«Καμπανάκι» κρούουν τα μαύρα μαντάτα -και- από το μέτωπο της Υγείας σε αυτήν την κομβική συγκυρία με το κόστος ζωής να πιέζει κάθε πτυχή της καθημερινότητας για εκατομμύρια νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Από τη μία αυξάνονται τα ανησυχητικά στοιχεία ότι οι ασθενείς καθυστερούν ή ακυρώνουν τα ραντεβού με τους γιατρούς τους (GPs), με ό,τι αυτό συνεπάγεται, καθώς δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν πλέον οικονομικά.
Η κατάσταση μάλιστα μπορεί να επιδεινωθεί, καθώς το κόστος για μία επίσκεψη σε GP μπορεί να ακριβύνει ακόμη περισσότερο εν μέσω φορολογικών ζητημάτων, με τον ίδιο τον υπουργό Υγείας, Mark Buttler, να εκφράζει την ανησυχία του σχετικά.
Από την άλλη, το κόστος για εξετάσεις συνεχώς ογκώνεται, παρατηρούνται ελλείψεις σε ορισμένα σημαντικά φάρμακα ενώ δυστυχώς, σημαντική αύξηση κατέγραψαν τα περιστατικά θανάτων και σοβαρών βλαβών που θα μπορούσαν να αποφευχθούν στα νοσοκομεία της Βικτώριας, -ιδίως τα συμβάντα που αφορούν παιδιά- ως αποτέλεσμα «ελλείψεων του συστήματος και των διαδικασιών».
«ΑΠΟΦΥΓΗ ΓΙΑΤΡΩΝ»
Όσον αφορά στην «αποφυγή γιατρών», η υγειονομική πρόληψη και διάγνωση φαίνεται πως καθίστανται είδος πολυτελείας για όλο και περισσότερα νοικοκυριά εν μέσω του διαρκώς αυξανόμενου κόστους ζωής.
Το «όπου φτωχός και η μοίρα του» επιβεβαιώνεται με τον χειρότερο δυνατό τρόπο καθώς δεν είναι μόνο οι πιο ευάλωτοι που αντιμετωπίζουν εμπόδια ως προς την πρόσβαση σε αναγκαίες υγειονομικές υπηρεσίες.
Πιο αναλυτικά, όπως ανέφερε η The Age, δύο εκατομμύρια λιγότερες «απλές» διαβουλεύσεις με GP πραγματοποιήθηκαν φέτος στη Βικτώρια σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την πανδημία COVID-19.
Ανάλυση δεδομένων του Medicare κατέδειξε ότι το 2019, έγιναν περίπου 12,3 εκατομμύρια 20λεπτές διαβουλεύσεις κατά τους πρώτους έξι μήνες του έτους. Το ποσοστό αυτό μειώθηκε σχεδόν κατά 20% σε 10,2 εκατομμύρια κατά την ίδια περίοδο φέτος.
Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι ο πληθυσμός της Πολιτείας αυξήθηκε κατά περίπου 53.000 άτομα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ενώ οι ειδικοί αμφιβάλλουν ότι ξαφνικά γίναμε πιο υγιείς.
Τα δεδομένα της πανδημίας έχουν εξαιρεθεί επειδή κατά τη διάρκεια της οι GPs δεν παρείχαν τις συνήθεις υπηρεσίες τους λόγω των lockdowns και της διαθεσιμότητας των ειδικών κλινικών για αναπνευστικά προβλήματα, οι οποίες χρηματοδοτούνταν εκτός Medicare.
Οι GPs αναφέρουν επίσης ότι οι ασθενείς που δεν έχουν πλέον την οικονομική δυνατότητα για πολλαπλές επισκέψεις και μέσα σε ένα ραντεβού προσπαθούν να «χωρέσουν» έναν κατάλογο θεμάτων υγείας που τους ταλαιπωρούν, αρκετά εκ των οποίων για μήνες.
Οι συνέπειες, εκτιμάται ότι θα είναι στην πορεία καθυστερημένες διαγνώσεις και ως εκ τούτου λιγότερο αποτελεσματικές θεραπείες ακόμη και για πολύ σοβαρές νόσους.
Χώρια οι συνέπειες στην ψυχική υγεία, με το άγχος και την αγωνία να πιέζουν καθώς το κόστος επίσκεψης σε έναν GP συνεχίζει να αυξάνεται.
