«Ό,τι έμελλε να κάνω στη ζωή μου, ήρθε μόνο του στο δρόμο μου»

Η δυναμική πρόεδρος της Φροντίδας, Τζιλ Τέιλορ-Νικητάκη, μιλά στον «Νέο Κόσμο» για την ζωή, την οικογένεια και την καριέρα της αλλά και την συγκλονιστική εμπειρία της υπηρετώντας τη γενιά που «έχτισε αυτή την χώρα»

Η Τζιλ Τέιλορ-Νικητάκη είναι μια γυναίκα που δεν περνά απαρατήρητη. Στην παροικία μας είναι γνωστή από τη δράση της ως Πρόεδρος του Οργανισμού «Φροντίδα», αλλά η δυναμική γκουρού των Οικονομικών άφησε το στίγμα της από όπου κι αν πέρασε.

Γιατί η κα Τέιλορ-Νικητάκη είναι μια γυναίκα που τα έχει όλα: γνώσεις, μυαλό, μαχητικότητα, πυγμή, αλλά και μια πληθωρική προσωπικότητα που κυριολεκτικά γεμίζει το χώρο γύρω της με θετική ενέργεια και αισιοδοξία.

Αυτή ήταν και η μοναδική αίσθηση που μου άφησε η συνέντευξη μαζί της, που κύλησε τόσο φυσικά και σε τόσο ευχάριστο κλίμα που θαρρείς πως ήταν μια κουβέντα μεταξύ παλιών φίλων, παρ’ ότι δεν είχαμε ξανασυναντηθεί.

Με χειμαρρώδη τρόπο, καθώς δεν φείδεται λέξεων, όπως, άλλωστε, η ίδια παραδέχθηκε στο τέλος της συνέντευξης χαριτολογώντας, μιλά για την εμπειρία της ως παιδί μεταναστών, τις προκλήσεις στην καριέρα της ως λογίστρια και στέλεχος επιχειρήσεων σε έναν παραδοσιακά ανδροκρατούμενο χώρο, τον γάμο της με τον Αυστραλό σύζυγό της, τη μητρότητα και φυσικά την «Φροντίδα», που τη θεωρεί έργο ζωής.

Η Πρόεδρος της Φροντίδας, Τζιλ Τέιλορ-Νικητάκη. Φώτο: Supplied

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ

Η Τζιλ Τέιλορ–Νικητάκη γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Prahran της Μελβούρνης από γονείς μετανάστες. Η μητέρα της ήταν από την Καλαμάτα και ο πατέρας της από την Αθήνα.

Βαπτίστηκε Ιουλία, που ήταν το όνομα της γιαγιάς της –όπως το θέλει η ελληνική παράδοση– αλλά η μητέρα της το άλλαξε σε «Τζιλ» σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσει ότι η κόρη της δεν θα ξεχωρίζει από τα ‘Αυστραλάκια’.

Η κυρία Αφροδίτη ήταν πρότυπο μάνας για την κα Τέιλορ-Νικητάκη. «Ήταν πολύ δυναμική και ήθελε το καλύτερο για τα παιδιά της. Αγωνιζόταν δουλεύοντας σε τρεις δουλειές.

Στην Ελλάδα ήταν πολύ επιτυχημένη σχεδιάστρια αλλά εδώ έπρεπε να ξεκινήσει από το μηδέν. Έκανε και εξακολουθεί να κάνει τα πάντα μόνη της χωρίς να εξαρτάται από κανέναν, ακόμη και σήμερα».

Τα παιδικά χρόνια της Τζιλ κύλησαν όμορφα και οι αναμνήσεις της έχουν έντονο ελληνικό χρώμα. «Θυμάμαι τις επισκέψεις σε συγγενικά σπίτια με το «υποβρύχιο» που ήταν το πιο δημοφιλές κέρασμα της εποχής και τη μαμά που μας έλεγε κάθε τόσο «τσιμουδιά» για να κάτσουμε φρόνιμα», λέει η κα Τέιλορ-Νικητάκη, που δηλώνει πως εκείνη και ο αδελφός της, ο Γκρεγκ, ποτέ δεν αισθάνθηκαν ότι ξεχωρίζουν.

