Τα πιο δυσμενή σενάρια για την τσέπη μας, δυστυχώς επιβεβαιώνονται σχεδόν κάθε μέρα.
Η πανδημία… ακρίβειας, όχι μόνο δεν έχει κοπάσει, αντίθετα, καταγράφονται διαρκώς νέα κρούσματα επιπλέον επιβάρυνσης του κόστους ζωής.
Σε πολλές περιπτώσεις τα απολύτως απαραίτητα, μοιάζουν σαν είδος πολυτελείας και εκατομμύρια νοικοκυριά, αλλά και επιχειρήσεις στην Αυστραλία βρίσκονται στο χείλος ενός «οικονομικού Καιάδα» ή έχουν ήδη πέσει στον γκρεμό.
Ήδη από πέρυσι, λίγες εβδομάδες αφού καταλάγιασε ο ενθουσιασμός της εκλογικής νίκης, ο υπουργός Οικονομικών, Jim Chalmers, προειδοποιούσε για 2-3 «ζόρικα χρόνια» για την οικονομία, και ως εκ τούτου για την κοινωνία.
Η συνέχεια γνωστή για όλους: πληθωρισμός σε δυσθεώρητα ύψη, με τις τιμές για τα… πάντα να αυξάνονται συνεχώς και διαδοχικές, απότομες αυξήσεις των επιτοκίων, ανάμεσα σε άλλα οικονομικά δεινά.
Ο πρωθυπουργός, Anthony Albanese πρόσφατα παραδέχθηκε ότι έχει δημιουργηθεί μία «οικονομία ταχυτήτων». Δηλαδή, ορισμένοι «αριθμοί ευημερούν» (ανεργία, πρωτογενές πλεόνασμα), αλλά «μερικοί άνθρωποι τα βγάζουν πέρα πολύ δύσκολα».
Το «μερικοί» βέβαια είναι σχετικό, καθώς σύμφωνα με νέα δημοσκόπηση (Resolve Political Monitor για την The Age), με το κόστος διαβίωσης να ογκώνεται, πλέον ένας στους δύο στην Αυστραλία βρίσκεται στο οικονομικό περιθώριο.
Πιο συγκεκριμένα, το 51% των 1.610 ατόμων που ερωτήθηκαν (12 με 15 Ιουλίου) δήλωσε ότι δυσκολεύονταν να ανταποκριθούν σε μια απροσδόκητη, σημαντική δαπάνη, έναντι 41% τον Φεβρουάριο.
Και όσον αφορά τις προσδοκίες (με την ψυχολογία στα Τάρταρα), μόλις το 5% πιστεύει ότι η οικονομία θα βελτιωθεί τον επόμενο μήνα σε σύγκριση με το 47% που εκτιμά ότι θα χειροτερέψει. Για το επόμενο έτος, το 28% αναμένει βελτίωση και το 40% επιδείνωση.
Την ίδια ώρα, το 33% σχεδόν εκτιμά ότι η αντιμετώπιση του πληθωρισμού είναι ευθύνη της RBA (που έχει αυξήσει το επιτόκιο από το ιστορικό χαμηλό του 0,10% σε 4,10% μέσα σε 14 μήνες), ενώ το 42% απάντησε ότι είναι δουλειά για την κυβέρνηση. Το 25% δήλωσε ότι και οι δύο έχουν ρόλο.
Μόνο τυχαίο δεν είναι πως η δημοτικότητα του κ. Albanese είναι στο χαμηλότερο επίπεδο από τις εκλογές του Μαΐου 2022 και έπειτα, αν και η αντιπολίτευση έχει ακόμη δρόμο να διανύσει για να παρουσιαστεί ως αξιόπιστη εναλλακτική διακυβέρνησης, σύμφωνα πάντα με τα ευρήματα της δημοσκόπησης.
Επί της ουσίας, σε αυτήν τη συγκυρία «τέλειας οικονομικής καταιγίδας», εκατομμύρια Αυστραλοί θα έδιναν μάχη ή δε θα μπορούσαν να πληρώσουν έναν λογαριασμό που δεν είχαν υπολογίσει ή θα ήταν κατά πολύ υψηλότερος από όσο περίμεναν (κάτι συνηθισμένο ειδικά με το ρεύμα αυτόν τον καιρό) ή θα δυσκολεύονταν να καλύψουν το κόστος αντικατάστασης μίας οικιακής συσκευής ή επισκευής ενός αυτοκινήτου.
