Με αφορμή τα 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή, το Μουσείο Μπενάκη και το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών «ζωντανεύουν» το χρονικό του Μικρασιατικού Ελληνισμού μέσα από την εντυπωσιακή έκθεση «ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ Λάμψη · Καταστροφή · Ξεριζωμός · Δημιουργία», η οποία θα διαρκέσει έως την Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2023.

Η μεγάλη αυτή επετειακή έκθεση, στο Μουσείο Μπενάκη (Πειραιώς 138), εγκαινιάστηκε από την πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου.

Με ιδιαίτερη συγκίνηση η κα Σακελλαροπούλου, μεταξύ άλλων, τόνισε ότι «100 χρόνια μετά την Καταστροφή, μια έκθεση, όπως αυτή … μας καλεί να αναστοχαστούμε την κρίσιμη αυτή καμπή της ιστορίας μας, χωρίς να αποσείουμε το συναισθηματικό της φορτίο, αλλά και χωρίς να υποτιμούμε τη γονιμοποιό της δύναμη».

Η έκθεση, είπε, «οργανώνεται σαν ένα συναρπαστικό ταξίδι ανά τους αιώνες του μικρασιατικού ελληνισμού. Μεταβαίνοντας από την Ιωνία στην Καππαδοκία, διασχίζοντας τον Πόντο, σταθμεύοντας στην Κωνσταντινούπολη και καταλήγοντας στην Ανατολική Θράκη, ψηλαφούμε το συγκλονιστικό αποτύπωμα του τόπου, ακούμε τη μυστική φωνή του»*.

Φώτο: ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗΣ / EUROKINISSI

Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, εξήρε τη συμβολή των προσφύγων της Μικράς Ασίας και του Πόντου στην ανάταση της Ελλάδας εκείνη την εποχή, τόνισε ότι κάθε μεγάλη υποχώρηση μπορεί να τη διαδέχεται μια μεγαλύτερη εθνική επιτυχία, και ότι, σήμερα, η «Μεγάλη Ιδέα» δε συνδέεται με γεωγραφικές κτήσεις αλλά με τη Μεγάλη Ελλάδα.

«Την ισχυρή και αυτοδύναμη πατρίδα του μέλλοντός μας. Αυτή που δεν λησμονεί επειδή, ακριβώς, θέλει να προχωρεί», είπε, ανάμεσα σε άλλα**.

Η ΕΚΘΕΣΗ

Η «ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ Λάμψη · Καταστροφή · Ξεριζωμός · Δημιουργία» συνδιοργανώνεται από δύο σημαντικά ιδρύματα που εδώ και δεκαετίες διαφυλάσσουν τις μνήμες και μελετούν την εποποιία του Μικρασιατικού Ελληνισμού.

Το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, ένα από τα σημαντικότερα επιστημονικά ιδρύματα έρευνας της ιστορίας και του πολιτισμού της Μικράς Ασίας, φιλοξενεί το μοναδικό Αρχείο Προφορικής Ιστορίας, το οποίο συγκροτήθηκε με βάση τις μαρτυρίες περισσοτέρων από 5.000 εκπατρισμένων Μικρασιατών πρώτης γενιάς.

Η Σμύρνη καίγεται, 14 Σεπτεμβρίου 1922. Συλλογή Λουκά Π. Χριστοδούλου. Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied

Το Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο του περιέχει σπάνιες ηχογραφήσεις, χειρόγραφα και έγγραφα. Αυτά τα πολύτιμα Αρχεία, η Βιβλιοθήκη, οι πολυάριθμες εκδόσεις καθώς και το επιστημονικό Δελτίο του Κέντρου συμβάλλουν καθοριστικά στον διάλογο μεταξύ της ελληνικής και της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας.

Οι συλλογές του Μουσείου Μπενάκη, ενός από τα τρία μουσεία που υποδέχθηκαν κειμήλια των κοινοτήτων κατά τη μετεγκατάστασή τους στον ελλαδικό χώρο, τεκμηριώνουν τη φυσιογνωμία του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας σε όλο το χρονικό και γεωγραφικό του εύρος παρουσιάζοντας την καθημερινή και επαγγελματική ζωή και τέχνη του.

