Τα στοιχεία του άνδρα που πολλά διεθνή ΜΜΕ χαρακτηρίζουν ως «τον χειρότερο παιδόφιλο κακοποιό στην ιστορία της Αυστραλίας» δόθηκαν στη δημοσιότητα, αφού τέθηκε σε ισχύ μια σημαντική αλλαγή στη νομοθεσία του Κουίνσλαντ, που επιτρέπει τη δημοσιοποίηση των ονομάτων υπόπτων που διώκονται για σεξουαλικά εγκλήματα.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Daily Mail», η δημοσιοποίηση τον περασμένο Αύγουστο της σύλληψης του άνδρα, ο οποίος κατηγορείται ότι κακοποίησε σεξουαλικά πάνω από 90 κορίτσια και νήπια, εκμεταλλευόμενος τη θέση του ως υπάλληλος παιδικών σταθμών, προκάλεσε επίμονα αιτήματα να αλλάξει ο νόμος που απαγόρευε να κατονομάζονται οι κατηγορούμενοι για βιασμούς και άλλα σεξουαλικά εγκλήματα πριν από τη δήλωσή τους σε ειδική ακροαματική διαδικασία ότι δεν αποδέχονται τις κατηγορίες.
Τους μήνες που ακολούθησαν, η πολιτειακή κυβέρνηση τροποποίησε τον νόμο, με την αλλαγή να τίθεται σε ισχύ από την Τετάρτη.
Ο 45χρονος Ashley Paul Griffith συνελήφθη το 2022 και εις βάρος του έχουν απαγγελθεί 1.623 κατηγορίες για σεξουαλική κακοποίηση παιδιών από το 2007 έως και την περασμένη χρονιά.
Ο άνδρας αυτός κατηγορείται ότι διέπραξε φρικτά εγκλήματα εις βάρος νηπίων και κοριτσιών σε παιδικούς σταθμούς όπου εργαζόταν στο Μπρίσμπαν, το Σίδνεϊ και το εξωτερικό.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα, πολλές από τις κατηγορίες αφορούν βιασμό παιδιών κάτω των 10 ετών, ενώ 23 από τα θύματά του ήταν μεταξύ 1 και 5 ετών.
Δικαστικά έγγραφα αποκαλύπτουν τη δράση του άνδρα που φέρεται να βίαζε κατ’ επανάλειψη και επί σειρά ετών ορισμένα από τα θύματά του.
Τον περασμένο Αύγουστο είχε δει το φως της δημοσιότητας ένα -διαγραμμένο πλέον- προφίλ του Griffith στο διαδίκτυο όπου καυχιόταν για τη μακροχρόνια εμπειρία του σε παιδικούς σταθμούς και τη βοήθεια που παρείχε σε παιδιά να «αναπτύξουν την προσωπικότητά τους».
Ο 45χρονος είχε κάνει τη συγκεκριμένη ανάρτηση στις αρχές του 2020, όταν κατείχε τη θέση του διευθυντή σε παιδικό σταθμό και εργαζόταν επίσης και ως νηπιαγωγός.
Αν και υπήρξαν καταγγελίες εις βάρος του Griffith για ανάρμοστες χειρονομίες σε παιδιά από τον Οκτώβριο του 2021, η έρευνα των Αρχών δεν εντόπισε στοιχεία για τη δράση του και ο 45χρονος επέστρεψε κανονικά στην εργασία του.
Η Αστυνομία του Κουίνσλαντ παραδέχτηκε αργότερα ότι δεν είχε πραγματοποιήσει τότε έρευνα στο σπίτι και τις ηλεκτρονικές συσκευές του υπόπτου.
Μερικούς μήνες αργότερα, τον Αύγουστο του 2022, η ομοσπονδιακή αστυνομία της Αυστραλίας τον συνέδεσε με μια άλλη ενεργή έρευνα για παιδική κακοποίηση και προχώρησε στη σύλληψή του με βάση στοιχεία που βρέθηκαν σε υλικό παιδικής κακοποίησης που κυκλοφορούσε στο dark web.