Εκεί θα βρεθούν και μερικές από  τις 900  Ελληνίδες νύφες που πριν 65 χρόνια έφθασαν από την Ελλάδα στην Αυστραλία με το θρυλικό πλοίο «Begona»

Κεντρικός ομιλητής της εκδήλωσης θα είναι ο γνωστός εκπαιδευτικός της παροικίας, Παναγιώτης Φωτάκης, ο οποίος στην τρυφερή ηλικία των οκτώ ετών βρισκόταν και ο ίδιος στο πλοίο «Begona», έχοντας αφήσει πίσω του το νησί του, τη Ρόδο.

Όπως είναι γνωστό, ο κ. Φωτάκης έχει κάνει έρευνα και έχει καταγράψει με κάθε λεπτομέρεια εκείνο το ταξίδι με τις εκατοντάδες νύφες.

Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι στις 16 Ιουνίου του 1957, έφτασε στο Port Melbourne της Μελβούρνης το γερασμένο ισπανικό πλοίο «Begona», που μετέφερε τις ελπίδες και τα όνειρα 900 Ελληνίδων νεαρών γυναικών, οι οποίες έρχονταν τότε στην Αυστραλία με μια βαλίτσα όνειρα για ένα καλύτερο αύριο και την ελπίδα να συναντήσουν στην ξενιτιά τους μελλοντικούς συζύγους τους και να δημιουργήσουν μαζί τους τις δικές τους ελληνικές οικογένειες.

Το πλοίο  είχε αναχωρήσει από την Ελλάδα στις 21 Μαϊου του 1957.

Όπως μας ενημέρωσε ο κ. Φωτάκης, έχει ολοκληρώσει την συγγραφή του βιβλίου που έχει τίτλο «From Sianna to Adelaide with the Begona brides through the eyes of an 8 year old».

Από παλαιότερη εκδήλωση του κ. Φωτάκη με “νύφες” που συναντήθηκαν μεταξύ τους μετά από δεκαετίες. Φώτο: Supplied

H συνάδελφος Θεοδώρα Μαΐου ασχολήθηκε αρκετές φορές με την έρευνα του κ. Φωτάκη.

Σε μια ανταπόκρισή της έγραφε: «Ο ομογενής εκπαιδευτικός ξεκίνησε να συγκεντρώνει στοιχεία για να βρει τις 900 νύφες με τις οποίες έφτασε στην Αυστραλία, να δει τι απέγιναν και να καταγράψει την ιστορία τους, πιστεύοντας ότι πρόκειται για μια συγκλονιστική ιστορία που δεν έχει ειπωθεί σε όλη της την έκταση.

Σύμφωνα με μαρτυρίες, πολλά προξενιά της εποχής πέτυχαν, όμως άλλα προξενιά δεν κατέληξαν στα σκαλιά της εκκλησίας. Πολλές νύφες κατέληξαν μόνες και απογοητευμένες, άλλες συντετριμμένες έβαζαν τα κλάματα και άλλες επαναστατούσαν ενάντια στα «πρέπει» της εποχής. Πολλές, όμως, αν όχι οι περισσότερες, έσκυψα σιωπηλά το κεφάλι και υπέμειναν τη μοίρα που άλλοι καθόρισαν για εκείνες.

«Δύσκολα τα πρώτα χρόνια. Ξένες σε ξένο τόπο, χωρίς γλώσσα, σε σκοτεινά μελαγχολικά σπίτια και όλα να πηγαίνουν ανάποδα. Ιούνιος μήνας να βρέχει και να κάνει κρύο – πού ξανακούστηκε; Τα πρώτα είκοσι χρόνια είναι δύσκολα μας έλεγαν. Μετά συνηθίζεις. Τα είκοσι χρόνια έγιναν σαράντα και η μητριά Αυστραλία έγινε μάνα μας. Δόξα τω θεώ» είχε πει κάποτε μια από τις νύφες της εποχής, η κ. Χαρίκλεια.

«Η ιστορία των γυναικών αυτών αποτελεί ουσιαστικά ένα μεγάλο κομμάτι της μεταναστευτικής ιστορίας των Ελλήνων στην Αυστραλία» λέει ο κ. Φωτάκης».

Φώτο: Suppl,ied

ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΝΥΦΕΣ

Σε άλλο ρεπορτάζ της, η Θεοδώρα Μάϊου ανέφερε:

«Το πλοίο “Begona” έφτασε στο λιμάνι της Μελβούρνης στις 16 Ιουνίου 1957, στις 10πμ.και εξακολουθεί μέχρι σήμερα να κατέχει το ρεκόρ υποψήφιων νυφών που έχει ποτέ μεταφέρει πλοίο από την Ελλάδα στην Αυστραλία.

Πολλά έχουν γραφτεί κατά καιρούς για τις 900 νεαρές Ελληνίδες «νύφες», οι οποίες τον Μάϊο του 1957 έφτασαν στο Port Philip Bay της τότε αφιλόξενης Μελβούρνης με το γερασμένο ισπανικό πλοίο “Begona”, όμως κανείς δεν έχει έως σήμερα επιχειρήσει να ρίξει φως στην άλλη πλευρά του νομίσματος, τους νεαρούς Έλληνες «γαμπρούς» του «Μπεγκόνια» που, με μια φωτογραφία στο χέρι και ένα μπουκέτο λουλούδια, περίμεναν την γυναίκα της ζωής τους να κατέβει τα σκαλιά του πλοίου και να τους ορκιστεί αιώνια αγάπη και αφοσίωση.

