Το τελευταίο αντίο είπαν το Σάββατο συγγενείς και φίλοι στον Αλέξανδρο Νικολαΐδη, τον δυο φορές αργυρό Ολυμπιονίκη και αναπληρωτή εκπρόσωπο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, που πέθανε σε ηλικία 43 ετών, μετά από διετή μάχη με μια σπάνια μορφή καρκίνου.
Η σορός του εκτέθηκε προς χαιρετισμό στον Ιερό Καθεδρικό Ναό Τιμίου Προδρόμου Νεαπόλεως Θεσσαλονίκης ενώ στη συνέχεια τελέστηκε η εξόδιος ακολουθία και ο ενταφιασμός του στα Κοιμητήρια του Φιλύρου Θεσσαλονίκης. Τραγικές φιγούρες οι γονείς του, η αδερφή του, η σύζυγός του, Δώρα Τσαμπάζη, με τα δύο τους ανήλικα παιδιά.
Στο φέρετρο του Νικολαΐδη, τοποθετήθηκε η ελληνική σημαία, ενώ στην τελετή συμμετείχε και άγημα της Πυροσβεστικής, στην οποία ο Έλληνας Ολυμπιονίκης ήταν αξιωματικός. Υπήρχαν δεκάδες στεφάνια, ανάμεσα σε αυτά από τον Πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά τις ΠΑΕ Άρης και ΠΑΟΚ.
«Σήμερα όλη η Ελλάδα δακρύζει και πενθεί γιατί αισθάνεται ότι έχασε ένα δικό της παιδί», είπε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, Αλέξης Τσίπρας, στον επικήδειο που εκφώνησε για τον Ολυμπιονίκη και αναπληρωτή εκπρόσωπο Τύπου του κόμματος Αλέξανδρο Νικολαΐδη, στον καθεδρικό ναό Τιμίου Προδρόμου στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης.
«Ο Αλέξανδρος μεγαλούργησε σε ένα άθλημα ατομικό, στη ζωή του, όμως, ξεχώρισε γιατί δεν ήθελε να πορεύεται μόνος, γιατί ήθελε να βάζει μπροστά το εμείς και όχι το εγώ, το συλλογικό και όχι το ατομικό και πάλευε στους στίβους της ζωής με το ίδιο πείσμα και την ίδια μαχητικότητα που τον διέκρινε και στους αθλητικούς στίβους», τόνισε και συνέχισε:
«Είναι πολύ δύσκολο να αποχαιρετάς έναν αγαπημένο σου άνθρωπο.Πόσο μάλλον όταν φεύγει τόσο νωρίς και τόσο άδικα. Ακόμη πιο δύσκολο να αποχαιρετάς έναν άνθρωπο σπάνιο, ξεχωριστό. Έναν γίγαντα με καρδιά μικρού παιδιού. Που έκανε όχι μόνο όσους είχαμε την τύχη να τον γνωρίσουμε αλλά και όλη την Ελλάδα να γεμίσει με έντονα συναισθήματα. Όπως τότε που έπεσε λαβωμένος στο Σίδνει και η κραυγή του έσκισε τη σιωπή. Αλλά και αργότερα όταν σηκώθηκε, πάλεψε και νίκησε υψώνοντας τη γαλανόλευκή στα βάθρα της.
