Η Raelene Polymiadis, η οποία κατηγορείται για τη δολοφονία των γονέων της, υποστηρίζει ότι οι Αρχές στη φυλακή δε διαχειρίζονται σωστά τον διαβήτη της, με αποτέλεσμα, όπως κατέθεσε ενώπιον της Δικαιοσύνης η δικηγόρος της να βρεθεί «αναίσθητη» στο κελί της και να σημάνει κατάσταση επείγουσας/έκτακτης ανάγκης (code black).

Η Αστυνομία της Νότιας Αυστραλίας, υπενθυμίζεται έχει ασκήσει δύο κατηγορίες για φόνο εναντίον της 62χρονης, κόρης της Brenda και του Lynton Anderson, οι οποίοι πέθαναν με διαφορά ενός έτους, στα 94 τους χρόνια.

Οι Αρχές είχαν χαρακτηρίσει τους θανάτους ως «σοβαρό έγκλημα» και εκτιμούσαν ότι το ζευγάρι μπορεί να δολοφονήθηκε, καθώς στις τοξικολογικές εκθέσεις και των δύο ηλικιωμένων βρέθηκε ένα συνταγογραφούμενο φάρμακο που «δε θα έπρεπε να βρίσκεται εκεί».

Η αίτηση της 62χρονης για αποφυλάκιση με εγγύηση απορρίφθηκε αρχικά από το Adelaide Magistrates Court πριν από δύο εβδομάδες, αλλά η νομικός της εκπρόσωπος άσκησε έφεση κατά της απόφασης, στέλνοντάς την στο Supreme Court για επανεξέταση.

Η δικηγόρος της, Marie Shaw KC υποστήριξε ότι δεν έχει γίνει σωστή διαχείριση του διαβήτη της κατηγορούμενης από την υγειονομική υπηρεσία των φυλακών και ως εκ τούτου δε λαμβάνει την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.

Αναφέρθηκε στο Δικαστήριο ότι οι Αρχές της φυλακής πίστευαν ότι η γυναίκα είχε τον πιο συνηθισμένο διαβήτη τύπου 2, ο οποίος συνήθως αντιμετωπίζεται μέσω της διατροφής.

Η κα Polymiadis είπε ότι είχε διαγνωστεί από τον γιατρό της με τον διαβήτη τύπου 1, ο οποίος αντιμετωπίζεται με ινσουλίνη.

Η κα Shaw δήλωσε ότι η πελάτισσά της υπέστη ένα επεισόδιο που σχετίζεται με την υγεία της λίγο πριν από την ακρόασή της το πρωί της Τετάρτης, αφού κατέγραψε «επικίνδυνα» επίπεδα σακχάρου στο αίμα της, επειδή δεν είχε πρόσβαση στην ινσουλίνη, με αποτέλεσμα να σημάνει και «code black» στη φυλακή.

Η δικηγόρος ζήτησε από τη Δικαστή Julie McIntyre να διατάξει έκθεση καταλληλότητας κατ’ οίκον κράτησης για την πελάτισσά της.

Η εισαγγελέας Karen Ingleton τάχθηκε κατά της παραγγελίας έκθεσης καταλληλότητας για κατ’ οίκον κράτηση, υποστηρίζοντας ότι η κατηγορούμενη δεν έχει ακόμη αποδείξει τις ειδικές περιστάσεις που θα την καθιστούσαν επιλέξιμη για εγγύηση.

Στο Δικαστήριο κατέθεσε ο ενδοκρινολόγος, καθηγητής Gary Wittert του Royal Adelaide Hospital και του Πανεπιστημίου της Αδελαΐδας. Δήλωσε ότι η υψηλή αρτηριακή πίεση ήταν αποτέλεσμα της υπνικής άπνοιας και επιδείνωσε τον διαβήτη της κατηγορούμενης, ο οποίος ήταν «καλά ρυθμισμένος από το 1981».

Είπε ότι ήταν «τόσο έκπληκτος» που οι Αρχές των φυλακών επέμεναν ότι έχει διαβήτη τύπου 2, παρά τη διάγνωση του ειδικού της για διαβήτη τύπου 1, που «χρειάστηκε να διαβάσει» τον φάκελό της «δύο ή τρεις φορές».

«Είχε τεθεί σε εφαρμογή ένα σχέδιο θεραπείας από έναν ενδοκρινολόγο και αυτό άλλαξε βάσει μιας ad hoc απόφασης ενός ιατρικού υπαλλήλου των φυλακών, ο οποίος δεν συμβουλεύτηκε ποτέ άμεσα την κα Polymiadis».

«Το βρήκα αυτό απίστευτα εξαιρετικό και απολύτως ανάρμοστο … γιατί κάποιος να κάνει δεύτερη εκτίμηση για το τι έχει αποφασίσει ένας ειδικός; Το βρήκα απίστευτο».

«Η κακοδιαχείριση σχεδόν προσκαλούσε αυτού του είδους το περιστατικό (code black) … αυτά τα πράγματα μπορεί να αποβούν μοιραία για τους ανθρώπους».

Η Δικαστής αποφάσισε να παραμείνει υπό κράτηση η κατηγορούμενη μέχρι να γίνει νέα ακρόαση την επόμενη εβδομάδα.

Είπε ότι θα διατάξει επίσης τη σύνταξη έκθεσης έρευνας για την κατ’ οίκον κράτηση με εγγύηση, αλλά τόνισε ότι αυτό δεν πρέπει να θεωρηθεί «καθοριστικό» για την αίτηση.