Και ξαφνικά πρόσωπο των ημερών έγινε και ο Άλεξ Χοκ.
Ο ελληνικής καταγωγής υπουργός Μετανάστευσης. Μόλις έγινε γνωστό ότι ο Χοκ θα αποφάσιζε για την τύχη του Τζόκοβιτς όλοι έτρεξαν να μάθουν για αυτόν!
Κατέφυγαν στο «Νέο Κόσμο» που τον είχε παρουσιάσει πρόσφατα.
Εξάλλου, ο κ. Χoκ είχε επισκεφθεί και την Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης.
Ποιος είναι λοιπόν:
Φιλελεύθερος, συντηρητικός, αποτελεσματικός. Ο Άλεξ Χοκ, ο υπουργός Μετανάστευσηςήταν και παραμένει μια αμφιλεγόμενη πολιτική φυσιογνωμία με καταγωγή από τη Θεσσαλονίκη και Έλληνα παππού στην Αντίσταση.
Ο Άλεξ Χοκ έχει πάγιες και εκπεφρασμένες απόψεις για την προστασία των συνόρων και την απόπειρα εισόδου στη χώρα. Για μικρό ή μεγαλύτερο διάστημα, παράνομα ή μη. Επί των ημερών του οι κανόνες έγιναν πιο αυστηροί και από τις αρμόδιες υπηρεσίες έχουν απορριφθεί ή αναιρεθεί χιλιάδες αιτήσεις για visa.
Ο 44χρονος πολιτικός-μέλος της κυβέρνησης Μόρισον στον ανασχηματισμό του Δεκεμβρίου του 2020 ανέλαβε τα νέα καθήκοντά του.
Στόχος, σ’ έναν τομέα που είχε εργαστεί ως Αναπληρωτής επί Πρωθυπουργίας Τέρνμπουλ (Ιούλιος 2016 – Δεκέμβριος 2017 και προτού υποστηρίξει τον έτερο υποψήφιο αρχηγό του κόμματος), η αποτελεσματικότερη εφαρμογή της πολιτικής που αφορούσε το μεταναστευτικό εν μέσω πανδημίας.
Προηγουμένως είχε διατελέσει επίσης υπουργός Διεθνούς Ανάπτυξης και Ειρηνικού, όπως επίσης υφυπουργός Άμυνας, έχοντας λάβει τα εύσημα από τον πρωθυπουργό της χώρας για τη μεταφορά περισσότερων από 4.000 ανθρώπων εντός 10ημέρου “σε μια πολύ επικίνδυνη, βίαιη και χαοτική κατάσταση”, κατά τη διάρκεια της εκκένωσης της Καμπούλ μετά την επικράτηση των Ταλιμπάν.
Ο Χοκ είχε κερδίσει την αναγνώριση και στη συνέχεια την προαγωγή του, αντικαθιστώντας το Κρις Πόρτερ, ως ένα από τα πιο δραστήρια μέλη της κυβέρνησης Μόρισον.
Ανέκαθεν ούτως ή άλλως (και δεν είναι μυστικό ότι) ο Χοκ ανήκε στον χώρο των συντηρητικών, παρ΄ότι ο ίδιος έχει αποκηρύξει τις ακροδεξιές αντιλήψεις.
Πρωτοεξελέγη στο Κοινοβούλιο το 2007 με το Φιλελεύθερο Κόμμα, αλλά είχε ήδη 12 χρόνια οργανωμένης σταδιοδρομίας πίσω του, ως μέλος, αντιπρόεδρος και πρόεδρος της Νεολαίας. Εκτιμάται, μάλιστα, ότι ήταν από εκείνους που πρωτοστάτησαν στη δεξιόστροφη πορεία της Οργάνωσης.
Βέβαια, από το γενεαλογικό δέντρο της μητέρας του οι οικογενειακές καταβολές του ήταν εντελώς διαφορετικές, καθώς κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου ο παππούς ήταν ενεργό μέλος της Εθνικής Αντίστασης στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλονίκης. Το επώνυμό του δεν παραπέμπει φυσικά στην ελληνική καταγωγή του, αλλά ο Άλεξ Χοκ έχει μιλήσει για τη αντάρτικη δράση του πατέρα της μητέρας του και τη διαφυγή της φαμίλιας λίγο πριν από τη Σφαγή του Χορτιάτη.
“Η μητέρα μου γεννήθηκε εκεί σ’ αυτό το μικρό χωριό που λέγεται Χορτιάτης” είχε διηγηθεί στον «Νέο Κόσμο» λίγο μετά την παραλαβή του νέου χαρτοφυλακίου του, αποκαλύπτοντας τις λεπτομέρειες της σωτήριας απόδρασης από το χωριό προτού στις 2 Σεπτεμβρίου του 1944 οι Ναζί και οι συνεργάτες τους (Τάγματα Ασφαλείας) εκτελέσουν 147 κατοίκους και κάψουν τις περιουσίες τους ως αντίποινα για την επίθεση που είχε γίνει προ ημερών σε δύο γερμανικά αυτοκίνητα.
“Πολλοί άνθρωποι από την Ελλάδα κατανοούν την ιστορία, τη φρίκη και τα επακόλουθα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου” συμπλήρωνε ο Χοκ στην ίδια συνέντευξη, συνεχίζοντας την εξιστόρηση της ζωής πριν αυτός έρθει στη ζωή στις 9 Ιουλίου του 1977 σε μια παραθαλάσσια πόλη (Γούλογκονγκ) της Νέας Νότιας Ουαλίας.
Τον παππού του, που πήρε άρον-άρον την οικογένειά του και ξενιτεύτηκε μετά το ’50, γιατί η Ελλάδα δεν χωρούσε πλέον, δεν πρόλαβε να τον γνωρίσει για να έχει ζωντανές αναμνήσεις. Από τη γιαγιά του ή “yiayia” έχει κρατήσει τις μυρωδιές και τη γεύση από τα κουλούρια, αλλά κυρίως τους υπέροχους κεφτέδες που έφτιαχνε γιατί “καλύτερο φαγητό απ’ αυτό δεν θα ξαναβρώ”.
Πάντως, αν και μεγάλωνε σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον ούτε ελληνικά μιλά (και ελάχιστα καταλάβαινε όταν ήταν μικρός) ούτε στην Ελλάδα έχει ταξιδέψει ποτέ.
Γι’ αυτό και όταν στην Αυστραλία προκλήθηκε φασαρία με τις διπλές υπηκοότητες βουλευτών των δύο μεγάλων κομμάτων, είχε πει στην “Daily Telegraph” ότι “είμαι μόνο Αυστραλός πολίτης και ποτέ δεν κατείχα, απέκτησα ή ζήτησα την ελληνική ή οποιαδήποτε άλλη υπηκοότητα” θέλοντας να διαψεύσει ισχυρισμούς πολιτικών αντιπάλων του.
Εκ των υστέρων, εξηγούσε γιατί ποτέ έως τώρα δεν επισκέφθηκε τη γενέτειρα των προγόνων του, επισημαίνοντας ότι “ήταν πολύ ψυχοφθόρο για την οικογένειά μου να γυρίσει πίσω”. Σημείωσε, πάντως, ότι θα ήθελε κάποια στιγμή να συμβεί, παρέα με την οικογένεια που ο ίδιος έχει δημιουργήσει πλέον ύστερα από δύο γάμους.