«Ταιριάζαμε και με τους Έλληνες και με τους Αυστραλούς. Δεν νοιώσαμε ποτέ την απόρριψη ή τη διάκριση. Η διαφορά ήταν στη γλώσσα. Μας ενοχλούσε που στο σπίτι έπρεπε να μιλάμε μόνο ελληνικά και δεν ξεχνώ την ντροπή που αισθανόμασταν αν τύχαινε και ήμαστε έξω και η μητέρα μας μιλούσε ελληνικά».

ΟΙ ΣΠΟΥΔΕΣ

Η εφηβεία είναι η περίοδος της αμφισβήτησης κάθε μορφής αυθεντίας και κυρίως των γονέων και η έφηβη Τζιλ Νικητάκη δεν αποτέλεσε εξαίρεση.

«Μεγάλωσα με τη μητέρα μου να μου λέει διαρκώς: ‘πάρε ένα πτυχίο και ας το κρεμάσεις στο νεροχύτη’. Αυτή ήταν η επιθυμία κάθε Έλληνα γονιού εκείνη την εποχή. Εγώ αντιδρούσα. Στην Α΄Λυκείου της ανακοίνωσα ότι θα σταματήσω το σχολείο για να γίνω κομμώτρια, την επόμενη χρονιά για να γίνω αισθητικός και στην τελευταία τάξη ήμουν σίγουρη ότι θα γίνω αστυνομικός. Κάθε φορά η μητέρα μου μου απαντούσε: ‘Ωραία. Πάρε το πτυχίο σου πρώτα και μετά γίνε ό,τι θέλεις’».

Τελικά, η Τζιλ πέρασε στη Λογιστική «χωρίς να το επιλέξει» και η ολοκλήρωση των σπουδών της ήταν όπως τη χαρακτηρίζει «μια διαρκής, σκληρή διαπραγμάτευση» με τη μητέρα της.

«Της έλεγα, αν θα πάω Ελλάδα ή αν θα με αφήσεις να κάνω αυτό ή το άλλο, τότε θα βγάλω άλλη μια χρονιά στο Πανεπιστήμιο», θυμάται και παραδέχεται ότι μετά το 2ο έτος διαπίστωσε όχι μόνο ότι ήταν καλή αλλά και ότι της άρεσε το αντικείμενο των σπουδών της.

Η ΚΑΡΙΕΡΑ

Σήμερα οι γυναίκες φαίνεται ότι έχουν εδραιώσει τη θέση τους στον κόσμο των επιχειρήσεων καταλαμβάνοντας ηγετικές θέσεις και πόστα ευθύνης, όμως, τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά την εποχή που έκανε το ξεκίνημά της η κα Τέιλορ-Νικητάκη, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’90.

Τότε εργαζόταν ως επικεφαλής Οικονομικών στην Silver Top Taxi Service. Σε νεαρή ηλικία ήταν η πρώτη γυναίκα συνέταιρος και οικονομικός ελεγκτής σε έναν απόλυτα ανδροκρατούμενο χώρο. Η ίδια περιγράφει με γλαφυρότητα τη «συγκλονιστική», όπως τη χαρακτηρίζει εμπειρία της από εκείνη την περίοδο.

«Θυμάμαι να μπαίνω στην αίθουσα που συνεδρίαζε το Δ.Σ. και να αντικρίζω ένα τεράστιο τραπέζι γεμάτο άνδρες που κάπνιζαν και με κοιτούσαν καχύποπτα και να τους ανακοινώνω ότι τα πράγματα έπρεπε να αλλάξουν και ότι θα πρέπει στο εξής να πληρώνουν φόρους.

Μπορείς να φανταστείς την εξέλιξη. Από εκείνη τη στιγμή έγινα ‘αυτή η γυναίκα που θα μας βάλει να πληρώνουμε φόρους’ και δεν είχα όνομα. Όλοι με αποκαλούσαν ‘αυτή η γυναίκα’» θυμάται η κα Νικητάκη.

