Οι ένορκοι στη δίκη του Bruce Lehrmann, κατηγορούμενου για βιασμό, απαλλάχθηκαν των καθηκόντων τους και δεν κατέληξαν σε κάποια ετυμηγορία την Πέμπτη το πρωί, μετά την ομολογία ενός ενόρκου ότι είχε πρόσβαση σε πληροφορίες που δεν παρουσιάστηκαν ως αποδεικτικά στοιχεία στο δικαστήριο.

Ο κ. Lehrmann κατηγορείται ότι βίασε την τότε συνάδελφό του, Brittany Higgins, στο Κοινοβούλιο μετά από μια νυχτερινή έξοδό τους τον Μάρτιο του 2019.

Ο ίδιος δήλωσε αθώος και αρνείται ότι υπήρξε σεξουαλική επαφή μεταξύ των δύο.

Η δίκη διήρκεσε 12 ημέρες κατά τη διάρκεια της οποίας κατέθεσαν 29 μάρτυρες. Μεταξύ των μαρτύρων ήταν και οι γερουσιαστές του Φιλελεύθερου Κόμματος Linda Reynolds και Michaelia Cash.

Η αρχιδικαστής, Lucy McCallum, δήλωσε ότι έμαθε ότι τουλάχιστον ένας ένορκος είχε αποκτήσει σχετικό υλικό που δεν είχε συμπεριληφθεί στη δίκη.

Έτσι κάλεσε τους 12 ενόρκους στο Ανώτατο Δικαστήριο της Περιοχής Αυστραλιανής Πρωτεύουσας (ACT), το πρωί της Πέμπτης, για να ανακρίνει έναν από αυτούς σχετικά με μια ερευνητική εργασία που είχε στην κατοχή του.

«Κατά τη διάρκεια της συνήθους τακτοποίησης της αίθουσας των ενόρκων από τρεις αστυνομικούς μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας χθες, ένας από τους αστυνομικούς έριξε κατά λάθος ένα από τα αρχεία εγγράφων ενός ενόρκου στο πάτωμα» είπε.

Ο υπάλληλος ασφαλείας που σήκωσε το κουτί παρατήρησε τον τίτλο του εγγράφου και το ανέφερε.

Το δικαστήριο άκουσε ότι η ακαδημαϊκή εργασία αφορούσε την «αδυναμία της προσπάθειας ποσοτικοποίησης» του πόσο συχνά γίνονται ψευδείς καταγγελίες βιασμού.

Η δικαστής McCallum δήλωσε ότι δεν είχε άλλη επιλογή από το να απαλλάξει τους υπόλοιπους ενόρκους.

Όπως εξήγησε, είχε προειδοποιήσει τους ενόρκους «τουλάχιστον 17 φορές» κατά τη διάρκεια της δίκης να μην προσπαθήσουν να μάθουν περισσότερα για την υπόθεση από όσα άκουσαν στο δικαστήριο.

«Δεν πρέπει να προσπαθήσετε να κάνετε τη δική σας έρευνα» τους είχε πει. «Πρέπει να βασιστείτε αποκλειστικά στα στοιχεία που θα ακούσετε σε αυτή την αίθουσα. Αν μαθαίνετε κάτι γι’ αυτή τη δίκη και εγώ δεν είμαι εκεί, τότε δεν πρέπει να το κάνετε».

Παρ’ όλα αυτά, ευχαρίστησε τους ενόρκους, λέγοντας ότι η κακοδικία είναι μια πιθανότητα σε όλες τις δίκες με ενόρκους.

«Αυτό μπορεί να σας απογοητεύσει μετά τη σκληρή δουλειά που κάνατε όλοι σας και θέλω να σας μεταφέρω την ευγνωμοσύνη μου γι’ αυτό» είπε.

«Δεν θέλω να φύγετε από το δικαστήριο νομίζοντας ότι ήταν χάσιμο χρόνου».

H αρχιδικαστής είπε επίσης ότι, παρά τα όσα μπορεί να πίστευαν κάποιοι, οι ένορκοι φαίνεται ότι κατέβαλλαν πραγματική προσπάθεια να καταλήξουν σε ομόφωνη ετυμηγορία.

Οι ένορκοι είχαν αρχικά πει στην αρχιδικαστή τη Δευτέρα ότι δεν ήταν σε θέση να καταλήξουν σε ετυμηγορία, αλλά συνέχισαν μέχρι και την έβδομη ημέρα να συνεδριάζουν κεκλεισμένων των θυρών.

Ο νόμος της ACT απαιτεί ομόφωνη ετυμηγορία των ενόρκων για το πόρισμα της ενοχής ή της αθωότητας.

ΝΕΑ ΔΙΚΗ ΤΟΝ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟ 2023

Ο κ. Lehrmann αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση μέχρι τη νέα δίκη, η οποία έχει προγραμματιστεί για τις 20 Φεβρουαρίου 2023.

Η αρχιδικαστής McCallum έκλεισε την ακροαματική διαδικασία με μια προειδοποίηση προς τα Μέσα Ενημέρωσης που βρίσκονταν στην αίθουσα, λέγοντας ότι ο κ. Lehrmann απλώς κατηγορείται για ένα έγκλημα και ενδέχεται να μην καταδικαστεί ποτέ.

«Η δίκη του μπορεί να επηρεαστεί αν οι άνθρωποι συνεχίσουν να αναφέρονται σε αυτή την υπόθεση με αυτή τη συχνότητα» είπε.

«Περιμένω, ότι μετά την αναφορά του αποτελέσματος της σημερινής δίκης, δεν θα πρέποει να υπάρξει οποιαδήποτε αναφορά για το θέμα αυτό, έτσι ώστε ο κατηγορούμενος να τύχει μιας δίκαιης δίκης και η κ. Higgins να έχει κάποια ανάπαυλα από την έντονη προσοχή των μέσων ενημέρωσης που ήταν διάχυτη καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της δίκης».

Έξω από το δικαστήριο, ο δικηγόρος του κ. Lehrmann, Steven Whybrow, δήλωσε ότι η ομάδα υπεράσπισης ήταν «απογοητευμένη».

«Όλοι είναι απογοητευμένοι με αυτό που συνέβη, αλλά θα ήταν ανάρμοστο και ανεύθυνο να πούμε οτιδήποτε σε αυτό το στάδιο» είπε.

Η Brittany Higgins έφυγε από το δικαστήριο το πρωί της Πέμπτης μπροστά στις κάμερες πλήθος δημοσιογράφων στους οποίους απευθύνθηκε.

«Επέλεξα να μιλήσω. Να μιλήσω κατά του βιασμού, να μιλήσω κατά της αδικίας, να μιλήσω και να μοιραστώ τις εμπειρίες μου με άλλους. Είπα την αλήθεια στο δικαστήριο, όσο άβολη ή μη κολακευτική κι αν ήταν» είπε.

«Το σημερινό αποτέλεσμα δεν αλλάζει αυτή την αλήθεια. Όταν μίλησα, ποτέ δεν κατάλαβα πλήρως το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, αλλά το καταλαβαίνω τώρα.

«Μου ζητήθηκε ορκιστώ και να πω την αλήθεια για πάνω από μία εβδομάδα από τη θέση της μάρτυρα, όπου εξετάστηκα επί μακρόν. Εκείνος είχε την επιλογή να παραμείνει σιωπηλός στο δικαστήριο, με το κεφάλι σκυμμένο σε ένα σημειωματάριο, εντελώς αποστασιοποιημένος. Ποτέ δεν αντιμετώπισε ούτε μία ερώτηση στο δικαστήριο».