Λιγότερο από το 65% των Αυστραλών βλέπουν έναν γιατρό χωρίς επιπλέον κόστος (bulk-billed), σύμφωνα με τα στοιχεία του ομοσπονδιακού Υπουργείου Υγείας.
Η μέση χρέωση «από την τσέπη» είναι 40,10 δολάρια στη Βικτώρια -και 41,06 δολάρια στη Νέα Νότια Ουαλία- σύμφωνα με τα στοιχεία του διαδικτυακού καταλόγου υγειονομικής περίθαλψης Cleanbill.
Η πρόεδρος του Royal Australian College of General Practitioners, Δρ Nicole Higgins επεσήμανε ότι πολλοί GPs αναγκάστηκαν να ανεβάσουν τις τιμές λόγω αυξήσεων στις δαπάνες που έχουν οι ίδιοι, οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την λειτουργία των κλινικών.
«Το κόστος αυτό πρέπει να μετακυλιστεί στους ασθενείς», δήλωσε. «Έτσι, το χάσμα διευρύνεται με το κόστος ‘εκτός τσέπης’, το οποίο στη συνέχεια δημιουργεί άλλο ένα εμπόδιο για τη φροντίδα».
Η Δρ Higgins, επεσήμανε πάντως ότι κοστίζει στους φορολογούμενους περίπου 40 δολάρια κάθε φορά που ένας ασθενής επισκέπτεται έναν GP σε σύγκριση με 600 δολάρια αν παρουσιαστεί στο τμήμα Επειγόντων ενός νοσοκομείου.
Η διευθύνουσα σύμβουλος του Consumers Health Forum, Elizabeth Deveny, τόνισε ότι «κάθε μέρα ακούμε ανθρώπους να μας λένε ότι δεν μπορούν να αντέξουν το κόστος της συμμετοχής (co-payment), της αίτησης για ακτινολογικό έλεγχο, του φαρμάκου ή ακόμη και να πάνε εκεί ή να πάρουν ρεπό από τη δουλειά τους, επειδή ανησυχούν για την ασφάλεια της εργασίας τους».
Εντέλει, «αποφασίζουν να μην πάνε (στον γιατρό) γιατί το κόστος είναι πολύ μεγάλο και πιστεύουν ότι μπορούν να περιμένουν λίγο ακόμα. Αυτή δεν είναι πάντα μια σοφή απόφαση που πρέπει να πάρουν».
Ο ομοσπονδιακός υπουργός Υγείας Mark Butler αναγνώρισε ότι ποτέ δεν ήταν πιο δύσκολο ή ακριβό να δει κάποιος έναν γιατρό.
Από τον Νοέμβριο, είπε, θα τριπλασιαστεί το επίδομα (bulk-billing incentives) για τους GPs που δεν χρεώνουν επιπλέον χρήματα κατά επίσκεψη για τα παιδιά, τους κατόχους καρτών έκπτωσης (concession cardholders) και τους συνταξιούχους.
«Οι ομάδες των γιατρών το χαρακτήρισαν αυτό ‘game-changer’ (κάτι που αλλάζει την κατάσταση) και οι GPs σε όλη τη χώρα δήλωσαν ότι αυτό θα τους βοηθήσει να διατηρήσουν ή και να επιστρέψουν στο bulk-billing», επεσήμανε πρόσφατα.
«ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΜΙΣΘΟΔΟΣΙΑΣ»
Μία απόφαση ωστόσο των φορολογικών Αρχών σε Βικτώρια και Νέα Νότια Ουαλία έρχεται να φουρτουνιάσει περαιτέρω τα ήδη ταραγμένα νερά.
Τα State Revenue Offices στις δύο Πολιτείες κατέστησαν γνωστό ότι αρκετοί ανεξάρτητοι GPs που εργάζονται σε ιατρικά κέντρα μπορεί να υποβάλλονται σε φόρο μισθοδοσίας (payroll tax).
Οι γιατροί κάνουν λόγο για «φορολογική αρπαγή» καθώς οι κλινικές πληρώνουν φόρο μισθοδοσίας για το προσωπικό υποδοχής, τους νοσηλευτές και τους εργαζόμενους εκεί γιατρούς.
Αλλά μέχρι τώρα, ήταν ευρέως αποδεκτό σε ολόκληρο τον κλάδο ότι οι ανεξάρτητοι GPs, οι οποίοι αποτελούν περίπου το 90% του εργατικού δυναμικού, δεν υπόκεινται σε φόρο μισθοδοσίας.
