Ένας από τους σκοπούς της ίδρυσης της Κεντρικής Ένωσης Ποντίων Μελβούρνης και Βικτωρίας «Ποντιακή Εστία» είναι η διατήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς του αλησμόνητου Πόντου που άφησαν παρακαταθήκη οι πρόγονοι μας.
Παρακολουθώντας, λοιπόν, το συγκεκριμένο τμήμα, καταλαβαίνεις αμέσως ότι τα μέλη του με κάθε κόστος ανέλαβαν αυτήν την ιερή υποχρέωση.
Αναβιώνουν την μουσική τον χορό αλλά και τα έθιμα με έναν εκπληκτικό τρόπο και πάθος. Μαθαίνουν με ιδιαίτερο ζήλο και αγάπη την ιστορία και συμμετέχουν σε όλα τα δρώμενα του συλλόγου. Στην ψυχή τους κουβαλούν την ψυχή του Πόντου.
Την Κυριακή, 12 Μαρτίου, λίγο πριν από το καθιερωμένο μάθημα χορού, ο καθηγητής Μέσης Εκπαίδευσης κ. Κώστας Παταρίδης, μίλησε με λεπτομερή τρόπο στα τμήματα χορού για το έθιμο του «Κουκαρά». Ένα έθιμο της Σαρακοστής, που έχει τις ρίζες του στον Πόντο. Το αντίστοιχο του Κουκαρά για τον υπόλοιπο Ελληνισμό και ένα από τα παλαιότερα έθιμα που σχετίζονται με τη γιορτή του Πάσχα, είναι η «κυρά Σαρακοστή».
Ο ΚΟΥΚΑΡΑΣ
Στον Πόντο, οι Έλληνες μάθαιναν τα παιδιά από μικρή ηλικία να κρατάνε την νηστεία, εκτός από εκείνα που ακόμα θήλαζαν. Για τον λόγο αυτό, εκείνο τον καιρό οι γυναίκες κατασκεύαζαν την δική τους «κυρά Σαρακοστή».
Ο επονομαζόμενος «Κουκαράς» είχε διπλή χρησιμότητα. Ήταν ένα αυτοσχέδιο ημερολόγιο, αλλά και ένας πρώτης τάξεως «μπαμπούλας» για τα μικρά παιδιά.
Ο Κουκαράς αποτελούνταν από ένα μεγάλο κρεμμύδι ή πατάτα (τρανόν κρομμύδ’ ή καρτόφ), επάνω στο οποίο κάρφωναν σε ημικύκλιο εφτά φτερά από κότα ή κόκορα. Όσες οι εβδομάδες και της νηστείας. Τα έξι φτερά ήταν σκούρα και το έβδομο λευκό και συμβόλιζε την Μεγάλη εβδομάδα.
Κάθε Σάββατο που περνούσε αφαιρούσαν και ένα φτερό, μέχρι να τελειώσουν όλα με το τελείωμα της νηστείας.
Χωρίς να γίνουν αντιληπτές από τα παιδιά, η μάνα ή η καλομάνα κρεμούσε τον Κουκαρά από το ταβάνι. Το κρέμασμα γινόταν την Καθαρά Δευτέρα, τα χαράματα. Έτσι όταν ξυπνούσαν, τα παιδιά αντίκριζαν τον Κουκαρά να κρέμεται από το ταβάνι και να κουνιέται.
Εάν δεν συμμορφώνονταν με το κράτημα της νηστείας, τα φοβέριζαν ότι θα τα φάει ο Κουκαράς. Με τρόπο φυσούσαν τον Κουκαρά, που καθώς κουνιόταν και περιστρέφονταν, προκαλούσε τον φόβο στα μικρά παιδιά.
Όταν τα παιδιά ρωτούσαν που είναι το φτερό που έλειπε, τότε τους απαντούσαν:
«Επέθανεν είνας καλογρίτσα κ’ έρθεν επήρεν ατ!».
Όταν έφτανε η στιγμή που θα έβγαινε και το τελευταίο φτερό από τον Κουκαρά, έβγαζαν κρυφά το γυμνό κρεμμύδι ή την πατάτα και έλεγαν στα μικρά παιδιά:
«Ο κουκαράς έφυεν και θα έρται του χρόνου».
Ένα ταπεινό ευχαριστώ για την μεγάλη πολιτιστική κληρονομιά που μας άφησαν αυτοί οι άνθρωποι, δίνοντας παράλληλα την υπόσχεση ότι θα συνεχίσουμε στον φωτεινό δρόμο που αυτοί μας έβαλαν, κρατώντας ψηλά τα λάβαρα της αλησμόνητης Πατρίδας.