Ήταν Ιούλης που ‘φυγε… Έτσι αρχίζει ένα από τα τραγούδια της Κύπριας τραγουδίστριας Κωνσταντίνας, που ακούστηκε πρόσφατα σε συνέντευξή της σε τηλεοπτικό κανάλι της Ελλάδας. Ο στίχος, είναι αφιερωμένος στον μέχρι σήμερα αγνοούμενο πατέρα της, μετά την εισβολή των Τούρκων στην ιδιαίτερη πατρίδα της, το 1974.

Η Κωνσταντίνα, ενόψει του πολέμου κατά της Ουκρανίας, μαζί με την συμπαράστασή της στον δοκιμαζόμενο λαό και ιδιαίτερα τον άμαχο πληθυσμού που υπέστη εγκληματικούς βομβαρδισμούς και εξαναγκάστηκε να πάρει το δρόμο της προσφυγιάς -μιλάμε για κοντά 3,5 εκατομμύρια, που είτε μετακόμισαν σε άλλες περιοχές ή μετανάστευσαν σε άλλες χώρες- θυμήθηκε, όταν παιδούλα, εγκατέλειψαν στις 22 του Ιούλη το σπίτι τους στο βόρειο τμήμα της μεγαλονήσου και εγκαταστάθηκαν κάπου κοντά στην Αμμόχωστο.

Αλίμονο όμως. Πού να ξέρανε, ότι το ξημέρωμα προς τις 15 του Αυγούστου, ανήμερα της γιορτής της Παναγιάς, με τη δεύτερη εισβολή, η πεδιάδα της Μεσαωρίας, θα έπεφτε στα χέρια του «Αττίλα».

Και ιδού το δικό της παράπονο. «Πού ήταν τότε όλοι αυτοί οι δυνατοί της γης, που σήμερα υπερασπίζονται τους άμαχους Ουκρανούς και καλά κάνουν, όταν η δική μου πατρίδα δέχθηκε την από ξηρά, θάλασσα και αέρα εισβολή της Τουρκίας;

Ποιος ενδιαφέρθηκε για τους 200.000 Κύπριους που αναγκαστήκαμε και γίναμε πρόσφυγες στην ίδια μας πατρίδα;

Δεν θυμάμαι να επιβλήθηκαν ούτε κυρώσεις ούτε ακούστηκαν ηχηρές φωνές διαμαρτυρίας. Δυστυχώς, η ηθική συμπαράσταση -καταγγελίες, διαβουλεύσεις, συνομιλίες για το Κυπριακό- εκ των πραγμάτων, αποδείχθηκαν άκαρπες».

Μπορούμε για μια στιγμή να κλείσουμε τα μάτια και να μεταφερθούμε στο λιμάνι της Κερύνειας; Όταν ξημερώματα της 20ής του Ιούλη γέμισε με πολεμικά πλοία που ξεφόρτωναν πολεμικό εξοπλισμό και η παραθαλάσσια ακτή, όπως μού διηγείται η συμπάροικος Ανδρούλα Γ. που έζησε τα γεγονότα, γέμισε με Τούρκους αλεξιπτωτιστές;

«Το σκηνικό, να ξυπνάς το πρωί και να σου λένε πόλεμος, πρέπει να εγκαταλείψεις το σπίτι σου, την περιουσία σου, το τόπο που σε γέννησε και που μεγάλωσες, τον τόπο των παππούδων σου, δεν είναι εύκολο να το διαχειριστείς».

Αείμνηστε Μάριε Τόκα: «Ανασήκωσε τους ώμους και απόσεισέ τους Πενταδάκτυλέ μου…».

Μετά από 48 χρόνια και η Πράσινη Γραμμή που χωρίζει την Κύπρο στα δυο από το 1964, καλά κρατεί. Και με τα τελευταία τερτίπια και τις συναντήσεις και συμφωνίες, καλύτερα να πω τις συμμαχίες του σουλτάνου με γειτονικά κράτη και όχι μόνον, είναι απρόβλεπτος και επικίνδυνος. Μπήκε στα περίκλειστα Βαρώσια, με βλέψεις να οικοδομήσει αεροδρόμιο και βάσεις στο Μπογάζι και ποιος ξέρει τί άλλο σκαρφίζεται.

