Νίκος Πασπάλης: Ο Έλληνας «βασιλιάς των μαργαριταριών» της Αυστραλίας

Ο Νίκος Πασπάλης δεν ξεχνά, ποτέ την Ελλάδα και την καταγωγή του. Για να γιορτάσει την 100ή επέτειο από την άφιξη της οικογένειας του στην ήπειρο όπου μεγαλούργησε επιχειρηματικά, λάνσαρε την συλλογή με την ονομασία Megisti

Έχουν περάσει εκατό ολόκληρα χρόνια από τότε που ο πρωτεργάτης της οικογένειας Πασπάλη, Νικόλαος, αποφάσισε να εγκαταλείψει το νησί του το Καστελόριζο, και να μεταναστεύσει στην Αυστραλία όπου με κόπο και πολλές θυσίες κατάφερε να δημιουργήσει την δική του αυτοκρατορία.

Με περιουσία που υπολογίζεται στο ένα δισεκατομμύριο, 250 εκατομμύρια δολάρια, η οικογένεια Πασπάλη είναι μια από τις πιο πλούσιες της Αυστραλίας, καθώς, εκτός από την καλλιέργεια μαργαριταριών που φέρουν την επωνυμία μαργαριταριών Paspaley Pearls, διαθέτει επίσης στόλο αλιευτικών, αεροπορική εταιρεία, ακίνητα στην Αυστραλία και τις ΗΠΑ, αλλά και φάρμες με αγελάδες, και δικαίως αποτελεί μια από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις Ελλήνων που διαπρέπουν στο εξωτερικό.

Ο σημερινός διευθυντής της εταιρείας και γιος του Νικόλαου, Νίκος, μπήκε στην επιχείρηση το 1969 και είναι ο άξιος συνεχιστής του πατέρα του. Μέχρι σήμερα εξακολουθεί να είναι ο άνθρωπος που κινεί τα νήματα και πιστώνεται μεγάλο μερίδιο της επιτυχίας μαζί με τα δύο αδέλφια του καθώς και την τρίτη γενιά της οικογένειας που πλέον συνεχίζει την μακρά οικογενειακή παράδοση.

Ο Νίκος Πασπάλης.

Παρά την αναπόφευκτη κρίση στον κλάδο, τα μαργαριτάρια παραγωγής Πασπάλη εξακολουθούν να κυριαρχούν στη διεθνή αγορά, καθώς το 90% της παραγωγής εξάγεται.

Ο Νίκος, λέει ότι η ιστορία της οικογένειάς του, μοιάζει με παραμύθι. Η οικογένεια του πατέρα του έφυγε από το Καστελόριζο κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Νικόλας γεννήθηκε το 1913 και το 1919 ακολούθησε την οικογένειά του στην Αυστραλία.

Στο πρώτο λιμάνι που έπιασε το πλοίο που τους μετέφερε, το Κόσακ, στις ακτές της Δυτικής Αυστραλίας, που βρέχεται από τον Ινδικό Ωκεανό, αποβιβάστηκαν και αποφάσισαν να ξεκινήσουν εκεί τη νέα τους ζωή.

Ο επονομαζόμενος και ως ο «βασιλιάς των μαργαριταριών» κατάφερε όχι μόνο να αναπτύξει τις business του στον συγκεκριμένο χώρο, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ο κλάδος εν μέσω κρίσεων συνεχίζοντας μια παράδοση δεκαετιών, αλλά «ανοίχθηκε» πολύ περισσότερο και τα τελευταία χρόνια κέρδισε μια θέση ανάμεσα στους billionaires της Αυστραλίας.

Ο Nicholas Paspaley και η οικογένειά του δεν «σταμάτησαν» στην καλλιέργεια μαργαριταριών με το luxury brand τους (Paspaley Pearls).

Στην γκάμα τους περιλαμβάνονται επιχειρηματικά εγχειρήματα και επενδύσεις σε μια σειρά δραστηριοτήτων –κατά καιρούς- σε στεριά και θάλασσα, από έναν στόλο δεκάδων αλιευτικών σκαφών, μια μονάδα επισκευής και συντήρησης πλοίων και μια τοπική αεροπορική εταιρεία, μέχρι την… κτηνοτροφία- τις φάρμες τους με αγελάδες, τη γεωργία, την οινοποιία, μετοχές σε ορυχεία και πλούσια παρουσία στο real estate με ιδιοκτησίες σε Αυστραλία και ΗΠΑ (π.χ. Νέα Υόρκη).