Όμως, εκείνη δεν το έβαλε κάτω. Συνέχισε να είναι ‘αυτή η γυναίκα’ που έκανε τη δουλειά που είχε αναλάβει και προχωρούσε.
«Σε κάποια φάση έπρεπε να συμμετάσχω σε μια υπουργική επιτροπή και θυμάμαι ότι ένας από τους διευθύνοντες συμβούλους της εταιρίας με κάλεσε και μου είπε επί λέξει:

«Μην σε απασχολεί η συμμετοχή σου στην επιτροπή. Απλά βάλαμε το όνομά σου γιατί πρέπει να υπάρχει και μια γυναίκα μέσα».

Αν και η πρώτη σκέψη της κ. Νικητάκη, ήταν να απαντήσει σε αυτή την κατάφορη προσβολή, κατάφερε τελικά να αντιμετωπίσει με ψυχραιμία την κατάσταση βλέποντας τα θετικά.

«Σημασία είχε ότι ήμουν μέσα στην επιτροπή και είχα μια σπουδαία ευκαιρία να μάθω πράγματα που θα μπορούσα να τα χρησιμοποιήσω στο μέλλον. Μπορεί να με ήθελαν για «γλάστρα», όμως εγώ θα κέρδιζα όσα περισσότερα μπορούσα από αυτό» λέει στον «Νέο Κόσμο».

«Είναι εντυπωσιακό πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα για τις γυναίκες μέσα σε αυτά τα είκοσι χρόνια που μεσολάβησαν. Τότε έπρεπε να είσαι πολύ δυνατή για να επιβιώσεις στο χώρο».

Η ΜΗΤΡΟΤΗΤΑ

Η νέα χιλιετία βρήκε την Τζιλ Τέιλορ-Νικητάκη να αγωνίζεται ακόμη να εδραιώσει τη θέση της μέσα στο βασίλειο των ανδρών που δεν είχαν και μεγάλη διάθεση να κατανοήσουν ή και να μάθουν να συνεργάζονται με μια γυναίκα συνάδελφο.

Έγκυος στις δίδυμες κόρες της, δεν έριχνε καθόλου τους ρυθμούς, με αποτέλεσμα σχεδόν να γεννήσει στη δουλειά. «Τα κορίτσια ήρθαν δέκα εβδομάδες πρόωρα και χρειάστηκε να μείνουν στο νοσοκομείο για δυόμιση μήνες περίπου. Εγώ, σε δέκα μέρες ήμουν πάλι στη δουλειά» λέει η κα Τέιλορ-Νικητάκη, και εξομολογείται ότι πολλές γυναίκες είδαν με κριτική διάθεση το γεγονός αυτό.

Όπως, όμως, μας εξηγεί, δεν είχε άλλη επιλογή.

«Εκείνη την περίοδο είχα προτείνει να αγοράσουμε μια εταιρία που μας χρωστούσε χρήματα. Το Δ.Σ. ενέκρινε την αγορά με την προϋπόθεση ότι εγώ θα διευθύνω την εταιρία. Επομένως, δεν είχα άλλη επιλογή».

Έτσι για τις δέκα εβδομάδες που τα μωρά έμειναν στο νοσοκομείο, η Τζιλ θα τα επισκεπτόταν 3-4 φορές την ημέρα για να σιγουρευτεί ότι είναι καλά, θα αντλούσε το γάλα της και θα το αποθήκευε στο ψυγείο και τις υπόλοιπες ώρες θα έδινε τον αγώνα της για να δικαιώσει τις επαγγελματικές της επιλογές στους άνδρες συναδέλφους της.

Η ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Σήμερα, οι κόρες της κ. Τέιλορ-Νικητάκη, Νικίτα και Κασσάνδρα είναι 20 ετών και φοιτούν και οι δύο στο πανεπιστήμιο.

Παρ’ ότι ο πατέρας τους είναι Αυστραλός, οι ίδιες αισθάνονται περήφανες για την ελληνική τους καταγωγή και τη διατυμπανίζουν στους φίλους τους με κάθε ευκαιρία.

Μια συμπεριφορά πολύ διαφορετική από εκείνη της μητέρας τους που όταν ήταν στην ηλικία τους έλεγε το επίθετό της πολύ γρήγορα έτσι ώστε να ακούγεται πολύ μικρότερο από ό,τι είναι και να μην παραπέμπει σε ελληνικό.

