Το Μετόχι του Τσουρδαλαντώνη, κρυφού τροφοδότη δύο Αυστραλών

Ο αείμνηστος πατέρας μου, Αντώνης Κων. Τσουρδαλάκης (1896-1967), διαισθάνθηκε από το 1939 που είχε αρχίσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος στην Ευρώπη και διαβάζοντας στις εφημερίδες για τις νίκες του Γερμανικού στρατού σε όλα τα μέτωπα της Ευρώπης, ότι οι Γερμανοί δεν αποκλείεται μια μέρα να έφταναν και στην Κρήτη.

Γνώριζε καλά την αγριότητα και το πείσμα των Γερμανών για εκδίκηση αφού είχε κάνει τρία χρόνια αιχμάλωτός τους κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τις ανησυχίες του αυτές ήλθε να ενισχύσει και η κήρυξη του πολέμου της Ιταλίας του φασίστα Μουσολίνι εναντίον της Ελλάδας στις 28 Οκτωβρίου 1940. Η Ιταλία ήταν σύμμαχος των Γερμανών.

Ο Eλληνικός λαός, σαν ένα σώμα, αντιστάθηκε στους Ιταλούς και ο ελληνικός στρατός νίκησε τους Ιταλούς στα βουνά της Ηπείρου, στην Αλβανία και κόντευε να τους ρίξει στην θάλασσα.

Τότε ο Μουσολίνι τρομαγμένος και ντροπιασμένος ζητά την βοήθεια των συμμάχων του Γερμανών, οι οποίοι τον Απρίλιο του 1941 χτυπούν πισώπλατα την Ελλάδα από την μεριά της Βουλγαρίας και μπαίνουν στο ελληνικό έδαφος.

O Τσουρδαλαντώνης.

Μια μέρα, λοιπόν, αρχές του Μάρτη του 1941 καθόταν ο πατέρας μου με μια παρέα στο καφενείο του αδελφού του, Νικολή και άκουγαν τα νέα από το ραδιόφωνο. Άσχημα νέα. Οι Γερμανοί προχωρούν νικητές σε όλα τα μέτωπα. Ήδη έχουν μπει στην Γιουγκοσλαβία και κατεβαίνουν προς το νότο. Είναι σίγουρος ότι έχει έρθει και η σειρά της Ελλάδας. Λέει, λοιπόν, στην παρέα:

– Αύριο θα πάρω τα κοπέλια να πάω στη Γιαλιά να χτίσω ένα μετόχι (αγροτικό σπίτι) γιατί οι Γερμανοί θα ‘ρθουν και στην Κρήτη. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, να βομβαρδίσουν και το χωριό μας. Θα πάω, λοιπόν, εκειά την οικογένειά μου.

– Εμά, μωρέ, Αντώνη και στην Κρήτη θα έρθουνε οι Γερμανοί!, του απάντησαν μερικοί κοροϊδευτικά.

Ο πατέρας μου δεν μίλησε, παρά σηκώθηκε και έφυγε. Την επόμενη μέρα πράγματι πήρε μαζί του τα μεγάλα μου αδέλφια, πήγε στην τοποθεσία “Γιαλιά”, δύο ώρες ποδαρόδρομο δυτικά του χωριού μας και άρχισε να χτίζει το μετόχι.

Πριν αρχίσει, όμως, το κτίσιμο του μετοχιού, μετέφερε με το γάϊδαρο διάφορα είδη πρώτης ανάγκης (κουβέρτες, είδη κουζίνας κ.λπ.) στο “Σπήλιο του Μπέη” που ήταν κοντά στα περβόλια μας στην τοποθεσία “Σκουλικαρέ” και εκεί έμενε η οικογένειά μας μέχρι να κτιστεί το μετόχι. Δεν πέρασαν δυο μήνες και οι Γερμανοί βομβάρδισαν το χωριό μας. Σε ένα μήνα περίπου είχε έτοιμο το πάνω μετόχι. Δηλαδή, ένα μακρόστενο δωμάτιο που όμως ήταν αρκετό να στεγάσει την οικογένειά μας όταν πήγαμε εκεί.

Tο χωριό Prevelly Park με το εκκλησάκι του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου, στη Δυτική Αυστραλία.

