Πριν λίγο καιρό, πέθανε ο παππούς μου σε ηλικία 92 ετών. «Έφυγε» μόνος, όπως και πολλοί άλλοι κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σε ένα κρεβάτι νοσοκομείου. Αδυνατούμε, συχνά, να συλλάβουμε το μέγεθος αυτής της νέας πραγματικότητας στη χώρα μας.
Η περίοδος της απομόνωσης επέφερε αναμφισβήτητα μια μορφή κατάθλιψης άνευ προηγουμένου. Ως κοινωνικά όντα που είμαστε, το να στερήσεις την κοινωνική αλληλεπίδραση και τους δεσμούς μεταξύ των ανθρώπων αποτελεί ολέθρια συνταγή για να γίνουν όλα κόλαση.
Κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας να αλλάξουμε τις καταστάσεις, αλλά στην περίπτωση του παππού μου κάναμε τα πάντα για να διασφαλίσουμε ότι θα «φύγει» ειρηνικά. Ο παππούς μου διαγνώστηκε με κορονοϊό στο σπίτι, έχοντας, αρχικά, ζαλάδες και δυσκολία στην αναπνοή και αφού διακομίσθηκε στο νοσοκομείο, κατέληξε από βαριά πνευμονία. Η μνήμη του θα ζει αιώνια και όλες οι στιγμές γέλιου και δακρύων που μοιραστήκαμε μαζί του.
Όμως τι άλλο θα επιζήσει; Ποια στοιχεία αποτελούν την κληρονομιά του; Είναι το σπίτι του, η ζωή που πρόσφερε στα παιδιά και τα εγγόνια του, το χωριό που άφησε πίσω χρόνια πριν; Είναι όλα αυτά μαζί; Σίγουρα! Και ένα ακόμη. Πιο ουσιώδες, αυτό που χαρακτήριζε τον παππού μου ήταν η αυθεντικότητά του. Αυτό που ένιωθε το έλεγε. Δε δίστασε ποτέ να εκφράσει καθαρά αυτό που είχε στο μυαλό του. Να καλωσορίσει όποιον περνούσε το κατώφλι του. Όταν έπαιζε μουσική σηκωνόταν να χορέψει. Ανεξάρτητα από την οικονομική του άνεση, πάντα θα έδινε χαρτζιλίκι στα εγγόνια του. Έτσι ήταν ο χαρακτήρας του. Ένας πηγαίος και αμετάβλητος ενθουσιασμός για όλα όσα τον περίκλειαν, την σύζυγό του, την οικογένειά του, τους γείτονές του.

Πώς μπορούμε να τιμήσουμε έναν τέτοιο άνθρωπο σαν τον παππού μου τώρα που έφυγε;
Αναπολούμε στιγμές, μοιραζόμαστε αναμνήσεις και φωτογραφίες και τον μνημονεύουμε στις προσευχές μας.
Όμως μέχρι εκεί. Το πνεύμα του πρέπει να ζει στις νέες ιστορίες που δημιουργούμε. Ως ηθοποιός και κινηματογραφιστής, θεωρώ ότι οι πιο «δυνατές» ταινίες είναι εκείνες που αποκαλύπτουν την αλήθεια των πραγμάτων. Αυτή η έμφαση στην αυθεντικότητα έχει απήχηση στον κόσμο, όπως γνωρίζουμε. Δεν θέλουμε η ζωή να είναι πασπαλισμένη με χρυσόσκονη, αλλά να δείξουμε ότι στην ανθρώπινη ψυχή υπάρχει μια επιθυμία να καταπιαστεί με την πολυπλοκότητα της ύπαρξής μας κατά μέτωπο.
Χρειάζεται θάρρος να ασχοληθείς με τον ανθρώπινο πόνο και να τον μετουσιώσεις σε κάτι θεσπέσιο. Αυτό κάνουν οι επιτυχημένες ταινίες, κατά τη γνώμη μου. Για παράδειγμα θα ήταν εύκολο να αποφύγουμε τον πόνο που προκάλεσε ο θάνατος του παππού μου, αλλά στο τέλος θα χάναμε την ευκαιρία να εμβαθύνουμε τη σχέση μας με την τραγωδία και το θάνατο. Θα κρυβόμασταν από την αλήθεια.
Πρόσφατα, συμμετείχα στην παραγωγή της ταινίας «Porcelain» με την OneHouse Productions, του σκηνοθέτη Cam Mitchell. Πρόκειται για τη ζωή μια Βιετναμέζας μετανάστριας, που μαζί με την οικογένειά της, έρχεται αντιμέτωπη με τις δυσκολίες της προσαρμογής στο νέο περιβάλλον, στην Αυστραλία. Μιλάει για τα θέματα της συμφιλίωσης και το αίσθημα του ανήκειν, ενώ η ευσπλαχνία της πρωταγωνίστριας φωτίζεται καθώς ξεδιπλώνεται η ιστορία. Η ταινία είναι βασισμένη στη ζωή της μητέρας του σκηνοθέτη, όταν εκείνη πρωτοήρθε στην Αυστραλία.

Σε κάθε σκηνή νιώθαμε ξεχωριστή συναισθηματική βαρύτητα γιατί ξέραμε ότι δεν εξιστορούμε απλώς μια ιστορία, αλλά αναπαριστούμε την πραγματική εμπειρία κάποιου ατόμου. Αυτό ίσως ακούγεται λίγο εξεζητημένο, αλλά δεν υπήρξε κανένας καλλωπισμός. Η τέχνη μιμείτο τη ζωή και όταν με το καλό ολοκληρωθεί η ταινία, ελπίζουμε το τελικό αποτέλεσμα να αντανακλά την αγάπη που διαχέει αυτή η ιστορία.
Ως Ελληνοαυστραλός, θεωρώ ότι αυτού του στυλ οι ταινίες θα μας επιτρέψουν να διατηρήσουμε και να συνεχίσουμε την κουλτούρα μας. Ιστορικές, αυθεντικές, αληθινές ιστορίες που αποκαλύπτουν τα πάνω και τα κάτω της ζωής των Ελλήνων της Αυστραλίας, τα δεινά των προγόνων μας όταν μετανάστευσαν στη Γη της Επαγγελίας.
Εμείς δεν θα σταματήσουμε εκεί, κάθε ιστορία χρειάζεται ένα τόξο, μια λυτρωτική βελτίωση που δίνει ελπίδα στο κοινό. Εδώ είναι που έρχεται και κουμπώνει το φιλότιμο. Ας είμαστε ρεαλιστές, ας είμαστε ειλικρινείς. Ας μην κρύβουμε τις πληγές μας, ας τις φέρουμε στο φως, ας τις μεταμορφώσουμε. Ας δώσουμε στην επόμενη γενιά Ελληνοαυστραλών κάτι να εμπνευστούν. Είμαι εδώ με ανοιχτές αγκάλες για όποιον θέλει να συμμετάσχει σε αυτό.