Δεν είναι λίγοι οι ομογενείς που νιώθουν μία ψυχική κόπωση σε σχέση με την COVID-19.

Δύο και πλέον χρόνια πλέον, ενδεχομένως έχουν απηυδήσει με τις άσχημες ειδήσεις, θανάτων, νοσηλειών, απομόνωσης.

Αλλά και τις προειδοποιήσεις και τα μέτρα, ορισμένα από τα οποία χρειάζεται ακόμη να τηρούμε για την αντιμετώπιση της μετάδοσης.

Πολλοί είναι αυτοί μάλιστα που καθώς δεν υφίσταται η υποχρεωτικότητα πια, παρά τις συστάσεις των ειδικών, δε φορούν μάσκα ή δεν κρατούν αποστάσεις αν βρίσκονται σε χώρους γεμάτους από κόσμο.

Κάποιοι δεν ανησυχούν για την υγεία τους, άλλοι ίσως ντρέπονται να είναι  «μειοψηφία».

Οι επιστήμονες αναφέρουν ότι η «κούραση» είναι φυσιολογική και πως όλοι την έχουν βιώσει, ως ένα βαθμό, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.

Ωστόσο, προσθέτουν, ότι ακόμη δε χωρά εφησυχασμός ειδικά σε αυτήν τη συγκυρία, με τις νέες, πιο μεταδοτικές υπό-παραλλαγές της COVID-19, αλλά και την γρίπη.

Την ίδια ώρα οι κυβερνήσεις, ομοσπονδιακή και πολιτειακές, έχουν περάσει μεγάλο μέρος της ευθύνης στους πολίτες για την προστασία της δικής τους υγείας.

Οι αξιωματούχοι προωθούν όχι αυστηρά υποχρεωτικά μέτρα, αλλά ως επί το πλείστον «θετικά μηνύματα» τήρησης των κανόνων υγιεινής.

Σίγουρα η λειτουργία και της οικονομίας, χωρίς περιορισμούς, είναι σημαντική.

Αλλά, ο διπλός κίνδυνος μόλυνσης (γρίπη και κορονοϊός) έχει ανησυχήσει την ιατρική κοινότητα σχετικά με το τι θα συμβεί στην Αυστραλία, ειδικά τους ερχόμενους δύο μήνες.

Η έλλειψη προσωπικού σε όλες τις επιχειρήσεις μπορεί μάλιστα να ενταθεί λόγω νόσησης.

Ο αναπληρωτής καθηγητής επιδημιολογίας του Πανεπιστημίου Deakin, Hassan Vally, δήλωσε στο NCA NewsWire ότι δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η χώρα εισέρχεται σε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο.

«Δεν έχουμε φτάσει ακόμη στην κορύφωση των λοιμώξεων και το σύστημα υγεία μας αισθάνεται ήδη την πίεση», δήλωσε, κάτι που δεν αμφισβητούν οι κυβερνώντες.

«Οι χώρες της Ευρώπης και το Ηνωμένο Βασίλειο αντιμετώπισαν παρόμοιες προκλήσεις κατά τη διάρκεια του χειμώνα τους και είναι σαφές ότι θα πρέπει να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να επιβραδύνουμε τη μετάδοση του ιού», πρόσθεσε ο κ. Vally.

Ο ερευνητής Δρ Gaetan Burgio, από το Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας, σημείωσε επίσης ότι ο εφησυχασμός και η προσέγγιση να αφήσουμε τον ιό ανεξέλεγκτο δεν είναι οι καλύτεροι τρόποι να τον αντιμετωπίσουμε.

«Αν και καταλαβαίνω την κόπωση με μέτρα προστασίας όπως τη χρήση μάσκας, την κοινωνική αποστασιοποίηση, μια πραγματικά σημαντική και καταστροφική συνέπεια της μόλυνσης είναι και η μακρά-COVID», είπε.

«Ενώ οι μακροχρόνιες επιπτώσεις του κορονοϊού εξακολουθούν να είναι ασαφείς, η επιβάρυνση είναι τεράστια για όσους επηρεάζονται και τις οικογένειές τους».

