Μεγαλώνοντας σε ένα περιβάλλον το οποίο δρούσε καταπιεστικά σε άτομα που δεν «χωρούσαν» σε καλούπια «κρυσταλλωμένα» από τις «πατροπαράδοτες» αξίες της ελληνικής οικογένειας, η Kat Zam, μοιράζεται στον «Νέο Κόσμο» τις προσωπικές δυσκολίες που βίωσε στην προσπάθειά της να σπάσει τα δεσμά μίας ιδιαίτερα νοσηρής, για την ίδια, συνθήκης.

«Οι Έλληνες είναι πολύ υπερήφανοι, γι’ αυτό νιώθω ότι άτομα που αυτοπροσδιορίζονται ως queer φοβούνται να εκδηλωθούν, επειδή δεν θέλουν να φέρουν «ντροπή» στην οικογένειά τους», λέει η Kat Zam στον «Νέο Κόσμο».

Η ομογενής δημιουργός online περιεχομένου, η οποία ζει στη Μελβούρνη, εναντιώνεται στην σκληρή αυτή πραγματικότητα που ενισχύει αισθήματα ντροπής υπό τον φόβο του «τι θα σκεφτούν ή τι θα πουν οι άλλοι».

Στιγμιότυπο από παρωδία της Kat Zam για Ελληνικό μουσικό βίντεο του 1994.Φώτο:Supplied

Εξηγεί ότι «για το άτομο που θέλει να εκδηλωθεί και να αγκαλιάσει την queer ταυτότητά του, υπάρχει φόβος ότι θα απογοητεύσει όχι μόνο την άμεση οικογένειά του, αλλά ολόκληρο το χωριό», καθώς το κύριο μέλημα των Ελλήνων «η κοινότητα».

Επιπλέον υπογραμμίζει ότι η διαδικασία αποκάλυψης της ταυτότητας και της σεξουαλικής προτίμησης ατόμων που δεν συνάδουν με τις «ξεπερασμένες» κοινωνικές αξίες, αποτελεί μία ιδιαίτερα δύσκολη διεργασία όχι μόνο για τους Έλληνες αλλά και για όλες τις ομάδες μεταναστών.

Σχολιάζει ότι «οι άνθρωποι που μετανάστευσαν στην Αυστραλία τη δεκαετία του 1960, για παράδειγμα», εξακολουθούν να είναι απαγκιστρωμένοι από αξίες της πατρίδας που εγκατέλειψαν εκείνη την εποχή, παρά το γεγονός ότι «οι πατρίδες τους έχουν προοδεύσει αρκετά από τότε».

Σε μία προσπάθεια να ανακαλύψει τον εαυτό της, η 32χρονη Kat, μετακόμισε στη Μελβούρνη από μία επαρχιακή πόλη 500 χιλιόμετρα μακριά, και ενώ η μετάβαση αυτή ήταν εύκολη από πολλές απόψεις, η εμπειρία της με την ελληνική κοινότητα κάθε άλλο παρά εύκολη ήταν.

«Προσπάθησα να πάω σε ορισμένες ελληνικές εκδηλώσεις πριν από χρόνια με άτομα της ηλικίας μου, αλλά ποτέ δεν ένιωσα αρκετά ‘Ελληνίδα’», δήλωσε.

Ωστόσο, αναφέρει ότι η πρόσφατη εκδήλωση του Kon Karapanagiotidis στην οποία συμμετείχε αποτέλεσε τη λαμπρή εξαίρεση των προαναφερθέντων παραδειγμάτων, καθώς στην προσπάθειά του να συγκεντρώσει χρήματα για το Κέντρο Αιτούντων Άσυλο, χρησιμοποίησε ταυτόχρονα την πλατφόρμα του για να υποστηρίξει δημόσια όλους τους ανθρώπους, από τους αιτούντες άσυλο μέχρι την κοινότητα ΛΟΑΤΚΙΑ+», το οποίο είχε ως αποτέλεσμα «να αισθανθούν όλοι ευπρόσδεκτοι».

Η Zam παρότρυνε επίσης όσους έρχονται σε επαφή με την queer ταυτότητά τους, να συνδεθούν με μέλη της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας, υπογραμμίζοντας τη σημασία ένταξης σε ένα σύνολο το οποίο λειτουργεί υποστηρικτικά, παρέχοντας ταυτόχρονα ένα πλαίσιο το οποίο αφαιρεί το αίσθημα της μοναξιάς και ενισχύει το αίσθημα της προσωπικής έκφρασης εαυτού.