Η οικονομική πίεση γίνεται μάλιστα αισθητή από όλους, αντίστοιχα βέβαια, με τα εισοδήματα.
Το 64% των χαμηλόμισθων απάντησαν ότι θα δυσκολεύονταν να ανταποκριθούν σε έναν απροσδόκητο λογαριασμό.
Αλλά ακόμη και μεταξύ των μεσαίων εισοδημάτων (49%) και των υψηλών εισοδημάτων (46%), υπήρξε μια απότομη άνοδος για τον «οικονομικό πόνο» που αντιμετωπίζουν οι Αυστραλοί.
Οι μισοί από τους εργαζόμενους ερωτηθέντες δήλωσαν ότι θα δυσκολευτούν και το 62% των ανέργων.
«ΚΑΜΠΑΝΑΚΙΑ»
Στο μεταξύ, η NAB απεύθυνε προληπτική προειδοποίηση προς τους δανειολήπτες ενυπόθηκων (συνολικού ύψους ύψους 333 δισ. δολ.), με προβλέψεις για… ζόρια τους επόμενους 12 μήνες καθώς περισσότερα δάνεια από σταθερό επιτόκιο «πάνε» σε κυμαινόμενο.
Η τράπεζα ενημέρωνε σχετικά με τη γραμμή βοήθειας που είναι διαθέσιμη για όσους αντιμετωπίζουν δυσκολίες αποπληρωμής.
Εντόπισε ειδικά 8.600 δανειολήπτες οι οποίοι θεωρεί ότι κινδυνεύουν περισσότερο από την απότομη αύξηση των επιτοκίων. Μόνο 14 έχουν ζητήσει μέχρι στιγμής βοήθεια, ανέφερε το Australian Business Review.
Αλλά, η Roy Morgan Research υποστηρίζει ότι ο συνολικός αριθμός αυτών που αγωνίζονται να αποπληρώσουν στεγαστικά δάνεια ανά την Αυστραλία ανέρχεται ήδη σε 1,43 εκατομμύρια, αυξημένος κατά 627.000 από πέρυσι.
Σύμφωνα με τα στοιχεία, περισσότεροι ιδιοκτήτες ακινήτων επιθυμούν να τα πουλήσουν φέτος το χειμώνα, καθώς η εκτίναξη της αποπληρωμής των υποθηκών είναι πέρα από αυτό που μπορούν να διαχειριστούν.
Ο αριθμός των νέων καταχωρίσεων ακινήτων στο Σίδνεϊ αυξήθηκε κατά 7% μέχρι τις αρχές Ιουλίου, στη Μελβούρνη κατά 4,2%, στο Μπρίσμπαν κατά 9,4% και στο Περθ κατά 1,8%, σύμφωνα με τα στοιχεία της CoreLogic.
Παράλληλα, οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι δανειολήπτες -και όχι μόνο- θα ξοδεύουν όλο και περισσότερο μόνο για τα απαραίτητα, γεγονός που θα μπορούσε να πυροδοτήσει την προοπτική ύφεσης στην οικονομία, συνοδευόμενη από αύξηση των απολύσεων.
Η εταιρεία Illion, που αναλύει την πιστωτική συμπεριφορά 18 εκατομμυρίων ανθρώπων, διαπίστωσε ότι ήδη το ποσοστό αυτών που καθυστερούν τουλάχιστον 30 ημέρες να πληρώσουν πιστώσεις γενικά αυξήθηκε κατά 9%.
Οι καθυστερημένες αποπληρωμές στεγαστικών δανείων είναι κατά 5% υψηλότερα από ό,τι πριν από ένα χρόνο, ενώ ο αριθμός των αιτήσεων για ανακυκλούμενες πιστωτικές διευκολύνσεις αυξήθηκε κατά 40%.
Η Illion διαπίστωσε επίσης ότι τα υπόλοιπα των αποταμιεύσεων έχουν μειωθεί κατά 40% από τον Οκτώβριο, καθώς πολλοί καταφεύγουν στα έτοιμα για να τα βγάλουν πέρα.
