Ζωή Καρέλλη ήταν το λογοτεχνικό ψευδώνυμο της ποιήτριας, θεατρικής συγγραφέως, δοκιμιογράφου και μεταφράστριας Χρυσούλας Αργυριάδου, το γένος Πεντζίκη. Ήταν αδελφή του λογοτέχνη Νίκου-Γαβριήλ Πεντζίκη.
Μετά τις εγκύκλιες σπουδές της ασχολήθηκε με την εκμάθηση ξένων γλωσσών και τη μουσική, ενώ για ένα διάστημα παρακολούθησε μαθήματα Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Στο χώρο των ελληνικών Γραμμάτων έκανε την πρώτη της εμφάνιση από τις στήλες του περιοδικού «Το 3ο μάτι», στο οποίο δημοσίευσε το πεζογράφημά της «Διαθέσεις».
Το 1940 κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Πορεία», και στα επόμενα χρόνια κυκλοφόρησαν 11 ακόμη ποιητικές συλλογές, πέντε θεατρικά έργα και πολλά δοκίμια, ενώ παράλληλα έργα της δημοσιεύονταν σε πολλά λογοτεχνικά περιοδικά. Ποιήματά της είχαν μεταφρασθεί σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες. Μετά το 1944 ταξίδεψε σε πολλά μέρη του κόσμου.
Ασχολήθηκε επίσης με την λογοτεχνική μετάφραση, κυρίως έργων του Τόμας Έλιοτ, ενώ αξιοσημείωτο είναι επίσης το δοκιμιακό της έργο, κυρίως γύρω από τη λογοτεχνία και το θέατρο.
Το 1956 έλαβε τη διάκριση «Palmes Académiques» του Υπουργείου Παιδείας της Γαλλίας για την ποιητική της συλλογή «Κασσάνδρα και άλλα ποιήματα», η οποία είχε μεταφρασθεί στη γαλλική γλώσσα.
Το 1982 έγινε η πρώτη γυναίκα που αναγορεύθηκε αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Σημειώνω πως αντεπιστέλλον μέλος ονομάζεται το άτομο που γίνεται μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, χωρίς ο τόπος της μόνιμης κατοικίας του να είναι στην έδρα της Ακαδημίας, με άλλα λόγια στην Αθήνα.
Το 1985 ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Χρήστος Σαρτζετάκης, της απένειμε το «Μετάλλιο του Ταξιάρχη του Φοίνικα» της Ελληνικής Δημοκρατίας. Το 1988 η Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης την αναγόρευσε επίτιμη διδάκτορα. Για πολλά χρόνια ήταν μέλος της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος.
ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΡΕΛΛΗ
Κυρίαρχα θέματα στο λογοτεχνικό έργο της Ζωής Καρέλλη είναι η μοναξιά, η φθορά, ο έρωτας και ο θάνατος. Μελετητές του έργου της διακρίνουν δύο χρονικές φάσεις στην εξέλιξή του: η πρώτη καλύπτει την περίοδο από το 1935 μέχρι το 1955, κατά τη διάρκεια της οποίας κυριαρχούσε ο ιδεαλιστικός προβληματισμός, και η δεύτερη από το 1955 και μετά, στην οποία παρατηρείται μια προσγείωση στην πραγματικότητα, καθώς η αναφορά σε αρχαιοελληνικούς μύθους λειτουργεί ως αντικαθρέφτισμα της σύγχρονης επικαιρότητας.
Με την πάροδο του χρόνου η Ζωή Καρέλλη αφιερώθηκε στο δύσκολο είδος του ποιητικού θεάτρου, ενώ παράλληλα έδωσε και αξιόλογα δείγματα κριτικής επίδοσης, όπου διαφαίνονται η πλατιά παιδεία της και οι ιδιαίτερες προτιμήσεις της.
Άτομο στοχαστικό και με ποικίλα ενδιαφέροντα, η Ζωή Καρέλλη αφομοίωσε δημιουργικά την αρχαία, βυζαντινή και νεοελληνική λογοτεχνία με την σύγχρονη ευρωπαϊκή λογοτεχνική παράδοση. Το μεταφυσικό πρόβλημα, και η υπαρξιακή αγωνία, αποτελούν σταθερούς άξονες της ποίησής της, σε συνδυασμό με τη γυναικεία της ευαισθησία.
Αξιοσημείωτες είναι πτυχές από την ιστορία της Θεσσαλονίκης, αλλά και η σύγχρονη λογοτεχνική της κίνηση, στο ποιητικό και το θεατρικό της έργο. Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης στα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου, η νέκρωση του εμπορίου σε αυτό και στην αγορά της πόλης, περιγράφονται στο ποίημά της «Χρονικό».
Στο ποιητικό έργο της Ζωής Καρέλλη, αποτέλεσμα της δημιουργικής αφομοίωσης της ελληνικής (αρχαίας και νέας) και ευρωπαϊκής λογοτεχνικής παράδοσης, κυριαρχούν ο εσωτερικός λόγος και η υπαρξιακή αγωνία, εκφρασμένη στο πλαίσιο των συνδυασμών γυναικείας ευαισθησίας και διανόησης, ελληνικότητας και ανθρωπισμού.