Αυτό συμβαίνει επειδή οι περισσότεροι δεν είναι αμοιβόμενοι από την κλινική, αλλά μισθώνουν χώρους από τον ιδιοκτήτη του ιατρείου και συνήθως εργάζονται βάσει ανεξάρτητων συμφωνιών.
Τα τρία κορυφαία ιατρικά όργανα – Royal Australian College of General Practitioners, Australian Medical Association και Australian GP Alliance – απεύθυναν έκκληση στον πρωθυπουργό της Βικτώριας, Daniel Andrews και στον πρωθυπουργό της Νέας Νότιας Ουαλίας, Chris Minns, να μην προβούν στις αλλαγές αυτές, που, όπως υποστηρίζουν θα οδηγήσουν σε «λουκέτα», αλλά και νέα αύξηση στο κόστος μίας επίσκεψης σε γιατρό.
Η κυβέρνηση της Βικτώριας και η κυβέρνηση της Ν.Ν.Ο. επιμένουν ότι η απόφαση δεν αποτελεί «αλλαγή», αλλά οι GPs και οι λογιστές διαφωνούν.
Ο ομοσπονδιακός υπουργός Υγείας, εξέφρασε ανησυχία ότι «η επένδυση ρεκόρ ύψους 6,1 δισ. δολ. για την ενίσχυση του Medicare θα μπορούσε να επηρεαστεί από τις νέες φορολογικές υποχρεώσεις μισθοδοσίας που επιβάλλουν ταυτόχρονα οι κυβερνήσεις των Πολιτειών…».
«Ο φόρος μισθοδοσίας είναι τελικά θέμα που πρέπει να διαχειριστούν οι Πολιτείες και τις ενθαρρύνω να λάβουν υπόψη τους τα σχόλια των Γενικών Ιατρών».
ΑΚΡΙΒΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ
Στο προσκήνιο είναι και το θέμα της ακρίβειας των ακτινολογικών εξετάσεων, οι οποίες έχουν φτάσει να κοστίζουν εκατοντάδες δολάρια «εκτός τσέπης», με τους ειδικούς να προειδοποιούν επίσης ότι η κατάσταση μόνο καλύτερη δε γίνεται.
Το ABC ανέφερε ως παράδειγμα μία ασθενή που πάσχει από νευροενδοκρινή καρκίνο στο πάγκρεας και χρειάζεται συχνές εξετάσεις για να παρακολουθεί αν οι θεραπείες που εμποδίζουν την ορμόνη λειτουργούν.
Ένα από τα μεγαλύτερα έξοδα είναι η μαγνητική τομογραφία, την οποία η 56χρονη πρέπει να κάνει κάθε τρεις μήνες.
Το κόστος αυξήθηκε πρόσφατα στα 850 δολάρια ανά επίσκεψη – συνολικά 3.500 δολάρια ετησίως – και δεν υπάρχει καμία έκπτωση από το Medicare και ιδιωτική κάλυψη υγείας.
Θα χρειάζεται μαγνητικές τομογραφίες για το υπόλοιπο της ζωής της και ανησυχεί για το μέλλον της.
«Αν χειροτερέψω, πώς θα είναι αυτοί οι λογαριασμοί; Θα πρέπει να πουλήσω το σπίτι μου;», δήλωσε στο ABC η Jo O’Halloran. «Η οικονομική πίεση και το άγχος είναι τεράστια», πέρα από την αγωνία για την υγεία της.
Η διαγνωστική απεικόνιση είναι η πιο ακριβή μεμονωμένη δαπάνη «από την τσέπη» στο σύστημα υγείας, εκτός από τις θεραπείες στα νοσοκομεία.
Η μέση αμοιβή του κόστους για τον ασθενή (gap fee) για μια σάρωση – η οποία περιλαμβάνει αξονικές τομογραφίες, υπερήχους και μαγνητικές τομογραφίες – έχει αυξηθεί από 84 σε 120 δολάρια μέσα σε μια δεκαετία.
Και η κατάσταση χειροτερεύει, προειδοποίησε η Αυστραλιανή Ένωση Διαγνωστικής Απεικόνισης (ADIA).
«Κάθε μέρα βλέπουμε ασθενείς να αποχωρούν εξαιτίας του κόστους», δήλωσε ο εκπρόσωπός της Ένωσης, Stephen Repse.
Για πρώτη φορά στην ιστορία, τα ποσοστά bulk-billing για διαγνωστική απεικόνιση έχουν υποχωρήσει. Παράλληλα μειώθηκαν και αυτοί που εμφανίζονται για να κάνουν τις εξετάσεις.
Τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας για τα νοσοκομεία και τις κλινικές δείχνουν ότι τα ποσοστά μειώθηκαν στο 77,9% αυτό το τρίμηνο του Μαρτίου, αφού έφτασαν στο μέγιστο 80,9% το 2020-21.
Το ποσοστό είναι πιο κοντά στο 50% μόνο στις κλινικές, κάτι που σημαίνει ότι περισσότεροι ασθενείς χρεώνονται επιπλέον.
Ο Δρ Repse, ακτινολόγος, δήλωσε ότι ο κλάδος προσπαθεί να χρεώνει bulk-bill τους ευάλωτους ασθενείς, αλλά γίνεται όλο και πιο δύσκολο.
«Αν οι κλινικές δεν χρέωναν κάτι (επιπλέον της επιστροφής-rebate του Medicare), θα έκλειναν τις πόρτες τους».
«Ουσιαστικά ο κλάδος μας έχει απλώς συμπιεστεί σταδιακά».
«Το ενοίκιο αυξάνεται, τα γενικά έξοδα αυξάνονται, το κόστος των μηχανημάτων αυξάνεται και το ήδη πολύ υψηλό κόστος προσωπικού αυξάνεται».
«Αυτά τα χρήματα πρέπει να βρεθούν από κάπου. Και αν η κυβέρνηση δεν τα παρέχει, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από το να χρεώνουμε» επιπλέον του rebate.
Είναι δυνατόν να γίνονται δωρεάν εξετάσεις στα δημόσια νοσοκομεία, αλλά δεν αποτελεί επιλογή για πολλούς ασθενείς, σύμφωνα με τη Meredith Cummins, διευθύνουσα σύμβουλο της οργάνωσης Neuroendocrine Cancer Australia.
Οι μεγάλες λίστες αναμονής, οι αποστάσεις ταξιδιού και οι κανόνες του Medicare καθιστούν δύσκολη την πραγματοποίηση εξετάσεων σε νοσοκομείο, υπογράμμισε.
Εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας σχολίασε ότι «η εφάπαξ αύξηση που παραδώσαμε στον προϋπολογισμό για τo rebate του Medicare που καλύπτει τις διαγνωστικές απεικονίσεις, ήταν μεγαλύτερη σε αυτό το ένα έτος από ό,τι παραδόθηκε από την προηγούμενη κυβέρνηση σε έξι ή επτά χρόνια».
Επιπλέον, ανέφερε ότι η κυβέρνηση βοηθάει τους ασθενείς με το επιπλέον κόστος μέσω μιας σειράς δικτύων ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένου του Extended Medicare Safety Net.
Οι κλινικές επείγουσας περίθαλψης που αναπτύσσονται σε εθνικό επίπεδο θα περιλαμβάνουν επίσης διαγνωστικές απεικονίσεις bulk-billed, συμπεριλαμβανομένων των ακτινογραφιών, δήλωσε ο εκπρόσωπος.
ΑΥΞΗΣΗ ΣΕ ΘΑΝΑΤΟΥΣ ΠΟΥ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΝ ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΧΘΟΥΝ
Αλλά και η περίθαλψη… νοσεί. Όπως έγινε γνωστό, κατακόρυφη αύξηση παρουσίασαν τα περιστατικά θανάτων και σοβαρών βλαβών που θα μπορούσαν να αποφευχθούν στα νοσοκομεία της Βικτώριας, ιδίως τα συμβάντα που αφορούν παιδιά, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της αρμόδια υπηρεσίας Safer Care Victoria.
Σε όλη τη Βικτώρια καταγράφηκαν 240 «sentinel events» το 2012-2022, μία άνοδος 43% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, όταν είχαν καταγραφεί 168. Από τα 240 συμβάντα, τα 38 αφορούσαν παιδιά, ένα ποσοστό 16% (από 12%).
Ως «sentinel event» ορίζεται ένα απροσδόκητο περιστατικό που έχει ως συνέπεια τον θάνατο ή τη σοβαρή σωματική ή ψυχολογική βλάβη ενός ασθενούς ως αποτέλεσμα ελλείψεων του συστήματος και των διαδικασιών.
Η αύξηση αυτή ώθησε την κυβέρνηση της Βικτώριας να προχωρήσει στη δημιουργία της νέας υπηρεσίας Safer Care for Kids, σε συνεργασία με τις ίδιες οικογένειες που έχουν βιώσει τραγικά συμβάντα, για τη βελτίωση της αντιμετώπισης επειγόντων περιστατικών που αφορούν παιδιά.
