Η αύξηση του επιτοκίου από την Κεντρική Τράπεζα της Αυστραλίας (RBA) για πρώτη φορά από το 2010 έριξε «λάδι στη φωτιά» της προεκλογικής αντιπαράθεσης.
Ο διοικητής της RBA, Phillip Lowe, ανακοινώνοντας την άνοδο του επιτοκίου στο 0,35% έκανε λόγο για «καλά νέα» για την οικονομία, η οποία «άντεξε» εν μέσω πανδημίας και πλέον αναπτύσσεται δυναμικά.
Όσοι έχουν καταθέσεις στις τράπεζες -και όχι δάνεια να ξεπληρώσουν- χαμογελούν, αλλά για τους δανειολήπτες αυξάνεται περαιτέρω η πίεση του κόστους ζωής.
Σε κάθε περίπτωση, ο πληθωρισμός παραμένει στο επίκεντρο της προσοχής όλων καθώς για όλους τους καταναλωτές/πολίτες/ψηφοφόρους σημαίνει ακρίβεια και εντέλει δυσαρέσκεια.
Το «τις πταίει» λοιπόν και τα… πορτοφόλια αδειάζουν ταχύτερα μπορεί, σε σημαντικό βαθμό, να κρίνει και τις εκλογές της 21ης Μαΐου.
Η τελευταία φορά που μία αύξηση επιτοκίου της RBA έγινε εν μέσω προεκλογικής περιόδου ήταν το 2007 (κατά 0,25%, αλλά στο 6,75%) όταν διοικητής της ήταν ο Glenn Steven. Μία κίνηση που εξαγρίωσε τον τότε ομοσπονδιακό πρωθυπουργό John Howard, ο οποίος δεν έχασε μόνο τις εκλογές, αλλά και την εκλογική του έδρα.
Ο νυν πρωθυπουργός της Αυστραλίας, Scott Morrison και ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Anthony Albanese, δεν… έπεσαν από τα σύννεφα από την ανακοίνωση του κ. Lowe, που αναμενόταν, ειδικά όταν έγινε γνωστό προ ημερών ότι ο πληθωρισμός ξεπέρασε το 5% (υψηλά 20ετίας).
Τα κομματικά επιτελεία είχαν προετοιμάσει την αντίδρασή τους.
Ο κ. Morrison «συνεχίζοντας» στο μοτίβο του διοικητή της RBA είπε πως αύξηση του επιτοκίου σημαίνει ότι η οικονομία είναι ισχυρή, αναπτύσσεται και δεν είναι καιρός για αλλαγή πλεύσης με τους Εργατικούς στο τιμόνι.
Ανέφερε επίσης ότι διεθνείς παράγοντες, κυρίως ο πόλεμος στην Ουκρανία, επηρεάζουν τις τιμές στην Αυστραλία.
O κ. Lowe νωρίτερα είπε πως ο πληθωρισμός οφείλεται σε διεθνείς παράγοντες, αλλά και σε εγχώριους παράγοντες, όπως η δυνατότητα διεύρυνσης της παραγωγής, λόγω ελλείψεων σε εξειδικευμένους εργαζόμενους.
Ο κ. Morrison ανακοίνωσε ακόμη πως η κυβέρνησή του θα «προστατεύσει» περί τους 900.000 συνταξιούχους και άλλους δικαιούχους κοινωνικών επιδομάτων, «κλειδώνοντας» για δύο χρόνια τις μειώσεις στις εκτιμήσεις εισοδήματος (deeming rate) που έγιναν το προηγούμενο διάστημα και ειδικά εν μέσω της πανδημίας.
«Αυτή είναι μία ακόμη ασπίδα για να βοηθήσουμε τους Αυστραλούς να προστατευτούν από τις πιέσεις του κόστους ζωής», είπε, καθώς με αυτόν τον τρόπο παραμένει σταθερό το ποσό επιδομάτων προς δικαιούχους, χωρίς να επηρεάζονται από ενδεχόμενες αυξήσεις σε τόκους, άρα και εισοδήματα.
