Τον περασμένο μήνα, η Ακαδημία Αθηνών εξέλεξε τον καθηγητή Αριστείδη Κριλή, διευθυντή του Τμήματος Ανοσολογίας και Λοιμωδών και Σεξουαλικών Νοσημάτων του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου St George της Νέας Νότιας Ουαλίας, Αντεπιστέλλον Μέλος από τους Έλληνες του εξωτερικού στην επιστήμη της «Ιατρικής» στην Α’ Τάξη των Θετικών Επιστημών.
Ο καθηγητής Κριλής, εξειδικεύεται στις μολυσματικές ασθένειες, την ανοσολογία και την αλλεργία -τομείς βαρύνουσας σημασίας- ιδίως κατόπιν της πρόσφατης παγκόσμιας κρίσης υγείας λόγω της πανδημίας.
Οι γνώσεις του τον καθιστούν ικανό να διαγιγνώσκει και να θεραπεύει ασθένειες, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, της φυματίωσης και του HIV.
ΤΑΞΙΔΙ ΚΑΙ ΕΜΠΟΔΙΑ
Ερχόμενος στην Αυστραλία τον Οκτώβριο του 1955 σε ηλικία επτά ετών, μαζί με τα δύο αδέλφια και τους γονείς τους, ο ομογενής καθηγητής συνάντησε πολλά εμπόδια στην πορεία του προκειμένου να αναγνωριστεί ως ιατρός και επιστήμονας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Πολλοί Έλληνες ήρθαν με πλοία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου που αγόρασαν Έλληνες εφοπλιστές από το Βρετανικό Ναυτικό, τα οποία είχαν χρησιμοποιηθεί ως πλοία-φορείς στον πόλεμο.
Ενθυμούμενος το ταξίδι του από την Ελλάδα στην Αυστραλία, με ένα πλοίο που ονομαζόταν «Τασμανία», ο κ. Κριλής ανακαλεί τον τρόμο τον οποίο βίωσε ως παιδί, λόγω των συχνών τεχνικών προβλημάτων που παρουσίαζε το πλοίο.
«Πλεύσαμε μέσω της διώρυγας του Σουέζ προς τη Μελβούρνη και από εκεί ταξιδέψαμε με τρένο σε έναν ξενώνα μεταναστών στο Τάουνσβιλ του Κουίνσλαντ», δήλωσε ο Αριστείδης Κριλής στον «Νέο Κόσμο».
Όπως πολλοί μετανάστες έτσι και ο πατέρας του βρέθηκε μπροστά σε δυσάρεστες εκπλήξεις όταν αντίκρυσε τον ξενώνα μεταναστών, ο οποίος δεν φάνηκε να συνάδει με το όραμα της Αυστραλίας ως ενός σύγχρονου έθνους που θα αντιμετώπιζε τη φτώχεια και το χάος της μεταπολεμικής Ελλάδας.
«Όταν είδε τις συνθήκες που επικρατούσαν σε αυτόν τον καταυλισμό μεταναστών στο Τάουνσβιλ, έφυγε για το Σίδνεϊ, με σκοπό να βρει ένα νέο μέρος για εμάς», εξηγεί ο κ. Κριλής, αναφερόμενος στον πατέρα του.
Τόσο οι δυσκολίες με την αγγλική γλώσσα όσο και ο «απροκάλυπτος ρατσισμός» τον οποίο βίωσε «σε όλο το δημοτικό σχολείο, το γυμνάσιο και το πανεπιστήμιο», ώθησαν τον ομογενή καθηγητή να διαπρέψει ακαδημαϊκά.
«Αυτός είναι ο τρόπος για να απαντήσει κανείς στον ρατσισμό -όχι για να γίνει υβριστικός ή να ‘πατσίσει’- αλλά να πάει μπροστά, να διαπρέψει και να εργαστεί σκληρότερα, κάτι που έκαναν πολλοί Έλληνες και άλλες ομάδες μεταναστών στην Αυστραλία».
ΣΚΛΗΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ
Πιο συγκεκριμένα, ολοκλήρωσε την προπτυχιακή του ιατρική εκπαίδευση στο Πανεπιστήμιο Νέας Νότιας Ουαλίας και στη συνέχεια την κλινική του εκπαίδευση στο φημισμένο νοσοκομείο Royal Prince Alfred.
Εκπόνησε τη διδακτορική διατριβή του στην Ιατρική Σχολή του Σίδνεϊ, υπό την καθοδήγηση του καθηγητή Basten, ο οποίος τον ενέπνευσε, μάλιστα, να μεταστραφεί από την κλινική ιατρική στην έρευνα, εστιάζοντας στα «αλλεργιογόνα των οικιακών ακάρεων».
Επιπλέον, έλαβε την υποτροφία από το Εθνικό Συμβούλιο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας της Αυστραλιανής Κυβέρνησης (NHMRC), αλλά και τη διεθνή μεταδιδακτορική ερευνητική υποτροφία Fogarty (ΗΠΑ), η οποία του επέτρεψε να διεξάγει έρευνα στην Ιατρική Σχολή του Χάρβαρντ, με την οποία διατηρεί επαφές.
