε την Αικατερίνη Πλέσσα. Το νεόνυμφο ζευγάρι σύντομα μετακόμισε στην Κέρκυρα, όπου το 1828 γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί, η Αμέλια. Τον επόμενο χρόνο, η οικογένεια έφυγε για την Ιρλανδία, όπου ο Κάρτερ συνέχισε την υπηρεσία του στο στρατό. Εμφανώς ταλαιπωρημένος από την χρόνια παρουσία του στο πεδίο της μάχης και τις πληγές, ζήτησε να συνταξιοδοτηθεί. Η Ιρλανδία το αρνήθηκε παρόλο που ο Κάρτερ ήταν πλέον σαράντα ετών, δηλαδή εκείνη την εποχή ήταν αρκετά μεγάλος. Τρία χρόνια αργότερα, τον Οκτώβριο του 1835, ο Κάρτερ στάλθηκε με το 28ο Σύνταγμα στο Σύδνεϋ, συνοδεύοντας μια ομάδα περίπου 300 κατάδικων. Αυτή τη φορά δεν έφυγε μόνος του. Πήρε τη γυναίκα και τα τρία τους παιδιά. Έμειναν στην Αυστραλία μέχρι το τέλος της ζωής τους. Απέκτησαν συνολικά έντεκα παιδιά. Η Αικατερίνη Πλέσσα πέθανε σε ηλικία 98 ετών, το 1907. Μόνο δύο από τα παιδιά της ήταν ζωντανά για να την θρηνήσουν. Αναπαύεται στο Κοιμητήριο Waverley στα ανατολικά προάστια της πόλης. Η Αικατερίνη Πλέσσα – Κάρτερ έμεινε στην ιστορία ως η πρώτη Ελληνίδα έποικος της Αυστραλίας, που βρέθηκε εδώ με τη θέλησή της. Ίσως και χάρη στον κοσμοπολίτη Κωλέττη, που εμφορούμενος από τις ιδέες του διαφωτισμού αρνήθηκε να παντρευτεί με τη βία ένα 12χρονο κορίτσι, αν και οι γάμοι μετά τα 15 ήταν συνηθισμένοι. Το προσδόκιμο ζωής το 1821 ήταν τα 36 χρόνια. Η Αικατερίνη ξεπέρασε κάθε προσδοκία….
Υπάρχουν επίσης ενδείξεις, ότι ελάχιστοι Έλληνες που υπηρετούσαν στον Βρετανικό αυτοκρατορικό στρατό στα Επτάνησα, όταν αυτά ανήκαν στη Βρετανία, καταδικάστηκαν για διάφορα παραπτώματα και εξορίστηκαν στην Αυστραλία.
Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, αναφέρουν ότι κάποια ελληνικά πλοία έφτασαν στις ακτές της Αυστραλίας το 1828. Ο πρώτος Έλληνας μετανάστης (με τη θέλησή του) στην Αυστραλία, σύμφωνα με καταγεγραμμένες πηγές, ήταν ο Σαμιώτης ναυτικός John Peters (Ιωάννης Πέτρου;), που αφού εργάστηκε αρχικά (1838) ως μεταλλωρύχος έγινε γεωργός στην περιοχή Braidwood. Πέθανε στο Σίδνεϊ το 1887.
Υπάρχουν αναφορές για μία γυναίκα, τη Μαρία Μπαρτίδη (Bartides), η οποία είχε εγκατασταθεί το 1830 στον οικισμό του ποταμού Swan στη δυτική Αυστραλία.
Δεν είναι σίγουρο όμως ότι πρόκειται για Ελληνίδα.
Σταδιακά, ο αριθμός των Ελλήνων μεταναστών στην Αυστραλία μεγάλωνε.
Στη Βικτώρια, ιδρύθηκε από Έλληνες χρυσωρύχους οικισμός που ονομάστηκε Arcadia (Αρκαδία) και αργότερα άλλοι παρόμοιοι οικισμοί από γεωργούς και καλλιεργητές οπωροφόρων δέντρων: η Pella (Πέλλα) και η Lemnos (Λήμνος). 100 χιλιόμετρα νότια του Cairns ιδρύθηκε χωριό από Έλληνες κόφτες καλαμιών με το όνομα Florina (Φλώρινα), ενώ 35 χιλιόμετρα βόρεια της πόλης Mackay του Queensland, οργανώθηκαν οικισμοί Ελλήνων με τα ονόματα Mount Ossa (Όρος Όσσα) και Mount Pelion (Όρος Πήλιον).
Σταδιακά, ονόματα Ελλήνων που διακρίθηκαν σε κάποιον τομέα, άρχισαν να δίνονται σε ονόματα πόλεων. Έτσι, το όνομα του Σπαρτιάτη Ιωάννη Ντόσκου δόθηκε σε δρόμο του Περθ και το όνομα του Κώστα Λιάσκου, εμπόρου πουλερικών, δόθηκε σε δρόμο της Αδελαΐδας.
Η Diamantina Roma Bowen. Φώτο αρχείου
ΜΙΑ ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ: Η ΚΟΝΤΕΣΑ ΔΙΑΜΑΝΤΙΝΑ ΡΩΜΑ
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1950, οι ελληνικής καταγωγής άνδρες της Αυστραλίας, ξεπερνούσαν κατά πολύ τις ελληνικής καταγωγής γυναίκες.
Κατά την απογραφή του πληθυσμού της Βικτώριας το 1857, αναφέρονται και 3 γυναίκες της «Ελληνικής Εκκλησίας» (ενν. Ορθόδοξης). Το 1861, ο αριθμός τους ανέρχεται στις 13 και το 1871 στις 27, από τις οποίες οι 19, ήταν γεννημένες στην Ελλάδα.
Ιδιαίτερης αναφοράς, χρήζει η γεννημένη στη Ζάκυνθο κοντέσα Διαμαντίνα Ρώμα, ελληνοβενετικής καταγωγής. Αυτή, έφτασε στην Αυστραλία το 1859 ως σύζυγος του πρώτου κυβερνήτη του Queensland και μετέπειτα κυβερνήτη της Βικτώριας, Sir George Bowen. Η Diamantina Roma Bowen (περ. 1832-1893), όπως είναι διεθνώς γνωστή, διακρίθηκε για τη φιλανθρωπική της δράση και άφησε με τη γενναιοδωρία της το στίγμα της στην αυστραλιανή ιστορία.
Το όνομά της φέρουν σήμερα ένας δρόμος (Roma Street), ένα πάρκο (Lady Bowen Park) και ένας σιδηροδρομικός σταθμός στο Μπρισμπέιν (Roma St. Station), μια πόλη (Town of Roma) κι ένα ποτάμι (Diamantina River) στο Κουίνσλαντ και καταρράκτες (Diamantina Falls) στη Βικτώρια.
Πάντως η πρώτη Ελληνίδα απόφοιτος πανεπιστημίου της Αυστραλίας (συγκεκριμένα στο Σίδνεϊ), ήταν η Ωραία Έμμα Ελλάς Μουστάκα (1897).