Με όχημα το Paspaley Group ο Πασπάλης διαθέτει ή διαχειρίζεται ένα μεγάλο portfolio από βιομηχανικά, οικιστικά, εμπορικά και retail ακίνητα, ενώ προχώρησε σε ανάπλαση του επιβλητικού The Charles Darwin Centre…

Παλαιότερες πληροφορίες ήθελαν την οικογένεια του να διαθέτει στο χαρτοφυλάκιο της 21 αεροπλάνα και 120 «ψαράδικα» και να ελέγχει το 60% της εκεί παραγωγής μαργαριταριών, ενώ η περιουσία του διατηρείται τα τελευταία χρόνια πάνω από το «όριο»… του δισεκατομμυρίου (1,09 δισ. δολ. φέτος με βάση τα περσινά εισοδήματα του, 1,25 δισ. δολ. το 2020).

Ο Όμιλος (που αριθμεί 1.200 εργαζόμενους, με έδρα το Ντάργουιν και εκτελεστικό πρόεδρο τον ίδιο) έχει εισέλθει, επίσης, με έναν… ευρηματικό τρόπο και στον κλάδο των τροφίμων, με το Pearl Meat.

Ο Νίκος Πασπάλης ελέγχει τα μαργαριτάρια.

Μια λιχουδιά η οποία παράγεται από τον προσαγωγό μυ του στρειδιού που γεννά το μαργαριτάρι Pinctada maxima (ο οποίος ξεπλένεται σε αλμυρό νερό και καταψύχεται) κι έχει υιοθετηθεί από μερικούς εκ των κορυφαίων δυτικών σεφ ως αποκλειστικό και σπάνιο συστατικό των συνταγών τους, καθώς «βγαίνουν» από την θάλασσα μόλις 6 τόνοι κάθε χρόνο!

Αυτή την εποχή, η εταιρεία ασχολείται με τη νέα καμπάνια για την προβολή της νέας signature collection των μαργαριταρένιων κοσμημάτων της (Wild by Paspaley) και γενικά τρέφει υψηλές προσδοκίες για τις πωλήσεις της μετά και το φετινό διεθνές restart του τουρισμού.

Αναπτύσσει, παράλληλα, μια παγκόσμια αλυσίδα αποτελούμενη από 9 boutiques για τις λιανικές πωλήσεις της, όπως και τις ηλεκτρονικές της μέσω της e-Boutique της, με έναν από τους νέους προορισμούς της την αγορά του Χονκ Κονγκ.

ΤΟ ΚΑΣΤΕΛΟΡΙΖΟ, ΟΙ ΙΑΠΩΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΞΑΓΩΓΕΣ

Από το ακριτικό Καστελόριζο κρατούν οι «ρίζες» της οικογένειας του ομογενή billionaire. Σε μια ιστορία που ξεκινά πάνω από έναν αιώνα πριν. Η πρώτη γενιά της μετανάστευσε το 1919 κοντά στο τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και η καλλιέργεια/επεξεργασία των μαργαριταριών της ξεκίνησε με πρωτοπόρο τον (συνονόματο) πατέρα του, Νικόλα.

Ο προορισμός μετά την φυγή από το ελληνικό νησί ήταν το Kimberley, «το σπίτι των πιο όμορφων μαργαριταριών στον κόσμο» όπως το μοναχικό και πανάκριβο Pinctada maxima. Η ιδέα είχε μπει από την πρώτη ημέρα…

Αν δει κάποιος τις παλιές φωτογραφίες με τους δύτες και τα… σκάφανδρα της εποχής, αντιλαμβάνεται την τεχνογνωσία που υπήρχε τότε, πολύ πριν γίνει πιο μαζική η παραγωγή της πολύτιμης αυτής «πρώτης ύλης» για κοσμήματα.

Δεν ήταν, όμως, πάντα όλα εύκολα. Στο αποκορύφωμα της η περιοχή που επέλεξαν κάποτε οι Έλληνες επιχειρηματίες για να εγκατασταθούν αντιπροσώπευε το 75% της παγκόσμιας παραγωγής μαργαριταριών, με περισσότερα από 400 πλοία να αλιεύουν έως και 2.000 τόνους από αυτά ετησίως.

Στα ’50s η «βιομηχανία» μαργαριταριών αποδεκατίσθηκε, με την υπεραλίευση να δημιουργεί προβλήματα και την λύση να δίνει ή συνεργασία με Ιάπωνες ειδικούς για την ανάπτυξη μοναδικών τεχνικών καλλιέργειας τις επόμενες δεκαετίες.

Σήμερα η εταιρία προοδεύει και ο Νίκος Πασπάλης δεν ξεχνά, ποτέ την Ελλάδα και την καταγωγή του. Για να γιορτάσει την 100ή επέτειο από την άφιξη της οικογένειας του στην ήπειρο όπου μεγαλούργησε επιχειρηματικά, λάνσαρε την συλλογή με την ονομασία Megisti.