Η Αποθεματική Τράπεζα της Αυστραλίας (RBA) διατήρησε το βασικό της επιτόκιο αμετάβλητο στο 4,10%, για δεύτερο συνεχή μήνα, δίνοντας λίγο ακόμη «οξυγόνο» στους δανειολήπτες, πολλοί από τους οποίους ωστόσο ήδη «πνίγονται» από τις διογκωμένες δόσεις αποπληρωμής.

Ο απερχόμενος διοικητής της RBA, Philip Lowe ανέφερε μάλιστα ότι δεν αποκλείεται μία νέα αύξηση στο μέλλον, καθώς όλα εξαρτώνται από το πόσο γρήγορα ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στον τόσο σημαντικό στόχο του 2-3%, καθώς μπορεί να επιβραδύνει, αλλά παραμένει «πολύ υψηλός».

«Μπορεί να απαιτηθεί κάποια περαιτέρω σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής για να διασφαλιστεί ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στο στόχο σε εύλογο χρονικό διάστημα, αλλά αυτό θα εξαρτηθεί από τα δεδομένα και την εξελισσόμενη αξιολόγηση των κινδύνων», επεσήμανε ο κ. Lowe.

«Το Διοικητικό Συμβούλιο παραμένει αποφασισμένο να επαναφέρει τον πληθωρισμό στο στόχο και θα κάνει ό,τι είναι απαραίτητο για να το επιτύχει».

«Κατά τη λήψη των αποφάσεών του … θα συνεχίσει να δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία, στις τάσεις στις δαπάνες των νοικοκυριών και στις προοπτικές για τον πληθωρισμό και την αγορά εργασίας».

Τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας της Αυστραλίας (ABS) από το τρίμηνο του Ιουνίου έδειξαν ότι ο πληθωρισμός επιβράδυνε από 7% σε 6%.

Η RBA αναμένεται ότι θα μειωθεί σε περίπου 3,25% μέχρι το τέλος του 2024 και να επιστρέψει εντός του στόχου της στα τέλη του 2025.

Ο κ. Lowe εξήγησε ότι η διατήρηση του επιτοκίου στο 4,10% αυτόν τον μήνα θα «παρέχει περαιτέρω χρόνο για την αξιολόγηση του αντίκτυπου της αύξησης των επιτοκίων μέχρι σήμερα και των οικονομικών προοπτικών».

Ο ομοσπονδιακός υπουργός Οικονομικών, Jim Chalmers δήλωσε ότι οι πολίτες θα «αναπνεύσουν με ανακούφιση» στην είδηση ότι το επιτόκιο παραμένει σταθερό, ωστόσο είναι ήδη πολλοί αυτοί που έχουν υποστεί.. ψυχρολουσία.

Για τους κατόχους ενυπόθηκων δανείων, οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων από το ιστορικό χαμηλό του 0,10% έως και τις αρχές Μαΐου του 2022 στο 4,10% φέτος, έχουν διογκώσει τις δόσεις. Σύμφωνα με την ανάλυση της RateCity, ο μέσος δανειολήπτης με στεγαστικό 500.000 δολαρίων καταβάλλει πάνω από 1.100 δολάρια επιπλέον.

Ήταν πάντως η πρώτη φορά από πέρυσι όταν άρχισε η «ανηφόρα» που τα επιτόκια παραμένουν «σε αναμονή» για δεύτερο μήνα διαδοχικά, δημιουργώντας κάποια αισιοδοξία στους δανειολήπτες, αλλά και στεναχώρια σε αυτούς που δε χρωστούν, αλλά, αντίθετα έχουν καταθέσεις στις τράπεζες.

«Θα απαιτηθούν ανοδικές εκπλήξεις στα στοιχεία για τον πληθωρισμό, τους μισθούς και τις δαπάνες, ώστε η RBA να αυξήσει εκ νέου το επιτόκιο μετρητών», έγραψε η οικονομολόγος της CBA Belinda Allen.

«Αν και η RBA αναμένεται να διατηρήσει μια τάση σύσφιξης, τα εμπόδια φαίνονται ‘υψηλά’ για μια ακόμη αύξηση».

Οι δανειολήπτες πήραν μία ανάσα. «Νομίζω ότι υπογράψαμε για 2,6% (επιτόκιο με την τράπεζα το 2020) και, πιο πρόσφατα, πληροφορηθήκαμε ότι το επιτόκιό μας αυξήθηκε σε σχεδόν 6%», ανέφερε ένας από αυτούς στο ABC.

«Αυτό σημαίνει περίπου 2.000 δολάρια τον μήνα και περίπου 37% αύξηση [των αποπληρωμών] σε διάστημα δυόμισι ετών».

«Επομένως, είναι δίκαιο να πούμε ότι ήταν πραγματικά αρκετά δραματική η επίπτωση στο εισόδημα του νοικοκυριού μας».

Από την πλευρά του, ο επικεφαλής οικονομολόγος της AMP, Shane Oliver, εξέφρασε την εκτίμηση ότι «η ικανότητα πληρωμής για ένα σπίτι για έναν δανειολήπτη, με προκαταβολή 20% και μέσο εισόδημα πλήρους απασχόλησης, είναι περίπου 29% χαμηλότερη από ό,τι ήταν τον Απρίλιο του περασμένου έτους».

ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ

Στο μεταξύ, η εμπιστοσύνη μεταξύ των καταναλωτών σημείωσε το μεγαλύτερο άλμα των τελευταίων μηνών, λόγω των αυξανόμενων προσδοκιών ότι η RBA βάζει τέλος ή έστω «παγώνει» την αύξηση του επιτοκίου της.

Η εβδομαδιαία μέτρηση του καταναλωτικού κλίματος των ANZ-Roy Morgan, έδειξε αύξηση της εμπιστοσύνης κατά 3,2%.

Οι καταναλωτές στις Πολιτείες με τα υψηλότερα στεγαστικά δάνεια, Νέα Νότια Ουαλία και Βικτώρια, είχαν μερικές από τις ισχυρότερες βελτιώσεις.

Σημαντικό είναι δε ότι η εμπιστοσύνη βελτιώθηκε έντονα σε όλες τις μετρήσεις που συνδέονται με τον τομέα της στέγασης.

Αυξήθηκε κατά 3,1 μονάδες για τους ιδιοκτήτες ακινήτων, κατά 4,5 μονάδες από όσους έχουν υποθήκη και κατά 3,4 μονάδες μεταξύ των ενοικιαστών.

Ήταν η μεγαλύτερη αύξηση της εμπιστοσύνης από τον Απρίλιο και έπειτα, αν και το συνολικό κλίμα εξακολουθεί να είναι πολύ χαμηλό με βάση τα ιστορικά πρότυπα.