Στις 6 του μένα, τη Δευτέρα που μας πέρασε, προσκαλέσαμε στο σχολείο του Αγίου Παντελεήμονα της Κοινότητας Dandenong, την καθηγήτρια Κλασσικών Σπουδών και Αρχαίας Ιστορίας (Associate Professor in Classics and Ancient History), κα Εύα Αναγνώστου, που διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Macquarie του Σίδνεϊ, η οποία μίλησε στους μαθητές του σχολείου μας για την σπουδαιότητα της εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας.
Ήταν μία εμπεριστατωμένη ομιλία στην οποία είχαν άμεση συμμετοχή και οι μαθητές. Η κα Αναγνώστου προσκάλεσε τους μαθητές να μοιραστούν μαζί της τους λόγους για τους οποίους μαθαίνουν ελληνικά και τι σημαίνει για τον καθένα από αυτούς ο προσδιορισμός Έλληνας, τι σημαίνει η ελληνική τους ταυτότητα. Με αφορμή αυτές τις ερωτήσεις και ξεκινώντας από τα εξωτερικά χαρακτηριστικά τόνισε ότι συχνά η πρώτη μας εντύπωση είναι ότι η εθνοτική μας καταγωγή μας προσδιορίζει φυσιογνωμικά και αναλόγως μας ωθεί να αναγνωρίσουμε κομμάτια του εαυτού μας σ’όσους μοιράζονται με εμάς αυτή την καταγωγή. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η εθνοτική μας καταγωγή πρέπει να καθορίζει τι μπορούμε να ονειρευτούμε και τι μπορούμε να γίνουμε στη ζωή μας.
Η ελληνική ταυτότητα πάντα άνοιγε δρόμους και ιστορικά δεν ήταν ποτέ τροχοπέδη για ένα πλήθος οραματιστών και πρωτοπόρων, ανθρώπων των Τεχνών, των Γραμμάτων, του αθλητισμού και των επιστημών, που ζητούσαν επισταμμένα να επιφέρουν μια θετική αλλαγή στη ζωή τους και στις ζωές των συνανθρώπων τους. Η κινητήριος δύναμη αυτών των ανθρώπων, κάποιους από τους οποίους αναγνωρίζουμε και επευφημούμε ακόμη και σήμερα, αλλά και άλλων που τους έχουμε ξεχάσει, ήταν η πρόοδος. Συνεχής, επιμελής, πείσμων βελτίωση του ανθρώπου και των ιδανικών που πρέπει να υπηρετεί. Γι’ αυτό και οι νέες γενιές πρέπει να βρουν τους δικούς τους κώδικες και τρόπους για να υπηρετήσουν την πρόδο σε όποια κοινωνία και αν αποφασίσουν να ενταχθούν.
Ο σεβασμός για τις παραδόσεις μας δε χρειάζεται να βαραίνει τις νέες γενιές: η γνώση και η ιστορία – ειδικά μια ιστορία γεμάτη με λαμπρά παραδείγματα, δε μας μαθαίνουν να μισούμε και να διαχωρίζουμε, να βάζουμε τον εαυτό μας στη γωνία και να θεωρούμε ότι απειλούμαστε, αντίθετα ο ελληνικός πολιτισμός μας μαθαίνει να επιμένουμε στην έννοια της προόδου με όποια μορφή κι αν αυτή παρουσιαστεί.
Βεβαίως, υπάρχουν και κάκιστα παραδείγματα Ελλήνων ανά τους αιώνες, όπως και μορφές προόδου που ίσως νιώθουμε ότι αντιτίθενται στις αξίες μας.
Γι’ αυτό και οι νέες γενιές οφείλουν στον εαυτό τους ένα πράγμα πάνω απ’ όλα: να μελετήσουν με βλέμμα κριτικό την ιστορία με στόχο να διακρίνουν τα σωστά παραδείγματα και πάνω απ’όλα τους τρόπους με τους οποίους θα χρησιμοποιήσουν την πρόοδο με τρόπο γνήσια θετικό. Για να το πετύχουν αυτό, πρέπει να αγαπούν τον εαυτό τους πάνω απ’όλα και τους ανθρώπους, να επιμένουν στη σωστή εκμάθηση της γλώσσας τους με σεβασμό στο δικαίωμα του κάθε ανθρώπου να αυτοπροσδιορίζεται εθνοτικά, θρησκευτικά, και ως προς το φύλο.
Οι Έλληνες της Διασποράς που γνώρισαν και ρατσισμό με τρόπους πιο επώδυνους και εμφανείς και έπρεπε να πολεμήσουν για τα δικαιώματά τους ως κοινότητα ή
κοινότητες πρέπει να το ξέρουν καλά αυτό. Γιατί ήταν εκείνοι που πρώτοι – πριν από τους Ελλαδίτες πολλές φορές, ωφελήθηκαν από τη γυναικεία εργασία πέρα από το νοικοκυριό, που έτρεφαν τη φιλοδοξία να σπουδάσουν τα παιδιά τους, και που θέλησαν να τους μεταλαμπαδέψουν την αγάπη για πρόοδο. Τώρα, αυτές οι παλαιότερες γενιές καλούνται να κάνουν την υπέρτατη κίνηση: να εμπιστευτούν τα παδιά τους και τα εγγόνια τους, και να δεχτούν και την κριτική ακόμα, προκειμένου να δώσουν την ευκαιρία στις νέες γενιές να συνεχίσουν την παράδοση με το δικό τους τρόπο.
Ο φόβος και η αποξένωση που έζησαν οι πρώτες γενιές μεταναστών πρέπει να δώσουν θέση στη χαρά – χαρά για ό,τι πετύχαμε, χαρά γι’αυτό που είμαστε, χαρά για την προσφορά που κάναμε και κάνουμε. Συνεπώς και η εκμάθηση της ελληνικής πρέπει να περιλαμβάνει, ναι μεν τα σκοτεινά επεισόδια της ιστορίας μας αλλά όχι μόνο.
Τα παιδιά πρέπει να χαίρονται, να απολαμβάνουν την ταυτότητά τους. Τα παιδιά δεν θα πολεμήσουν με τον τρόπο του το καθένα για τις δικές μας κακές αναμνήσεις και εμπειρίες. Θα υπερασπιστούν όμως ένα πολιτισμό που τους ανοίγει το μυαλό και τους γεμίζει θετικές εικόνες, που τους δίνει τα εργαλεία να ονειρευτούν και να πετύχουν πράγματα. Και στη διαδικασία αυτή τώρα πια έχουν βοήθεια από την τεχνολογία: παραμύθια, ποιήματα, τραγούδια, θέατρο, τηλεόραση στα ελληνικά μέσα από το διαδίκτυο -πάντα βέβαια με σωστή και υπεύθυνη καθοδήγηση.
Ας καταστρατηγήσουμε, λοιπόν, νέες γενιές οραματιστών, ανθρώπων που θα αγαπούν την Ελλάδα όχι από φόβο ή γιατί «έτσι πρέπει», αλλά γιατί τους μάθαμε να συγκινούνται με τον αγώνα του ανθρώπου για πρόοδο.