Στις 31 Οκτωβρίου 2021 άρχισε η Παγκόσμια Διάσκεψη στην Γλασκώβη, πρωτεύουσα της Σκωτίας, για να ληφθούν αποφάσεις για τη συγκράτηση της ανερχόμενης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας, ή τουλάχιστον μείωση του ρυθμού ανόδου της, για να περιορισθούν οι επιβλαβείς επιπτώσεις της σε παγκόσμια κλίμακα, στην εποχή μας, αλλά και για τις επόμενες γενιές.

Η διάσκεψη αυτή, σύμφωνα με περιβαλλοντολόγους, θεωρείται η τελευταία ευκαιρία για να σωθεί ο Πλανήτης μας από τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Η εν λόγω σύνοδος καθυστέρησε για έναν χρόνο λόγω της πανδημίας της Covid-19, και είχε ως στόχο να διατηρήσει προηγούμενη δέσμευση να περιοριστεί η άνοδος της θερμοκρασίας της Γης στον 1,5 βαθμό Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, ένα επίπεδο το οποίο οι επιστήμονες θεωρούν ότι θα αποτρέψει τις πιο καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.

Είναι προφανές ότι για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, στον οποίο δεσμεύτηκαν 200 χώρες το 2015, υπογράφοντας τη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, απαιτείται ισχυρή πολιτική θέληση από τους πολιτικούς ηγέτες των διαφόρων χωρών της εποχής μας.

H Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή αποτελεί την πρώτη καθολική, με νομικό χαρακτήρα, Συμφωνία για το κλίμα. Εγκρίθηκε στις 12 Δεκεμβρίου 2015, και υπογράφηκε στις 22 Απριλίου 2016. Κυρώθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 5 Οκτωβρίου 2016, και φέρει τις υπογραφές των ηγετών 196 χωρών.

Η Συμφωνία του Παρισιού είναι ουσιαστικά ένα παγκόσμιο σχέδιο δράσης για τον περιορισμό της υπερθέρμανσης του Πλανήτη μας, και κατά συνέπεια του φαινομένου του θερμοκηπίου, και αποτελεί μέρος της σύμβασης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για την κλιματική αλλαγή.

Ενδεικτικές είναι οι ακόλουθες δηλώσεις του Αντόνιο Γκουτέρες, Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών:

{…} «Από τα βάθη των ωκεανών μέχρι τις κορυφές των βουνών, από τους παγετώνες που λιώνουν μέχρι τα ασταμάτητα ακραία καιρικά φαινόμενα, τα οικοσυστήματα και οι κοινότητες σε όλο τον κόσμο καταστρέφονται».

{…} «Ακόμα και αν οι πρόσφατες δηλώσεις ήταν ξεκάθαρες και αξιόπιστες – και υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα για κάποιες από αυτές – εξακολουθούμε να οδεύουμε προς την κλιματική καταστροφή».

Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών εξέφρασε την άποψη πως βάσει των υφιστάμενων δεσμεύσεων των χωρών για τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου, η μέση θερμοκρασία της Γης τα αυξηθεί κατά 2,7 βαθμούς Κελσίου αυτόν τον αιώνα, κάτι που θα επιτείνει τις καταστροφές που ήδη προκαλεί η κλιματική αλλαγή, με σφοδρότερες καταιγίδες, ακραία ζέστη, πλημμύρες, και εν γένει καταστροφή των οικοσυστημάτων.

Με αυτούς τους ρυθμούς, περιβαλλοντολόγοι εκφράζουν την άποψη πως η ανθρωπότητα θα χάσει την ευκαιρία να σταματήσει την αποσταθεροποίηση του κλίματος σε επίπεδα καταστροφικά μεν, αλλά όχι κατακλυσμιαία. Στόχος της Συνόδου της Γλασκώβης ήταν να παρακινήσει η μια χώρα την άλλη, ώστε από κοινού να δεσμευτούν να μειώσουν τους ρύπους με βάση τις υποδείξεις των περιβαλλοντολόγων, και όχι τις απόψεις των πολιτικών.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Μετεωρολογίας, σε πρόσφατη έκθεσή του είχε αναφέρει ότι τα χρόνια από το 2015 ως το 2021 έχουν καταγραφεί ως τα θερμότερα από τότε που ξεκίνησαν να τηρούνται τα σχετικά αρχεία.