Η Safer Care for Kids θα αποτελέσει «παρακλάδι» της Safer Care Victoria, η οποία δημιουργήθηκε το 2017 και αναφέρει ετησίως τα «sentinel events».
Στη νέα έκθεση διατυπώνονται τρεις συστάσεις σχετικά με τη φροντίδα των παιδιών, τις οποίες η κυβέρνηση επεσήμανε ότι θα υλοποιήσει πλήρως.
Ως εκ τούτου, η Safer Care for Kids έχει σχεδιαστεί για να δώσει στους γονείς και τους φροντιστές μια «εναλλακτική οδό» για να εκφράσουν τις ανησυχίες τους εάν αισθάνονται ότι δεν εισακούονται.
Θα εισαχθεί επίσης ένα εικονικό σύστημα διαβουλεύσεων. Αυτό θα παρέχει 24ωρη πρόσβαση σε ειδικούς και υπηρεσίες για παιδιά, αλλά και η υποχρεωτική χρήση τυποποιημένων για την ηλικία διαγραμμάτων, κάθε φορά που καταγράφονται τα ζωτικά σημεία ενός παιδιού.
Η ασφαλέστερη φροντίδα θα εφαρμοστεί σε συνεργασία με οικογένειες και σε στενή διαβούλευση με τις υπηρεσίες υγείας σε ολόκληρη τη Βικτώρια.
Η υπουργός Υγείας Mary-Anne Thomas ζήτησε συγγνώμη από τις οικογένειες για τον αυξανόμενο αριθμό παιδιών που πέθαναν ή υπέστησαν κάποια βλάβη στο νοσοκομείο, ενώ δε θα έπρεπε. «Αυτό δεν είναι εντάξει. Λυπάμαι», δήλωσε.
Η έκθεση προσδιόρισε την επιδείνωση της κατάστασης υγείας ως τον σημαντικότερο παράγοντα που συμβάλλει στα «sentinel events» παιδιών.
Η The Age ανέφερε ότι ο Satya Tarapureddi κατέφυγε πέρυσι στο να ζητήσει βοήθεια από τις καθαρίστριες του Monash Children’s Hospital, ενώ η κόρη του Amrita παρουσίαζε επιδείνωση.
Η 8χρονη δυσκολευόταν να αναπνεύσει, είχε πόνο στο στήθος και υψηλό καρδιακό ρυθμό, αλλά οι γιατροί αγνόησαν ή παρερμήνευσαν τις ενδείξεις ότι ήταν σε κρίσιμη κατάσταση.
Όταν οι γιατροί το συνειδητοποίησαν, ήταν πολύ αργά. Η Amrita πέθανε 21 ώρες μετά την άφιξή της στο νοσοκομείο από μυοκαρδίτιδα, μια φλεγμονή του καρδιακού μυός.
Έκθεση του Monash Health Sentinel Event και ο Ιατροδικαστής της Βικτώριας διαπίστωσαν ότι η Amrita θα έπρεπε να είχε μεταφερθεί στο Royal Children’s Hospital για την υποστήριξη της ζωής μέσα σε ένα «παράθυρο» 2,5 ωρών, γεγονός που θα βελτίωνε τις πιθανότητες επιβίωσής της.
Το χρονοδιάγραμμα για την ανάπτυξή της υπηρεσίας Safer Care for Kids δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί.
«Συνεργαζόμαστε με τους γονείς, θέλουμε να το κάνουμε σωστά. Αλλά κατά τη γνώμη μου, είναι απολύτως απαραίτητο να εργαστούμε για να υλοποιήσουμε αυτές τις πρωτοβουλίες το συντομότερο δυνατό», ανέφερε η κα Thomas.
Ένας γονέας ή φροντιστής θα έχει τη δυνατότητα να «κλιμακώσει» τις ανησυχίες του σε ανώτερο επίπεδο εάν αισθάνεται ότι δε λαμβάνονται μέτρα.
Από την πλευρά της, η «σκιώδης υπουργός» Υγείας Georgie Crozier δήλωσε ότι τα στοιχεία των «sentinel events» είχαν καθυστερήσει εδώ και καιρό.
