Η προσοχή της κοινής γνώμης -και ειδικά της παροικίας- στρέφεται εκ νέου στα όσα διαδραματίστηκαν στη «Βασιλειάδα» στο Fawkner κατά την κορύφωση του δεύτερου κύματος της πανδημίας πέρυσι το χειμώνα, καθώς στις 15 Νοεμβρίου, σύμφωνα με την απόφαση του Coroners Court, είναι προγραμματισμένο να εκκινήσει η πρώτη δημόσια ακρόαση για την ιατροδικαστική έρευνα σχετικά με τους θανάτους στον οίκο ευγηρίας.

Η διαδικασία αναμένεται να διαρκέσει 4 εβδομάδες, ενώ το κλίμα «φορτίστηκε» περαιτέρω αυτές τις ημέρες με τη δημοσιοποίηση του πορίσματος μίας ακόμη ανεξάρτητης έρευνας που είχε αναθέσει η ομοσπονδιακή κυβέρνηση για τις εξάρσεις COVID-19 σε εγκαταστάσεις φροντίδας ηλικιωμένων ανά την Αυστραλία. Τα συμπεράσματα υπογράφουν οι καθηγητές, Lyn Gilbert και Alan Lilly, όπως και για τη μελέτη που είχε γίνει ειδικά για «Βασιλειάδα» και Epping Gardens στη Βικτώρια.

Υπενθυμίζεται ότι εκτός από την ιατροδικαστική έρευνα για τα αίτια των θανάτων ηλικιωμένων στη «Βασιλειάδα» σε σχέση και με την ανταπόκριση των κρατικών υπηρεσιών με την αλλαγή του προσωπικού σε μία κρίσιμη συγκυρία, έχει κατατεθεί μαζική αγωγή συγγενών των θυμάτων, ενώ αναμένεται η έρευνα του Worksafe. Επίσης, έχει δοθεί Notice to Agree (NTA – σημείωμα συμμόρφωσης) από την Aged Care Quality and Safety Commission σχετικά με συστάσεις για τη λειτουργία του ομογενειακού ιδρύματος.

Η Herald Sun ανέφερε ότι από 117 ηλικιωμένους που ζούσαν στις εγκαταστάσεις της «Βασιλειάδας» στο Fawkner, 50 απεβίωσαν, με το θάνατο των 45 από αυτούς να αποδίδεται στην COVID-19. Αλλά ο αριθμός των θανάτων από μόνος του, δεν αποδίδει το «τραύμα και τη θλίψη» που υπέφεραν οι άνθρωποι αυτοί «και τον τεράστιο αντίκτυπο στα μέλη της οικογένειάς τους», ανέφερε ο νομικός σύμβουλος Peter Rozen QC, κατά τη διάρκεια της προκαταρκτικής διαδικασίας για την ιατροδικαστική έρευνα πρόσφατα.

Η νέα έκθεση, επικαλούμενη πολλά στοιχεία που είναι ήδη γνωστά, επιβεβαιώνει τις μαρτυρίες των συγγενών που έχασαν τους αγαπημένους τους από τον κορονοϊό στη «Βασιλειάδα», όπως καταγράφτηκαν τότε από τον «Νέο Κόσμο». Οι καταγγελίες δεν αφορούν μόνο τη διεύθυνση του εν λόγω οίκου ευγηρίας. Η οργή των ομογενών στρέφεται και προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση κάτω από την ευθύνη της οποίας λειτουργούν τα γηροκομεία για την έλλειψη προετοιμασίας όπως επισημαίνουν ειδικοί, καθώς και για αμφισβητούμενες αποφάσεις που ελήφθησαν κατά την έξαρση πέρυσι, ανάμεσα στις οποίες και η αλλαγή όλου του προσωπικού σε μία κρίσιμη συγκυρία.