«Το έλεγα με τέτοιο τρόπο που να ακούγεται ως ‘Σμιθ’ γιατί δεν ήθελα να καταλαβαίνει κανείς ότι είμαι Ελληνίδα. Οι κόρες μου μπορεί να μην είναι τόσο Ελληνίδες όσο τα άλλα παιδιά που και οι δυο γονείς τους είναι ελληνικής καταγωγής, ωστόσο, αισθάνονται πολύ την ελληνικότητά τους και είναι πολύ περήφανες γι΄ αυτήν.

Ίσως να οφείλεται και στο γεγονός ότι οι Αυστραλοί αγαπούν πολύ την Ελλάδα και τους Έλληνες», λέει η κα Τέιλορ – Νικητάκη, που αναγνωρίζει τον αδιαμφισβήτητο ρόλο που διαδραμάτισε η μητέρα της στο μεγάλωμα των κοριτσιών.

«Τα κορίτσια έχουν ανεξάρτητη σχέση με τη μητέρα μου. Το σπίτι της είναι σαν ξενοδοχείο όπου τα κορίτσια μπορούν να φέρουν τις φίλες τους για να απολαύσουν ένα παραδοσιακό ελληνικό πιάτο και να νοιώσουν την ελληνική φιλοξενία».

Η ΑΝΑΚΡΙΣΗ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ ΓΑΜΟ

Αυτή η δυνατή, ανεξάρτητη σχέση της κυρίας Αφροδίτης με τις εγγονές της είναι ίσως και η μεγαλύτερη ικανοποίησή της καθώς δεν επιβεβαιώθηκαν οι όποιοι φόβοι και ανησυχίες μπορεί να φώλιασαν στην καρδιά της όταν η ανατρεπτική μοναχοκόρη της της ανακοίνωσε ότι θα παντρευτεί έναν Αυστραλό που, μάλιστα, ήταν μεσίτης και όχι γιατρός και δικηγόρος, όπως περίμενε.

Προς τιμήν της, όπως μας λέει η κα Τέιλορ-Νικητάκη, δεν είπε τίποτα στην κόρη της, «αφού έτσι κι αλλιώς γνώριζε ότι θα κάνω το δικό μου».

Ωστόσο, όπως καμία παραδοσιακή Ελληνίδα μάνα που σέβεται τον εαυτό της δεν αφήνει τίποτα στην τύχη του, κάλεσε τον μέλλοντα γαμπρό της κάπου έξω για φαγητό και τον πέρασε κυριολεκτικά από… «συνέντευξη».

Κανείς δεν έμαθε ποτέ αν ο Ντέιβιντ πήρε την έγκριση ή όχι, πάντως στα 18α γενέθλια των κοριτσιών, ευχαρίστησε μέσα από την καρδιά του την πεθερά του για τη συμβολή της στην ανατροφή τους και στην εμφύσηση της κουλτούρας και της ελληνικότητας μέσα στην ψυχή τους.

ΝΕΛΛΥ ΤΟ ΜΑΥΡΟ ΧΑΒΙΑΡΙ (BLACK CAVIAR)

Η οικογένεια Τέιλορ πέρασε με επιτυχία το τεστ αντοχής στο χρόνο αποδεικνύοντας ότι, όταν υπάρχει σεβασμός, αλληλοκατανόηση και αγάπη, οι κουλτούρες μπορούν, όχι μόνο να συνυπάρξουν με αρμονία, αλλά και να δημιουργήσουν ένα νέο μοντέλο καθημερινότητας με βασικό χαρακτηριστικό την ποικιλομορφία και την επιλογή, όπου υπάρχει χώρος για όλους και για όλα. Ακόμη και για ένα… άλογο αγώνων.

Έτσι, η Τζιλ Τέιλορ-Νικητάκη, όντας ένας άνθρωπος ανοιχτός στις προκλήσεις που δεν φοβάται να δοκιμάσει νέα πράγματα, αν και αρχικά είχε κάποιους ενδοιασμούς, τελικά, όχι μόνο αποδέχτηκε την κίνηση του συζύγου της να γίνει συνιδιοκτήτης του διάσημου αλόγου αγώνων Black Caviar to 2008, αλλά έγινε και η πιο φανατική θαυμάστριά του.

