Σε ηλικία 82 ετών, έφυγε από της ζωή, ο τέως βασιλιάς της Ελλάδας, Κωνσταντίνος Β’ Γκλύξμπουργκ, μετά από σοβαρό πρόβλημα υγείας που αντιμετώπισε τις τελευταίες εβδομάδες.
Νοσηλευόταν στην Εντατική ιδιωτικού θεραπευτηρίου των Αθηνών.
Είχε γεννηθεί στις 2 Ιουνίου του 1940 στην Αθήνα. Την ημέρα της γέννησής του ρίφθηκαν 101 κανονιοβολισμοί από το λόφο του Λυκαβηττού, όπως συνηθιζόταν για να αναγγελθεί η γέννηση του νέου πρίγκιπα.
Λίγους μήνες αργότερα βαπτίστηκε στη Μητρόπολη Αθηνών με ανάδοχο τις Ένοπλες Δυνάμεις
Ο Κωνσταντίνος Γκλύξμπουργκ, ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Ελλάδας στις 6 Μαρτίου του 1964, σε ηλικία 24 ετών διαδεχόμενος τον πατέρα του, Παύλο Α΄ μετά τον θάνατό του την ίδια ημέρα.
Τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς παντρεύτηκε την τότε πριγκίπισσα της Δανίας, Άννα Μαρία με την οποία απέκτησε τρεις γιούς και δύο κόρες.
Ήταν γιος του βασιλιά Παύλου Α’, του οίκου των Γκλύξμπουργκ και της βασίλισσας Φρειδερίκης-Λουίζας του Αννοβέρου, αδελφός της μετέπειτα (και πρώην πλέον) βασίλισσας της Ισπανίας Σοφίας και της πριγκίπισσας Ειρήνης.
Το 1941, η οικογένειά του διέφυγε στην Κρήτη και μετά στην Αίγυπτο. Στη διάρκεια του πολέμου έζησαν για μεγάλα διαστήματα στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής.
Το 1946, μετά την απελευθέρωση η βασιλική οικογένεια επέστρεψε στη χώρα.
Ο Κωνσταντίνος δεν ήταν από τα γεννοφάσκια του διάδοχος. Αυτό προέκυψε μετά τον αιφνίδιο θάνατο του θείου του Γεώργιου Β΄.
Ο τελευταίος έφυγε από τη ζωή το 1947 από ανακοπή καρδιάς. Αν και είχε παντρευτεί τη πριγκίπισσα της Ρουμανίας Ελισάβετ δεν απέκτησαν ποτέ παιδιά και χώρισαν.
Την 1η Απριλίου 1947, ο Παύλος Α’ του ανέλαβε το βασιλικό αξίωμα, και ο Κωνσταντίνος ανακηρύχτηκε διάδοχος του θρόνου.
Τα πρώτα του γράμματα έμαθε στο δημοτικό σχολείο που λειτούργησε μέσα στα ανάκτορα Ψυχικού. Τις γυμνασιακές του σπουδές έκανε στο εθνικό εκπαιδευτήριο Αναβρύτων και συνέχισε στη Σχολή Ευελπίδων.
Το 1955 του απονεμήθηκε ο τίτλος του «Δούκα της Σπάρτης». Την ίδια χρονιά ζητήθηκε από τον λόγιο και καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντίνο Τσάτσο να του παραδώσει μαθήματα φιλοσοφίας. Όπερ και εγένετο. Συνέχισε τη διετή φοίτηση στα Σώματα των Ενόπλων Δυνάμεων. «Τα άλλα παιδιά είχαν ελεύθερα τα Σαββατοκύριακα και τις αργίες, ενώ εγώ έκανα στρατιωτική εκπαίδευση», είχε σχολιάσει σε μία συνέντευξή του.
Στις 28 Ιουνίου του 1958, ανακηρύχτηκε αξιωματικός και στα τρία όπλα. Ασχολήθηκε ενεργά με τον προσκοπισμό και το 1959, ανακηρύχτηκε αρχιπρόσκοπος.