Ήταν η πρώτη φορά στην Αυστραλία που πάρθηκε απόφαση να μπει σε καραντίνα ολόκληρο γηροκομείο, σύμφωνα με τον Δρ Brendan Murphy, γραμματέα του ομοσπονδιακού Υπουργείου Υγείας. Οι Αρχές παραδέχθηκαν πως έκαναν λάθος χειρισμούς, ενώ παράγοντας της «Βασιλειάδας» δήλωσε στο «Νέο Κόσμο»: «Ουσιαστικά οι αρμόδιοι ομολογούν πως μεταχειρίστηκαν το γηροκομείο μας σαν πειραματόζωο και πέθαναν τόσοι ηλικιωμένοι μας».

Η ΝΕΑ ΕΡΕΥΝΑ

Το πόρισμα της νέας έρευνας, 90 σελίδων, για την κατάσταση στους οίκους ευγηρίας της Αυστραλίας εν μέσω COVID-19 έχει ημερομηνία στο «εξώφυλλο» την 30η Απριλίου 2021.

Αναρτήθηκε ωστόσο στην επίσημη ιστοσελίδα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης την 1η Νοεμβρίου, ώρες πριν την αργία για το Melbourbe Cup. Ενδεικτικά και το πόρισμα της έρευνας ειδικά για «Βασιλειάδα» και Epping Gardens, είχε γίνει γνωστό 21 Δεκεμβρίου, ημέρες γιορτών.

Ο ομοσπονδιακός υπουργός Υγείας, Grege Hunt, σε ανακοίνωσή του, με ημερομηνία 2 Νοεμβρίου, ανέφερε πως και οι 38 συστάσεις της νέας έκθεσης για τους οίκους ευγηρίας γίνονται δεκτές.

Έκανε λόγο για «συνεχιζόμενες βελτιώσεις» στο σύστημα καθώς η κυβέρνηση θέτει ως προτεραιότητα την υγεία και την ευημερία των ηλικιωμένων.

Από κοινού με τον υπουργό, αρμόδιο για τους ηλικιωμένους Αυστραλούς, Richard Colbeck, επεσήμαναν πως η έρευνα αποτελεί σημαντικό οδικό χάρτη καθώς προχωράμε με τις συνέπειες της πανδημίας σε εξέλιξη ακόμη.

«Είναι μία συγκυρία με ακραίες προκλήσεις για όλους, αλλά ειδικά τους ηλικιωμένους και ευάλωτους Αυστραλούς και αυτούς που τους φροντίζουν», δήλωσε ο κ. Hunt.

«Οι 38 συστάσεις της έρευνας θα βοηθήσουν τους διαχειριστές των οίκων ευγηρίας να προετοιμαστούν καλύτερα για την αντιμετώπιση μελλοντικών εξάρσεων COVID-19 και θα βοηθήσουν την κυβέρνηση να παρακολουθεί και να αξιολογεί αυτά τα μέτρα», πρόσθεσε.

Ο κ. Colbeck είπε πως είναι σημαντικό πως «παρότι τα συμπεράσματα δείχνουν ότι η κοινωνική μετάδοση είναι ο μεγαλύτερος προγνωστικός παράγοντας για εξάρσεις COVID‑19 σε οίκος ευγηρίας, η αποτελεσματική ηγεσία, σε όλα τα επίπεδα είναι ο πιο κρίσιμος παράγοντας στην άμυνα ενάντια του ιού».

ΤΑ ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Το πόρισμα περιγράφει 9 σημαντικές γραμμές «άμυνας» ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος μίας νέας έξαρσης:

-Καλύτερο περιβάλλον και υποδομές για τις εγκαταστάσεις φροντίδας ηλικιωμένων

-Κλινική φροντίδα για την υγεία τους

-Αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ των εμπλεκόμενων υπηρεσιών

-Άμεση ανταπόκριση σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης

-Πρόληψη μολύνσεων και έλεγχος

-Ηγεσία, διεύθυνση και διαχείριση

-Σχεδιασμός και προετοιμασία

-Αποτροπή κοινωνικής απομόνωσης

-Προσωπικό και ψυχική υγεία

Ο κ. Hunt σημείωσε πως καθώς ζούμε με την COVID-19, ο εμβολιασμός και οι εξετάσεις παραμένουν σημαντικοί παράγοντες προστασίας.