«Δεν είχα ποτέ καμία σχέση με άλογα. Εκείνη την εποχή τα κορίτσια ήταν στο δημοτικό και δεν έβλεπα πού θα μπορούσε να χωρέσει ένα άλογο αγώνων στους ήδη φρενήρεις ρυθμούς της καθημερινότητάς μας», λέει.

Όπως, θυμάται χαρακτηριστικά, στον πρώτο αγώνα της «Νέλλυ» εκείνη απουσίαζε επιλέγοντας να συνοδεύσει τις κόρες της σε ένα παιδικό πάρτι.

Όταν της ανακοίνωσαν ότι το άλογο είχε κερδίσει, δεν αντέδρασε καθόλου. Αυτή η στάση της, όμως, θα άλλαζε άρδην πολύ γρήγορα και θα γινόταν η πιο φανατική θαυμάστρια και ένθερμη υποστηρικτής της «Νέλλυ» που έγραψε τη δική της ιστορία κερδίζοντας 25 αγώνες και βγαίνοντας πρωταθλήτρια συνεχώς, από το 2010 έως και το 2013 που αποσύρθηκε.

«Ήταν το πιο γρήγορο άλογο και όλα όσα ζήσαμε μαζί της ήταν μια καταπληκτική εμπειρία», λέει η κα Τέιλορ-Νικητάκη.

Η «ΦΡΟΝΤΙΔΑ»

Αν και η ζωή της Τζιλ Τέιλορ–Νικητάκη ήταν πάντα γεμάτη, με την ίδια να προσπαθεί να μοιράσει το χρόνο της μεταξύ δουλειάς και οικογένειας, πάντα έβρισκε χρόνο για να προσφέρει όπως και όσο μπορούσε στην ευρύτερη κοινότητα.

Η πρόταση για τη «Φροντίδα» ήρθε «απρόσμενα», όπως λέει η κα Τέιλορ–Νικητάκη. «Με πλησίασε ο Μάικ Ζαφειρόπουλος το 2013 και μου είπε πως ψάχνουν απεγνωσμένα για κάποιον που να διαθέτει γνώσεις Οικονομικών.

Εγώ αρνήθηκα ευγενικά γιατί τότε ήμουν πολύ απασχολημένη, όμως εκείνος επέμεινε και τελικά δέχθηκα να τους βοηθήσω για έξι μήνες – το πολύ έναν χρόνο, μέχρι να βρουν κάποιον άλλον. Η απάντηση του Μάικ ήταν: ‘άπαξ και εμπλακείς δεν πρόκειται να απεμπλακείς’ κι εγώ του είπα: ‘πας ένα στοίχημα;’»

Τα υπόλοιπα είναι ιστορία και η κα Τέιλορ–Νικητάκη πριν από λίγες εβδομάδες επανεξελέγη πρόεδρος της «Φροντίδας».
«Δεν μπορώ να το πιστέψω πώς πέρασαν εννέα ολόκληρα χρόνια από τότε. Όσα και αν έχουμε επιτύχει τόσο καιρό υπάρχουν ακόμη και άλλα που θέλουμε να κάνουμε».

Η θητεία της κ. Τέιλορ-Νικητάκη στη «Φροντίδα» λήγει στα τέλη του 2022.

«Αλλάξαμε το Καταστατικό πριν από δύο χρόνια και, πλέον, η διάρκεια της θητείας των μελών του ΔΣ δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τρεις τριετίες. Πριν από την αλλαγή μπορούσε κάποιος να είναι μέλος για όσο χρόνο επιθυμούσε. Αυτό δεν ήταν, όμως, σωστό.

Η “Φροντίδα” είναι ένας οργανισμός που χαίρει εκτίμησης από ολόκληρη την παροικία. Συνεπώς, χρειάζεται να εξελίσσεται και να μπαίνει διαρκώς νέο αίμα στη διαχείρισή της, με διαφορετικές ιδέες, εμπειρίες και οράματα».

ΑΝΤΑΠΟΔΙΔΩΝΤΑΣ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

Η εμπλοκή της κ. Τζιλ Τέιλορ–Νικητάκη με τη «Φροντίδα» έφερε στην επιφάνεια την ελληνικότητά της και άλλαξε εντελώς τη θεώρησή της απέναντι στην παροικία, όπως ισχυρίζεται η ίδια.

