Το «χάσμα πλούτου» στην Αυστραλία συνέχισε να αυξάνεται, με τα superannuation και τις επενδύσεις σε ακίνητα να «οδηγούν» την ανισότητα σε όλη τη χώρα, σύμφωνα με έκθεση του Αυστραλιανού Συμβουλίου Κοινωνικών Υπηρεσιών (Australian Council of Social Service) και του University of New South Wales, η οποία στηρίχθηκε στα πιο πρόσφατα σχετικά στοιχεία (2019) της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας (ABS).

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τις τελευταίες δύο δεκαετίες ο μέσος πλούτος του πιο εύπορου 20% του πληθυσμού αυξήθηκε με τετραπλάσιο ρυθμό από τον αντίστοιχο του πιο φτωχού 20%.

Το πλουσιότερο 20% περιουσία -κατά μέσο όρο- 3,2 εκατ. δολ. το 2019 – έξι φορές περισσότερη από αυτή του «μέσου» 20% -588.000 δολάρια- και 90 φορές περισσότερο από το «χαμηλότερο» 20%.

Το πλουσιότερο 5% είχε -κατά μέσο όρο πάντα- 6,7 εκατ. δολ. και κατείχε περίπου το ένα τρίτο του πλούτου όλης της χώρας.

Η καθηγήτρια του UNSW Carla Treloar ανέφερε ότι η νέα έρευνα που έγινε κατέδειξε ότι ενώ η εισοδηματική ανισότητα παρέμεινε σχετικά σταθερή, η ανισότητα του πλούτου αυξήθηκε τα τελευταία 20 χρόνια.

«Μπορούμε να αντιστρέψουμε αυτή την τάση μέσω πιο προσιτής στέγασης και ενός δικαιότερου φορολογικού και συνταξιοδοτικού συστήματος», τόνισε.

«Επιπλέον, η μόνιμη αύξηση των επιδομάτων/οικονομικών βοηθημάτων θα μειώσει την ανισότητα ως προς τα εισοδήματα».

Τα superannuation αποτελέσαν τον μεγαλύτερο συντελεστή της συνολικής αύξησης του πλούτου κατά τις δύο δεκαετίες έως το 2019, με τις μέσες εισφορές να αυξάνονται κατά 155% μεταξύ 2003 και 2022 από 92.000 δολάρια σε 234.000 δολάρια.

Η έκθεση έδειξε επίσης ότι το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου της χώρας είναι «δεσμευμένο» σε ακίνητα. Κάτι που ισχύει σε σημαντικό βαθμό και για συμπάροικους.

Σε αντίθεση με την εικόνα των «απλών» επενδυτών («μαμά και μπαμπά» – mum and dad), το 20% των πλουσιότερων, σύμφωνα με τα νέα στοιχεία, κατέχει το 82% της αξίας όλων των επενδυτικών ακινήτων και το 78% όλων των μετοχών και χρηματοοικονομικών επενδύσεων.

Αυτές οι μορφές πλούτου αποφέρουν σημαντικά κεφαλαιακά κέρδη κάθε χρόνο στα άτομα με τα υψηλότερα εισοδήματα.

Φόροι ύψους 29 δισ. δολ. από κεφαλαιακά κέρδη εισπράχθηκαν από το πλουσιότερο 20% των φορολογούμενων φυσικών προσώπων με βάση το εισόδημα, το 2019.

Αυτό το 20% έλαβε το 80% του εισοδήματός του από μισθούς, που κατά μέσο όρο ήταν 4.660 δολάρια την εβδομάδα προ φόρων, και το 15% από επενδύσεις που κατά μέσο όρο ήταν 855 δολάρια την εβδομάδα.

Όσοι ανήκαν στο «χαμηλότερο» 20% βασίζονταν κατά μέσο όρο σε 419 δολάρια κάθε εβδομάδα σε πληρωμές κοινωνικής ασφάλισης για το 50% του εισοδήματός τους και 318 δολάρια την εβδομάδα σε μισθούς για ένα άλλο 38%.

Η διευθύνουσα σύμβουλος του Australian Council of Social Service, Cassandra Goldie, κάλεσε την κυβέρνηση να καταργήσει τις πολιτικές που υποδαυλίζουν την ανισότητα του πλούτου.

«Αν αφεθεί ανεξέλεγκτη -η αυξανόμενη ανισότητα του πλούτου- απειλεί να επιδεινώσει και να εδραιώσει τις γενεαλογικές, χωρικές και κοινωνικές διαιρέσεις στην κοινότητά μας», δήλωσε.

«Οι κυβερνήσεις μπορούν να αντιστρέψουν αυτή την ‘παλίρροια’ διορθώνοντας τις ανισότητες στην πολιτική μας για τη στέγαση και τα superannuation που ωφελούν δυσανάλογα εκείνους που έχουν τα περισσότερα».