Ο διευθυντής αναλύσεων της εταιρείας, Michael Landgraf, δήλωσε στην The Age πως πρόκειται για «μια τέλεια καταιγίδα από την αύξηση των δαπανών των νοικοκυριών, την αύξηση των ενοικίων, την άνοδο της ζήτησης πιστώσεων και της πιστωτικής παραβατικότητας», που «σε συνδυασμό με τη μείωση των αποταμιεύσεων μπορεί να υποδεικνύει επικείμενες πιστωτικές απώλειες».
Την ίδια στιγμή, η Finder επεσήμανε ότι ένας στους έξι Αυστραλούς αγωνίζεται να αποπληρώσει το χρέος της πιστωτικής του κάρτας.
Οι Αυστραλοί «είχαν» 40,3 δισ. δολ. σε πιστωτικές κάρτες τον περασμένο Μάιο, με σχεδόν το ήμισυ (46%) του χρέους να συσσωρεύει τόκους, σύμφωνα με τα στοιχεία της RBA.
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ
Οσον αφορά στους λογαριασμούς, η ίδια η Επιτροπή Ανταγωνισμού και Καταναλωτή (ACCC), επεσήμανε ότι ορισμένα νοικοκυριά πληρώνουν υπερβολικά για την κατανάλωση ενέργειας, καθώς η διαφορά μεταξύ των τιμών αναφοράς (από τις Αρχές) και των προσφορών (της αγοράς) έχει συρρικνωθεί.
«Υπάρχουν εκατομμύρια πελάτες που πληρώνουν στην ή πάνω από την καθορισμένη από την κυβέρνηση ‘καθαρή’ τιμή ασφαλείας», δήλωσε η Επίτροπος της ACCC, Anna Brakey.
«[Από αυτούς], υπάρχουν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο πελάτες που πληρώνουν περισσότερο από την καθαρή τιμή ασφαλείας. Αυτό σημαίνει ότι πληρώνουν περισσότερα από όσα πρέπει».
«Είναι σημαντικό να τηλεφωνήσουν στον λιανοπωλητή τους, διότι έχουν δικαίωμα σε αυτήν την κυβερνητικά καθορισμένη ‘καθαρή’ τιμή ασφαλείας. Πρέπει να πληρώνουν αυτήν (την τιμή) το περισσότερο».
Το Australian Energy Council, επιμένει πάντως ότι οι απότομες αυξήσεις των τιμών είναι αναγκαίες λόγω της περσινής ενεργειακής κρίσης.
«Οι έμποροι λιανικής πώλησης πρέπει να είναι σε θέση να ανακτήσουν το κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας ή της λειτουργίας των επιχειρήσεών τους από τους πελάτες τους. Αυτό είναι απλώς ένα γεγονός της ζωής», δήλωσε η διευθύνουσα σύμβουλος του Australian Energy Council, Sarah McNamara.
Ενδεικτικά, οι κάτοικοι της Βικτώριας φαίνεται ότι έχουν υποστεί «ηλεκτροσοκ», με το μέσο χρέος από απλήρωτους λογαριασμούς ρεύματος να αγγίζει πλέον τα 2.500 δολάρια, σύμφωνα με το Victorian Consumer Action Law Centre, από 1.718 δολάρια τον Σεπτέμβριο του 2021.
«Σε πολλές περιπτώσεις, οι άνθρωποι πιέζονταν να αποδεχθούν ένα σχέδιο πληρωμής επειδή ο λιανοπωλητής τους αρνιόταν να δεχθεί οτιδήποτε λιγότερο, παρόλο που το σχέδιο δεν ήταν ποτέ προσιτό για το συγκεκριμένο άτομο», αναφέρεται.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, ζητήθηκε από τους πελάτες να καταβάλουν μεγάλα, εφάπαξ ποσά, τα οποία σαφώς δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν.
Στα νοικοκυριά δεν προσφερόταν επίσης πάντοτε βοήθεια σε μετρητά από το πρόγραμμα επιχορήγησης για την ανακούφιση από τις παροχές κοινής ωφέλειας (Utility Relief Grant Scheme).