Η Κύπρια τραγουδίστρια Κωνσταντίνα. Ο πατέρας της είναι στον κατάλογο των αγνοουμένων. Φώτο: Eurokinissi

ΣΜΥΡΝΗ – ΚΥΠΡΟΣ – ΟΥΚΡΑΝΙΑ: ΕΝΑΣ ΞΕΡΙΖΩΜΟΣ

Μιας και η σκέψη μας αυτές τις μέρες είναι στους αγνοούμενους, κρατώ την πατριωτική χειρονομία των Κυπρίων και Ελλαδιτών, όταν τα περασμένα Χριστούγεννα έστησαν Χριστουγεννιάτικα δένδρα στην Πλατεία Ελευθερίας στην Λευκωσία, στην πλατεία Κοραή στην Αθήνα και σε πλατείες στο Λονδίνο, στο Τορόντο και στο Γιοχάνεσμπουργκ, και, αντί για στολίδια, έβαλαν τις φωτογραφίες των αγνοούμενων ανθρώπων τους, Κυπρίων και Ελλαδιτών. Αυτών που η μοίρα παραμένει άγνωστη, κι ας έχουν περάσει 48 χρόνια μετά την βάρβαρη εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο.

Προσωπικά συγκινούμαι. Το βλέπω ως μια ανάγκη έκφρασης. Αισθάνομαι την σιωπηλή τους πράξη ως διαμαρτυρία αγάπης και ελπίδας. Πήγα χρόνια πίσω και είδα τις χαροκαμένες, μαυροφορεμένες μάνες, να κάθονται σ ΄ένα σκαμνί το έμπα του σπιτιού και να περιμένουν ένα μαντάτο για τον σύζυγο, το γιο και τον γαμπρό τους, τον γείτονα, που ντύθηκε στο χακί και πήγε να πολεμήσει.

Δυστυχώς, όλες αυτές έφυγαν, χωρίς να λάβουν το μαντάτο που περίμεναν. Βλέπετε ο πανδαμάτωρας χρόνος, δεν είχε άλλα περιθώρια χρόνου γι’ αυτές.

Για τις συζύγους σε προχωρημένη ηλικία τώρα και τα παιδιά των αγνοουμένων, το δράμα συνεχίζεται. Θεωρούν χρέος, την εξακρίβωση της τύχης των δικών τους και περιμένουν. Περιμένουν την είδηση που θα απαλύνει το πόνο τους.

Χρόνια πριν, το 1922, είχε γίνει εκείνο το άλλο μεγάλο κακό. Η Μικρασιατική καταστροφή. Όταν μετά το κάψιμο της Σμύρνης και τις θηριώδεις λεηλασίες των Τούρκων, ένα μεγάλο κύμα προσφύγων γύρω στα 1.200.000 άτομα, έφτασε στην Ελλάδα σε άθλια κατάσταση. Οι εικόνες, είναι ζωντανές μαρτυρίες για όσα ακολούθησαν.

Στην Κύπρο, θυμάμαι την αείμνηστη μητέρα μου, που έλεγε, για ένα συγγενή μας από το Καϊμακλί, προάστειο βορειοανατολικά της Λευκωσίας, εκεί που γεννήθηκα και μεγάλωσα, που έτυχε να εργάζεται τότε στη Σμύρνη, και, μετά την καταστροφή, κατάφερε και επέστρεψε φέρνοντας μαζί του τη γυναίκα του, την θεία Ελενίτσα, που τότε την λέγανε «περατιζιή», δηλαδή από τα ξένα.

Στο μεταξύ, τρόμος επικρατεί στον πλανήτη με τις εικόνες που μας έρχονται από την δοκιμαζόμενη Ουκρανία και τις απειλές της Ρωσίας για εκτόξευση πυρηνικών όπλων και μεγαλύτερες συνέπειες σε περίπτωση παρέμβασης χωρών του ΝΑΤΟ. Και αναλογίζομαι. Μα πόσο μεγαλύτερες καταστροφές θα κάνει. Φέρνω την εικόνα ενός κρατήρα από βόμβα στη μέση της ασφάλτου και τρομάζω. Βλέπω τα ερείπια από τις βομβαρδισμένες πολυκατοικίες και τα νοσοκομεία, ακούω συνέχεια για τους μεγάλους αριθμούς σκοτωμένων, αφουγκράζομαι τις κραυγές των τραυματισμένων και σκουπίζω στοργικά το δάκρυ στο μάγουλο ενός μικρού παιδιού.

Αλήθεια, σε αυτά τα ερείπια θα κτίσει τα όνειρά του αυτό το αθώο πλασματάκι της Ουκρανίας;

Μπορεί το Κυπριόπουλο να συνεχίσει τη ζωή του, χωρίς να μάθει πού βρίσκεται ο πατέρας και ο παππούς του;

Μπορεί ο πρόσφυγας της Κύπρου, του Πόντου, της Μικράς Ασίας, της Ουκρανίας και ο όπου γης, να ξεχάσει τον τόπο, τις ρίζες, την ιστορία του;

Γι’ αυτό, επιβάλλεται αδέλφια, να συνεχίσουμε τον αγώνα μέχρι την πλήρη δικαίωση της Κύπρου μας. Αυτό απαιτεί η Ιστορία μας. Είναι και χρέος μας έναντι αυτών που θυσιάστηκαν στο βωμό της λευτεριάς.