Ο ίδιος οργανισμός αναφέρει στην έκθεσή του ότι η μέση θερμοκρασία για το 2021 ήταν περίπου 1,09 βαθμοί Κελσίου υψηλότερη σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Η μέση θερμοκρασία κατά την τελευταία 20ετία (2002-2021) για πρώτη φορά ξεπέρασε το συμβολικό ανώτατο όριο του ενός βαθμού Κελσίου πάνω από τα επίπεδα του 19ου αιώνα, όταν οι άνθρωποι ξεκίνησαν να καίνε ορυκτά καύσιμα σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις.

Όπως ανέφερα πιο πάνω, στη Συμφωνία του Παρισιού του 2015 οι χώρες συμφώνησαν να περιοριστεί η υπερθέρμανση «αρκετά κάτω» από τους δύο βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα και -εάν δυνατόν- στον 1,5 βαθμό Κελσίου.

Έκτοτε ο κόσμος έχει βιώσει τεράστιες καιρικές καταστροφές, μεταξύ των οποίων είναι οι δασικές πυρκαγιές στην Σιβηρία και στην Αυστραλία, ο σφοδρότερος καύσωνας πολλών ετών στην Βόρεια Αμερική, και οι ακραίες βροχοπτώσεις που προκάλεσαν πλημμύρες στην Ασία, στην Αφρική, στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη.

Στο πρόγραμμα της πράσινης μετάβασης, και ειδικά σε αυτό που εφαρμόζει η ελληνική κυβέρνηση αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την ομιλία του στη Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή. Επίσης τόνισε τους ευρύτερους στόχους που πρέπει να τεθούν σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

Πόσο κοστίζει η κλιματική αλλαγή; Και πόσο κοστίζει η λύση; Σύμφωνα με περιβαλλοντολόγους, αν η άνοδος της θερμοκρασίας συνεχιστεί ανεξέλεγκτη, το κόστος θα μπορούσε να φτάσει το 18% του παγκόσμιου Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος έως το 2100.

Η ανθρωπότητα θα πρέπει να θυσιάσει ένα σχετικά μικρό μέρος του παγκόσμιου Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος για να αντιμετωπίσει την κλιματική αλλαγή. Αν δεν το κάνει αυτό τώρα, το μακροπρόθεσμο οικονομικό κόστος θα είναι πολλαπλάσιο.

Ενόψει της Διάσκεψης του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτίμησε ότι για τον μηδενισμό των καθαρών εκπομπών άνθρακα μέχρι το 2050 απαιτούνται πρόσθετες επενδύσεις που αντιστοιχούν στο 0,6-1% του παγκόσμιου GDP (Gross Domestic Product) τις επόμενες δεκαετίες. Αυτό θα σήμαινε ότι ο τελικός λογαριασμός θα έφτανε τα 12-20 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Ακόμα μεγαλύτερες ήταν οι εκτιμήσεις πολλών οικονομολόγων που απάντησαν σε έρευνα του Reuters. Οι περισσότεροι υπολογίζουν ότι για την επίτευξη της λεγόμενης ουδετερότητας άνθρακα έως το 2050 απαιτούνται επενδύσεις που αντιστοιχούν στο 2-3% του παγκόσμιου ΑΕΠ ετησίως, ή συνολικά 44 τρισεκατομμύρια δολάρια τα επόμενα 30 χρόνια.

Η υψηλότερη εκτίμηση στην έρευνα του Reuters ήρθε από τον Τζέιμς Νίξον του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, σύμφωνα με τον οποίο ο μηδενισμός των εκπομπών άνθρακα θα απαιτήσει επενδύσεις σχεδόν 140 τρισεκατομμυρίων έως το 2050.

Οι περισσότεροι οικονομολόγοι συμφώνησαν ότι το κόστος της αδράνειας είναι πολύ μεγαλύτερο από το κόστος των μέτρων που απαιτούνται για την συγκράτηση της παγκόσμιας θέρμανσης.

Σύμφωνα με τον μέσο όρο των απαντήσεων στην έρευνα του Reuters, αν η μέση θερμοκρασία του Πλανήτη αφεθεί να ανέβει κατά 4,4 βαθμούς Κελσίου έως το τέλος του αιώνα, το κόστος των επιπτώσεων υπολογίζεται ότι θα αντιστοιχεί στο 2,4% του παγκόσμιου ΑΕΠ το 2030, στο 10% το 2050, και στο 18% το 2100.

Αν αντίθετα η διεθνής κοινότητα καταφέρει να συγκρατήσει την άνοδο της θερμοκρασίας στον 1,4 βαθμό Κελσίου έως το 2100, προβλέπεται ότι η οικονομική απώλεια θα περιορισθεί στο 2,0% το 2030, στο 2,3% το 2050, και στο 2,5% το 2100.

