Μια απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου Νέας Νότιας Ουαλίας ανοίγει νέους ορίζοντες για πολλές επιχειρήσεις, επιτρέποντάς τους να διεκδικήσουν νόμιμη αποζημίωση λόγω των εκτεταμένων διαταραχών που προκλήθηκαν από την κατασκευή της γραμμής τραμ (light rail) του Σίδνεϊ, σύμφωνα με την εφημερίδα «Sydney Morning Herald».

Η απόφαση-ορόσημο του Ανώτατου Δικαστηρίου της Πολιτείας προσφέρει νέες δυνατότητες στις επιχειρήσεις που επηρεάστηκαν από το έργο της πολιτειακής κυβέρνησης να διεκδικήσουν την αποζημίωση που τους αξίζει.

Δύο μικρές επιχειρήσεις, που ηγούνται της ομαδικής αγωγής κατά του Υπουργείου Μεταφορών της Πολιτείας, υποστήριξαν ότι το έργο, ύψους δισεκατομμυρίων δολαρίων, προκάλεσε «αδικαιολόγητες» παρεμβάσεις και διαταραχές που είχαν σοβαρό αντίκτυπο στη λειτουργία τους.

Η κατασκευή της γραμμής τραμ, μήκους 12 χιλιομέτρων, ξεκίνησε το 2015 και η οποία συνδέει την περιοχή Circular Quay στο κέντρο του Σίδνεϊ με τις περιοχές Randwick και Kingsford στα ανατολικά προάστια. Ωστόσο, το τελικό στάδιο του έργου αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες, με την αξία του να εκτιμάται ότι έφτασε τα τρία δισεκατομμύρια δολάρια, λόγω αύξησης του κόστους, καθυστερήσεων και νομικών διαμαχών. Ως αποτέλεσμα αυτών των εμποδίων, η τελική έναρξη λειτουργίας του τραμ καθυστέρησε κατά έναν χρόνο σε σχέση με το αρχικό χρονοδιάγραμμα που είχε προγραμματιστεί για το 2020.

Ο δικαστής Richard Cavanagh, έκρινε ότι το Υπουργείο Μεταφορών της Νέας Νότιας Ουαλίας (Transport for NSW), φέρει ευθύνη για τις οικονομικές απώλειες των επιχειρήσεων, καθώς η ζημία που προκλήθηκε από τις καθυστερήσεις του έργου ήταν «αναμενόμενη και, για την ακρίβεια, προβλέψιμη».

Σύμφωνα με την «Sydney Morning Herald», ο δικαστής Cavanagh ανέφερε ότι οι επιχειρήσεις που βρίσκονταν κατά μήκος της διαδρομής του τραμ αντιμετώπισαν πρόσθετο κόστος λόγω της παρατεταμένης κατασκευαστικής δραστηριότητας, παρά το γεγονός ότι «τους είχαν υποσχεθεί ότι οι ζημιές θα ήταν ελάχιστες και η όλη διαδικασία κατασκευής, που θα τους άφηνε ‘εκτεθειμένους’ στις κατασκευαστικές δραστηριότητες για μήνες και όχι για χρόνια».

Η Angela Vithoulkas, ιδιοκτήτρια της «μακρόβιας» καφετέριας, George Street Cafe Vivo, η οποία έκλεισε το 2018 λόγω πολλαπλών δυσκολιών που προκλήθηκαν από την κατασκευή του ελαφρού σιδηροδρόμου, χαρακτήρισε «γλυκόπικρη» τη συγκεκριμένη απόφαση.

«Χάσαμε την επιχείρησή μας. Όποια απάντηση και αν έβγαινε σήμερα δεν επρόκειτο ποτέ να το αλλάξει αυτό».

Η Vithoulkas, πρώην δημοτικός σύμβουλος του Σίδνεϊ, αναγνώρισε ότι η κυβέρνηση θα μπορούσε να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης στην υπόθεση «ορόσημο», αλλά τόνισε ότι οι ιδιοκτήτες επιχειρήσεων αξίζουν δικαιοσύνη.