Ο διευθύνων σύμβουλος του Aged and Community Services Australia, Paul Sadler, τόνισε πάντως ότι οι πάροχοι υπηρεσιών σε ηλικιωμένους θα χρειαστούν επιπλέον χρηματοδότηση για να «εφαρμόσουν πλήρως της συστάσεις».

«ΧΑΟΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ»

Από τη νέα έρευνα, όπως και στις προηγούμενες, δεν απουσιάζει η αναφορά σε… χάος.

Αναφέρεται στο πόρισμα, ότι σύμφωνα με τις μαρτυρίες, η υγεία πολλών ηλικιωμένων κατά την έξαρση «επιδεινώθηκε επικίνδυνα, υποσιτισμένοι, αφυδατωμένοι λόγω εγκατάλειψης, μοναξιάς και παραμέλησης».

Ακόμη ότι έγγραφα για το πρόγραμμα φροντίδας που ακολουθούσαν ή τα ιατρικά τους δελτία «συχνά έλειπαν, δεν υπήρχε πρόσβαση σε αυτά ή δεν ήταν ενημερωμένα». Υπήρχε πρόβλημα στην επικοινωνία λόγω γλώσσας και ορισμένοι δεν μπορούσαν καν να ταυτοποιηθούν.

«Σοβαρές ιατρικές επιπλοκές προέκυψαν λόγω λαθών στη θεραπευτική αγωγή ή καθυστερήσεις. Η συνεχή αλλαγή στο προσωπικό συχνά σήμαινε ότι ουσιαστική, κλινική παρακολούθηση μεταξύ της κάθε βάρδιας ήταν δύσκολη».

Η βοήθεια που δόθηκε από υγειονομικό προσωπικό νοσοκομείων σε οίκους ευγηρίας «ήταν συχνά πολύ αργά για να αποτρέψει καταστροφικές συνέπειες».

Οι επίσημες οδηγίες πριν από το δεύτερο κύμα της πανδημίας ήταν «αντικρουόμενες και προκαλούσαν σύγχυση».

Συνοπτικά γίνεται λόγος για «χαοτικές συνθήκες».

Ο τίτλος της νέας έρευνα για τον τομέα ενδεικτικός: «Δεν υπάρχει χρόνος για εφησυχασμό». Αλλά, από τις 30 Απριλίου οπότε παραδόθηκε στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχουν περάσει 6 μήνες.

Ερωτηθείς για τη συγκυρία της δημοσιοποίησης των συμπερασμάτων ο κ. Colbeck είπε πως οι σχετικές πληροφορίες έχουν εξεταστεί στο παρελθόν και ότι η κυβέρνηση τις χρησιμοποίησε για να προβεί σε θετική συνεισφορά στη διαχείριση των οίκων ευγηρίας κατά την πανδημία.

Συγγενείς των θυμάτων ωστόσο, όπως ανέφερε η Sydney Morning Herald (SMH), επέκριναν έντονα την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για τη δημοσιοποίηση του πορίσματος ώρες πριν το Melbourne Cup, αλλά και τη μη ανάληψη ευθύνης για τους θανάτους.

Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο, δεν έγινε έλεγχος του Υπουργείου Υγείας, που χρηματοδοτεί τις υπηρεσίες προς ηλικιωμένους, σχετικά με τις οδηγίες προς τους παρόχους κατά τα πρώτα στάδια της πανδημίας.

Ο καθηγητής Joseph Ibrahim, επικεφαλής του τμήματος για το Δίκαιο της Υγείας και τους Ηλικιωμένους στο Monash University, έκανε λόγο για «ξέπλυμα» ευθυνών.

Τα προβλήματα στον έλεγχο μολύνσεων, στο προσωπικό και στον εξαερισμό σε οίκους ευγηρίας, είπε στη SMH, ήταν καλά γνωστά πριν από την πανδημία. Η COVID-19, πρόσθεσε, επιδείνωσε την κακή ηγεσία σε επίπεδο κλινικής φροντίδας με «λογιστές και δικηγόρους» να διοικούν τις εγκαταστάσεις.