Μετά τη μεταδιδακτορική του υποτροφία, ο Δρ. Κριλής ίδρυσε το τμήμα Ανοσολογίας και Λοιμωδών Νοσημάτων, ουσιαστικά «από το μηδέν», στο νοσοκομείο Royal Prince Alfred του Πανεπιστημίου Σίδνεϊ.
«Το κίνητρό μου, η αγάπη μου για την ιατρική και για την εργαστηριακή έρευνα, όπου χρησιμοποιείς διαφορετικές μεθοδολογίες και προσεγγίσεις, με ενέπνευσαν να κάνω καριέρα ως επιστήμονας ιατρός», δήλωσε.
Ως καθηγητής, έχει επιβλέψει 18 διδακτορικούς φοιτητές και με ακατάσχετη υπερηφάνεια δηλώνει ότι πολλοί από αυτούς τους «διδακτορικούς έχουν γίνει καθηγητές Ιατρικής και ερευνητές σε πανεπιστήμια υψηλού κύρους».
Λόγω του έργου του, λαμβάνει πολλές προσκλήσεις για ομιλίες σε πανεπιστήμια και επιστημονικά συνέδρια σε όλο τον κόσμο.
«Τον Ιούνιο θα δώσω μια ομιλία στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, στο University College του Λονδίνου και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών», συμπληρώνει.
Τα τελευταία 30 χρόνια, διατηρεί επαφές με το Πανεπιστήμιο Αθηνών, ως επισκέπτης καθηγητής, όπου και έχει ολοκληρώσει κάποιες συνεργασίες με τον καθηγητή Μουτσόπουλο «έναν παγκοσμίου φήμης επιστήμονα ιατρό στον τομέα της αυτοανοσίας, συνάδελφο, φίλο και μέλος της Ακαδημίας Αθηνών».
Εκτός από τον κ. Μουτσόπουλο, συνεργάζεται σε συνεχή βάση και με άλλους διακεκριμένους καθηγητές, όπως είναι ο κ. Βαχογιαννόπουλος, με τους οποίους, μάλιστα, έχει δημοσιεύσει «μια σειρά σημαντικών εργασιών στην αυτοανοσία, τις αλλεργίες, τις λοιμώξεις και τις διαταραχές της πήξης».
Ο καθηγητής Μουτσόπουλος, ήταν μάλιστα αυτός ο οποίος πρότεινε τον Δρ. Κριλή να γίνει μέλος της περίφημης Ακαδημίας, επικαλούμενος τη διεθνή φήμη και τα αξιοσημείωτα επιτεύγματά του.
Ο διακεκριμένος καθηγητής, εξηγεί ότι η επιλογή γίνεται μέσω μίας χρονοβόρας διαδικασίας κατά την οποία διεξάγεται διερεύνηση του βιογραφικού του υποψηφίου, ακολουθούν εκθέσεις κριτών και στη συνέχεια μια ομάδα επιστημόνων αποφασίζει για την αξία της αίτησης προς έγκριση.
Τέλος, «η αίτηση υποβάλλεται σε ψηφοφορία από ολόκληρη την Ακαδημία – η οποία περιλαμβάνει επιστήμονες της Ιατρικής, φυσικούς, χημικούς και εκπροσώπους των τεχνών».
ΑΠΟΤΥΧΙΑ
Ο Δρ. Κριλής, εκδηλώνει επιφυλακτικά την αισιοδοξία του για την ανάπτυξη και το άριστο επίπεδο των επιδόσεων στους τομείς της Ιατρικής και Επιστημών στην Ελλάδα, ενώ επισημαίνει ότι οι ελλείψεις στο δημόσιο σύστημα υγείας της χώρας, οφείλονται κατά ένα μεγάλο ποσοστό στις «διαδοχικές κυβερνήσεις της Ελλάδας», τις οποίες κατηγορεί ότι δεν επένδυσαν στην «επαρκή χρηματοδότηση των δημόσιων νοσοκομείων».
«Υπάρχουν πολλοί εξαιρετικοί νέοι ιατροί που έχουν εκπαιδευτεί στο εξωτερικό και επιστρέφουν στην Ελλάδα- αλλά οι υποδομές του δημόσιου ελληνικού νοσοκομειακού συστήματος είναι ετοιμόρροπες», εξηγεί, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι «χρειάζεται δραματικές μεταρρυθμίσεις».
Επιπλέον, δηλώνει ότι κατά τη διάρκεια της φοιτητικής του θητείας το 1972, βρέθηκε για τρεις μήνες στην Ιατρική Σχολή Αθηνών, όπου επισκέφθηκε «πολλά νοσοκομεία», ενώ επιστρέφοντας στην Ελλάδα «30 χρόνια μετά», διαπίστωσε ότι «δεν είχε αλλάξει τίποτα».
Αναγνωρίζει ότι υπάρχουν ορισμένα «καλά» ιδιωτικά νοσοκομεία, «όπως το Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο», ωστόσο «είναι πολύ ακριβά».