Το 1960 γράφτηκε στη Νομική Σχολή Αθηνών. Ήταν η χρονιά που συμμετείχε και στους Ολυμπιακούς αγώνες της Ρώμης με την ομάδα ιστιοπλοΐας της Ελλάδας. Συμμετείχε ως πηδαλιούχος του σκάφους «Νηρεύς» με πλήρωμα τους Οδυσσέα Εσκιτζόγλου και ο Γιώργο Ζαΐμη. Η ομάδα απέσπασε το πρώτο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο της Ελλάδας μετά το 1912.
Την εποχή εκείνη, ο Κωνσταντίνος «μαθήτευε» ουσιαστικά στο πλευρό του πατέρα του, συνοδεύοντάς τον σε πολλές από τις επίσημες επισκέψεις του σε Ευρώπη, Ασία και Αφρική.
Στις 6 Μαρτίου 1964, την επομένη του θανάτου του πατέρα του ανακηρύχτηκε βασιλιάς σε ηλικία 24 ετών.
«Το έθνος χαιρετίζει τον νέον Βασιλέα του. Τον Βασιλέα Κωνσταντίνον. Το όνομα αφυπνίζει παλαιάς λατρείας, παραδόσεις, κλέη και θρύλους. Αλλά ο νεαρός βλαστός της ενδόξου Δυναστείας Γεωργίου του Α’, υπέρ παν άλλο, την ώραν αυτήν της βαθειάς οδύνης διά την αδόκητον απώλειαν του προσφιλούς Πατρός του, ενθυμίζει τας πλουσίας αρετάς Εκείνου, την εμμανή προσήλωσίν Του εις παν το ελληνικόν, την στερεάν ηθικήν και την βαθείαν χριστιανικήν πίστιν Του με τας οποίας επεβλήθη εις την συνείδησιν του ελληνικού λαού, ετιμήθη και ηγαπήθη», έγραφε τότε η «Καθημερινή».
Στις 18 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Άννα Μαρία της Δανίας, τριτότοκη κόρη του βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκου Θ’.
Από το γάμο του απέκτησε πέντε παιδιά: την Αλεξία, τον Παύλο, τον Νικόλαο τη Θεοδώρα και τον Φίλιππο.
Η ανάρρηση του Κωνσταντίνου Β΄ στο θρόνο συνέπεσε με μία μεγάλη πολιτική αλλαγή. Η Ένωση Κέντρου υπό την ηγεσία του Γεωργίου Παπανδρέου ανέλαβε τη διακυβέρνηση μετά τον εκλογικό θρίαμβο του Φεβρουαρίου (52,72%).
Κατά πολλούς, ο «άπειρος» βασιλιάς έκανε διαδοχικά λάθη, αρχής γενομένης από τα περίφημα Ιουλιανά του 1965.
Η Φρειδερίκη, επίσης κατά πολλούς, λειτούργησε όχι ως βασιλομήτωρ, αλλά ως βασίλισσα, συμμετέχοντας ενεργά στις εξελίξεις.
Η παρατεταμένη κρίση είχε τη τραγική κατάληξη της επιβολής της δικτατορίας.
Τι προηγήθηκε;
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος αξίωσε από τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου την παραπομπή των «συνωμοτών» του ΑΣΠΙΔΑ στο στρατοδικείο. Ο Παπανδρέου δέχεται, αλλά συγχρόνως αποφασίζει να παραπέμψει στη στρατιωτική δικαιοσύνη και τον φάκελο «Περικλή». Ζητεί επίσης ευθέως την παραίτηση του υπουργού Εθνικής Άμυνας Πέτρου Γαρουφαλιά, και ανακοινώνει την πρόθεσή του να αναλάβει ο ίδιος το υπουργείο. Ο Γαρουφαλιάς αρνείται να παραιτηθεί και εξακολουθεί να ασκεί τα καθήκοντά του.
