Η διαδικασία της μάθησης ενέχει πολλές φορές τον εξής κίνδυνο: περιοριζόμαστε στην απομνημόνευση πληροφοριών και στην απόκτηση ειδικών γνώσεων για συγκεκριμένα θέματα, αφήνοντας στην άκρη την ανάπτυξη δεξιοτήτων που αποδεικνύονται χρήσιμες για έναν δια βίου τρόπο μάθησης.

Πώς μπορούν όμως οι εκπαιδευτικοί να προωθήσουν την ανάπτυξη των δεξιοτήτων μάθησης στα παιδιά και ποια εμπόδια μπορεί να αντιμετωπίσουν κατά τη διδασκαλία αυτών των τρόπων ανάπτυξης;

ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ

ΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ HUMBOLDT

Η ομογενής Στέλλα Βοσνιάδου, η οποία είναι ομότιμη καθηγήτρια στο Κολέγιο Παιδαγωγικής, Ψυχολογίας και Κοινωνικής Εργασίας του Πανεπιστημίου Flinders, «όρθωσε» το επιστημονικό της ανάστημα, προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσει έναν -«πλούσιο» σε αξία- «γρίφο» για την ακαδημαϊκή κοινότητα, με αποτέλεσμα να τιμηθεί με το βραβείο Humboldt της Γερμανίας.

«Η μάθηση δεν θα πρέπει να στοχάζεται στην απομνημόνευση ή στην εκμάθηση ειδικών μόνο γνώσεων, αλλά και δεξιοτήτων οι οποίες να είναι χρήσιμες στον μαθητή για όλη του τη ζωή», δήλωσε η κα Βοσνιάδου στον «Νέο Κόσμο».

Στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος που είχε ως στόχο τη «διερεύνηση των γνώσεων, των πεποιθήσεων και των πρακτικών των εκπαιδευτικών στην τάξη», η ομότιμη καθηγήτρια συνεργάστηκε με μία καθηγήτρια από το Πανεπιστήμιο της Φρανκφούρτης, με αποτέλεσμα να προταθεί για το βραβείο Humboldt, το οποίο και έλαβε προς τιμήν των ακαδημαϊκών της επιτευγμάτων.

Το Ερευνητικό Βραβείο Humboldt, απονέμεται από το Ίδρυμα Alexander von Humboldt της Γερμανίας σε διεθνώς διακεκριμένους επιστήμονες και μελετητές που εργάζονται εκτός Γερμανίας και αναγνωρίζει τη σημαντική συνεισφορά τους στον τομέα της έρευνας.

Η τελετή απονομής του βραβείου έχει προγραμματιστεί να διεξαχθεί στο Βερολίνο της Γερμανίας στις 27-28 Ιουνίου, όπου λαμβάνει χώρα μια μεγάλη εκδήλωση συνάντησης όλων των βραβευθέντων από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Γερμανία.

Το βραβείο συνοδεύεται από ένα ποσόν ύψους 60.000 ευρώ, το οποίο προορίζεται για ταξίδια και διαμονή στη Γερμανία, με στόχο την περεταίρω συνέχιση της επιστημονικής συνεργασίας.

Η κα Βοσνιάδου, η οποία σπούδασε Ψυχολογία, δηλώνει ότι ανέκαθεν διακατεχόταν από ένα έμφυτο ενδιαφέρον για την αναπτυξιακή ψυχολογία.

Αντί να αντιμετωπίζει τον άνθρωπο ως «στατικό» ον, θεωρεί ότι είναι σημαντικό να ληφθεί υπόψη η διαδικασία ανάπτυξής του, εξηγώντας ότι «η ψυχολογία του ατόμου είναι ένα σύστημα το οποίο είναι δυναμικό και όχι στατικό».

«Πάντα με ενδιέφερε πιο πολύ να καταλάβω πώς δουλεύει το μυαλό. Γιατί σκεφτόμαστε με αυτόν τον τρόπο και γιατί έχουμε αυτές τις αντιδράσεις», συμπληρώνει.

Θεωρεί ότι Ψυχολογία είναι «κάτι το οποίο ενδιαφέρει όλους μας», ανεξαρτήτου επαγγέλματος, μορφωτικού επιπέδου ή κοινωνικού στρώματος.

Θυμάται μία ιστορία στην Ελλάδα, όπου ως «είθισται», ο οδηγός του ταξί στο οποίο επιβιβάστηκε τότε, της «έπιασε τη συζήτηση».

«Με ρώτησε ο ταξιτζής, τι δουλειά κάνεις, και του είπα είμαι ψυχολόγος. Μου λέει ‘α κι εγώ είμαι ψυχολόγος’. Του λέω πώς κι έτσι; Μου λέει μου αρέσει να ψυχολογώ».

