Ο Νίκος Οικονομόπουλος, ένας από τους πιο επιτυχημένους λαϊκούς τραγουδιστές του ελληνικού πενταγράμμου, συνάρπασε το κοινό του Σίδνεϊ και της Αδελαΐδας, ολοκληρώνοντας με δύο sold-out εμφανίσεις στο Kinisi at Trak της Μελβούρνης, την περιοδεία του στην Αυστραλία.
Στη συνέντευξη που ακολουθεί ο Έλληνας τραγουδιστής, μοιράζεται με τους αναγνώστες του «Νέου Κόσμου» εμπειρίες και εντυπώσεις που αποκόμισε από την Αυστραλία και τους Έλληνες της Διασποράς, καθώς επίσης και προσωπικές πεποιθήσεις σχετικά με αξίες που τον έχουν διαμορφώσει σε προσωπικό αλλά και σε επαγγελματικό επίπεδο.
Ποιος ήταν ο παλμός που εισπράξατε στις εμφανίσεις σας από το κοινό του Σίδνεϊ και της Αδελαΐδας;
Ο παλμός εδώ είναι πάντα πολύ δυνατός, όπως επίσης και στην Αμερική. Αλλά να πω την αλήθεια, υπάρχει μια αδυναμία εδώ στην Αυστραλία, γιατί έχω φίλους εδώ.
Περιμένατε ότι η υποδοχή του κοινού θα ήταν τόσο θερμή;
Γιατί όχι. Όταν προσφέρεις αγάπη εισπράττεις και αγάπη.
Επισκεπτόμενος το Oakleigh της Μελβούρνης, όπου συναντήσατε τους θαυμαστές σας, στην Ενορία των Αγίων Αναργύρων και στο Oakleigh Grammar, ποιες θα λέγατε ότι ήταν οι εντυπώσεις σας; Και γενικά πώς ήταν η εμπειρία σας με τους μαθητές και το εκπαιδευτικό προσωπικό;
Όταν μου έγινε πρόσκληση να πάω χάρηκα πολύ, γιατί βλέπω και καταλαβαίνω πόσο μεγάλη δουλειά και πόσο σημαντικό είναι το έργο που κάνουν οι Έλληνες της Μελβούρνης. Αυτό αφορά τόσο την Εκκλησία, όσο και τους απλούς πολίτες που είναι εδώ και χαίρομαι ιδιαίτερα, γιατί το συναίσθημα που νιώθεις εδώ πέρα είναι πολύ πιο δυνατό από ότι είναι στην Ελλάδα.
Εσείς πώς νιώθετε όταν βλέπετε να επικρατεί τόσο έντονα το ελληνικό στοιχείο σε μια χώρα που είναι τόσο μακριά από την Ελλάδα; Και γενικά πώς βλέπετε την επαφή των Ελλήνων της Διασποράς με τις ελληνικές αξίες και παραδόσεις;
Όσον αφορά αυτό το κομμάτι, μπορώ να πω ότι οι Έλληνες της Διασποράς κρατάνε τις παραδόσεις σε πολύ υψηλό επίπεδο. Γιατί στην Ελλάδα ίσως θεωρούμε λίγο δεδομένα τα πράγματα, και ίσως τα παραβλέπουμε πολλές φορές. Ενώ εδώ οι παραδόσεις, τα ήθη τα έθιμα τηρούνται όλα, στον υπέρτατο βαθμό.
Εδώ βλέπω πόσο οι Έλληνες αγαπάνε την Ελλάδα και, πόσο τους λείπει Ελλάδα. Είδα συγκίνηση στους ανθρώπους αυτό είναι που με έκανες να σκεφτώ πιο βαθιά.
Στη δημοσιότητα, έχετε μιλήσει ανοιχτά για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, το οποίο φάνηκε και από τις επισκέψεις σας εδώ στην Αυστραλία.