«Μπορώ μόνο να ελπίζω ότι αυτό θα αποτελέσει ένα δίδαγμα για την πολιτειακή κυβέρνηση και δεν θα επαναληφθεί ποτέ ξανά κάτι τέτοιο για κανέναν άλλο ιδιοκτήτη μικρής επιχείρησης», συμπλήρωσε.

Τόσο το κατάστημα πολυτελών τσαντών Hunt Leather στη στοά Strand Arcade, όσο και η επιχείρηση εστιατορίων Ancio στην Anzac Parade στο Kingsford, ανήκαν στους εκατοντάδες ιδιοκτήτες επιχειρήσεων που υποστήριξαν ότι υπέστησαν οικονομική ζημία ή ζημιές λόγω της όχλησης που προκλήθηκε από τον θόρυβο, τη σκόνη, τις δονήσεις, τα βαρέα μηχανήματα και τις διαφημιστικές πινακίδες κατά την κατασκευή της γραμμής του τραμ.

Η διευθύνουσα σύμβουλος της Hunt Leather, Sophie Hunt, δήλωσε ότι η απόφαση ήταν μια «τεράστια ανακούφιση» μετά από χρόνια «τραύματος» που προκλήθηκε από την κατασκευή της γραμμής του τραμ και τον «εξαντλητικό γύρο» της πενταετούς δικαστικής διαμάχης.

«Ήταν ένας πραγματικά πολύ μακρύς δρόμος. Η κυβέρνηση έχει να λογοδοτήσει στον εαυτό της και στους φορολογούμενους», δήλωσε ο Hunt.

Οι δικηγόροι της Υπηρεσίας Μεταφορών της Νέας Νότιας Ουαλίας, είχαν αρνηθεί τους ισχυρισμούς περί «ενόχλησης» στις επιχειρήσεις και υποστήριξαν πως η παρέμβαση τους δεν ήταν ούτε ουσιαστική ούτε παράλογη, καθώς ο θόρυβος, η σκόνη και οι εργασίες κατασκευής ήταν αναπόφευκτες συνέπειες του έργου.

O δικαστής Cavanagh δήλωσε την Τετάρτη ότι οι ενάγοντες απέδειξαν ότι οι εργασίες κατασκευής προκάλεσαν στις επιχειρήσεις «ουσιαστική και αδικαιολόγητη όχληση».

«Παρά το δημόσιο όφελος από την ανάπτυξη του ελαφρού σιδηροδρόμου του Σίδνεϊ και παρά το γεγονός ότι η χρήση της γης μπορεί να ήταν λογική για ένα χρονικό διάστημα, κατέληξε σε ένα χρονικό σημείο όπου η παρέμβαση έγινε παράλογη», δήλωσε ο δικαστής Cavanagh.

Ωστόσο ο Cavanagh εντόπισε ένα «σημαντικό πρόβλημα στην εφαρμογή των συμπερασμάτων» του «σχετικά με την ουσιαστική και αδικαιολόγητη παρέμβαση σε όλα τα μέλη της ομάδας [αγωγής]».

Συγκεκριμένα εξέφρασε την άποψη ότι ίσως «υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ των επιπτώσεων που είχε η κατασκευή του ελαφρού σιδηροδρόμου στους ιδιοκτήτες γης και τους επιχειρηματίες σε ορισμένα σημεία της διαδρομής σε σύγκριση με άλλα».

Ο Cavanagh δήλωσε ότι για να οριστικοποιηθεί η αποζημίωση για τους κύριους ενάγοντες και να καθοριστούν τα επόμενα βήματα για την επίλυση περαιτέρω αξιώσεων, θα πρέπει να πραγματοποιηθεί μια επιπλέον ακρόαση τον Οκτώβριο.

Επιπλέον πρότεινε τον διορισμό «διαιτητών» οι οποίοι θα είναι σε θέση να αξιολογήσουν «τα αποτελέσματα βάσει κατευθυντήριων γραμμών και παραμέτρων».

Η Υπηρεσία Μεταφορών της Νέας Νότιας Ουαλίας αναγνώρισε την έκβαση της υπόθεσης, και εξετάζει την απόφαση.