Το Ελληνικό Κέντρο της Ελληνικής Ορθόδοξης Κοινότητας Μελβούρνης και Βικτώριας φωτίστηκε κόκκινο ως μέρος της πρωτοβουλίας της Συντονιστικής Επιτροπής Εκδηλώσεων Μνήμης της Γενοκτονίας σε βάρος του Ποντιακού Ελληνισμού και των Ποντιακών Σωματείων της Μελβούρνης.
Ο αριθμός των θυμάτων του Ποντιακού Ελληνισμού που εξοντώθηκε με αποτρόπαιο τρόπο από τους Τούρκους ανέρχεται στους 353.000.
Ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητας Μελβούρνης, κ. Βασίλης Παπαστεργιάδης, μοιράστηκε τις σκέψεις του για την ημέρα: «Η γιαγιά μου γεννήθηκε στην Τραπεζούντα της Μικράς Ασίας. Την έδιωξαν απο το σπίτι της και βρήκε καταφύγιο στην Καστοριά.
Αυτή η υπερήφανη γυναίκα, πάλεψε σκληρά για να εξασφαλίσει και να μεγαλώσει τα τέσσερα παιδιά της, χωρίς καμία βοήθεια. Οι πληγές της, όσα χρόνια και αν πέρασαν, δεν επουλώθηκαν και οι μνήμες από εκείνη την ημέρα έμειναν βαθιά χαραγμένες μέσα της. Η γιαγιά μου μετανάστευσε στην Αυστραλία και με μεγάλωσε.
Ακόμα με ακολουθούν ύστερα από χρόνια τα λόγια της, όταν μου μιλούσε στην ποντιακή διάλεκτο και μου έλεγε: “Βασίλη δεν μπορώ να μιλήσω για το παρελθόν, αλλά ό,τι και να έγινε, πρέπει να κοιτάμε μπροστά, πάντα να κοιτάς μπροστά”».
«Θεωρούμε χρέος μας να τιμήσουμε σήμερα όλες αυτές τις οικογένειες που υπήρξαν θύματα αυτής της γενοκτονίας. Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι με αυτή την μικρή κίνηση να υπενθυμίσουμε στον κόσμο αλλά και τις επόμενες γενιές ότι η μνήμη των θυμάτων της Ποντιακής Γενοκτονίας των είναι ακόμα ζωντανή» συνέχισε.
Ο ποντιακός ελληνισμός από τα μέσα του 19ου αιώνα γνώρισε σημαντική εμπορική, οικονομική, πνευματική, κοινωνική και πληθυσμιακή αύξηση, ενώ στις αρχές του 20ού αιώνα η άλλοτε πανίσχυρη Οθωμανική Αυτοκρατορία παρουσίαζε φθίνουσα πορεία.
Αυτό το γεγονός οδήγησε στην ίδρυση του Κινήματος των Νεότουρκων με σκοπό να μεταρρυθμίσουν το εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όμως ο έντονα εθνικιστικός χαρακτήρας του κινήματος φανερώθηκε πολύ γρήγορα, εκπονώντας το σχέδιό τους για τον διωγμό του χριστιανικού πληθυσμού και το εκτουρκισμού της περιοχής.
Με πρόσχημα την «ασφάλεια του κράτους», εκτόπισαν μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού στην μικρασιατική ενδοχώρα, μέσω των λεγόμενων «ταγμάτων εργασίας». Σε αυτά, αναγκάζονταν να υπηρετήσουν οι άνδρες που δεν κατατάσσονταν στον οθωμανικό στρατό. Τους εξωθούσαν να εργάζονται κάτω από αντίξοες και εξοντωτικές συνθήκες. Οι περισσότεροι που υπηρέτησαν σε αυτά τα τάγματα εργασίας πέθαναν από την πείνα, τις κακουχίες και τις αρρώστιες.
Οι Ελληνοπόντιοι, αντιδρώντας στην καταπίεση των Τούρκων, τις δολοφονίες, τις εξορίες και τις πυρπολήσεις των χωριών τους, κατέφυγαν αντάρτες στα βουνά για να περισώσουν ό,τι είχε απομείνει.
Οι Τούρκοι εθνικιστές, υπό τον Μουσταφά Κεμάλ, είχαν πλέον όλο το πεδίο ανοιχτό τους για να εξολοθρεύσουν τους Ελληνοπόντιους. Ό,τι δεν κατάφερε ο Σουλτάνος σε πέντε αιώνες το πέτυχε ο Κεμάλ σε πέντε χρόνια.