Σύμφωνα δε με περυσινή έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η αποτυχία αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής θα οδηγήσει σε αύξηση των τιμών σε τρόφιμα και άλλα αγαθά, λόγω των ακραίων καιρικών φαινομένων, της ερημοποίησης, και της ανόδου της στάθμης των ωκεανών.

«Η κλιματική αλλαγή σπάει την εργαλειοθήκη των οικονομολόγων», σχολίασε ο Έρικ Νόιμαγιερ, οικονομολόγος του London School of Economics.

«Είναι ύβρις για τους οικονομολόγους να λένε πως η ζημιά θα είναι Χ ποσοστό του ΑΕΠ. Ως οικονομολόγοι, θα πρέπει να ακούμε τους επιστήμονες που μας λένε για τις καταστροφικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής», τόνισε ο Έρικ Νόιμαγιερ.

Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, αναφέρθηκε στο σχέδιο για τη μετατροπή της Ελλάδας σε κόμβο μεταφοράς πράσινης ενέργειας στην Ευρώπη, με βάση την πρόσφατη συμφωνία με την Αίγυπτο και τις συζητήσεις με την Σαουδική Αραβία. Αναφέρθηκε επίσης στους ευρύτερους στόχους που πρέπει να τεθούν σε ευρωπαϊκό και σε παγκόσμιο επίπεδο για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.

Αποτελεί πανθομολογούμενο γεγονός ότι παρά τις δεσμεύσεις που υπήρξαν στη Συμφωνία του Παρισιού το 2015, πρόοδος δεν έχει σημειωθεί. Στην εποχή μας η κλιματική αλλαγή ήδη επηρεάζει τις περισσότερες περιοχές του Πλανήτη, και οι παρατηρούμενες αλλαγές στο κλίμα (π.χ. οι πιο συχνοί καύσωνες ή τα πιο έντονα πλημμυρικά φαινόμενα) έχουν να κάνουν με τις ανθρώπινες δραστηριότητες, και κυρίως με τα ορυκτά καύσιμα.

Είτε μιλάμε για τις ακραία υψηλές θερμοκρασίες, είτε για τις πολύ μεγάλες βροχοπτώσεις είτε για τις ξηρασίες, οι απόψεις των επιστημόνων είναι πως η συχνότητά τους θα αυξηθεί στα επόμενα χρόνια, εάν δεν υπάρξουν αλλαγές.

Απέναντι σε αυτήν την πραγματικότητα, μέχρι τώρα δεν φαίνεται να αποτυπώνεται μια δυναμική να αλλάξουν οι αρνητικές τάσεις.

Η παροδική μείωση των εκπομπών αερίων που συνέβαλαν στην κλιματική αλλαγή κατά τη διάρκεια του πρώτου κύκλου περιοριστικών μέτρων για την πανδημία, δεν συνεχίστηκε. Αντίθετα, η επιστροφή σε αναπτυξιακούς ρυθμούς οδήγησε σε μεγάλες απαιτήσεις για παραγωγή ενέργειας, που σε σημαντικό βαθμό καλύπτεται από ορυκτά καύσιμα.

Είναι απογοητευτικό, αν όχι κατακριτέο, το γεγονός ότι η Κίνα, η χώρα που καταναλώνει το 50% της παγκόσμιας παραγωγής γαιάνθρακα, έχει προχωρήσει σε ακόμη πιο αυξημένη χρήση γαιανθράκων για να καλύψει τις ενεργειακές της ανάγκες, παρά τις αρνητικές και μακρόχρονες επιπτώσεις σε παγκόσμια κλίμακα.

Συμπερασματικά, ο μόνος τρόπος για να αποτραπεί ένας κύκλος καταστροφής, και να συγκρατηθεί η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του Πλανήτη στον 1,5 βαθμό Κελσίου, αύξηση που ασφαλώς θα σημαίνει προβλήματα και ακραία φυσικά φαινόμενα, αλλά εντός ορίων που μπορούν να θεωρηθούν διαχειρίσιμα, είναι μέσα στις επόμενες δεκαετίες να σταματήσει σχεδόν καθολικά η εκπομπή αερίων που προκαλούν την κλιματική αλλαγή.

Ομολογουμένως, είναι σημαντικό το γεγονός ότι στη σύσκεψη της Γλασκώβης οι ηγέτες των 105 κρατών και κυβερνήσεων που συμμετείχαν δεσμεύτηκαν για τη λήψη προληπτικών μέτρων που θα συμβάλουν, μεταξύ άλλων, και στην αντιστροφή της αποψίλωσης των δασών έως το τέλος της δεκαετίας, γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε πως τα δάση αποτελούν τους πνεύμονες του Πλανήτη μας.