Εδώ και μήνες, η Αποθεματική Τράπεζα της Αυστραλίας (RBA) βρίσκεται συχνά στην κορυφή της επικαιρότητας, καθώς οι εκτιμήσεις της για την εξέλιξη του πληθωρισμού και οι αυξήσεις του επιτοκίου της (cash rate), αντίστοιχα, «πονούν» την… τσέπη όλων μας.
Κατά την ετήσια αναφορά της για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της χώρας, ωστόσο, η RBA είχε και άλλες ενδιαφέρουσες ειδήσεις για την «οικονομική συμπεριφορά» των πολιτών εν μέσω ενός δυσχερούς οικονομικού περιβάλλοντος, που χαρακτηρίζεται από έντονη αβεβαιότητα.
Μετά από μία πρωτόγνωρη, φονική πανδημία, που έφερε τα πάνω-κάτω σε κάθε πτυχή της ζωής μας, εν μέσω γενικευμένης ακρίβειας, που μάλιστα εκτιμάται μάλιστα ότι θα αυξηθεί περαιτέρω, όλο και περισσότεροι επιλέγουν να κρατούν τα μετρητά τους «εκτός τράπεζας» ή αλλιώς όπως συχνά λέμε σε τέτοιες περιπτώσεις… κάτω από το στρώμα.
Πολλοί ομογενείς θα θυμούνται και την επίμαχη δήλωση του αείμνηστου πρώην Φιλελεύθερου πρωθυπουργού της Αυστραλίας, Malcolm Fraser, ο οποίος κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 1983, ανεβάζοντας τους τόνους έναντι των Εργατικών είπε πως αν εκλεγούν «οι πολίτες θα είναι καλύτερα να κρατούν τα λεφτά τους κάτω από το κρεβάτι».
O Fraser ήθελε να οξύνει τον φόβο περί «κομμουνισμού» με τους Εργατικούς, αλλά ο αντίπαλός του, Bob Hawke, ο οποίος εντέλει κέρδισε και τις εκλογές, τον «αφόπλισε», απαντώντας: «Δεν μπορείτε να βάλετε τα χρήματά σας κάτω από το κρεβάτι. Εκεί κρύβονται οι κομμουνιστές!».
Ιστορικά, η «φυγή» χρημάτων από τις τράπεζες και η φύλαξή τους σε διάφορα μέρη -και- του σπιτιού, από χρηματοκιβώτια, έως τα… στρώματα συνδέεται με περιόδους «αναταράξεων» στην οικονομία, που δημιουργούν έντονη ανησυχία στους πολίτες.
Στην Αυστραλία η τάση αυτή εμφανίστηκε πιο πρόσφατα εν μέσω της πανδημίας και η RBA προέβλεπε ότι «ήρθε για να μείνει», καθώς η ζήτηση για χαρτονομίσματα των 50 είχε αρχίσει να κλιμακώνεται ήδη από τα μέσα Μαρτίου του 2020 (τότε που και τα σούπερ μάρκετ άδειαζαν εν μέσω αγορών πανικού όταν έκανε δυναμικά πλέον αισθητή την παρουσία του ο κορονοϊός).
Αλλά και το περασμένο οικονομικό έτος η κυκλοφορία χαρτονομισμάτων αυξήθηκε περαιτέρω, κατά 7,2%, με αυτά των 50 -ειδικά- αλλά και των 100 δολαρίων να παραμένουν… ανάρπαστα.
Σύμφωνα με την RBA αυτό καταδεικνύει την επιθυμία των ανθρώπων να χρησιμοποιούν μετρητά ως προληπτικό μέτρο αποταμίευσης.
Υπογραμμίζει επίσης, «την αλλαγή ως προς τον ρόλο των μετρητών, τα οποία χρησιμοποιούνται όλο και περισσότερο γι’ αυτόν τον σκοπό και όχι για συναλλαγές».
Όσοι βέβαια έχουν ακόμη κάποιο «κομπόδεμα» καθώς το κόστος ζωής έχει εκτοξευθεί και δεν είναι λίγοι αυτοί που τα βγάζουν πέρα εβδομάδα με την εβδομάδα.
Αν και ο αριθμός των χαρτονομισμάτων που «κυκλοφορούν» το ποσοστό που «επέστρεψαν» στην RBA, είτε ως πλεόνασμα σε σχέση με τη ζήτηση, είτε επειδή είναι ακατάλληλα για συναλλαγές, ήταν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδο.
Ενδεικτικά, υπάρχουν σχεδόν 992 εκατομμύρια χαρτονομίσματα των 50 δολαρίων σε κυκλοφορία, περισσότερα από διπλάσια από αυτά των 100 δολαρίων και σχεδόν διπλάσια από όλα τα χαρτονομίσματα των 5, 10 και 20 δολαρίων μαζί.
Την ίδια ώρα, όλο και λιγότεροι τα χρησιμοποιούν για συναλλαγές. Έρευνα της RBA, στα τέλη του 2021, κατέδειξε ότι ένα 25% των ερωτηθέντων έχει μειώσει μόνιμα τη χρήση μετρητών.
«Αναμένεται ότι η πανδημία θα συνεχίσει να έχει διαρκή επίδραση» στις συναλλαγές με μετρητά, επεσήμανε η ετήσια αναφορά. Αλλά και ο αριθμός των επιχειρήσεων που δέχονται μετρητά μειώθηκε, έστω και ελάχιστα, όντας πλέον στο 94%.
Γι’ αυτούς που κρατούν τα μετρητά… κάτω από το στρώμα, η RBA, προειδοποιεί (όχι για «κομμουνιστές» ή διαρρήξεις και κλοπές), αλλά για την υγρασία, ειδικά για περιοχές ευπαθείς σε πλημμύρες.
Το προηγούμενο οικονομικό έτος κατέστρεψε χαρτονομίσματα αξίας 9,2 εκατ. δολ. που καταστράφηκαν λόγω των πλημμυρικών φαινομένων στη βόρεια Νέα Νότια Ουαλία και το νοτιοανατολικό Κουίνσλαντ προ μηνών.
Το προσωπικό της τράπεζας έπρεπε να πλύνει τα «χαλασμένα» χαρτονομίσματα, που είχαν μούχλα ή λάσπη, πριν μπορέσει να τα καταμετρήσει και έπειτα να τα αποσύρει από την κυκλοφορία. Η όλη διαδικασία μάλιστα, είναι αρκετά χρονοβόρα, με την RBA, να σημειώνει ότι έως το τέλος του Ιουνίου 2022, «σχεδόν ο μισός αριθμός αιτημάτων (αντικατάστασης) που είχε ληφθεί από πλημμυροπαθείς είχε διεκπεραιωθεί».