Σε πιο δυσχερή θέση, τονίζουν επανειλημμένα οι ειδικοί είναι οι πιο ευάλωτοι, όπως οι ηλικιωμένοι και άτομα με βεβαρημένο ανοσοποιητικό εν γένει.

Γι’ αυτό συστήνουν σε όλους, αλλά ειδικά στους μεγαλύτερους σε ηλικία, τα «δοκιμασμένα και αποτελεσματικά μέτρα»:

Να κάνουν όλες τις δόσεις των εμβολίων που πρέπει, να φορούν μάσκα ειδικά σε κλειστούς χώρους, να τηρούν τις κοινωνικές αποστάσεις, να απομονώνονται αν νοσούν και να συζητήσουν -και εκ των προτέρων- με τον γιατρό του, αν δικαιούται αντϊϊκές θεραπείες.

Στο μεταξύ, οι πάροχοι φροντίδας σε οίκους ευγηρίας, εκφράζουν «μεγάλη ανησυχία», για το τι μπορεί να συμβεί το αμέσως επόμενο διάστημα.

Τα κρούσματα σε γηροκομεία αυξάνονται, την ώρα που το προσωπικό, εκτός από ελλιπές είναι πλέον και εξαντλημένο, ενώ πάντα υπάρχει και το ρίσκο της νόσησης.

Γι  αυτό ακόμη μία φορά ζητείται η συμβολή των Ενόπλων Δυνάμεων (ADF) για να καλυφθούν τα κενά σε βάρδιες.

Σε όλη την Αυστραλία, ο αριθμός των ενεργών εξάρσεων σε κέντρα φροντίδας ηλικιωμένων έφτασε τις 1.013 και σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, έως την Παρασκευή 22 Ιουλίου, περιπτώσεις COVID υπήρχαν και σε ομογενειακούς οίκους ευγηρίας.

Ενδεικτικά, έως την 1η Ιουλίου, ο αριθμός αυτός ήταν 627.

Το ίδιο διάστημα τα ενεργά κρούσματα σε ηλικιωμένους που ζουν σε κέντρα φροντίδας από 3.281 ανήλθαν σε 6.118 και σε προσωπικό από τα 1.730 σε 3.419.

Ο μεταβατικός διευθύνων σύμβουλος της Aged Care Providers Association (ACPA), Paul Sadler, μιλώντας στο ABC εξέφρασε την ανησυχία του κλάδου ότι τις ερχόμενες εβδομάδες «θα αντιμετωπίσουμε τον ίδιο αντίκτυπο ή πιθανώς ακόμη χειρότερο, από ό,τι είχαμε στο πρώτο κύμα της ‘΄Ομικρον’ τον Δεκέμβριο – Ιανουάριο».

Ωστόσο, πρόσθεσε, «είμαστε πιο προετοιμασμένοι σε όρους ατομικού προστευτικού εξοπλισμού (PPE), διαθεσιμότητα rapid antigen tests (RATs) και αντιϊκές θεραπείες».

Κάλεσε πάντως την ομοσπονδιακή κυβέρνηση να επαναφέρει και τη «χρηματοδότηση για πρόληψη» για επιπλέον PPE, RATs κι άλλά απαραίτητα στην αντιμετώπιση της εξάπλωσης της COVID-19. Αυτή η χρηματοδότηση, είπε, «υπήρχε το 2020 και στις αρχές του 2021, αλλά έπαψε στα τέλη Ιουνίου 2021».

Η διευθύντρια του United Workers Aged Care, Carolyn Smith, υπογράμμισε επίσης ότι η τρέχουσα στήριξη από προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, είναι σε χαμηλότερα επίπεδα από ό,τι αναμενόταν.

Ζήτησε παρέμβαση της κυβέρνησης και απεύθυνε έκκληση στους παρόχους «να μην είναι περήφανοι, να σηκώσουν το τηλέφωνο και να πουν ‘χρειαζόμαστε ADF στις εγκαταστάσεις μας».