«Ξεκίνησα εντελώς επαγγελματικά, αλλά στην πορεία και καθώς έβλεπα πώς ο τότε διευθύνων σύμβουλος επικοινωνούσε με τους τροφίμους, πώς ανέπτυσσε σχέσεις μαζί τους αλλά και πόσο εκείνοι τον αγαπούσαν, τότε συνειδητοποίησα τι κάνουμε στη “Φροντίδα”. Συνειδητοποίησα ότι αυτοί είναι οι άνθρωποι που έχτισαν τη χώρα.

Ήταν αυτοί που ήρθαν από την Ελλάδα και έκαναν όλες τις δουλειές που κανείς δεν ήθελε να κάνει. Τότε είπα, ‘αυτούς υπηρετώ’. Είναι στη δύση της ζωής τους και πρέπει αυτά τα χρόνια να είναι τα καλύτερα της ζωής τους.

Γι’ αυτό στη “Φροντίδα” ψάχνουμε διαρκώς να βρούμε τι μπορούμε να τους προσφέρουμε επιπλέον και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτούς. Στο πλαίσιο αυτό, προσπαθούμε να συνεργαστούμε με διάφορους οργανισμούς εντός και εκτός της παροικίας προκειμένου να βελτιώνουμε συνεχώς τις υπηρεσίες μας προς τους τροφίμους μας».

Η τελευταία διετία ήταν μια πρόκληση για όλους μας, συνεπώς και για το σύστημα φροντίδας των ηλικιωμένων.

«Βγαίνουμε από την πανδημία η οποία μας δίδαξε πολλά. Να είμαστε σε ετοιμότητα, να μπορούμε να ανταποκριθούμε άμεσα και αποτελεσματικά σε ξαφνικές αλλαγές, να είμαστε ευέλικτοι, προσαρμοστικοί και ανθεκτικοί παρά τις αντιξοότητες», λέει η κα Τέιλορ-Νικητάκη η οποία θεωρεί ότι οι αλλαγές που έχουν επέλθει στη ζωή μας θα είναι μόνιμες και αυτό αφορά και τον Οργανισμό του οποίου ηγείται.

«Πρέπει να έχουμε τη σωστή νοοτροπία προκειμένου να εξελιχθούμε και να προχωρήσουμε τους ανθρώπους μας μπροστά. Στηριζόμαστε πολύ στους εργαζομένους μας και είμαστε περήφανοι για αυτούς. Είμαστε όλοι μια ομάδα. Έτσι δουλεύουμε και έτσι τα καταφέρνουμε».

Ολοκληρώνοντας τη θητεία της επιθυμεί να καταφέρει μαζί με τους συνεργάτες της την ολοκλήρωση της διευρυμένης συμφωνίας αποστολής προσωπικού από την Ελλάδα.

«Αρχικά η συμφωνία αφορούσε μόνο προσωπικό ατομικής φροντίδας. Τώρα επιδιώκουμε την επέκτασή της και σε νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό και όλες μας οι προσπάθειες έχουν επικεντρωθεί σε αυτό. Χρειαζόμαστε ελληνόφωνους εργαζόμενους» εξηγεί η Πρόεδρος της «Φροντίδας».

ΤΑ ΣΧΕΔΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

Ακολουθώντας τη μέχρι τώρα πορεία της κ. Τζιλ Τέιλορ-Νικητάκη, δύσκολα μπορεί να πιστέψει κανείς ότι η ίδια δεν σχεδιάζει το μέλλον.

«Όταν ολοκληρώνω μια δουλειά ή ένα έργο δεν σκέφτομαι ποτέ την επόμενη κίνησή μου. Λέω απλά, ό,τι είναι να έρθει, ας έρθει. Ό,τι μέλλει να κάνεις, θα σε βρει» λέει η δυναμική ομογενής η οποία πιστεύει ότι «τα πράγματα έρχονται πάντα όπως πρέπει, ακόμη και αν δεν είναι όπως εσύ τα θέλησες ή τα ονειρεύτηκες».

«Είμαι περήφανη για τον εαυτό μου γιατί έχω καταφέρει να μπορώ να επιλέγω τι θα κάνω έχοντας την αμέριστη υποστήριξη της οικογένειάς μου».