Τι σπαραγμός, μείναμε μόνοι ψυχή μου, εσύ κι εγώ στην μέση του πουθενά, να κοιτάμε την αιματοβαμένη γη, να μετράμε κουφάρια με τον τρόμο ζωγραφισμένο στα πρόσωπά τους!
Σε μια γη ευλογημένη που φιλοξένησε τις επτά εκκλησιές, που γέννησε κι ανέθρεψε Άγιους και σοφούς, που γέννησε τέχνες και γράμματα!
Σε μια γη που την ζήλευαν όλοι του κόσμου οι Θεοί!
Τι πόνος, κάνει χαρακιές στην καρδιά και το δάκρυ κυλάει δίχως σταματημό!
Φωτιά και μαχαίρι,σχοινί και μπαρούτι, σκόρπισαν παντού θάνατο δίχως να ξεχωρίσουν, άντρες, γυναίκες, νήπια και γέροντες.
Όλοι στη σφαγή στον πνιγμό στο ντουφέκι, γιατί;
Τούτη την Πατρίδα την ξέχασε κι ο Θεός…
Στη μέση του πουθενά ψυχή μου εσύ κι εγώ βουβοί κοιτάμε ό,τι μας πήραν με αίμα, ό,τι αγαπήσαμε μας το στέρησαν, γίναν οι μέρες μας φονιάδες κι οι νύχτες έγιναν φωτιά, τούτος ο τόπος φωνάζει γιατί…
Κρύβω το πρόσωπό μου με τα δυό μου χέρια να πάψει να θωρεί ετούτη την ασχήμια του καιρού, μα στου μυαλού μου τον λαβύρινθο ακούω τις κραυγές το κλάμα νιώθω τον πόνο απ”το μαχαίρι να με τρυπά παντού.
Λίγωσε η ψυχή μα η καρδιά της δίνει κουράγιο, προστάζει την κεφαλή να σταθεί ορθή και τα πόδια ν”αρχινησουν να πορπατουν.
Προστάζει ο ομυαλός φύγε-φύγε μακριά, μα μια φωνή από τα βάθη της ψυχής ρωτά γιατί…
Τούτος ο τόπος χιλιάδες χρόνια είναι δικός μου – μου ανήκει ετούτη η γη με γέννησε μα γέμισε με άδικο χαμένο αίμα γιατί…
Να πάω που να κάμω τι τα”χασα όλα κι η μέρα και η νύχτα γέμισαν τρόμο,γινήκαν εφιάλτες που με κομματιαζουν θαρρείς και έχω βγάλει το χτικιό!
Να ξοριστώ Θεέ μου αφού κι εσύ με ξέχασες,να ζήσω προσβολές και πείνα κι άλλο θάνατο, γιατί;
Πες μου τον λόγο που ‘ριξες τόση αδικιά τόση κατάρα πάνω στον τόπο που με γέννησε!
Πες μου Θεέ μου πώς θε να αφήσω πίσω μου νεκρούς δίχως μοιρολόι, δίχως αφτουμενο καντήλι στη μνήμη τους!
Πώς μου ζητάς Θεέ ν’ αφήσω πίσω μου νεκρούς να ζήσουν στην ντροπή, στη λησμονιά απ’ όλους ξεχασμένοι;
Δεν το μπορώ, συχώρα με Θεέ μου, τούτο το αίμα δεν χύθηκε για λευτεριά, θέλω να γύρω το κορμί μου πάνω στο χώμα το ιερό κι ας μ’ έβρει ο θάνατος,έτσι κι αλλιώς νιώθω νεκρός γιατί μου στέρησαν ό,τι αγάπησα, οικογένεια και πατρίδα είμαι νεκρός τ”ακους?
*Απόγονος τρίτης γενιάς από το Μελί Ερυθραίας.