Τουλάχιστον έξι ανώτερα στελέχη της Αστυνομίας της ΝΝΟ, που πρόσφατα διέπραξαν σοβαρά αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας διατηρήθηκαν στις θέσεις τους, σοκάροντας τους συνηγόρους των θυμάτων και εγείροντας ερωτήματα σχετικά με τη δέσμευση της Αστυνομίας να αντιμετωπίσει τη μάστιγα της βίας μέσα στην οικογένεια, τόσο στις τάξεις της Αστυνομίας όσο και στην ευρύτερη κοινότητα.
Έγγραφα που έχει στα χέρια της το ABC News, στο πλαίσιο της Ελευθερίας της Πληροφορίας, αποκαλύπτουν ότι 27 αστυνομικοί της ΝΝΟ κατηγορήθηκαν για ενδοοικογενειακή βία το 2019 και το 2020.
Οι πέντε αστυνομικοί καταδικάστηκαν στο δικαστήριο, εκ των οποίων οι τρεις εξακολουθούν να υπηρετούν στο σώμα, συμπεριλαμβανομένου ενός ανώτερου στελέχους της Αστυνομίας που καταδικάστηκε για δύο κατηγορίες επίθεσης προκαλώντας σωματική βλάβη, δύο κατηγορίες επίθεσης καθώς και παραβίαση των περιοριστικών μέτρων. Τρεις ακόμα αστυνομικοί που κρίθηκαν ένοχοι στις κατηγορίες επίθεσης, χωρίς όμως να καταδικαστούν, εξακολουθούν επίσης να υπηρετούν.
Από τα έγγραφα προκύπτει επίσης, ότι 15 επιπλέον αστυνομικοί της ΝΝΟ (11 άνδρες και 4 γυναίκες) κατηγορήθηκαν πέρυσι για αδικήματα ενδοοικογενειακής βίας, όπως καταστροφή περιουσίας, επίθεση, παρακολούθηση/εκφοβισμό, στραγγαλισμό, και χρήση της υπηρεσίας τους για να απειλήσουν με φόνο. Τα στοιχεία για το 2021 είναι παρόμοια με εκείνα των προηγούμενων ετών, με 16 αστυνομικούς να κατηγορούνται για ενδοοικογενειακή βία το 2020 και 11 ακόμα το 2019.
Η διευθύντρια της Αστυνομίας της ΝΝΟ, Karen Webb, η οποία ορκίστηκε επίσημα στο ρόλο της τον Φεβρουάριο, δήλωσε ότι έχει «μηδενική ανοχή» στην ενδοοικογενειακή βία, αλλά πρόσθεσε ότι οι προσπάθειες αποπομπής αστυνομικών που παραβαίνουν το νόμο δεν είναι πάντα επιτυχείς, καθώς έχουν δικαίωμα προσφυγής.
«Προφανώς δεν χρειάστηκε να εκδικάσω κανένα από αυτά τα θέματα – είμαι σε αυτή τη θέση 60 περίπου ημέρες», δήλωσε η κα Webb στο ABC News. «Έχω μια πολύ ισχυρή θέση για την ενδοοικογενειακή βία γενικά … αλλά δεν μπορώ να μιλήσω για τις αποφάσεις που έλαβαν οι προκάτοχοί μου».
Ερωτηθείς αν οι πολίτες θα μπορούν να εμπιστευτούν την Αστυνομία της ΝΝΟ να ανταποκριθεί σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας στην κοινωνία, όταν οι αστυνομικοί που κρίθηκαν ένοχοι για τέτοιου είδους κακοποίηση έχουν την άδεια να συνεχίσουν να υπηρετούν, η κα Webb είπε ότι ήταν ένα «εύλογο ερώτημα».
Δήλωσε ότι είναι «σίγουρη» ότι οι έξι αστυνομικοί που εξακολουθούν να υπηρετούν, αφού κρίθηκαν ένοχοι ή καταδικάστηκαν για ενδοοικογενειακή βία, θα αντιμετώπιζαν πειθαρχική δίωξη και δεν πίστευε ότι θα εξακολουθούσαν να βρίσκονται στην “πρώτη γραμμή”, αλλά το γραφείο της δεν έδωσε λεπτομέρειες μέχρι τη δημοσίευση του άρθρου.