Τα Ιστορικά Αρχεία του Μουσείου διασώζουν σημαντικές μαρτυρίες από την πορεία της Μικρασιατικής Εκστρατείας και την εγκατάσταση των προσφύγων, ενώ εκθέματα της Πινακοθήκης Γκίκα τεκμηριώνουν τη συμβολή των Μικρασιατών στον πολιτισμό του 20ού αιώνα.

Φώτο: © Μενέλαος Μυρίλλας / Μουσείο Μπενάκη / Supplied

Πέρα από τους δύο συνδιοργανωτές, στην έκθεση δανείζουν αντικείμενα και τεκμήρια 88 ιερές μητροπόλεις, μουσεία, αρχεία, φορείς, ιδρύματα, εταιρείες και αθλητικοί σύλλογοι, θεματοφύλακες της ιστορίας και του πολιτισμού του Μικρασιατικού Ελληνισμού, καθώς και 93 ιδιώτες, οι οποίοι συνεισφέρουν θησαυρούς από τις προσωπικές συλλογές και τα αρχεία τους.

Ο πρωτοφανής αυτός αριθμός δημόσιων και ιδιωτικών συλλογών διασφαλίζει την ποιότητα και την ποικιλία του περιεχομένου, καθώς και τη μοναδικότητα της έκθεσης, η προετοιμασία και έρευνα της οποίας ξεκίνησαν το φθινόπωρο του 2018.

Την επιμέλεια της έκθεσης και των δύο εκδόσεων που τη συνοδεύουν έχει η ιστορικός τέχνης Εβίτα Αράπογλου, σε στενή συνεργασία με τον Διευθυντή του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, ακαδημαϊκό Πασχάλη Κιτρομηλίδη, και τους ερευνητές του Κέντρου, τον Επιστημονικό Διευθυντή του Μουσείου Μπενάκη, Γιώργη Μαγγίνη, και τους επιμελητές του Μουσείου, καθώς και πολλούς ακόμη επιστημονικούς συνεργάτες.

Από την αποφοίτηση της τάξης του 1901 στο Σχολείο Θηλέων του Κολλεγίου Ανατόλια. Αρχείο Κολλεγίου Ανατόλια. Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied

Η ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ 

Περισσότερα από 1.100 εκθέματα και πάνω από 500 φωτογραφίες «ζωντανεύουν» την ακμή του Ελληνισμού πριν τους διωγμούς, τη δραματική περίοδο 1919-1923 καθώς και την εγκατάσταση και ενσωμάτωση στην Ελλάδα.

Ο επισκέπτης ξεκινά το ταξίδι στη «λάμψη» του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας (πρώτη ενότητα) από την Ιωνία και τα δυτικά παράλια,  προχωρά στην Καππαδοκία και τις νότιες επαρχίες, συνεχίζει διασχίζοντας τον Πόντο για να επιστρέψει προς δυσμάς, γύρω από την Κωνσταντινούπολη και να καταλήξει στην Ανατολική Θράκη.

Την εποχή ακμής διαδέχονται η περίοδος των διωγμών, του τέλους του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου και των Συνθηκών, η περίοδος της ελληνικής απόβασης και της Μικρασιατικής Εκστρατείας, η «καταστροφή» του 1922, καθώς και η Έξοδος των προσφύγων (δεύτερη ενότητα).

Η τρίτη και τελευταία ενότητα της έκθεσης επικεντρώνεται στην εγκατάσταση και την ενσωμάτωση των εκπατρισμένων στην Ελλάδα, καθώς και στην επίδραση που η παρουσία τους είχε σε πολλούς τομείς της ελληνικής κοινωνίας. Τμήμα του επιλόγου της έκθεσης είναι αφιερωμένο στην ίδρυση του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών το 1930 από τη Μέλπω και τον Οκτάβιο Μερλιέ.

Η Μέλπω και ο Οκτάβιος Μερλιέ στους Δελφούς, 1950. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Φωτογραφικό Αρχείο. Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied

Το χρονικό αυτό περιγράφεται μέσα από έργα τέχνης, εικόνες, εκκλησιαστικά, πολεμικά και προσωπικά κειμήλια, ενδυμασίες, κοσμήματα, χειροτεχνήματα, χάρτες, φωτογραφίες, αρχειακό και κινηματογραφικό υλικό, εφημερίδες, επιστολές, κάρτες, και πολλά άλλα τεκμήρια. Αποσπάσματα από προσωπικές μαρτυρίες θα συμπληρώσουν την αφήγηση, ζωντανεύοντας τις εικόνες και τα σιωπηλά αντικείμενα.