Το Victorian Consumer Action Law Centre περιέγραψε το παράδειγμα ενός συνταξιούχου της Μελβούρνης, ο οποίος είχε λογαριασμό φυσικού αερίου ύψους 11.000 δολαρίων, αλλά δεν είχε καταφέρει να το μειώσει καθόλου καθώς το κόστος ζωής αυξάνεται.
Σε μια άλλη περίπτωση, το χρέος ενός ζευγαριού με τρία παιδιά είχε «εκτοξευθεί» σε 20.000 δολάρια, αλλά ο πάροχος δεν προσέφερε καμία βοήθεια.
Και το οικονομικό έτος 2023-24 θα είναι αναμφίβολα μια δύσκολη χρονιά για τους καταναλωτές ενέργειας, με τις ρυθμιζόμενες τιμές ενέργειας να αυξάνονται κατά επιπλέον περίπου 25%.
ΠΕΡΙΚΟΠΕΣ ΚΑΙ ΛΟΥΚΕΤΑ
Σε ένα περιβάλλον γενικευμένης ακρίβειας, σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας (ABS), oι Αυστραλοί ξοδεύουν περισσότερα χρήματα για τρόφιμα πλέον (χωρίς να σημαίνει ότι αγοράζουν και περισσότερα προϊόντα) και μειώνουν τις δαπάνες για νέα ρούχα, παπούτσια και έπιπλα και οικιακό εξοπλισμό.
Πολλοί, μάλιστα, οι πιο ευάλωτοι, αλλά και εργαζόμενοι με μέσο εισόδημα δεν τα βγάζουν πλέον πέρα με το κόστος ζωής, καταφεύγοντας σε φιλανθρωπικές οργανώσεις για ένα πιάτο φαΐ.
Παράλληλα, με την πελατεία μειωμένη, ειδικά οι μικρότεροι λιανοπωλητές ίσα που σηκώνουν το βάρος της αύξησης του λειτουργικού κόστους. Τα έσοδα τους μειώνονται καθώς οι καταναλωτικές δαπάνες επιβραδύνονται και αναγκάζονται να λάβουν δύσκολες αποφάσεις, όπως η μετακύλιση των αυξήσεων των τιμών (που σημαίνει συχνά ακόμη λιγότερη πελατεία), η μείωση του προσωπικού ή η περικοπή των ωρών λειτουργίας.
Μεγάλα τα προβλήματα και για τις επιχειρήσεις εστίασης. Όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της Restaurant and Catering Australia, Suresh Manickam «διαπιστώνουμε ότι οι προκλήσεις είναι λίγο πολύ σε όλους τους τομείς και αυτές οφείλονται όλες άμεσα στην τιμή ή στο κόστος των επιτοκίων, στην τιμή των προϊόντων, στην τιμή της ενέργειας και στην έλλειψη εργαζομένων με δεξιότητες».
Όσον αφορά ειδικά στον καφέ καταγράφεται νέο κύμα.. λουκέτων μετά από αυτό της πανδημίας. Πρόκειται για έναν κλάδο αξίας 10 δισ. δολ. στην Αυστραλία, ο μεγαλύτερος στον Κόσμο εκτός Ευρώπης ανά κάτοικο. Οι καφετέριες είναι επίσης «θύματα» των αυξανόμενων λογαριασμών κοινής ωφέλειας, του υψηλού κόστους λειτουργίας και της μείωσης των δαπανών από τους πελάτες.
Ενδεικτικά, το κόστος για την «εμπορική παραγωγή» ενός σάντουιτς με μπριζόλα, συμπεριλαμβανομένων όλων των γενικών εξόδων, αυξήθηκε κατά 1/6 τα τελευταία δύο χρόνια, σύμφωνα με ανάλυση του Reuters. Η αύξηση αυτή συνδυάστηκε με την καθήλωση των μη αναγκαίων δαπανών, εξαλείφοντας ουσιαστικά το περιθώριο κέρδους 10% που χαρακτηρίζει τον κλάδο. Το κόστος για την παρασκευή ενός απλού καφέ αυξήθηκε κατά σχεδόν 1/5.
Με τα έσοδα ωστόσο μειωμένα και τα έξοδα αυξημένα η μόνη επιλογή που απομένει για πολλούς επιχειρηματίες είναι το λουκέτο.