Ο Λίνος Πολίτης στο βιβλίο του «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας», Αθήνα 1980, μεταξύ άλλων γράφει και τα ακόλουθα για το έργο της Ζωής Καρέλλη:
«Η Ζωή Καρέλλη (Ψευδώνυμο της Ζωής Αργυριάδου, αδελφής του Ν. Γ. Πεντζίκη), σημείωσε στη δεκαετία 1948-1958, με εννέα δημοσιευμένες ποιητικές συλλογές, μια επίμονη ποιητική παρουσία. Την ποιήτρια την τυραννάει ιδιαίτερα το θέμα του χρόνου και του θανάτου, με μια έντονη στροφή προς την θρησκευτική μεταφυσική, που κυμαίνεται από την αμφιβολία ως τον μυστικισμό. Οι αναζητήσεις αυτές γίνονται πιο πολύ θρησκευτικά και διανοητικά, με ένα στέρεο φιλοσοφικό στοχασμό, από όπου όμως δε λείπει και ένας ερωτικός αισθησιασμός και ένα μήνυμα αισιοδοξίας».
Στα 96 της χρόνια η Ζωή Καρέλλη έζησε σε μια πάροδο της οδού Κρήτης της Θεσσαλονίκης, σε ένα φτωχικό διαμέρισμα, παρέα με τις αναμνήσεις ενός ολόκληρου αιώνα, και με συντροφιά το πιάνο της.
Συνολικά, εξέδωσε δώδεκα ποιητικές συλλογές, πέντε θεατρικά έργα και πολλά δοκίμια, ενώ πολλά κείμενά της βρίσκονται δημοσιευμένα σε πολλά λογοτεχνικά περιοδικά
Η Ζωή Καρέλλη τιμήθηκε με το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για την ποιητική συλλογή Κασσάνδρα (1956), και το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τα Ποιήματα 1940-1973 (1974).
Στοχαστική, με φιλοσοφικές εμβαθύνσεις και προεκτάσεις, η ποίησή της δονεί και πάλλεται, υπό το πρίσμα της θρησκευτικότητας με βυζαντινές αναφορές και πρόσωπα που έρχονται από την ελληνική αρχαιότητα. Στα ποιήματά της η Ζωή Καρέλλη βυθίζεται στα έγκατα της γήινης ύπαρξής της, για να αναδυθεί λυτρωμένη, αναγεννημένη, μέσω των πνευματικών της διεργασιών και των ποιημάτων της.
ΕΡΓΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΡΕΛΛΗ
Ποίηση
*Πορεία Ι, 1940. *Η εποχή του θανάτου, 1948.
*Φαντασία του χρόνου, 1949.
*Της Μοναξιάς και της Έπαρσης, 1951.
*Χαλκογραφίες και Εικονίσματα, 1952.
*Κασσάνδρα και άλλα ποιήματα, 1955.
*Το πλοίο, 1955.
*Παραμύθια του Κήπου, 1955.
*Αντιθέσεις, 1957.
*Ο Καθρέφτης του Μεσονυχτίου, 1958.
*Το σταυροδρόμι, 1973.
*Τα Ποιήματα της Ζωής Καρέλλη, 1973.
*Για τα λουλούδια, 1988.
*Για τη σελήνη, 1988.
*Για τον άνεμο, 1988.
*Μικρό Ανθολόγιο, 1988.
*Ποιήματα, 1996.
Θέατρο
*Ο Διάβολος και η 7η εντολή, 1959.
*Ικέτιδες, 1962.
*Σιμωνίς Βασιλόπαις του Βυζαντίου, 1965.
*Ορέστης, 1971.
Δοκίμιο
*Περί αμφιβολίας, 1958.
*Το απόλυτο στο έργο του Κλωντέλ, 1959.
*Το πάθος της αδράνειας, 1967.
*Περί ελευθερίας και ενθουσιασμού στην ποίηση, 1982.
*Παρατηρήσεις, 1982.
*Παρατηρήσεις Β’, 1994.
Κλείνω την αναφορά μου στην Ζωή Καρέλλη με το ακόλουθο ποίημά της:
Τα Εικονίσματα III
Tα μάτια στις βυζαντινές εικόνες,
αγίων και μαρτύρων, τα εκστατικά,
είναι διαφορετικά απ’ των αρχαίων αγαλμάτων.
– Ω δόξα της πατρίδας μου, διπλή κι’ απέραντη
χαρά η προσφορά, ανθρώπινη,
δική σου παρηγοριά και διδαχή σου.
Σ’ ολόκληρη την όρθωση, την άρθρωση
του ωραίου σώματός των, είναι υπεροπτικά
σχεδόν, τα ελληνικά αγάλματα,
και στην ευγενική θωριά, το βλέμμα
δείχνει αλλού να θεωρεί.
Oι άγιοι μονάχο δεν σ’ αφήνουνε,
το στρογγυλό τους μάτι ολάνοιχτο,
κι’ ωσάν έκπληκτο, σε παρακολουθεί
σε μυστική, ενδόμυχη ατένιση σε οδηγεί
για να πιστέψεις στο δικό τους όραμα
με πάσαν την υποταγή.
Όχι πια φοβισμένη,
μα φωτισμένη απ’ της ψυχής το νόημα,
που αντελήφθη και ομολογεί.