Την έκθεση συνοδεύουν δύο πολυσέλιδες επετειακές εκδόσεις από το Μουσείο Μπενάκη και το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών. Η πρώτη, ο κατάλογος, αποτελεί αποτύπωση της έκθεσης και περιλαμβάνει τα εισαγωγικά κείμενα των ενοτήτων, τις φωτογραφίες όλων των εκθεμάτων και του αρχειακού υλικού με τον υπομνηματισμό τους, καθώς και αποσπάσματα από τις μαρτυρίες.

Η δεύτερη έκδοση είναι μια συλλογή κειμένων ερευνητών και συγγραφέων για τα θέματα που συνδέονται με την ιστορία και τον πολιτισμό του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Και οι δύο εκδόσεις κυκλοφορούν και σε αυτοτελείς εκδόσεις στην Αγγλική γλώσσα.

Φώτο: © Μενέλαος Μυρίλλας / Μουσείο Μπενάκη / Supplied

ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ

Καθ’ όλη τη διάρκεια της έκθεσης θα πραγματοποιηθεί σειρά εκδηλώσεων με ξεναγήσεις, ομιλίες, προβολές και μουσικές βραδιές, οι οποίες θα ανακοινώνονται ανά μήνα.

Την Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2022 (19:00 ώρα Ελλάδος), θα πραγματοποιηθεί σε συνεργασία με την Πρεσβεία της Ιαπωνίας στην Ελλάδα η διάλεξη της Δρος Nanako Murata -Sawayanagi με θέμα «TOKEIMARU 1922-2022. Επέτειος μνήμης των 100 χρόνων από το ταξίδι ενός ιαπωνικού πλοίου στη Σμύρνη», καθώς και η προβολή της ταινίας κινουμένων σχεδίων μικρού μήκους «Tokei Maru» (2017, 20΄) του Ζάχου Σαμολαδά. Η εκδήλωση θα μεταδοθεί ζωντανά στο κανάλι YouTube της Πρεσβείας της Ιαπωνίας στην Ελλάδα: www.youtube.com/c/EmbassyofJapaninGreece

Το Τμήμα Εκπαίδευσης του Μουσείου Μπενάκη σχεδιάζει μια σειρά δράσεων για διαφορετικές ομάδες κοινού προσκαλώντας στην έκθεση μαθητές και εκπαιδευτικούς, εφήβους αλλά και ενήλικους επισκέπτες με δυσκολίες πρόσβασης.

Οι μαθητές του Αρρεναγωγείου Ραιδεστού σε εκδρομή στις παρυφές του Ιερού Όρους, 1902. Συλλογή Δημήτρη Μαυρίδη. Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied

Στο επίκεντρο της αναζήτησης με τους μαθητές βρίσκεται η ιδιαιτερότητα του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας και η ιστορία του … Δίνεται επίσης αφορμή να διερευνηθούν οι ευρύτερες συνθήκες που οδήγησαν στη σύγκρουση και την τόσο βίαιη Καταστροφή του κόσμου αυτού, αλλά και να διαπιστωθεί η δημιουργική δυναμική με την οποία εγκαταστάθηκαν οι Μικρασιάτες πρόσφυγες στο Ελληνικό κράτος το 1922.

Εξίσου σημαντική, μέσα από τις αφορμές που προσφέρει το υλικό της έκθεσης, είναι η προσέγγιση διαχρονικών εννοιών, χάρη στις οποίες η ιστορία συνδέεται αναπόφευκτα με το παρόν, όπως ανθρώπινα δικαιώματα, απώλεια, ατομική και συλλογική ταυτότητα, αποδοχή και ξενοφοβία, αποκλεισμός και ενσωμάτωση.

Τέλος, το Πωλητήριο του Μουσείου Μπενάκη, αντλώντας έμπνευση από την επετειακή έκθεση, έχει ετοιμάσει μία πλούσια συλλογή αντικειμένων με νέες δημιουργίες αλλά και αντίγραφα σημαντικών εκθεμάτων.

Ο θίασος της ελληνικής οπερέτας του Ιωάννη Παπαϊωάννου. Ένωσις Σμυρναίων. Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied
Οι μαθητές του Αρρεναγωγείου Ραιδεστού σε εκδρομή στις παρυφές του Ιερού Όρους, 1902. Συλλογή Δημήτρη Μαυρίδη. Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied
Φώτο: © Μενέλαος Μυρίλλας / Μουσείο Μπενάκη / Supplied
Στην οδό Τουλού Μπουνάρ, μετέπειτα Ιπποκράτους, στην Κοκκινιά: από αριστερά, ο Μπάμπης το βιολί, ο Σπανός ο τραγουδιστής, ο Σελέφης το σαντούρι, η Χρύσα η τραγουδίστρια και ο Βαγγέλης Παπάζογλου. Αρχείο Γιώργη Παπάζογλου, Κοσμοπολίτες Σμυρνιοί παιχνιδιατόροι, πρόσφυγες στην Κοκκινιά, τον σκουπιδότοπο του Πειραιά, από το 1922. Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied
Γυναικεία ομάδα βόλεϊ του Πανιωνίου. Εθνικό Αθλητικό Μουσείο «Ιωάννης Φωκιανός». Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied
Η ομάδα καλαθοσφαίρισης της Α.Ε.Κ., 1928. Εθνικό Αθλητικό Μουσείο «Ιωάννης Φωκιανός», Συλλογή Δημητρίου Μποντικούλη. Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied
Nelly’s: από τη σειρά «Προσφυγικοί καημοί», 1925-1927. Mουσείο Μπενάκη/ Φωτογραφικά Αρχεία/Supplied
Α. Djenandji, Το θωρηκτό «Αβέρωφ» στην Κωνσταντινούπολη μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, 1919. Ελαιογραφία. Ο υποναύαρχος Γεώργιος Κακουλίδης απέκτησε τον πίνακα αυτόν το 1919 στην Κωνσταντινούπολη από τον ίδιο τον ζωγράφο ως ενθύμιο της άφιξης του συμμαχικού στόλου. Συλλογή Όλγας Μάνου. Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied
Ο προσφυγικός καταυλισμός στο Θησείο (Ναός του Ηφαίστου), Αθήνα, 1922. Library of Congress, Prints & Photographs Division, American National Red Cross Collection [reproduction number, LC-USZ62-139254]. Πηγή: Δ.Τ. Μουσείου Μπενάκη/Supplied
Φώτο: © Μενέλαος Μυρίλλας / Μουσείο Μπενάκη / Supplied
Φώτο: © Μενέλαος Μυρίλλας / Μουσείο Μπενάκη / Supplied
Φώτο: © Μενέλαος Μυρίλλας / Μουσείο Μπενάκη / Supplied
Φώτο: © Μενέλαος Μυρίλλας / Μουσείο Μπενάκη / Supplied
Φώτο: © Μενέλαος Μυρίλλας / Μουσείο Μπενάκη / Supplied

* Ακολουθεί ο χαιρετισμός της Προέδρου της Δημοκρατίας στα εγκαίνια της έκθεσης:

«Mε μεγάλη συγκίνηση εγκαινιάζω την έκθεση «Μικρά Ασία, Λάμψη, Καταστροφή, Ξεριζωμός, Δημιουργία», που συνδιοργάνωσαν το Μουσείο Μπενάκη και το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, δύο πολύτιμα, για την εθνική μας αυτογνωσία, ιδρύματα που διαφυλάσσουν τη μνήμη του μικρασιατικού πολιτισμού, μελετώντας το εύρος και την επιρροή του. Και μόνο ο εύστοχος τίτλος της έκθεσης περιγράφει τη μακροχρόνια διαδρομή του ελληνικού στοιχείου στην ιωνική και αιολική γη: άνθιση και ακμή, ευημερία και λάμψη, καταστροφή και εκθεμελίωση πατρογονικών εστιών, βίαιος εκπατρισμός. Όχι όμως και συντριβή, όχι αφανισμός. Παρά το ανεπούλωτο τραύμα της προσφυγιάς, την απερίγραπτη οδύνη που προκάλεσε η τουρκική θηριωδία, τους διωγμούς, τις εκατόμβες των θυμάτων, την απώλεια των ιερών τόπων τους, οι Έλληνες της Μικράς Ασίας κατόρθωσαν να μετατρέψουν τον σπαραγμό για τις πατρίδες που χάθηκαν σε μοχλό επιβίωσης, αναγέννησης, δημιουργίας.

Η εποποιία της ενσωμάτωσης του προσφυγικού πληθυσμού και της αποκατάστασής του στους κόλπους του ελληνικού κράτους, φέρνει στον νου τον στίχο του εθνικού μας ποιητή: «Το χάσμα π’ άνοιξε ο σεισμός κι ευθύς εγιόμισ’ άνθη». Γιατί αυτός ο τόσο γοητευτικός, πολυδιάστατος κόσμος της Ανατολής, ο γόνιμος πολιτισμός αιώνων στις παράλιες πόλεις αλλά και στην ενδοχώρα, μπορεί να χάθηκε βίαια, σαρωμένος από την παραφροσύνη της ιστορικής στιγμής, αλλά μετέφερε στις απέναντι ακτές κοινωνικές αντιλήψεις και συμβιωτικά ήθη, πολιτισμικά στοιχεία και καθημερινές πρακτικές που, όσο και αν ξένισαν ή και απώθησαν αρχικά τον γηγενή πληθυσμό, πολύ γρήγορα μετατράπηκαν σ’ ένα «θεόσταλτο δώρο» για την Ελλάδα, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο Αμερικανός γνωστός διπλωμάτης και πρόεδρος της Επιτροπής Αποκατάστασης των Προσφύγων Χένρι Μοργκεντάου στην Κοινωνία των Εθνών το 1924. Η ύπαιθρος αναζωογονήθηκε, οι καλλιέργειες αναδιαρθρώθηκαν και η αγροτική παραγωγή πολλαπλασιάστηκε. Η βιομηχανία τονώθηκε με την είσοδο νέου εργατικού δυναμικού και με τη δράση ανθρώπων με οξύ επιχειρηματικό πνεύμα, εκπαίδευση, κατάρτιση και προοδευτικό προσανατολισμό. Η θέση της γυναίκας βελτιώθηκε, με τη δυναμική είσοδό της στην οικονομία. Νέος άνεμος φύσηξε στη διανόηση της χώρας, ανανεώνοντας το ύφος και το ήθος της. Η καλλιτεχνική δημιουργία εμπλουτίστηκε και διευρύνθηκε. Η μουσική έκφραση απέκτησε σφρίγος και πολυμορφία. Ποιους να πρωτοθυμηθεί κανείς: τον Γιώργο Σεφέρη, τη Διδώ Σωτηρίου, τον Ηλία Βενέζη, τον Κοσμά Πολίτη, τον Στρατή Δούκα, τον Φώτη Κόντογλου; Τον Μανώλη Καλομοίρη, τον Γιάννη Κωνσταντινίδη; Τον Κάρολο Κουν; Τον Μανόλη Ανδρόνικο; Τον Γιώργο Σικελιώτη; Τους της «Ασιάτιδος μούσης εραστάς», για να χρησιμοποιήσω τη διατύπωση του Θεόδωρου Χατζηπανταζή, που μπόλιασαν με την τέχνη τους το «νέο θαλερό βλαστάρι της ανατολίτικης παράδοσης του ελληνικού λαού, το ρεμπέτικο τραγούδι;» Κι όλα αυτά, πολιτισμική ζωογόνηση, επιχειρηματική αποδοτικότητα, κοινωνική πρόοδος, επιτεύχθηκαν χάρη «στο θάρρος, την ενεργητικότητα, την εργατικότητα και δεκτικότητα σε νέες ιδέες που χαρακτηρίζουν την πλειονότητα των προσφύγων», όπως έγραψε ο κοινωνικός ανθρωπολόγος, δεινός μελετητής της ελληνικής πραγματικότητας, Τζον Κάμπελ.

Δεν λησμονούμε τους ανθρώπους που χάθηκαν, τις ζωές που ξεριζώθηκαν, τις πατρογονικές εστίες που εγκαταλείφθηκαν, το αίμα που χύθηκε, τον ψυχικό τραυματισμό, τον ασίγαστο πόνο. Δεν προσπερνάμε τα σφάλματα, τις αυταπάτες, τους ιδεασμούς, τις διχοστασίες. Αλλά καμαρώνουμε τους καρπούς της μεταφύτευσης του μικρασιατικού ελληνισμού στο ελλαδικό χώμα. Η μεγάλη «μετοικεσία» επέφερε εκείνη τη μεγάλη ψυχική και πνευματική μετάλλαξη που μετέβαλε δραστικά τις κατευθύνσεις και τους προσανατολισμούς της ελληνικής κοινωνίας. Εκατό χρόνια μετά την καταστροφή, μια έκθεση, όπως αυτή που εγκαινιάζουμε σήμερα, μας καλεί να αναστοχαστούμε την κρίσιμη αυτή καμπή της ιστορίας μας, χωρίς να αποσείουμε το συναισθηματικό της φορτίο, αλλά και χωρίς να υποτιμούμε τη γονιμοποιό της δύναμη.

Θέλω να συγχαρώ θερμά την ιστορικό τέχνης Εβίτα Αράπογλου που είχε την επιμέλεια της έκθεσης και τον δύο εκδόσεων που τη συνοδεύουν, τον διευθυντή του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών, ακαδημαϊκό Πασχάλη Κιτρομηλίδη, τους ερευνητές του Κέντρου, τον επιστημονικό διευθυντή του Μουσείου Μπενάκη Γιώργη Μαγγίνη, τους επιμελητές του Μουσείου και όλους όσους εργάστηκαν για την πραγματοποίηση της έκθεσης. Μιας έκθεσης που οργανώνεται σαν ένα συναρπαστικό ταξίδι ανά τους αιώνες του μικρασιατικού ελληνισμού. Μεταβαίνοντας από την Ιωνία στην Καππαδοκία, διασχίζοντας τον Πόντο, σταθμεύοντας στην Κωνσταντινούπολη και καταλήγοντας στην Ανατολική Θράκη, ψηλαφούμε το συγκλονιστικό αποτύπωμα του τόπου, ακούμε τη μυστική φωνή του. Μια φωνή, που καθώς έγραψε ο Ηλίας Βενέζης, «γίνεται ο πιο αδιόρατος κι ο πιο βέβαιος δεσμός ανάμεσα στις γενιές των προγόνων κ’ εκείνων που θα ‘ρθουν, ένας ήχος που θα μένει όταν η μνήμη των ανθρώπων θα ‘χει χαθεί».

**

Αναλυτικά η ομιλία του Πρωθυπουργού:

Τέτοιες ώρες, πριν από εκατό χρόνια, στα παράλια της Μικράς Ασίας γραφόταν η αιματηρή τελική πράξη του «Οράματος της Ιωνίας». Η Σμύρνη είχε παραδοθεί, πια, στις φλόγες και οι Χριστιανοί κάτοικοί της σφαγιάζονταν. Ενώ, όσοι κατόρθωναν να γλυτώσουν από την μανία των Τούρκων, ακολουθούσαν τον ελληνικό στρατό προς τη χερσόνησο της Ερυθραίας, προσπαθώντας να περάσουν στα νησιά μας και από εκεί στη σωτηρία. Των ζωών τους μόνο. Γιατί οι περιουσίες τους είχαν ήδη χαθεί…

Λίγο αργότερα, στη Λωζάννη, μετά το αίμα θα γραφόταν και με μελάνι το τέλος 25 αιώνων παρουσίας του Ελληνισμού στην Ιωνία, την Καππαδοκία, τον Πόντο και την Ανατολική Θράκη. Με την ανταλλαγή πληθυσμών, ενάμιση εκατομμύριο ψυχές πήραν, τότε, τον δρόμο της μεγάλης Εξόδου. Αλλά και την απόφαση να ριζώσουν ξανά, σε καινούργιες εστίες στην μητέρα-πατρίδα.

