Ο μεγάλος Έλληνας επιφυλλιδογράφος και θεατρικός συγγραφέας, λάτρης του Λεωνιδίου και ιδιαιτέρως της συνοικίας του Κοιλάσσου, Δημήτρης Ψαθάς έγραφε: «..Καρναβάλι στη Πάτρα και Πάσχα μόνο στο Λεωνίδιο».

Στο Λεωνίδιο της Αρκαδίας, η νύχτα της Ανάστασης είναι η «Νύχτα των Αερόστατων», έθιμο που ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα. Η όμορφη πρωτεύουσα της Τσακωνίας μετατρέπεται σε ένα φαντασμαγορικό σκηνικό θεάματος.

Το έθιμο αυτό προέρχεται από ντόπιους ναυτικούς οι οποίοι γυρίζοντας τον κόσμο, εντυπωσιάστηκαν από κάποιο αντίστοιχο ασιατικό έθιμο. Στη συνέχεια, το μετέφεραν στην πατρίδα τους, που με το πέρασμα των χρόνων καθιερώθηκε και συνδυάστηκε με το εορτασμό του Ανάστασης.

Τα Αερόστατα, που είναι οι «πρωταγωνιστές» εκείνο το βράδυ, ετοιμάζονται εβδομάδες πριν από τη «μεγάλη» βραδιά. Σχεδόν κάθε σπίτι κατασκευάζει το δικό του και στην ετοιμασία του συμμετέχει όλη η οικογένεια, μικροί και μεγάλοι.

Η τεχνική που χρησιμοποείται είναι ειδική και η προέλευση της χάνεται στα βάθη των χρόνων. Τα αερόστατα είναι φτιαγμένα από καλάμι και χαρτί. Το μεγεθός τους ποικίλει, όμως δε ξεπερνάει τα δύο μέτρα. Τα μεγάλα απαιτούν από 32 έως 36 κόλλες χαρτί για να φτιαχτούν, τα μικρότερα χρειάζονται 8 κόλλες ενώ κάποια άλλα από 16 ή 18.

Οι κόλλες που κατασκευάζονται τα αερόστατα έχουν χρώμα συνήθως μπλέ, πράσινο, πορτοκαλί, αλλά το χρώμα που κυριαρχεί είναι το κόκκινο και το κίτρινο. Στην αρχή ενώνουν δύο κόλλες χαρτί μεταξύ τους, π.χ. μία κόκκινη και μία μπλε, ύστερα τις κάνουν τέσσερις βάζοντας τα χρώματα αντίθετα (κόκκινο-μπλέ, μπλέ-κόκκινο). Μετά τις τέσσερις κόλλες χαρτί τις κάνουν οκτώ, τις οκτώ δεκαέξι.

Κατόπιν φτιάχνεται η κορυφή, ο θόλος του αεροστάτου, o κουμπές. Τσακίζουν τις δύο άκρες της κορυφής τριγωνικά, τις κόβουν και μετά τις κολλούν με σύγχρονη κόλλα εμπορίου, (παλιά η κόλλα ήταν από ζυμάρι η αλευρόκολλα).

Ακολουθεί το καλάμωμα, το ράψιμο δηλαδή λεπτυσμένου καλαμιού στο στόμιο του αεροστάτου. Μετά το ράψιμο στο καλάμι τοποθετείται σταυρωτά σύρμα και σ΄ ένα γάντζο ακριβώς στη διασταύρωση των συρμάτων τοποθετείται η κολλημάρα, ένα πανί εμποτισμένο με λάδι και πετρέλαιο που χρησιμοποιείται για την πυροδότησή τους.

Με το πρώτο “Χριστός Ανέστη” οι ενορίες καίνε το ομοίωμα του Ιούδα και τα αερόστατα ελευθερώνονται στον ουρανό. Η κάθε ενορία αφήνει περισσότερα από 100 αερόστατα που για 30-40 λεπτά κατακλύζουν τον ουρανό, προσθέτοντας 500-600 αστέρια σ΄ αυτά της ανοιξιάτικης γλυκιάς αναστάσιμης νύκτας. Η φαντασμαγορική ατμόσφαιρα συμπληρώνεται με βεγγαλικά, βαρελότα, δυναμιτάκια και με κάθε είδους πυροτεχνήματα. Έχει παρατηρηθεί πως όποιες καιρικές συνθήκες και να επικρατούν το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, τη στιγμή της Ανάστασης επικρατεί σχετική νηνεμία, με ελαφρό δυτικό αεράκι.

Οι φωτιές από τις κολλημάρες των αεροστάτων πολλές φορές γίνονται ορατές μέχρι τις Σπέτσες και το Ναύπλιο.

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ

Την Κυριακή του Πάσχα ο Δήμος, χρόνια τώρα, στήνει στον κήπο του Δημαρχείου, σούβλες με αρνιά και κοκορέτσια και φιλεύει όλους τους επισκέπτες με καλόπιοτο κρασί, νόστιμους μεζέδες και κόκκινα αυγά.

Ο λογαριασμός των αποτυχιών από το πέταγμα των αερόστατων την προηγούμενη νύχτα, με όσα κάηκαν από υπερβολικά μεγάλη κολλημάρα, ή από πολύ πετρέλαιο, ή ακόμη μπερδεύτηκαν στα σύρματα της ΔΕΗ, είναι στο επίκεντρο της ανταλλαγής των πειραγμάτων μεταξύ των «ανταγωνιστών» των ενοριών.

Στην Ακολουθία της Αγάπης, το απόγευμα, στην πλατεία 25ης Μαρτίου το Ευαγγέλιο διαβάζεται και στην Τσακώνικη διάλεκτο. Φουστανελοφόροι και τζουμπελούδες (ο τζουμπές ήταν η τοπική επίσημη γυναικεία φορεσιά του Πραστού) χορεύουν τον Τσακώνικο και άλλους δημοτικούς χορούς. Η μουσική είναι πάντα ζωντανή από λαϊκούς ντόπιους οργανοπαίκτες. Προσφέρονται σ΄ όλους παραδοσιακές δίπλες που νοικοκυρές έφτιαξαν στα σπίτια τους. Το γλέντι κρατά γερά, κανένας δε βγαίνει από το χορό και πώς να βγει άλλωστε, αφού χορός της Αγάπης είναι αυτός.