»Ήταν ένας μαχητής παντού. Στο άθλημα του, στην καριέρα του, στην κοινωνική του δράση. Και παρέμεινε μαχητής ακόμα και όταν η ζωή τού φύλαξε το πιο φρικτό μαντάτο. Μια ακόμα μάχη, απέναντι στον πιο σκληρό και ανίκητο αντίπαλο. Κι όμως δεν δείλιασε και δεν παραπονέθηκε. Μόνο φρόντισε να κερδίσει και το τελευταίο δευτερόλεπτο δίπλα στους αγαπημένους του ανθρώπους. Για να τους το χαρίσει. Ο κόσμος που τον θαύμασε να δοξάζει την Ελλάδα με τις αθλητικές του επιτυχίες, πίστευε ότι το πιο δυνατό όπλο του Αλέξανδρου ήταν τα πόδια του. Η αλήθεια όμως είναι ότι το πιο δυνατό του όπλο ήταν η καρδιά του. Και η πίστη στα ιδανικά και τις αξίες του. Ο σεβασμός και η αλληλεγγύη στον συνάνθρωπο, στον συναθλητή, στον συμπολίτη. Η πίστη του στη δικαιοσύνη και την ισότητα. Και σε έναν κόσμο χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. “Για να μη μεγαλώσουν τα παιδιά μας σε έναν άδικο και φασιστικό κόσμο”, όπως έλεγε. “Γιατί δεν μπορούμε να μένουμε απαθείς όταν κάποιοι πατριδοκάπηλοι σπέρνουν μίσος στα γυμναστήρια και στα σχολεία”, έλεγε».

Ο κ. Τσίπρας είπε ότι η αγάπη του Αλέξανδρου για την πατρίδα ήταν αγνή, έμπρακτη και βαθιά, ήταν αυτή που τον έκανε ανυποχώρητο απέναντι σε όσους καπηλεύονταν το όνομα της για να γεννήσουν διχασμό. Και αυτή η αγάπη αλλά και η έγνοια του για τον άνθρωπο, δεν τον άφηναν να θρέφει τις δάφνες του αμέτοχος για όσα συμβαίνουν γύρω του».
Κάπως έτσι, τόνισε, είχε την τύχη να γνωρίσει τον Αλέξανδρο από κοντά. «Μέσα από τις αναρτήσεις του στο διαδίκτυο. Μέσα από την κοινωνική του δράση. Να παλεύει για τις ιδέες του, όπως πάλευε για τις Ολυμπιακές του νίκες. Και είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε, πάνω από όλα έναν ξεχωριστό και καλόψυχο άνθρωπο. Που μας έμαθε με το παράδειγμά του πώς να δίνουμε τη μάχη των αξιών μας. Πώς να αγαπάμε και να σεβόμαστε τη ζωή, την κάθε της στιγμή».
Γι’ όλα αυτά, σημείωσε, «ήρθε η ώρα τώρα εμείς να σου πούμε ένα μεγάλο ευχαριστώ». «Σε ευχαριστούμε που μας έκανες καλύτερους ανθρώπους. Σε ευχαριστούμε που κόσμησες την παράταξη μας με την παρουσία και τη δράση σου. Σε ευχαριστούμε που έδειξες ότι σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα και πιο τοξικός, οι αρχές και η ηθική ξεχωρίζουν ακόμα. Σε ευχαριστούμε, τέλος, για το στερνό, το συγκλονιστικό σου αντίο. Για τα λόγια σου, που θα δώσουν δύναμη σε χιλιάδες ανθρώπους που δίνουν τη μάχη με τον καρκίνο, όπως εσύ. Αλλά και για τον καθέναν ξεχωριστά. Γιατί, όπως μας έγραψες, στη ζωή δεν έχει σημασία πότε και πώς θα φύγουμε, αλλά τι στίγμα θα αφήσουμε πίσω. Εσύ, λοιπόν, άφησες στίγμα ανεξίτηλο στις ψυχές μας, αλλά και μια σπουδαία κληρονομιά. Για τις γενιές που θα έρθουν σε έναν κόσμο όπου αξίζει να αγωνίζονται κάθε μέρα και ως το τέλος, για να τον κάνουν καλύτερο. Για τους δικούς σου ανθρώπους, τη Δώρα, τους γονείς σου, τα αδέρφια, τους φίλους σου. Μα πάνω απ΄όλα τα αγαπημένα του παιδιά, την Ελεάννα και τον Γιώργο. Που για πάντα θα πορεύονται με το χαμόγελο και την αγάπη σου στις ψυχές τους. Καλό σου ταξίδι αγαπημένε και καλόψυχε σύντροφε! Θα σ’ αγαπάμε, θα σε θυμόμαστε και θα σε τιμούμε πάντα».
