Με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί εδώ και μία 20ετία στην Αυστραλία αυξήθηκαν οι τιμές βασικών προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς ο ετήσιος πληθωρισμός ανήλθε στο 5,1%, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ABS).
Η ABS απλά επιβεβαίωσε αυτό που βιώνουν και οι ομογενείς μας εδώ και μήνες: τα δολάρια… κάνουν φτερά ακόμη πιο γρήγορα πλέον, καθώς -ειδικά- η ακρίβεια στα καύσιμα το προηγούμενο διάστημα και τα τρόφιμα «τίναξαν στον αέρα» πολλούς οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Το κακό δε σταματά εδώ, καθώς υψηλός πληθωρισμός σημαίνει και μειωμένο περιθώριο για την Κεντρική Τράπεζα της Αυστραλίας (RBA) να διατηρήσει στο ιστορικό χαμηλό επίπεδο του 0,1% τα επιτόκιά της.
Από τις αποφάσεις της RBA εξαρτώνται εκατομμύρια δανειολήπτες και το διακύβευμα μίας αύξησης των επιτοκίων -η οποία αναμένεται πια πολύ σύντομα, ίσως και εν μέσω της προεκλογικής περιόδου από τους οικονομολόγους- είναι εκατοντάδες δολάρια παραπάνω κάθε μήνα σε δόσεις προς τις τράπεζες.
Επίσης, το πιο… ακριβό χρήμα εκτιμάται ότι θα «βαρύνει» την αγορά κατοικιών, με τις αξίες των σπιτιών και των διαμερισμάτων, να επιβραδύνουν, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους ιδιοκτήτες.
Στόχος της RBA είναι ο δομικός πληθωρισμός-που δε λαμβάνει υπόψη τις μεγάλες και εποχικές μεταβολές τιμών- να βρίσκεται μεταξύ του 2%-3%. Πλέον, βρίσκεται στο 3,7%, το υψηλότερο επίπεδο από το Μάρτιο του 2009, πριν η Κεντρική Τράπεζα εκκινήσει εκείνο το χρόνο τις αυξήσεις επιτοκίων έως το Νοέμβριο του 2010.
Ειδικότερα, όσον αφορά στα στοιχεία που ανακοίνωσε την Τετάρτη η Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, η τελευταία φορά που οι τιμές αυξήθηκαν με τόσο υψηλό ρυθμό στην Αυστραλία ήταν τον Ιούνιο του 2001 (6,1%), κυρίως λόγω του αντίκτυπου που είχε η επιβολή του φόρου (GST) 10% σε αγαθά και υπηρεσίες.
Προ GST, θα πρέπει κανείς να ανατρέξει στον Δεκέμβριο του 1995 για να βρει μία αύξηση της τάξης του 5,1%.
Σύμφωνα με την αρμόδια της ABS για τον πληθωρισμό, Michelle Marquardt, μόνο το τελευταίο τρίμηνο (Ιανουάριος-Μάρτιος 2022) οι τιμές καταναλωτή είχαν άνοδο 2,1%.
Τα καύσιμα, σε τρεις μήνες, είχαν άνοδο 11%, οι νέες κατοικίες 5,7% και η ανώτατη εκπαίδευση 6,3%. Ετησίως το κόστος για νέες κατοικίες ήταν αυξημένο κατά 13,7% και για καύσιμα 35,1%.
«Η ισχυρή ζήτηση, σε συνδυασμό με προβλήματα στην προμήθεια υλικών, αλλά και την έλλειψη εργατικού δυναμικού, όλη τη χρονιά, είχαν ως συνέπεια τον υψηλότερο πληθωρισμό για νέα κτίρια από την εισαγωγή του GST», δήλωσε η κα Marquardt. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι αρκετές κατασκευαστικές φαλίρισαν το διάστημα αυτό.
Σε σχέση με τα καύσιμα, η κα Marquardt είπε πως η ετήσια άνοδος των τιμών ήταν η υψηλότερη από το 1990 και την εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ. Οι τιμές έχουν μειωθεί τελευταία με τη μείωση του φόρου στο 50% από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, για συνολικά 6 μήνες.
Γενικότερα, για αγαθά η αύξηση των τιμών είναι στο 6,6% και για υπηρεσίες στο 3%. Στα τρόφιμα και τα μη αλκοολούχα ροφήματα η αύξηση είναι 4,3%, με τα λαχανικά και τα φρούτα στο 6,7% (5,8% το τελευταίο τρίμηνο), τα προϊόντα κρέατος και τα θαλασσινά στο 4,8% και τα γαλακτοκομικά στο 4,1%. Το κόστος στέγασης αυξήθηκε κατά 6,7%, ενώ των επίπλων και άλλων ειδών/υπηρεσιών νοικοκυριού κατά 4,9%.
Υπενθυμίζεται ότι πέρυσι -πριν και την επιπλέον ταραχή που προκάλεσε στην οικονομία η «Όμικρον», τις πλημμύρες και τον πόλεμο- ο πληθωρισμός ήταν 3,5%, ενώ η αύξηση των μισθών, αλλά και η πιο πρόσφατη «άνοδος» στις συντάξεις, 2,1%. Δεν «πλησιάζουν» δηλαδή τη νέα άνοδο του πληθωρισμού (5,1%), κάτι που σημαίνει πως όσο διαρκούν οι πιέσεις στην αγορά θα «ροκανίζεται» το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών.