Το σύνολο των διαθέσιμων κεφαλαίων για συντάξεις (superannuation), οι οποίες βρίσκονται στο επίκεντρο της πολιτικής αντιπαράθεσης αυτές τις μέρες μετά τις αλλαγές που ανακοίνωσε η κυβέρνηση των Εργατικών, συνεχίζει να ενισχύεται.

Μέσα σε τρεις μήνες, έως το τέλος Δεκεμβρίου, τα ποσά που έχουν τα super funds στα… ταμεία τους αυξήθηκαν κατά 100 εκατ. από τα 3,3 τρισ. στα 3,4 τρισ. δολ. (+3% σε ετήσια βάση), σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ABS).

Στο μεταξύ, από τη Μελβούρνη όπου βρέθηκε την Πέμπτη, ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, Peter Dutton, επιτέθηκε εκ νέου στον ομοσπονδιακό υπουργό Οικονομικών, Jim Chalmers, σχετικά με την επερχόμενη-από το 2025- φορολόγηση των κερδών, με 30% έναντι 15%, των super με πάνω από 3 εκατ. δολ., αλλά και για το ότι δεν απέκλεισε κατηγορηματικά τη φορολόγηση των κερδών κεφαλαίου για την πρώτη -οικογενειακή- κατοικία (capital gains tax on family homes).

Ο κ. Chalmers «αποδομήθηκε», υποστήριξε ο κ. Dutton, έχοντας στο πλευρό του την Roshena Campbell, υποψήφια των Φιλελεύθερων για το Aston, στις ενδιάμεσες εκλογές, μετά την παραίτηση του Alan Tudge.

«Δεν απαντά στις ερωτήσεις … που πρέπει να απαντηθούν. Υπάρχουν εικασίες…», είπε για τον υπουργό Οικονομικών.

«Το σημείο που θα ήθελα να επισημάνω σχετικά με το superannuation … κάποιος που είναι 25 ετών, με ένα ποσό που ανακοίνωσε η κυβέρνηση τα 3 εκατομμύρια δολάρια (για αύξηση της φορολογίας), αλλά χωρίς αναπροσαρμογή (βάσει πληθωρισμού) σημαίνει ότι μέχρι τη στιγμή που θα συνταξιοδοτηθεί, το ανώτατο όριο θα είναι σε σημερινά δολάρια, περίπου 1,2 εκατομμύρια δολάρια», υποστήριξε.

Ο ισχυρισμός αυτός αντικρούεται από νέες εκτιμήσεις του Ινστιτούτου Grattan που δείχνουν ότι θα χρειαστεί μέχρι το 2052 προτού το νέο όριο του superannuation «συλλάβει» το ανώτερο 10% των ανθρώπων με βάση το εισόδημα, γεγονός που υποδηλώνει ότι η πλειοψηφία των εργαζομένων και των συνταξιούχων θα παραμείνει αλώβητη.

Καθώς η αντιπολίτευση κλιμάκωσε την επίθεση ωστόσο και προειδοποίησε τους ψηφοφόρους να περιμένουν περισσότερα «οικονομικά χτυπήματα», χρειάστηκε η προσωπική παρέμβαση του ομοσπονδιακού πρωθυπουργού, Anthony Albanese.

Ο κ. Albanese εγγυήθηκε ότι η πρώτη κατοικία θα παραμείνει απαλλαγμένη από τον φόρο κεφαλαιακών κερδών. «Δεν πρόκειται να επηρεάσουμε την οικογενειακή κατοικία, τελεία και παύλα, θαυμαστικό», δήλωσε ο πρωθυπουργός όταν ρωτήθηκε σχετικά στο ABC Radio National.

Ο κ. Chalmers, νωρίτερα, το πρωί της Τετάρτης, όταν ρωτήθηκε στο Seven Network να εγγυηθεί ότι «δε θα αλλάξει ποτέ» η φορολογική απαλλαγή αυτή, απάντησε «δεν είναι στις προθέσεις μου…».

Χρειάστηκε να διευκρινίσει τη θέση του αργότερα και παραδέχθηκε ότι θα έπρεπε να είχε δώσει μια σαφή απάντηση. «Δεν έχουμε καμία πρόθεση…», υπογράμμισε σε συνέντευξη Τύπου.

«Αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι να διατηρήσω την εστίαση σε αυτό που κάνουμε και όχι σε αυτό που δεν κάνουμε».

«Είναι ξεκάθαρο ότι ο υπουργός Οικονομικών έχει έναν κατάλογο, μια λίστα χτυπημάτων, και οι περισσότεροι Αυστραλοί φορολογούμενοι βρίσκονται σε αυτή τη λίστα χτυπημάτων», ανέφερε από την πλευρά του ο κ. Dutton.

«Είμαστε απολύτως αντίθετοι και θα τον καταργήσουμε», είπε για τον νέο επερχόμενο φόρο στα super με πάνω από 3 εκατ. δολ.

«Δεν πρόκειται να μείνουμε άπραγοι και να παρακολουθούμε τους Αυστραλούς να δέχονται επιθέσεις».

Είναι περί τους 80.000 «αυτοί για τους οποίους μιλούν τώρα», που θα επηρεαστούν από τις αλλαγές τον πρώτο χρόνο.

«Αλλά αυτός ο αριθμός των 3 εκατ. δολαρίων δεν αναπροσαρμόζεται, οπότε σε 10 ή 15 χρόνια, θα υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες, αν όχι εκατοντάδες χιλιάδες Αυστραλοί που θα επηρεαστούν από αυτό».

Ο διευθυντής οικονομικής πολιτικής του Ινστιτούτου Grattan, Brendan Coates, δήλωσε πάντως ότι θα χρειαστούν δεκαετίες -έως το 2052- μέχρι το 10% του εργατικού δυναμικού να καταλήξει να έχει 3 εκατομμύρια δολάρια στο super και να πληρώσει την αύξηση του φόρου.

«Με άλλα λόγια, θα χρειαστούν 10 εκλογικοί κύκλοι σε ομοσπονδιακό επίπεδο…».

Ο κ. Coates ανέφερε ότι αυτή η ομάδα του 10% των κορυφαίων με βάση το εισόδημα θα πρέπει να κερδίζει περισσότερα από 142.000 δολάρια ετησίως, κατά μέσο όρο, καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας τους, προκειμένου να φτάσει το όριο μέχρι το 2052 (οι προβλέψεις βασίζονται στο μοντέλο εισοδημάτων συνταξιοδότησης του Grattan).