Στις 21 του Μάη 1941 τα γερμανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν την Κρήτη μαζί και το χωριό μου, Μέλαμπες, σκοτώνοντας έξι άτομα. Περνούσαν χαμηλά πάνω από το μετόχι μας, τα αδέλφια μου φοβισμένα έτρεχαν και κρυβόταν μέσα στους “κούμους” (μικρές σπηλιές) που ήταν στην αυλή του μετοχιού. Την επόμενη μέρα για περισσότερη ασφάλεια πήγαν στο “σπήλιο του Μπέη” και μετά σε άλλο σπήλιο στου “Σκιστή το Χάρακα”.

Έπειτα από μερικές μέρες γύρισαν πλέον μόνιμα στο μετόχι. Στο μετόχι μας αυτό βρήκαν φιλόξενο καταφύγιο και πολλοί συγγενείς μας και φίλοι, έστω και προσωρινά. Μεταξύ αυτών και ο αδελφός του πατέρα μου, ο Νικολής, στο καφενείο του οποίου γινόταν η συζήτηση που ανέφερα πιο πάνω. Ο θείος Νικολής, μάλιστα, επειδή τον καταζητούσαν οι Γερμανοί έμεινε κρυμμένος κοντά μας 3 χρόνια.

Το αγροτικό αυτό «παλατάκι» ήταν κτισμένο στην πλαγιά ενός βουνού σε υψόμετρο 700 περίπου μέτρων. Η θέα από το μετόχι είναι καταπληκτική. Στα πόδια αυτού του βουνού απλώνεται μια πεντακάθαρη θάλασσα, το Λιβυκό Πέλαγος. Από εκεί πάνω φαίνονται καταμεσής του πελάγους τα δίδυμα νησάκια που λέγονται “Παξιμάδια”.

Ο Σωκράτης Τσουρδαλάκης στο ερειπωμένο μετόχι. Φώτος: Supplied

Δυτικότερα, το νησί Γαύδος. Ο αρχαίος ποιητής Καλλίμαχος, την αναφέρει με το όνομα Ωγυγία. Στο νησί αυτό σύμφωνα με τον Όμηρο, κατοικούσε η νύφη Καλυψώ που ο Οδυσσέας περιπλανώμενος και θαλασσοδαρμένος έμεινε κοντά της, η οποία, μάλιστα, ήθελε να τον κάνει και άνδρα της. Γι’ αυτό και εκτός από Ωγυγία ονομαζόταν και νησί της Καλυψώς. Ο δε Απόστολος Παύλος, οδηγούμενος προς την Ρώμη λόγω τρικυμίας, ως φαίνεται, προσάραξε στη Γαύδο, την οποία ονομάζει Κλαύδη.

Και κάτω εκεί που η θάλασσα γλείφει τα πόδια του βουνού στην πλαγιά του οποίου είναι κτισμένο το μετόχι μας, είναι η παραλία του Αγίου Γεωργίου με το ιστορικό εκκλησάκι του ομώνυμου Αγίου, το οποίο κτίστηκε επί Βυζαντινής εποχής και στους τοίχους του σώζονται ακόμα Βυζαντινές τοιχογραφίες. Στην παραλία αυτή, έστησαν το φυλάκιό τους οι Γερμανοί, όταν κατάλαβαν την Κρήτη.

Πολλές φορές ανέβαιναν στο μετόχι μας ζητώντας δήθεν τροφή. Στην πραγματικότητα όμως έλεγχαν το μέρος για αντάρτες που είχαν αναπτυχθεί πολύ γρήγορα μετά την κατάληψη της Κρήτης.

Νοτιοανατολικά από το μετόχι μας, απλώνεται ο κόλπος της Μεσαράς. Στην παραλία του κόλπου είναι κτισμένο το χωριό Αγία Γαλήνη. Εδώ είχαν τρυπήσει οι Γερμανοί την παραλία και είχαν εγκαταστήσει μεγάλο κανόνι που επιτηρούσε τον κόλπο της Μεσαράς.

Το Ελληνο-Αυστραλιανό Μνημείο στη Μονή Πρέβελη.