Επικήδειους εκφώνησαν, επίσης, οι Ολυμπιονίκες Δημοσθένης Ταμπάκος, Κλέλια Πανταζή και ο πύραρχος Σάββας Τσολάκης, καθώς ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης ήταν αξιωματικός του Πυροσβεστικού Σώματος.
Ο Δημοσθένης Ταμπάκος τόνισε ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης δεν είχε μόνο μεγάλο σωματικό ανάστημα αλλά και μεγάλο ψυχικό και αθλητικό ανάστημα.
«Εσπασε η καρδιά μας μόλις μάθαμε για τον θάνατο σου», είπε η Κλέλια Πανταζή συγκλονισμένη και εξέφρασε την ευχή να βρεθεί κάποιος «μεγαλόκαρδος» να αγοράσει τα μετάλλια του Αλέξανδρου στη δημοπρασία και μετά να τα δώσει στα παιδιά του. Στο σημείο αυτό χειροκροτήθηκε από τους παρισταμένους.
Την προσφορά και το παράδειγμα του Αλέξανδρου Νικολαίδη εξήρε ο πύραρχος Σάββας Τσολάκης.
Η σορός του Αλέξανδρου Νικολαίδη έφτασε στην εκκλησσία στις 3 μ.μ. μέσα σε κλίμα συγκίνησης και μέχρι τις 4 μ.μ. που άρχισε η εξόδιος ακολουθία, πολίτες κάθε ηλικίας πέρασαν για να τον αποχαιρετίσουν.
Το φέρετρο του ήταν σκεπασμένο με την ελληνική σημαία, την οποία δόξασε στους Ολυμπιακούς Αγώνες, και το θερμό και παρατεταμένο χειροκρότημα του κόσμου κατά την έξοδο από την εκκλησία ήταν το «μετάλλιο» της αναγνώρισης, του σεβασμού και της αγάπης.
Στην εξόδιο ακολουθία παρέστησαν η γραμματέας της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Ράνια Σβίγκου, ο αναπληρωτής γραμματέας Γιώργος Βασιλειάδης, ο εκπρόσωπος Τύπου Νάσος Ηλιόπουλος, βουλευτές και ευρωβουλευτές του κόμματος, ο υφυπουργός Μακεδονίας και Θράκης Σταύρος Καλαφάτης, ο γενικός γραμματέας Αθλητισμού Γιώργος Μαυρωτάς, ο πρώην υφυπουργός Αθλητισμού Γιώργος Ορφανός, ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολος Τζιτζικώστας, οι δήμαρχοι Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνος Ζέρβας, Νεάπολης- Συκεών Σίμος Δανιηλίδης, Πυλαίας-Χορτιάτη Ιγνάτιος Καιτεζίδης, βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, Ολυμπιονίκες κ.ά.
Η ταφή έγινε στο νεκροταφείο Φιλύρου.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
*Με στίχους από το «Μονόγραμμα» του νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη, σε μία λιτή ανάρτηση στο Instagram, η σύζυγος του Oλυμπιονίκη, Δώρα Τσαμπάζη, λέει το δικό της «αντίο»: «Ποιός μιλεί στα νερά και ποιός κλαίει – ακούς; Ποιός γυρεύει τον άλλο, ποιός φωνάζει – ακούς; Είμ’ εγώ που φωνάζω κι είμ’ εγώ που κλαίω, μ’ ακούς. Σ΄αγαπώ, σ’ αγαπώ, μ’ ακούς».

«Έσπασε, μαμά έσπασε»: Όταν ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης χτύπησε το πόδι του στους Ολυμπιακούς του Σίδνεϊ
Κάποιος που έχει δει τον Αλέξανδρο Νικολαΐδη να σπάει το πόδι του ζωντανά, σε αγώνα των Ολυμπιακών Αγώνων του Σίδνεϊ, δεν μπορεί να βγάλει την εικόνα από το μυαλό του. Μια τόσο δυνατή και σπαρακτική στιγμή που έκανε τον 21χρονο τότε αθλητή από τη Θεσσαλονίκη να γίνει ακόμα πιο δυνατός.