Ταξίδεψαν, κουβαλώντας ελάχιστα υπάρχοντα και λιγοστά πολύτιμα κειμήλια. Αυτά που βρίσκουν, σήμερα, τη θέση τους στη μοναδική έκθεση που συνδιοργανώνουν δύο μεγάλες κιβωτοί της μνήμης του ιωνικού ελληνισμού: το Μουσείο Μπενάκη και το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, με τη γενναία συμβολή άλλων 88 φορέων. Δύο ιδρύματα, που με κόπο και μεράκι κρατούν ζωντανή επί δεκαετίες την κληρονομιά των Ελλήνων των χαμένων πατρίδων. Και γι΄αυτό αξίζουν την ευγνωμοσύνη μας.

Ο ξεριζωμός ήταν το βαρύ τίμημα που έπρεπε να πληρωθεί ώστε να εξασφαλιστεί η ειρήνη και να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο της εθνικής ζωής: «Διά της υπογραφής της Συμβάσεως παρέχονται εις τους ατυχείς πρόσφυγας τα μέσα να αρχίσουν νέον βίον. Υπό όρους καλύτερους των οποίων ουδείς ηδύνατο να ελπίζη μετά την εν Μικρασία καταστροφήν», έγραφε ο Ελευθέριος Βενιζέλος, μετά την υπογραφή της Συνθήκης. Έδινε, έτσι, το σύνθημα της εθνικής ανάτασης που θα ακολουθούσε.

Και οι πρόσφυγες τον δικαίωσαν πολύ πιο γρήγορα και πολύ περισσότερο από όσο κι ο ίδιος φανταζόταν. Γιατί αν η Μικρασιατική Καταστροφή συνιστά το μεγαλύτερο, ίσως, τραύμα του πρόσφατου παρελθόντος μας, η ενσωμάτωση των προσφύγων στον εθνικό κορμό αποτελεί μάλλον το κορυφαίο ειρηνικό επίτευγμα του ελληνικού κράτους.

Με μία χώρα κατάκοπη και καταχρεωμένη ύστερα από 10 χρόνια μαχών, εσωτερικά ασταθή και με ελάχιστους πόρους, να πετυχαίνει ένα αληθινό θαύμα: να μετατρέψει τον θρήνο της τραγωδίας σε πνοή δημιουργίας. Να ανιχνεύσει τα λάθη της και τις άστοχες επιλογές της. Για να σηκωθεί και πάλι στα πόδια της και να ακολουθήσει την ιστορική της τροχιά που μεταμορφώνει πάντα τις καταστροφές σε θριάμβους. Με μοχλό τη δύναμη και το πείσμα των προσφύγων, που συνέβαλαν καταλυτικά στον εκσυγχρονισμό του τόπου.

Έγραψε ο μεγάλος Μικρασιάτης Ηλίας Βενέζης, έχοντας ζήσει από πρώτο χέρι τη θηριωδία, αλλά και την αναδημιουργία: «Ο ελληνισμός της Ανατολής ορθοπόδησε δουλεύοντας τη πικρή γη. Ξεχερσώνοντας αγριόβουνα, αποξεραίνοντας βαλτότοπους, εισχωρώντας μες στον κορμό της ζωής της χώρας. Στη βιομηχανία, στη ναυτιλία, στο εμπόριο, στις Τέχνες, στα Γράμματα. Παντού, προχωρώντας στις πρώτες θέσεις. Αλλοιώνοντας τον ρυθμό της εργασίας και της παραγωγής και κινώντας την άμιλλα. Βάζοντας νέο πνεύμα, ξυπνό, στις συναλλαγές και στις σχέσεις των ανθρώπων».

Κυρίες και κύριοι,

Όλα τα παραπάνω, η καταστροφή και η αναγέννηση, εικονοποιούνται στις διπλανές αίθουσες και στα εκθέματά τους. Θα πρότεινα να τις επισκεφτούμε όχι μόνον ως άσκηση μνήμης, όσο ως κίνητρο εθνικής αυτογνωσίας. Γιατί ασφαλώς η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, ούτε διδάσκει από μόνη της. Βοηθά, όμως, στην αναζήτηση του συλλογικού μας εαυτού. Ορίζει, σε μεγάλο βαθμό, το περιβάλλον όπου κινούμαστε οι σύγχρονοι. Και ενίοτε καθοδηγεί συνετά σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο.