Έγραφε η «Καθημερινή» στις 10 Ιουλίου 1965:
«Κρίσιμος συνάντησις του Βασιλέως με τον πρωθυπουργόν κ. Γ. Παπανδρέου πραγματοποιείται αύριον την 10ην π.μ. εις την Κέρκυραν. Εκ της συναντήσεως αυτής θα κριθή εάν θα υπάρξη διαφωνία Στέμματος και Κυβερνήσεως, ή ο Βασιλεύς θα αποδεχθή την εισήγησιν του κ. πρωθυπουργού περί απομακρύνσεως του υπουργού Εθνικής Αμύνης κ. Π. Γαρουφαλιά και αναλήψεως του υπουργείου Εθνικής Αμύνης προσωπικώς υπό του κ. Γ. Παπανδρέου.
Στις 15 Ιουλίου του 1965, ο βασιλιάς προκάλεσε την πτώση της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, αμφισβητώντας το δικαίωμα του πρωθυπουργού να αναλάβει προσωπικά το υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Στη συνέχεια διόρισε τις βραχύβιες κυβερνήσεις Γεωργίου Αθανασιάδη-Νόβα (15 Ιουλίου) και Ηλία Τσιριμώκου (20 Αυγούστου), οι οποίες δεν συγκέντρωσαν ψήφο εμπιστοσύνης.
Στις 17 Σεπτεμβρίου διόρισε νέα κυβέρνηση υπό το Στέφανο Στεφανόπουλο, η οποία διατηρήθηκε στην εξουσία επί 15 περίπου μήνες.
Στις 22 Δεκεμβρίου 1966, διόρισε την υπηρεσιακή κυβέρνηση του Ιωάννη Παρασκευόπουλου η οποία έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή και στις 3 Απριλίου 1967, διόρισε πρωθυπουργό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο με σκοπό τη διεξαγωγή εκλογών.
Λίγες ημέρες αργότερα, παρότι αντίθετος με την ομάδα των πραξικοπηματιών που κατέλαβαν την εξουσία την 21η Απριλίου, υπέδειξε για τη θέση του πρωθυπουργού τον Κωνσταντίνο Κόλλια και προσυπέγραψε το διορισμό της υπό αυτόν κυβέρνησης.
Κάποτε είχε απαντήσει σε ερώτηση για το αν σήμερα θα έκανε το ίδιο. «Οπωσδήποτε θα την όρκιζα, οπωσδήποτε δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, διότι μη ξεχνάτε ότι βρισκόμαστε στο άγνωστο και όταν λέω άγνωστο εννοώ ότι κανένας δεν είχε εξουσία εκείνη τη στιγμή, ο μόνος που είχε εξουσία εάν ήθελε να την ασκήσει ήμουν εγώ, αλλά και ποιος με άκουγε εκείνη τη στιγμή, ήταν πολύ περίεργη η κατάσταση, αλλά θα την όρκιζα την κυβέρνηση».
Στις 13 Δεκεμβρίου οργάνωσε αντιδικτατορική κίνηση που απέτυχε. Κατέφυγε με την οικογένειά του στη Ρώμη και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο.
Την 1η Ιουνίου 1973, το δικτατορικό καθεστώς ανακοίνωσε την κατάλυση της βασιλείας και στις 29 Ιουλίου έκανε «δημοψήφισμα» για να κατοχυρώσει την απόφασή του αυτή.
Το 1974, ύστερα από την πτώση των συνταγματαρχών και την αποκατάσταση της δημοκρατίας, έγινε το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου για το πολιτειακό, με το οποίο ο Κωνσταντίνος Β’ κηρύχτηκε οριστικά έκπτωτος, με ποσοστό ψήφων 69,18 % υπέρ της προεδρευομένης Δημοκρατίας.
«Η Ελλάς είναι πλέον δημοκρατία εν δράσει: με πανίσχυρη λαοπρόβλητη κυβέρνηση, με οριστικά λυμένο το πολιτειακό, με Βουλή εν λειτουργία. Και όλα αυτά μόλις εκατό ημέρες από τότε που οι δικτάτορες ωδηγούσαν μια χώρα διαλυμένη στον πόλεμο! Αυτό και μόνον αρκεί για να δικαιολογήση την αισιοδοξία και την ανάταση του λαού που προσβλέπει τώρα με εμπιστοσύνη στο μέλλον. Μεγάλες οι συγκινήσεις τη χθεσινής ημέρας. Γιατί σχεδόν ταυτόχρονα με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του δημοψηφίσματος, με το επιβλητικό 69,2 υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας, η Βουλή είχε χθες την ‘πρεμιέρα’ της», έγραφε η «Καθημερινή».