Ανατολικότερα, στο βάθος του κόλπου, απλώνονται τα χωριά Κόκκινος Πύργος και Τυμπάκι, με το αεροδρόμιο το οποίο έφτιαξαν οι Γερμανοί με αγγαρείες του ντόπιου πληθυσμού. Από το αεροδρόμιο αυτό τροφοδοτούσαν οι Γερμανοί με τρόφιμα και νερό, τον στρατηγό τους Ρόμελ στη βόρεια Αφρική, ο οποίος είχε φτάσει στα πρόθυρα της Αλεξάνδρειας και απειλούσε το Βρετανικό μέτωπο. Από το Τυμπάκι και πέρα ανατολικά απλώνεται η πεδιάδα της Μεσαράς που είναι η μεγαλύτερη στην Κρήτη με τα ιστορικά μέρη Φαιστός και Γόρτυνα.

Στα μέρη αυτά και, συγκεκριμένα, στην τοποθεσία “Καλοί Λιμένες” αποβιβάστηκε ο Απόστολος Παύλος κατά την τέταρτη αποστολική του πορεία πηγαίνοντας προς τη Ρώμη. Δίδαξε το χριστιανισμό και δημιούργησε την εκκλησία της Κρήτης. Φεύγοντας, άφησε τον συνεργάτη του, Απόστολο Τίτο, ως υπεύθυνο στην εκκλησία της Κρήτης με έδρα τη Γόρτυνα.

Ο Απόστολος Τίτος, που θεωρείται και ο πρώτος επίσκοπος Κρήτης, βαπτίστηκε χριστιανός στα Ιεροσόλυμα από τον Απόστολο Πέτρο και αφού δίδαξε επί 28 χρόνια τον χριστιανισμό σε Μικρά Ασία, ηπειρωτική Ελλάδα και Κρήτη πέθανε το 106 μ.χ. σε ηλικία 94 χρονών. Η εκκλησία του Αγίου Τίτου σώζεται μέχρι σήμερα μισογκρεμισμένη στη Γόρτυνα.

Επανέρχομαι στο Μετόχι. Το τοπίο γύρω από το Μετόχι ήταν αφάνταστο σε ομορφιά και αγριάδα. Απότομοι και μεγάλοι βράχοι, βαθιές χαράδρες και ρυάκια κατάφυτα από άγριες ελιές και άλλους θάμνους, έκαναν το μέρος τρομερά όμορφο. Και το καλοκαίρι που ο καυτερός ήλιος τσουρούφλιζε τη φύση, αισθανόσουν στο πρόσωπο σου το δροσερό, γεμάτο αλμύρα, αεράκι του Λιβυκού Πελάγους να σου χαϊδεύει το πρόσωπο.

Το χειμώνα, πάλι, που έκανε κρύο και χιόνιζε σε άλλα μέρη, το μέρος εκείνο ήταν πάντα θερμό και ήπιο. Γι’αυτό πολλές φορές όταν χιόνιζε στο χωριό πέρναμε τα πρόβατα και τις κατσίκες με τα γαϊδουράκια και πηγαίναμε στην τοποθεσία “Αργουλιδές” κατηφορικά από το μετόχι μας.

«Του Σκιστή ο Χάρακας», η κρυψώνα των δυο Αυστραλών στρατιωτών.

Εδώ δεν έκανε ποτέ κρύο και τα ζώα έβοσκαν ελεύθερα μέσα στο δάσος από “αργουλίδες” (αγριελιές). Εμείς δε τα παιδιά ανάβαμε φωτιά σε κάποιο σπηλιά και ζεσταινόμαστε ή ψάχναμε για μανιτάρια, ή σαλιγκάρια. Κοντά στο Μετόχι είχαμε επίσης περιβόλια με πολλών ειδών κληματαριές και άλλα φρουτόδεντρα.

Ανατολικά του αγροτικού αυτού μετοχιού είναι ένας τεράστιος βράχος “του Σκιστή ο Χάρακας” όπως ονομάζεται. Εδώ υπάρχει μια σπηλιά στην οποία κρυβόταν οι Αυστραλοί στρατιώτες που ανάφερα παραπάνω, τους οποίους τροφοδοτούσε ο πατέρας μου με ό,τι είχαμε. Ελιές, αυγά και τυρί. Ψωμί δεν υπήρχε. Εμείς τα παιδιά δεν γνωρίζαμε απολύτως τίποτα.

