Με βαριά καρδιά αποχαιρετώ έναν άνθρωπο μοναδικό, έναν άνθρωπο πού, φεύγοντας, αφήνει το στίγμα του, όπου περπάτησε και όπου ανάσανε.
Η φιλία μας κι η συνεργασία μας σε ορισμένα κοινωφελή έργα, πάει πολλές δεκαετίες πίσω, όταν η παροικία ήταν στην ακμή της και η πρώτη γενιά ήταν γεμάτη σφρίγος και δημιουργικότητα.
Οι συζητήσεις μαζί του, είχαν πάντοτε ξέχωρο ενδιαφέρον γιατί είχα μπροστά μου έναν ιδιόρρυθμο άνθρωπο που τη μια στιγμή αναφερόταν σε μια σοβαρή επιχειρηματική τομή που τον απασχολούσε και την άλλη ανάτρεχε στο πρώτα του, δύσκολα χρόνια στην Αυστραλία . Δεν ήταν μάλιστα λίγες οι φορές που μ’ έπαιρνε μαζί του, στα παιδικά του χρόνια, ξετυλίγοντας μπροστά μου με φοβερή παραστατικότητα και ζωντάνια ιδιαίτερα σκληρές καταστάσεις.
Είχα πλέον συνηθίσει τη μια στιγμή να έχω απέναντί μου τον ισχυρό επιχειρηματία να απλώνει μπροστά μου τα φιλόδοξα σχέδιά του και την άλλη έναν ευαίσθητο, ευσυγκίνητο άνδρα που δάκρυζε φανερά συγκινημένος από αυτά που σημάδεψαν τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια.
Θυμάμαι ότι προσπαθούσα να τον φέρω στο σήμερα, να αποφορτίσω, κατά κάποιο τρόπο την ατμόσφαιρα, αλλά μάταιος κόπος. Θα σταματούσε όταν εκείνος ήταν έτοιμος.
Το ότι γινόμαστε συχνά θέαμα ουδόλως τον απασχολούσε.
Μου έλεγε ότι μαζί μου αισθάνεται άνετα γιατί «και οι δύο ξεκινήσαμε από το μηδέν».
Ο Ζήσης Δαρδάλης ήταν όντως ένας ιδιότυπος άνθρωπος. Τραχύς από τη μια πλευρά, σε σημείο που συχνά τρόμαζε, και ευαίσθητος και τρυφερός σαν μικρό παιδί από την άλλη , απελευθερωμένος από κάθε είδους συμπλέγματα και προσποιήσεις. Εκείνο όμως που πραγματικά τον έκανε να ξεχωρίζει ήταν ο αυθορμητισμός του και η δίψα για αυτή την ίδια τη ζωή. Λες και διαισθανόταν ότι θα έμενε στο περιθώριό της συγκριτικά νωρίς , ήθελε να ζήσει και να απολαύσει όλα αυτά που μπορούσε η τεράστια επιτυχία του στον επαγγελματικό κλάδο να του εξασφαλίσει, φθάνοντας συχνά στην υπερβολή.
Τα χρήματα δεν ήταν για κείνον αυτοσκοπός, αλλά μόνο το μέσον έκφρασης και ικανοποίησης των επιθυμιών του όπου αυτές τον έφερναν.
Ο Ζήσης δεν έφυγε από τα εγκόσμια την περασμένη Παρασκευή, αλλά εδώ και πολλά χρόνια – 12 σχεδόν – όταν η αδυσώπητη άνοια του έκλεψε τη ζωή, όπως εκείνος την ήξερε και τη ρουφούσε μ’ ένα πρωτόγνωρο πάθος.
Αντίο φίλε Ζήση
Τάσος Ρέβης