Ο Κωνσταντίνος παρέμεινε στο εξωτερικό και επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα τον Φεβρουάριο του 1981 και αυτό για να παρακολουθήσει τη νεκρώσιμη ακολουθία στην κηδεία της μητέρας του Φρειδερίκης.
Μετά την έκπτωσή του, διεκδίκησε ακίνητη περιουσία (Κτήμα και ανάκτορα Τατοΐου, κτήμα και ανάκτορο Μon Repos Κερκύρας και δασόκτημα Πολυδενδρίου Λαρίσης) και προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Τελικά, η απόφαση που εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 2002, του επιδίκασε αποζημίωση 13,7 εκατ. ευρώ.
Ο Κωνσταντίνος, στη συνέχεια, ανήγγειλε τη δημιουργία του Ιδρύματος «Άννα – Μαρία» ως φορέα διάθεσης της αποζημίωσής του σε φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Είχε επισκεφτεί αρκετές φορές την Αυστραλία και ειδικά τη Μελβούρνη.
Η υγεία του ήταν εξαιρετικά επιβαρυμένη τα τελευταία χρόνια. Το 2009 είχε υποβληθεί σε χειρουργείο για την καρδιά του. Το 2013 είχε ένα λιποθυμικό επεισόδιο και νοσηλεύτηκε ενώ ξαναβρέθηκε στο νοσοκομείο το 2016 με συμπτώματα εγκεφαλικού.
Τον τελευταίο χρόνο είχε νοσηλευτεί αρκετές φορές. Η τελευταία φορά που είχε κάνει επίσημη εμφάνιση ήταν στον γάμο του γιου του Φίλιππου με τη Νίνα Φλορ τον Οκτώβριο του 2021.
Ήταν καθηλωμένος σε αμαξίδιο, στο οποίο και παρέμεινε, όταν εθεάθη για τελευταία φορά με τη σύζυγό και τις αδελφές του στο κέντρο της Αθήνας στα μέσα Οκτωβρίου.
Ο ίδιος συνήθιζε να λέει ότι «δεν είμαι ο πρώην βασιλεύς, είμαι ο βασιλεύς Κωνσταντίνος, τελεία και παύλα».
Αργότερα, σε συνέντευξή του είχε εμφανιστεί πιο χαλαρός με το όλο ζήτημα. «Δε με ενοχλεί το τέως. Όλοι είμαστε τέως κάτι…».
Η ΤΑΦΗ
Η κυβέρνηση είναι πιθανό να λάβει απόφαση, σε διυπουργική σύσκεψη μετά τον «πρωινό καφέ», για το τελετουργικό της ταφής που θα αφορά τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο.
Το θέμα χειρίζεται, εκ μέρους του Μεγάρου Μαξίμου, ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, ενώ στη σύσκεψη αναμένεται να μετάσχει και ο υπουργός Εσωτερικών, Μάκης Βορίδης.
Κατά πάσα πιθανότητα, ο Κωνσταντίνος θα ενταφιαστεί στο Τατόι, εκτός αν ορίσει διαφορετικά η οικογένεια.
Προ εβδομάδος στο Μαξίμου βρέθηκαν στενοί συγγενείς του Κωνσταντίνου, οι γιοι του Νικόλαος και ο Παύλος, για να συζητήσουν την υπόθεση. Συνοδεύονταν από τον δικηγόρο Κωνσταντίνο Λιδωρίκη, ο οποίος χειρίζεται υποθέσεις της τέως βασιλικής οικογένειας.
Με πληροφορίες από: ΑΠΕ-ΜΠΕ, Πρώτο Θέμα, Καθημερινή