Τη νύχτα που κοιμόμασταν στον αχυρώνα πλησίαζαν κρυφά το μετόχι μας και τους έδιναν οι γονείς μου ό,τι είχαν. Όταν μετά από μερικές βδομάδες αναχώρησαν δυτικά για την παραλία της Μονής Πρέβελη, έδωσαν στον πατέρα μου ένα όπλο το οποίο εκείνος το έδωσε αργότερα σε κάποιο σύντεκνό του.

Οι Αυστραλοί αυτοί εγκλωβίστηκαν στην Κρήτη μετά το τέλος της μάχης στο τομέα Ρεθύμνης. Όπως είναι γνωστό, οι Αυστραλοί με διοικητή το αντισυνταγματάρχη Ίαν Κάμπελ είχαν αναλάβει τον τομέα Ρεθύμνου μαζί με ντόπιους μαχητές. Όταν το μέτωπο στον τομέα Χανίων, που υπερασπιζόταν κυρίως Νεοζηλανδοί και το μέτωπο Ηρακλείου που υπερασπιζόταν κυρίως Άγγλοι, κατέρρευσαν, έγινε εκκένωση των τομέων αυτών με αγγλικά πλοία.

Δυστυχώς, οι Αυστραλοί του Ρεθύμνου, αν και νικητές της μάχης του Ρεθύμνου, δεν γνώριζαν τίποτα περί εκκενώσεως. Έτσι, οι προελαύνοντες Γερμανοί από Χανιά και Ηράκλειο τους εγκλώβισαν. Το μεγαλύτερο τμήμα τους, αιχμαλωτίστηκε. Δεκάδες, όμως, κατέφυγαν στα χωριά νοτίως του νομού συντηρούμενοι από τον ντόπιο πληθυσμό, ελπίζοντες ότι τελικά θα εύρισκαν τρόπο να διαφύγουν στη Μέση Ανατολή.

Το μοναστήρι του Πρέβελη στη νότια ακτή του Ρεθύμνου, περιέθαλψε δεκάδες Αυστραλούς και Νεοζηλανδούς σε κοντινά χωριά και στις σπηλιές του “Κουρταλιώτικου Φαραγγιού” για πολλές βδομάδες.

Η πρώτη μυστική φυγάδευση παγιδευμένων Αυστραλών και Νεοζηλανδών έγινε στις 28 Ιουλίου 1941, με το υποβρύχιο «Θράσερ» με Πλωτάρχη τον Φράνσις Πουλ. Η φυγάδευση έγινε από την κοντινή παραλία της Μονής Πρέβελη που ονομάζεται “Λίμνη” . Σήμερα στο μέρος αυτό υπάρχει Ελληνο-Αυστραλιανό Μνημείο το οποίο έχει ονομαστεί “Πύλη της Ελευθερίας”.

Ο τότε Ηγούμενος της Μονής Πρέβελη, Αγαθάγγελος Λαγουμβάρδος, κυνηγημένος από τους Γερμανούς για τη δράση του, κατέφυγε στη Μέση Ανατολή και κατετάγη στον

βοήθεια και περίθαλψη που του πρόσφερε η Μονή. Μετά τον πόλεμο το 1952 με τη γυναίκα του, Beryl, αγόρασε 100 άκρες (40 στρέμματα) δασώδους περιοχής στην παραλιακή τοποθεσία Margaret River, 286 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Πέρθης. Διάλεξε το μέρος να μοιάζει με εκείνο της Μονής Πρέβελη στο Ρέθυμνο.

Εδώ, το 1953 άρχισαν να κτίζουν το λεγόμενο “Prevelly Park” που σήμερα είναι μια τουριστική Κωμόπολη. Δεν αρκέστηκαν μόνο σε αυτό. Έκτισαν και εκκλησάκι αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο, τον ίδιο άγιο που λατρεύεται και στη Μονή Πρέβελη και το δώρισαν στην Ελληνική Ομογένεια της Δυτικής Αυστραλίας.