Η Μικρασιατική Καταστροφή και η ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων το 1947, όρισαν το τελικό γεωγραφικό περίγραμμα της χώρας. Ενώ η Συνθήκη της Λωζάννης διέπει, έκτοτε, τη συνύπαρξή μας με τους γείτονες. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι η Τουρκία την έχει παραβιάσει ξεριζώνοντας το ελληνικό στοιχείο της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου. Αλλά και εξακολουθεί να υπονομεύει τις σαφείς ρυθμίσεις της, αμφισβητώντας τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.

Θα πρέπει να αντιληφθεί, ωστόσο, η άλλη πλευρά του Αιγαίου ότι τον σχεδόν έναν αιώνα ισχύος αυτής της Συνθήκης, θα τον διαδεχθούν πολλοί ακόμη. Έτσι απαιτούν η Ιστορία και Γεωγραφία, η νομιμότητα και η διεθνής σταθερότητα. Γι’ αυτό και την τήρησή της εγγυάται και θα εγγυάται η Ελλάδα, με την ασπίδα της διπλωματίας και των συμμαχιών της, αλλά και με το αποτρεπτικό δόρυ των Ενόπλων της Δυνάμεων. Κυρίως, όμως, με την αδιάκοπη πορεία της προς την πρόοδο.

Γιατί η πραγματική αναμέτρηση μιας χώρας είναι με το παρελθόν και το μέλλον της. Μπορεί τον Σεπτέμβριο του ‘22 ο Ελληνισμός να έχασε μία απ’ τις πιο δημιουργικές του εστίες. Αμέσως μετά όμως η χώρα έμαθε να κερδίζει τη μάχη της ευημερίας της: ενδυνάμωσε την εθνική της ομοιογένεια, αποφεύγοντας τα «φαντάσματα» άλλων βαλκανικών χωρών. Ξαναπολέμησε. Αλλά με τη νικηφόρα πλευρά της Ιστορίας. ‘Ακμασε με την μεταπολεμική ανάπτυξη. Και έκανε καλύτερη τη ζωή των Ελλήνων.

Για να αποτελεί, σήμερα, ένα από τα παλαιότερα μέλη της Ευρωπαϊκής οικογένειας, πρωταγωνιστώντας μεταξύ τους. Σε μία διαδρομή όχι χωρίς λάθη, καθώς ο Εθνικός Διχασμός, που προϋπήρχε της μικρασιατικής περιπέτειας, υποτροπίασε με άλλες μορφές. Ζήσαμε, έτσι, έναν Εμφύλιο Πόλεμο και μία επτάχρονη Δικτατορία. Ενώ τον είδαμε να αναβιώνει και πριν από λίγα μόλις χρόνια με τη μορφή της δημαγωγίας, και πάλι απέναντι σε μία οικονομική κρίση που απαιτούσε εθνική συσπείρωση.

Όλα αυτά, όμως, ανήκουν στο παρελθόν. Οι επιλογές των Ελλήνων δείχνουν ότι τα ίχνη της εμπειρίας γίνονται γι’ αυτούς οδηγοί μιας καλύτερης πορείας. Πως την κάθε μεγάλη υποχώρηση μπορεί να τη διαδέχεται μια μεγαλύτερη εθνική επιτυχία. Και ότι, σήμερα, η «Μεγάλη Ιδέα» δεν συνδέεται με γεωγραφικές κτήσεις. Αλλά με την Μεγάλη Ελλάδα. Την ισχυρή και αυτοδύναμη πατρίδα του μέλλοντός μας. Αυτή που δεν λησμονεί επειδή, ακριβώς, θέλει να προχωρεί!

Κλείνω όπως λιτά κλείνει και ο Ηλίας Βενέζης το κείμενό του για το Μικρασιατικό δράμα: «Ύστερα από τόσο πάθος που ζήσαμε, κρατούμε σκεπή και παραστάτη μας ένα όραμα για τον άνθρωπο, καθαρά ελληνικό: μιαν αίσθηση της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας, που είναι ταυτόσημα με την αρετή». Επιτρέψτε μου, μάλιστα, να δανειστώ και τον τίτλο του βιβλίου όπου δημοσιεύτηκε, καθώς ταιριάζει απόλυτα με την αποψινή έκθεση: «Μικρασία, χαίρε».

Σας ευχαριστώ.