Επιπλέον σημειώνει ότι απαιτείται περισσότερη εκπροσώπηση σε ηγετικές θέσεις της εκκλησίας και της κοινότητας, ως ένδειξη τόσο της «δημόσιας υποστήριξης» προς τις ομάδες ΛΟΑΤΚΙΑ+, όσο και της γενικότερης εκδήλωσης του «φιλότιμου», το οποίο θεωρείται μάλιστα χαρακτηριστικό του ελληνικού λαού.

Αντλώντας έμπνευση από τα προσωπικά της βιώματα, η Kat έχει γνωρίσει ιδιαίτερη επιτυχία στον κόσμο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μέσω των οποίων μοιράζεται σύντομα κωμικά σκιτσάκια τα οποία βασίζονται στις εμπειρίες της τόσο με την ελληνική όσο και την αυστραλιανή κουλτούρα.

Η Kat παραδέχεται επίσης ότι λατρεύει τη «διαδικασία της κινηματογράφησης και της συναρμολόγησης κάθε βίντεο» που απαιτείται για τη δημιουργία μίας ιστορίας, πριν την μοιραστεί στη συνέχεια με το κοινό της.

Συμπληρώνει ότι της αρέσει ιδιαίτερα να υποδύεται διαφορετικούς χαρακτήρες, από τη Βούλα και την Τούλα μέχρι την Αυστραλέζα μαμά, λέγοντας πως «έχει τόση πλάκα!», ενώ παρά το γεγονός ότι έχει δεχτεί ομοφοβικές προσβολές στο διαδίκτυο λόγω του σεξουαλικού της προσανατολισμού, δεν φαίνεται να πτοείται.

Δηλώνει ότι ενώ στο παρελθόν μετέτρεπε το μίσος σε κωμικά σκετς, πλέον αγνοεί επιδεικτικά τα κακεντρεχή αυτά σχόλια, τα οποία αντιλαμβάνεται ότι σχετίζονται λιγότερο με την ίδια και περισσότερο με το είδος ατόμων που επιδίδονται σε τέτοιου είδους τοξικές συμπεριφορές.

Επιπλέον ελπίζει σε μελλοντικές συνεργασίες με κωμικούς/δημιουργούς περιεχομένου, ενώ ένας από τους στόχους της είναι να γίνει ομιλήτρια σε κάποια εκδήλωση ή να πραγματοποιήσει εργαστήρια τα οποία πραγματεύονται την έννοια της ένταξης σε σχολεία της επαρχίας.

Η ανατροφή της Zam σε επαρχιακή πόλη λειτούργησε ως ένα μέσο αποστασιοποίησης από τον ευρύτερο οικογενειακό της κύκλο στη Μελβούρνη και το Σίδνεϊ, όπως επίσης και από την ελληνική κουλτούρα γενικότερα, καθώς «την δεκαετία του 1990 και του 2000 η εκκλησία άνοιγε μόνο για ειδικές εκδηλώσεις όπως το Πάσχα κ.λπ.», ενώ η απουσία «κανονικού ελληνικού σχολείου», της στέρησε την ευκαιρία να μάθει να χορεύει «παραδοσιακούς ελληνικούς χορούς».

Η Kat Zam. ΦώτοΣ:Supplied

Ωστόσο κάτι που θυμάται από τα τυπικά ελληνικά γλέντια τα οποία αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για την επανένωση των οικογενειών που βρίσκονταν σε διάσπαρτες περιοχές της Αυστραλίας, ήταν η ελληνική μουσική που ακουγόταν στο βάθος.

Παράλληλα εκδηλώνει τη βαθιά αγάπη που τρέφει για τα Νησιώτικα τραγούδια, γεγονός που αποδίδει επίσης στα βαθυστόχαστα νοήματα των στίχων, τα οποία αντικατοπτρίζουν τις δυσκολίες που πέρασαν παλιά οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια του πολέμου, οι οποίοι αναγκάστηκαν «να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους για να βρουν μια καλύτερη ζωή».

Παρά το γεγονός ότι εκτιμά τις εμπειρίες που απέκτησε χάρη στην απλότητα της επαρχιακής ζωής, αναγνωρίζει ότι η Μελβούρνη διαθέτει έναν τρόπο ζωής, ο οποίος σίγουρα της ταιριάζει.

«Η Μελβούρνη είναι τόσο ποικιλόμορφη, οπότε είναι εύκολο να είσαι ο εαυτός σου, επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ανοιχτόμυαλοι και δεκτικοί».

Η Kat Zam ανάμεσα σε δύο “φίλους” σε ένα από τα κωμικά σκιτσάκια της.