«Θέλω να πω η Ψυχολογία είναι κάτι το οποίο ενδιαφέρει όλους μας. Όλους μας ενδιαφέρει να μάθουμε πιο πολλά για τον εαυτό μας, να καταλάβουμε τον εαυτό μας», προσθέτει, αποδίδοντας και το δικό της προσωπικό ενδιαφέρον, σε μία οικουμενική σχέση που έχουν- κατά τη γνώμη της-εγγενώς οι άνθρωποι με το αντικείμενο της ψυχολογίας.

ΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΊΚΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ

H ομότιμη καθηγήτρια σπούδασε Ψυχολογία στα Πανεπιστήμια Bradeis, Columbia και Clark των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής.

Κατά τη διάρκεια της ακαδημαϊκής της πορείας, εργάστηκε στο Πανεπιστήμιο του Illinois (University of Illinois at Urbana-Campaign) όπου ασχολήθηκε με την Εκπαιδευτική Ψυχολογία.

Ενδιάμεσα διατηρούσε τις επαφές της με την Ελλάδα, όπου και εγκαταστάθηκε το 1992, ενώ αργότερα ξεκίνησε τη θητεία της αρχικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και μετέπειτα ως καθηγήτρια Γνωστικής Ψυχολογίας στο Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Έχει δημοσιεύσει πολλά άρθρα και βιβλία καθώς και δύο βιβλιαράκια (booklets) με τίτλο «How Children Learn» και «Teaching how to learn», τα οποία έχουν δημοσιευθεί στη σειρά «Εκπαιδευτικές Πρακτικές» (Educational Practices) του Διεθνούς Γραφείου Εκπαίδευσης της UNESCO, την οποία και επιμελείται.

Επιπλέον, είναι ενεργό μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Έρευνα στη Μάθηση και τη Διδασκαλία (EARLI) – όπου υπηρέτησε ως πρόεδρος, και το 2021 τιμήθηκε με το βραβείο Oeuvre για την έρευνά της – όπως επίσης και εκλεγμένο τακτικό μέλος της Ακαδημίας της Ευρώπης(Academia Europaea) καθώς και αντεπιστέλλον μέλος της Κυπριακής Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Τεχνών

Η ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ

Παρά τη βαθιά σχέση που τη συνέδεε με την Ελλάδα, η σχέση με την κόρη της -η οποία ακολούθησε τον εκλεκτό της καρδιάς της στην Αδελαΐδα- έπαιξε καθοριστικό ρόλο για να βρεθεί η κα Βοσνιάδου στην Αυστραλία.

«Άρχισα να έρχομαι να τη βλέπω και έτσι άρχισα να έχω και συνεργασία με πανεπιστήμια της Αυστραλίας», εξηγεί.

Ωστόσο, όταν η κόρη της, της χάρισε το «πρώτο» της «εγγονάκι», η ομογενής καθηγήτρια, αποφάσισε να αναπτύξει μία πιο μόνιμη συνεργασία και παρουσία στην Αυστραλία.

«Έγραψα στους συναδέλφους στο Flinders, και τους ρώτησα αν θα ενδιαφέρονταν να έρθω εδώ για να είμαι στην Αυστραλία για μισό χρόνο και, όντως, μου έδωσαν μια θέση ως Strategic Professor στο Κολέγιο Παιδαγωγικής, Ψυχολογίας και Κοινωνικής Εργασίας του Πανεπιστημίου Flinders (College of Education, Psychology, and Social Work at Flindrers)».

Έτσι, διαμένοντας έξι μήνες στην Αυστραλία και τους υπόλοιπους στην Ελλάδα από τον Ιανουάριου του 2015, κατάφερε να διατηρήσει στενές επαφές και με τις δύο χώρες.

Ωστόσο, η κα Βοσνιάδου αποφάσισε να παρατείνει την παραμονή της στην Αυστραλία λόγω μιας σειράς συγκυριών, συμπεριλαμβανομένης της πανδημίας.

Αυτή η απόφαση, οδήγησε στην ανάπτυξη νέων συνεργασιών, μέσω των οποίων εμπλούτισε το ερευνητικό της έργο και συμμετείχε ενεργά σε ποικίλα επιστημονικά προγράμματα και δραστηριότητες.

Αυτήν την περίοδο, κατανέμει τον χρόνο της μεταξύ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και του Πανεπιστημίου Flinders της Αυστραλίας, και παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζει τα αρνητικά και θετικά στοιχεία κάθε χώρας, δηλώνει:

«Υπάρχει μια συναισθηματική σχέση που είναι πέρα από το τι είναι αντικειμενικά καλό και όχι. Την Ελλάδα την αγαπώ. Δεν πρόκειται ποτέ μου να την ξεχάσω. Φυσικά η Αμερική είναι ένα πολύ ωραίο μέρος να αναπτυχθείς, ιδιαίτερα επιστημονικά. Και η Αυστραλία είναι ένα καταπληκτικό μέρος για να ζήσεις. Και η Ελλάδα είναι… η Ελλάδα μας.»