«Έχουμε πολλές φορές ερευνήσει και ασχοληθεί με τις νύφες που στο κατάστρωμα του “Begona” έκρυβαν τα όνειρα και την ελπίδα να συναντήσουν στην ξενιτιά τους μελλοντικούς συζύγους τους, αλλά θεωρώ ότι πλέον οφείλουμε να ερευνήσουμε και το άλλο εξίσου μεγάλο κομμάτι που συμπληρώνει το παζλ της μεταναστευτικής ιστορίας των Ελλήνων της Αυστραλίας» λέει στον «Νέο Κόσμο» ο γνωστός εκπαιδευτικός της παροικίας, Παναγιώτης Φωτάκης, ο οποίος στην τρυφερή ηλικία των οκτώ ετών βρισκόταν στο ίδιο πλοίο, έχοντας αφήσει πίσω του το νησί του, τη Ρόδο και με αφορμή εκείνη την εμπειρία του έχει ήδη προχωρήσει στην έρευνα και την καταγραφή συγγραμμάτων που αφορούν τις νύφες ή μάλλον τις νεραΐδες (όπως εκείνος αρέσκεται να τις αποκαλεί) – εκείνου του ταξιδιού.

Σύμφωνα με τον ίδιο, στο πλοίο επέβαιναν συνολικά 962 επιβάτες εκ των οποίων οι 900 ήταν «νύφες» από την Ελλάδα.

«Οι γυναίκες αυτές χωρίζονταν σε τρεις κατηγορίες. Το ένα τρίτο εξ αυτών ήταν «παντρεμένες ή αρραβωνιασμένες με φωτογραφία», κάποιες άλλες γνώριζαν ήδη τον γαμπρό που τους περίμενε και, φυσικά, υπήρχαν και οι «ελεύθερες» οι οποίες αποκαλούνταν έτσι γιατί είχαν την ελευθερία να επιλέξουν μόνες τους τον σύντροφό τους, την ίδια στιγμή που οι δεσμευμένες ζούσαν με την αγωνία αν ο άνθρωπος που άλλοι είχαν επιλέξει γι’ αυτές θα ήταν καλός, νέος, δυνατός και όπως έδειχνε στην φωτογραφία που καθεμία νεαρή ξενιτεμένη έκρυβε σαν φυλαχτό στο στέρνο της» εξηγεί ο καθηγητής κ. Φωτάκης.

Για τις ελεύθερες γίνονταν ολόκληρες τελετουργίες και νυφοπάζαρα, μέσα από οικογενειακές συναντήσεις, γλέντια, κοινωνικές συνάξεις και εκκλησιασμούς, όπου παρατηρούνταν συνωστισμός και διαγωνισμός υποψήφιων γαμπρών.

Φώτο: Supplied

 

Για τις αρραβωνιασμένες υπήρχε μέριμνα, αφού οι ίδιες είχαν τη δυνατότητα μέσα σε ένα μήνα να επιστρέψουν με το ίδιο εισιτήριο στην πατρίδα, εφόσον κάτι πήγαινε στραβά με το γάμο ή μετάνιωναν οι ίδιες.

Σύμφωνα με μαρτυρίες, πολλά προξενιά της εποχής πέτυχαν, ενώ άλλα δεν «ανέβηκαν» ποτέ τα σκαλιά της εκκλησίας. Πολλές νύφες κατέληξαν μόνες και απογοητευμένες, άλλες, συντετριμμένες, έβαζαν τα κλάματα και άλλες επαναστατούσαν ενάντια στα «πρέπει» της εποχής. Πολλές όμως -οι περισσότερες- έσκυψαν σιωπηλά το κεφάλι και υπέμειναν τη μοίρα που άλλοι καθόρισαν για εκείνες.

«Η ιστορία των γυναικών αυτών αποτελεί, ουσιαστικά, ένα μεγάλο κομμάτι της μεταναστευτικής ιστορίας των Ελλήνων στην Αυστραλία, αλλά πλέον στόχος μου είναι να ξαναπώ την ιστορία αυτή όπως την έζησαν οι “γαμπροί” του “Μπεγκόνια” και να φέρω στην επιφάνεια τις σκέψεις και τα συναισθήματα των νεαρών ανδρών που είχαν ήδη αναζητήσει ένα καλύτερο μέλλον στην ξενιτιά και έψαχναν να βρουν μια Ελληνίδα νύφη για να δημιουργήσουν τη δική τους οικογένεια» εξηγεί ο κ. Φωτάκης, ο οποίος ήδη έχει έρθει σε επαφή με τρεις από αυτούς τους «γαμπρούς» της παροικίας για να καταγράψει την ιστορία τους.

Οικογενειακή φωτογραφία την ημέρα αναχώρησης από τα Σιάννα το 1957. Η φωτογραφία είναι ευγενική παραχώρηση του κ. Φωτάκη

«Από τότε που ξεκινήσαμε την έρευνα συνειδητοποίησα πόσο σημαντική είναι αυτή η περίοδος, όχι μόνο ιστορικά αλλά και για τους ομογενείς της δεύτερης γενιάς που διψούν να μοιραστούν τις ιστορίες των γονιών τους» εξηγεί ο κ. Φωτάκης.

«Η εποχή αυτή αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής μεταναστευτικής ιστορίας στην Αυστραλία, γι’ αυτό θεωρώ χρέος όλων μας να την καταγράψουμε» καταλήγει ο κ. Φωτάκης.