Επιπλέον, παραδέχεται ότι η Αυστραλία διαθέτει ένα «εξαιρετικό δημόσιο νοσοκομειακό σύστημα, που είναι παγκοσμίως γνωστό ως ένα από τα καλύτερα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης», το οποίο μάλιστα τοποθετεί σε ανώτερη βαθμίδα αξίας «από ό,τι το ιδιωτικό νοσοκομειακό της σύστημα».
Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το τμήμα του καθηγητή Κριλή στο Νοσοκομείο St. George, το οποίο αποτελεί την υπεύθυνη μονάδα για ασθενείς με Covid-19, ανέλαβε την διαχείριση «140 ασθενών την ημέρα», ενώ ο ίδιος ασχολείται με την επιστημονική πραγματικότητα του Covid-19 ως μία κλινική κατάσταση που προκαλείται από τον ιό SARS-CoV-2.
«Παρατηρώ μέσα από τη δουλειά μου ότι οι Έλληνες, αλλά και άλλες ομάδες μεταναστών, δεν εμβολιάζονται όσο ο γενικός πληθυσμός», σχολιάζει, ενώ προσθέτει ότι «συχνά οι παλαιότερες γενιές μεταναστών επηρεάζονται από τα νεότερα μέλη της οικογένειας», αναφερόμενος στις «θεωρίες συνομωσίας», οι οποίες αποτελούν «ένα σύστημα πεποιθήσεων που δεν βασίζεται σε γεγονότα ή στην επιστήμη».
«Οι άνθρωποι έχουν προκαταλήψεις και ακούνε μη ειδικούς που διαδίδονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αυτό είναι ένα σημαντικό πρόβλημα».
Αναφέρει ότι «ο ιός SARS-CoV-2 είναι ένα μέλος μιας ολόκληρη οικογένειας κορονοϊών», ενώ επισημαίνει ότι «οι ασθενείς μολύνονται ουσιαστικά από τέσσερις κορονοϊούς που κυκλοφορούν στις κοινότητές μας εδώ και πολλά χρόνια», οι οποίοι προκαλούν ήπια νόσο ,«σε αντίθεση με τον SARS-CoV-2 που μπορεί να προκαλέσει σοβαρή νόσο και θάνατο».
Επιπροσθέτως, εξηγεί ότι παρά το γεγονός ότι το σημερινό στέλεχος Όμικρον «είναι λιγότερο σοβαρό από το στέλεχος Δέλτα», η συχνότητα εμβολιασμού εξαρτάται από διάφορους παράγοντες όπως η ηλικία, η παχυσαρκία, οι ιατρικές καταστάσεις και η καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος.
Συνεπώς, άτομα ηλικίας άνω των 70 ετών και με ανοσολογικές ανεπάρκειες μπορεί να χρειάζονται ετήσιο εμβολιασμό, ενώ τα υγιή άτομα κάτω των 50 ετών και τα μικρά παιδιά όχι.
«Αυτά είναι σημαντικά ερωτήματα που πρέπει να απαντήσουμε κάνοντας κλινική έρευνα, επειδή ο ιός SARS-CoV-2 αλλάζει και τα εμβόλια θα πρέπει να τροποποιηθούν ώστε να είναι αποτελεσματικά έναντι αυτών των νέων παραλλαγών του SARS-CoV-2», λέει, συμπληρώνοντας ότι ο ιός αυτός «θα υπάρχει για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα».
Ο καθηγητής Κριλής δηλώνει ότι ενώ οι άνθρωποι εξοικειώνονται σταδιακά όλο και περισσότερο με δυσανεξίες και αλλεργίες, δεν συνεπάγεται ότι όλες οι δυσανεξίες σχετίζονται με πραγματική αλλεργία των αντισωμάτων IgE, τα οποία μπορεί να οδηγήσουν σε σοβαρές αντιδράσεις, «όπως αναπνευστικά προβλήματα και επικίνδυνα χαμηλή αρτηριακή πίεση», ενώ προσθέτει ότι «περίπου το τρία τοις εκατό των παιδιών έχουν τροφικές αλλεργίες, με τα φιστίκια να είναι ένα κοινό αλλεργιογόνο».
Ωστόσο, συμπληρώνει, ότι σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, η πρώιμη εισαγωγή φιστικιών στα βρέφη μπορεί να είναι ευεργετική και ότι δεν είναι σαφές αν οι προηγούμενες συμβουλές για την αποφυγή ορισμένων τροφίμων συνέβαλαν στις αλλεργίες.
Μετά την τελευταία του διάκριση ως νέο Αντεπιστέλλον Μέλος από τους Έλληνες του εξωτερικού στον τομέα της «Ιατρικής» στην Α’ Τάξη των Θετικών Επιστημών στην Ακαδημία Αθηνών, ο Δρ. Κριλής, έχει παγιώσει τη θέση του ως πρωτοπόρος στον τομέα της έρευνας των λοιμωδών νοσημάτων, ενώ η αφοσίωση, το πάθος και η αδιάλλακτη αντοχή του, παρά τις αντιξοότητες, λειτουργούν ως πειστήρια για την ευρεία αναγνώρισης της συμβολής του στον τομέα της επιστήμης, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Αυστραλία.