Το κατώτερο deeming rate «παγώνει» στο 0,25% για χρηματοοικονομικές επενδύσεις έως 53.600 δολ. για ένα άτομο και 89.000 για ζευγάρια και το ανώτατο στο 2,25% για ποσά άνω των 53.600 δολ. και 89.000 δολ., αντίστοιχα.
Από την πλευρά του, ο κ. Albanese -σε κοινό ανακοινωθέν με τον «σκιώδη υπουργό» Οικονομικών, Jim Chalmers- επεσήμανε πως «ακόμη και πριν από την απόφαση (της RBA), οι Αυστραλοί αντιμετώπιζαν τεράστιο κόστος ζωής … η οικονομική αξιοπιστία του Scott Morrison είχε ήδη κουρελιαστεί και πλέον έχει καταστραφεί τελείως».
«Μετά από σχεδόν μία δεκαετία της κυβέρνησής του, Φιλελεύθερων-Εθνικών, το κόστος για βασικά είναι εκτός ελέγχου, οι πραγματικοί μισθοί μειώνονται και τώρα τα επιτόκια αυξάνονται».
«Όταν τα πράγματα πάνε καλά στην οικονομία ο Scott Morrison το πιστώνεται, αλλά όταν τα πράγματα δυσκολεύουν κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη».
«Το μόνο που έχουν ο Scott Morrison και ο Josh Frydenberg είναι ένα σχέδιο έως τις εκλογές, με εφάπαξ πληρωμές εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας».
«Οι Εργατικοί έχουν ένα σχέδιο για ένα καλύτερο μέλλον πέρα από τις εκλογές, το οποίο έχει στόχο την ανάπτυξη της οικονομίας χωρίς πληθωριστικές πιέσεις, ελάφρυνση των πιέσεων στο κόστος ζωής, αύξηση ξανά των πραγματικών μισθών» και μείωση του χρέους.
Στο μεταξύ, την Τετάρτη, ο κ. Frydenberg και ο κ. Chalmers, «μονομάχησαν» στο debate του National Press Club.
O υπουργός Οικονομικών τόνισε πως στόχος του παραμένει μία ισχυρή οικονομία, η ανάπτυξη της οποίας θα φέρει μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και του χρέους.
Δήλωσε υπερήφανος που παρά την κρίση, διεθνώς, η ανεργία στην Αυστραλία είναι στο 4% και υπογράμμισε πως αυτό δεν είναι τυχαίο, αλλά το οικονομικό σχέδιο της κυβέρνησης που έχει αποτέλεσμα.
Ο «σκιώδης υπουργός» Οικονομικών επέκρινε την κυβέρνηση ως την πιο «σπάταλη», χωρίς σχέδιο αντιμετώπισης της αύξησης του κόστους ζωής.
Τόνισε πως ναι μεν είναι σημαντική η ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά χωρίς πληθωριστικές πιέσεις. Το σχέδιο των Εργατικών, είπε, έχει στόχο την «υπεύθυνη και ουσιαστική αλλαγή, όχι ριζοσπαστική αλλαγή».
«Έχει να κάνει με πραγματική ελάφρυνση των πιέσεων του κόστους ζωής για οικογένειες μακροπρόθεσμα. Να κινηθούν και πάλι οι πραγματικοί μισθοί».
Κανείς από τους δύο, δεν έδωσε σαφείς απαντήσεις πως θα μειώσουν τις δαπάνες, αν είναι στην εξουσία μετά τις εκλογές, οπότε ερωτήθηκαν τι εκτιμούν πως θα κάνει ο αντίπαλός του.
Ο κ. Chalmers εξέφρασε την ανησυχία του πως η κυβέρνηση θα συνεχίσει να αγνοεί το κόστος ζωής. «Ο μεγαλύτερος κίνδυνος σε αυτές τις εκλογές είναι ότι τίποτε δε θα αλλάξει καθόλου».
Ο κ. Frydenberg απάντησε πως οι Εργατικοί θα καταφύγουν στο «φυσικό τους ένστικτο» και θα φορολογήσουν περισσότερο, θα δαπανήσουν περισσότερο.