«Θα έπρεπε να έχουν δημοσιοποιηθεί εδώ και μήνες. Αντί να αντιμετωπίσει αυτά τα προβλήματα κατά μέτωπο, η κυβέρνηση Andrews συνεχίζει να προσπαθεί να περιστραφεί και να καλύψει τις δικές της αποτυχίες», δήλωσε.
«Οι κάτοικοι της Βικτώριας αξίζουν ένα σύστημα υγείας στο οποίο μπορούν να έχουν εμπιστοσύνη και οι Εργατικοί πρέπει να δράσουν για να αντιμετωπίσουν αυτή την τραγική αύξηση των θανάτων που μπορούν να αποφευχθούν και των σοβαρών βλαβών σε όλο το σύστημα υγείας μας».
ΕΛΛΕΙΨΗ ΦΑΡΜΑΚΩΝ
Στο μεταξύ, δεν είναι λίγοι οι γονείς στην Αυστραλία που δυσκολεύονται να βρουν φάρμακα για τα παιδιά τους, καθώς τα κρούσματα κρυολογήματος και γρίπης συνεχίζουν να αυξάνονται, σύμφωνα με ειδικούς και επαγγελματίες υγείας.
Οι προμήθειες αντιβιοτικών και παυσίπονων ειδικά για ανηλίκους είναι ιδιαίτερα ανεπαρκείς, ανέφερε ο Guardian, με συνέπεια ορισμένα φαρμακεία να θέτουν ακόμη περιορισμό ενός κουτιού ανά πελάτη για το παιδικό panadol.
Ο Δρ Bruce Willett, αντιπρόεδρος του Practitioners, δήλωσε ότι «αυτές οι ελλείψεις τείνουν να έρχονται και να φεύγουν αρκετά γρήγορα…».
«Ιδιαίτερα κάποιες από τις μορφές από του στόματος λήψης ορισμένων αντιβιοτικών φαίνεται να είναι το κύριο που αντιμετωπίζει προβλήματα αυτή τη στιγμή».
Η Therapeutic Goods Administration (TGA), επεσήμανε ότι γνωρίζει για την αυξημένη ζήτηση και τη διαλείπουσα προμήθεια μη συνταγογραφούμενων παιδικών παυσίπονων όπως η ιβουπροφαίνη και η παρακεταμόλη, αλλά οι πληροφορίες από τους προμηθευτές υποδηλώνουν ότι υπάρχουν επαρκείς εθνικές προμήθειες συνολικά για τους επόμενους μήνες.
Η TGA εισήγαγε ένα νέο μέσο υποκατάστασης σοβαρής έλλειψης για τα αντιβιοτικά για παιδιά την 1η Αυγούστου, επιτρέποντας στους φαρμακοποιούς να παρέχουν εναλλακτικά αντιβιοτικά.
Η διαπραγμάτευση της αντικατάστασης του συνήθους φαρμάκου που χρησιμοποιείται, γνωστού ως αντιβιοτικό «πρώτης γραμμής», με αντιβιοτικά δεύτερης γραμμής, είναι ωστόσο κάποιες φορές «άβολη» για τους ασθενείς, τους φαρμακοποιούς και τους γιατρούς.
Τέλος, σημειώνεται πως οι φαρμακοποιοί διαμαρτύρονται έντονα κατά της σχεδιαζόμενης από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για την εισαγωγή των συνταγών 60 ημερών, βασική πολιτική του τελευταίου προϋπολογισμού.
Το σύστημα αυτό θα επιτρέψει την παραλαβή συνταγογραφούμενων φαρμάκων με μία συνταγή για δύο μήνες, αντί με μία για κάθε μήνα, από την 1η Σεπτεμβρίου, μειώνοντας έτσι το συνολικό κόστος για τους ασθενείς.
Η κυβέρνηση υποστηρίζει το μέτρο ως ελάφρυνση από την πίεση στο κόστος ζωής, αλλά πολλοί φαρμακοποιοί λένε ότι θα αρχίσουν τώρα να χρεώνουν τους πελάτες για τις κάποτε δωρεάν υπηρεσίες για να καλύψουν το οικονομικό έλλειμμα που δημιουργείται γι’ αυτούς επιβαρύνοντας τη λειτουργία τους.
Τα «αντίποινα» θα μπορούσαν να κοστίσουν στους ασθενείς μεταξύ 10 και 15 δολαρίων για υπηρεσίες όπως ο έλεγχος της αρτηριακής πίεσης, η επίδεση τραυμάτων, το ζύγισμα μωρών και η παράδοση φαρμάκων στο σπίτι.