Τον Οκτώβριο του 1999 πήρε την πολυπόθητη πρόκριση για τους Ολυμπιακού Αγώνες που θα γίνονταν στην Αυστραλία και έναν μήνα αργότερα έσπασε το πόδι του σε τροχαίο, καθώς πήγαινε στην προπόνηση. Μια στιγμή που θα λύγιζε οποιονδήποτε. «Δεν είχα την πολυτέλεια να σταθώ πολύ στο πώς και γιατί έγινε γιατί τον Σεπτέμβριο του 2000 έπρεπε να αγωνιστώ. Από την δεύτερη μέρα που ξάπλωσα στο κρεβάτι με σπασμένο πόδι σκεφτόμουν πώς θα γίνει να βγάλω τον γύψο όσο πιο γρήγορα γίνεται για να μπορώ έστω να συμμετάσχω. Το ξεπέρασα αρκετά εύκολα, το δύσκολο ήταν όταν το έσπασα ξανά στους Ολυμπιακούς», δήλωσε σε μια μεγάλη συνέντυξη για τη ζωή του στο OneMan.
Ο συγκλονιστικός τραυματισμός του ήρθε σε έναν αγώνα κόντρα στον Κολομβιανό Μίλτον Κάστρο. Σε μία προσπάθειά του να αποσπάσει τον πόντο από τον αντίπαλό του, έσπασε το δεξί του πόδι. Αμέσως έπεσε στο έδαφος σφαδάζοντας από τους πόνους και άρχισε να φωνάζει «Έσπασε, έσπασε μαμά». Είδε το όνειρό του για μετάλλιο να εξαφανίζεται σαν καπνός και ένας νέος γολγοθάς να ανοίγεται μπροστά του.
Ωστόσο, εκείνος δεν το έβαλε ποτέ κάτω και δεν απογοητεύτηκε από την άτυχη και σοκαριστική αυτή στιγμή και επιβραβεύτηκε γι’ αυτό με τα δύο αργυρά Ολυμπιακά μετάλλια, που κατέκτησε αργότερα στην Αθήνα και στο Πεκίνο.
Δεν το έβαλε κάτω, αλλά γύρισε πιο δυνατός και αυτή του η επιστροφή τον καθιέρωσε. Και φυσικά όλες τις δυσκολίες τις ξεπερνούσε έχοντας τη στήριξη της οικογένειάς του.
«Αυτές οι στιγμές διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα μου. Ήταν ακριβώς το ίδιο σπάσιμο, στο ίδιο σημείο. Έπρεπε να κρατήσω τον γύψο τέσσερις μήνες την πρώτη φορά και τον έβγαλα στους δυόμισι. Όταν μου είχαν πει ‘έκλεισε, αλλά δεν είναι έτοιμο’ εγώ άκουσα μόνο το πρώτο σκέλος. Τον έβγαλα, ξεκίνησα τις προπονήσεις συντηρητικά μεν στην αρχή, αλλά όταν ένα κόκκαλο δεν έχει θρέψει… Στις προπονήσεις το είχα χτυπήσει πολύ πιο δυνατά και πολύ πιο άσχημα και δεν με είχε ενοχλήσει. Στο Σίδνεϊ άνοιξε ακριβώς στο ίδιο σημείο και μάλιστα λίγο περισσότερο από την πρώτη φορά. Αναγκάστηκα να κάνω χειρουργείο και να βάλω σίδερο στο πόδι μου. Συνολικά έχω κάνει 13 σκόρπια χειρουργεία, για να βάλεις λάμα, να βγάλεις λάμα, σε γόνατα, χέρια, κουντεπιέ, δάχτυλα», δήλωνε επίσης για να καταλήξει: «Μέχρι να σπάσει το πόδι μου στους Ολυμπιακούς ήμουν σε πολύ καλή κατάσταση. Δεν μπορούσα όμως πλέον να φανταστώ πως θα γίνουν σε τέσσερα χρόνια οι Ολυμπιακοί στην Ελλάδα και εγώ δεν θα αγωνιστώ».