Οι συνήγοροι των θυμάτων δηλώνουν ότι πρόκειται για μία ακόμη απόδειξη ότι η Αστυνομία της ΝΝΟ, όπως και άλλες υπηρεσίες επιβολής του νόμου στη χώρα, δεν έχει καταφέρει να αντιμετωπίσει τους καταχρηστικούς αστυνομικούς και έρχεται σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς ανώτερων αστυνομικών ότι ο οργανισμός έχει «μηδενική ανοχή» στην εγκληματική συμπεριφορά.
Όπως αποκάλυψε για πρώτη φορά το 2020 έρευνα του ABC News, οι αστυνομικές δυνάμεις πολύ συχνά δεν λαμβάνουν μέτρα κατά των δραστών ενδοοικογενειακής βίας στις τάξεις τους, αποτρέποντας τα θύματα από το να καταγγείλουν την κακοποίηση και τροφοδοτώντας τη κουλτούρα της ατιμωρησίας.
Τα στοιχεία αυτά έρχονται στο φως σε συνέχεια μιας σκληρής αξιολόγησης του Γενικού Ελεγκτή για τον τρόπο με τον οποία η Αστυνομία της συγκεκριμένης Πολιτείας ανταποκρίνεται στην ενδοοικογενειακή βία, όπου διαπιστώνει πολυάριθμες ατέλειες και αποτυχίες στις επιχειρήσεις του σώματος για την ενδοοικογενειακή βία, μεταξύ άλλων και με τον χειρισμό των ερευνών που γίνονται σε βάρος των εν ενεργεία αστυνομικών.
«Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι αστυνομικοί που έχουν κριθεί ένοχοι για ποινικά αδικήματα έχουν το δικαίωμα να συνεχίσουν να υπηρετούν στην Αστυνομία», και ενδεχομένως να ανταποκρίνονται σε περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας στην κοινωνία, δήλωσε στο ABC η Kerrie Thompson, διευθύνουσα σύμβουλος της Ένωσης Βοήθειας Θυμάτων Εγκλημάτων (VOCAL).
«Υπονομεύει την καλή δουλειά που κάνει η πλειοψηφία των αστυνομικών για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας. Η κοινωνία περιμένει από τους αστυνομικούς να επιδεικνύουν υψηλό επίπεδο ακεραιότητας και να τηρούν το νόμο», δήλωσε η κ. Thompson.
«Εάν είναι δράστες κακοποίησης οι ίδιοι, ανησυχώ βαθύτατα για την ικανότητά τους να παρέχουν επαρκή υποστήριξη στα θύματα-επιζώντες της ενδοοικογενειακής βίας».
Ο επικεφαλής της Αστυνομίας της ΝΝΟ έχει το δικαίωμα να απομακρύνει έναν αστυνομικό από το σώμα, σύμφωνα με το άρθρο 181D του αστυνομικού νόμου, εάν χάσει την εμπιστοσύνη του στην καταλληλότητά του να συνεχίσει να λειτουργεί ως αστυνομικός. Οι αξιωματικοί που διαπράττουν παραπτώματα μπορούν επίσης να αντιμετωπίσουν εσωτερικά πειθαρχικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του βαθμού ή του μισθού ή της μετάθεσης σε άλλα καθήκοντα.
Όσοι κρίνονται ένοχοι για εγκληματική συμπεριφορά παραπέμπονται αυτομάτως προς εξέταση για απώλεια της εμπιστοσύνης στον διευθυντή της Αστυνομίας, εξήγησε η κα Webb, με κάθε περίπτωση να αξιολογείται επί της ουσίας: «Αλλά … δεν έχω τη γενική έγκριση για αυτόματη απομάκρυνσή τους και πρέπει να λαμβάνω υπόψη τα πάντα κατά τη λήψη των αποφάσεών μου».
Με άλλα λόγια, η διάπραξη ενδοοικογενειακής βίας δεν θεωρείται απαραίτητα αρκετά σοβαρό παράπτωμα ώστε να δικαιολογείται η απόλυση ενός αστυνομικού.
Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχει συμβεί στο παρελθόν. Σε μια υπόθεση που εκδικάστηκε το 2020, ένας πρώην αστυνομικός άσκησε έφεση κατά της απόφασης του Διευθυντή της Αστυνομίας να τον απολύσει για 11 περιπτώσεις βίας, ισχυριζόμενος ότι η απομάκρυνσή του θα ήταν σκληρή. Ο διευθυντής της Αστυνομίας (που τότε ήταν ο Mick Fuller) διαφώνησε, υποστηρίζοντας ότι η Αστυνομία της ΝΝΟ «δεν έχει καμία ανοχή στη συμπεριφορά ενδοοικογενειακής βίας», την οποία περιέγραψε ως «εγκληματική συμπεριφορά και εχθρική προς τον όρκο του αξιώματός μας».
Παρ’ όλα αυτά, συνήγοροι και δικηγόροι έχουν επισημάνει τις ανακολουθίες μεταξύ του τρόπου με τον οποίο οι ανώτεροι αστυνομικοί ισχυρίζονται ότι ανταποκρίνονται στους δράστες στις τάξεις τους, και των κακών εμπειριών που πολλά θύματα λένε ότι είχαν, όταν ζήτησαν βοήθεια από την Αστυνομία.
Η Lauren Caulfield, συντονίστρια του Προγράμματος Αστυνόμευσης της Οικογενειακής Βίας, δήλωσε ότι τα νέα στοιχεία που περιήλθαν στην κατοχή του ABC News είναι «θλιβερά, εξοργιστικά και ανατριχιαστικά» και αποδεικνύουν ότι οι αστυνομικοί που διαπράττουν ενδοοικογενειακή βία έχουν σημαντικά λιγότερες πιθανότητες να κατηγορηθούν και να καταδικαστούν από ό,τι οι δράστες στον γενικό πληθυσμό.
Το γεγονός ότι τουλάχιστον έξι αστυνομικοί που κρίθηκαν πρόσφατα ένοχοι ή καταδικάστηκαν, εξακολουθούν να υπηρετούν στην Αστυνομία θα πρέπει να προκαλεί «σοβαρή ανησυχία» στους πολίτες, πρόσθεσε η κα Caulfield. Ως σημείο αναφοράς, είπε, ότι μια καταδίκη για ενδοοικογενειακή βία συχνά αποκλείει τα μέλη της κοινωνίας από το να προσφέρουν εθελοντική εργασία σε πολλές οργανώσεις.
Από την πλευρά της, η νέα διευθύντρια της Αστυνομίας της ΝΝΟ, Karen Webb, δήλωσε ότι «καλοσωρίζει» τα ευρήματα του Γενικού Ελεγκτή και ότι θα συνεργαστεί με το Γραφείο Ελέγχου και τους ενδιαφερόμενους φορείς για την αντιμετώπιση των οκτώ συστάσεων που προτείνει, αλλά επέμεινε ότι η Αστυνομία της ΝΝΟ διαχειρίζεται καλά τις συγκρούσεις συμφερόντων και «θέτει τις ανάγκες των θυμάτων ως προτεραιότητα».
Άλλες αστυνομικές διευθύνσεις έχουν προσπαθήσει να αντιμετωπίσουν τα κραυγαλέα προβλήματα σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αντιδρούν στους υπαλλήλους τους που ασκούν ενδοοικογενειακή βία και να σταματήσουν να τους παρέχουν «ειδική μεταχείριση».
Η Αστυνομία της Βικτώριας, για παράδειγμα, πρόσφατα δημιούργησε μία αυτόνομη μονάδα για την αντιμετώπιση τέτοιων θεμάτων, τη μονάδα Διοίκησης Επαγγελματικών Προτύπων για τη διερεύνηση περιπτώσεων υψηλού κινδύνου.
Όμως η κα Webb, δήλωσε ότι θα δώσει προτεραιότητα στην εξυπηρέτηση της ευρύτερης κοινότητας προτού εξετάσει αν χρειάζεται μια εξειδικευμένη μονάδα για την αντιμετώπιση των δραστών μέσα στην Αστυνομία.
«Υπάρχει μονάδα εσωτερικών υποθέσεων μου αποτελείται από ντετέκτιβ, καθορισμένους ποινικούς ανακριτές που ειδικεύονται και έχουν όλες τις δεξιότητες για να διερευνήσουν κάθε είδους ποινικό αδίκημα, όχι μόνο τη βία», δήλωσε. «Και σίγουρα, όσο είμαι στο ρόλο μου εδώ, θα προσπαθήσω να βελτιώσω όπου μπορώ, και αν αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αλλάξω κάποια πράγματα γύρω από τις αναθέσεις και τις εξουσίες, τότε θα το κάνω».