Τι σημαίνει για εσάς πίστη και τι ρόλο έχει παίξει σε προσωπικό αλλά και σε επαγγελματικό επίπεδο;
Η πίστη στον κάθε άνθρωπο λειτουργεί με διαφορετικό τρόπο. Εγώ προσπαθώ να δείξω, τη δική μου πλευρά, το δικό μου χαρακτήρα, το πώς εγώ λειτουργώ με το Χριστό. Δεν θα πάψω ποτέ να το αναδεικνύω γιατί είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου. Λειτουργώ με αυτό.Βέβαια είμαι κι εγώ ένας άνθρωπος, όπως όλοι, που κάνω λάθη. Όμως αυτός είναι ο δρόμος που εμένα με οδηγεί εκεί που πρέπει να με οδηγεί. Και όταν πιστεύεις πραγματικά το σημαντικότερο πράγμα είναι να το λες και να μην το κρύβεις, όπως πολλές φορές κάνουμε εμείς οι άνθρωποι. Δεν πρέπει να υπάρχει φόβος στην πίστη μας. Η πίστη μας είναι η μόνη αληθινή πίστη κατά τη γνώμη μου, και δεν θα σταματήσω ποτέ να το λέω.
Είστε ένας τραγουδιστής ο οποίος φαίνεται να τηρεί πιστά το λαϊκό στοιχείο στη μουσική του.Θα ήσασταν ωστόσο διατεθειμένος να πειραματιστείτε ακόμα περισσότερο και με άλλα είδη μουσικής όπως είναι η ροκ, η ποπ ή η ραπ;
Έχω τραγουδήσει και ροκ και ποπ και ελαφρολαϊκά. Το τελευταίο τραγούδι με τίτλο, «Οδός Μοναξιάς» είναι μία ροκ μπαλάντα. Όσον αφορά την τραπ ή ραπ μουσική, δεν είναι στοιχεία τα οποία εμένα με αντιπροσωπεύουν. Εμένα μου βγαίνει αυθόρμητα ό,τι αγαπάω να κάνω.
Τι σημαίνει για εσάς ένα καλό λαϊκό ελληνικό τραγούδι; Και γιατί πιστεύετε ότι οι Έλληνες της ομογένειας έχουν μία ιδιαίτερη αγάπη και έλξη προς το συγκεκριμένο είδος;
Το τραγούδι τι κάνει; Δημιουργεί συναισθήματα όπως η μουσική και ο στίχος. Το λαϊκό τραγούδι συνδυάζει αυτά τα δύο πράγματα απόλυτα σωστά. Περνάει συναισθήματα στον κόσμο, λόγω και των στίχων που έχει. Είναι πιο άμεσο. Βέβαια δεν τραγουδάω μόνο λαϊκά τραγούδια, τα οποία δεν είναι πλέον όπως ήταν τις παλαιότερες εποχές του ’60, του ’70 και του ’80. Προσπαθούμε όμως να κρατήσουμε αυτή τη γραμμή. Όσο για τους Έλληνες της ομογένειας, ίσως έχει να κάνει με αυτό που πηγάζει από μέσα μας. Που το έχουμε όλοι οι Έλληνες όπου κι αν πάμε, όπου και αν βρισκόμαστε, λειτουργούμε συγκεκριμένο με ιδιαίτερο τρόπο.
Κλείνοντας, αναφερόμενος στην εμπειρία που επιθυμεί να προσφέρει στο κοινό του μέσα από τις ζωντανές του εμφανίσεις τόσο στη Μελβούρνη όσο και στην Αυστραλία γενικότερα, ο Οικονομόπουλος είπε:
«Σκοπός είναι να περάσει καλά ο κόσμος και να σκεφτεί πράγματα που αγγίζουν την ψυχή του στην Ελλάδα. Να νιώσουν ότι είναι στην πατρίδα τους και ότι είμαστε κοντά τους και είμαστε ένα, όπου και να βρισκόμαστε».



