Το ταξίδι στην Ελλάδα, αποτελεί ένα ταξίδι το οποίο αγγίζει βαθιά την καρδιά των Ελλήνων της Διασποράς, διεισδύοντας στις συνειδήσεις τους, πέρα από τα όρια του χρόνου, της απόστασης και των συνθηκών.
Αυτό είναι ένα συναίσθημα που μοιράζονται πολλοί ομογενείς, οι οποίοι παρά το γεγονός ότι εγκατέλειψαν τη χώρα τους αποζητώντας μία καλύτερη ζωή στην Αυστραλία, συνεχίζουν να αισθάνονται μια σύνδεση με τον τόπο που μέχρι σήμερα πολλοί εξακολουθούν να αποκαλούν ακόμα πατρίδα.

Ακόμα και κατόπιν των ταξιδιωτικών περιορισμών που επιβλήθηκαν, αλλά και τη γενικότερη «αναταραχή» που προκλήθηκε λόγω της πανδημίας, πολλοί Ελληνοαυστραλοί διατήρησαν αμείωτη την επιθυμία τους να επιστρέψουν στην Ελλάδα – τον νόστο τους, για την πατρίδα τους.
Για ορισμένους, η επιστροφή στην Ελλάδα, καθώς και σε άλλους προορισμούς, μετά από μια περίοδο σκληρών περιορισμών, σηματοδότησε την επιστροφή στις ρίζες τους.
Για άλλους, αυτή η επιστροφή στην Ελλάδα έφερε τη σημασία της επανασύνδεσης με την οικογένεια, της επανένωσης με αγαπημένες αναμνήσεις, προσωπικές εμπειρίες και διαγενεακές αλήθειες, που συνδέονται με την πολιτιστική τους κληρονομιά.

«ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΙΔΕΕΣ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΑΛΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΥΛΟΠΟΙΗΘΟΥΝ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΤΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΠΟΛΛΩΝ»
Ο Emmanuel Angelicas, ένας ομογενής επαγγελματίας φωτογράφος -ο οποίος είναι επίσης συνιδρυτής και διευθυντής του Μουσείου Σύγχρονης Φωτογραφίας της Αυστραλίας (Australian Museum of Contemporary Photography) στο Σίδνεϊ- ξεκίνησε ένα ταξίδι για να εξερευνήσει και να αποτυπώσει αυτές τις σημαντικές επιστροφές, ορμώμενος από μια βαθιά περιέργεια γι’ αυτές τις εμπειρίες.
«Πέρυσι ήταν μια πραγματικά ενδιαφέρουσα, χρονιά επειδή πολλοί άνθρωποι επέστρεφαν στην Ελλάδα μετά από αυτό το άγχος που προκάλεσε η πανδημία. Ήταν μια πραγματικά ενδιαφέρουσα περίοδος, επειδή υπήρχε πολλή αβεβαιότητα και οι άνθρωποι δεν ήταν σίγουροι αν θα ξαναέβλεπαν αγαπημένα τους πρόσωπα, μαζί με όλα αυτά τα συναισθήματα και τις συγκινήσεις που σχετίζονται με αυτήν την κατάσταση. Αρχικά, με έκανε να σκεφτώ πώς μπορεί να ένιωσαν οι πρώτοι μετανάστες που έκαναν το μεγάλο αυτό ταξίδι της ξενιτιάς» δήλωσε ο Emmanuel Angelicas, στον «Νέο Κόσμο».
Ο ομογενής φωτογράφος επιμελήθηκε μια συλλογή από δεκαπέντε φωτογραφικά δοκίμια, μέσα από τα οποία, δεκαέξι άτομα, μοιράστηκαν τις προσωπικές τους εμπειρίες κατά την πρώτη επιστροφή τους στην Ελλάδα, μετά την άρση των περιορισμών που επέβαλε η πανδημία.
Η συλλογή αυτή περικλείεται σε ένα βιβλίο, με τίτλο «Επιστροφή» (Epistrofi), το οποίο υπάρχει διαθέσιμο σε 100 μόνο αντίτυπα.
«Οι μεγάλες ιδέες μπορεί να προέρχονται από έναν άνθρωπο, αλλά για να υλοποιηθούν, χρειάζονται τη συμβολή των πολλών», σημείωσε ο Angelicas.

ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΘΕΜΑ «ΠΛΑΙΣΙΩΣΗΣ»
Μεταξύ των ατόμων που συνέβαλαν στην επίτευξη της συλλογής αυτών των φωτογραφικών δοκιμίων ήταν και ο γραμματέας της Ελληνοαυστραλιανής Εταιρείας (GAS), Γεώργιος Μπλιόκας.
«Ήταν ξεκάθαρο ότι ο τρόπος που ταξιδεύαμε είχε πλέον αλλάξει. Δεν μπορούσαμε να θεωρήσουμε δεδομένη την καθιερωμένη διαδικασία ταξιδιού, ή τουλάχιστον όχι όπως την αντιλαμβανόμασταν στο παρελθόν. Η δυνατότητα του να ταξιδεύουμε ελεύθερα, είχε πλέον αλλάξει», δήλωσε ο Γιώργος Μπλιόκας στον «Νέο Κόσμο».
Ο γραμματέας της Ελληνοαυστραλιανής Εταιρείας, περιέγραψε το πρώτο του ταξίδι επιστροφής, με προορισμούς την Κωνσταντινούπολη και την Κύπρο μετά την πανδημία, ως μια «διαφορετική εμπειρία».
Συγκεκριμένα σημείωσε, ότι «ορισμένες από τις εμπειρίες [που αποτυπώθηκαν μέσα από τα φωτογραφικά δοκίμια] ήταν βαθιά προσωπικές», εμβαθύνοντας σε συνδέσεις όχι μόνο με τόπους αλλά και «με ανθρώπους, οικογένεια και συγγενείς».
Ο κ. Μπλιόκας, μιλώντας από τη σκοπιά ενός φωτογράφου, μοιράστηκε πώς η διαδικασία της φωτογραφικής λήψης κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, του επέτρεψε να πλαισιώσει εικόνες που προκαλούν μια βαθιά αίσθηση σύνδεσης και συναισθηματικής επαφής για τον θεατή.

Αναδεικνύοντας το ομογενειακό ενδιαφέρον, μέσα από ελληνοαυστραλιανό «φίλτρο», ο Μπλιόκας, τόνισε ότι αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές όταν απαθανάτιζε εικόνες «ανθρώπων στα σπίτια τους».
«Είναι κάτι που σχετίζεται με κοντινά μας πρόσωπα, ανθρώπους που μπορεί να έχουν φύγει από μέρη που μπορεί να μην είναι πανομοιότυπα ή ακριβώς τα ίδια, αλλά μας είναι πολύ οικεία», εξηγεί.
«Αυτό προκαλεί πολλά συναισθήματα στους ανθρώπους. Και νομίζω ότι μέσα από τον τρόπο πλαισίωσης [των φωτογραφιών], οι άνθρωποι μπορούν να θυμηθούν ποιοι είναι, και τι είναι σημαντικό για αυτούς, αναλογιζόμενοι την ελληνοαυστραλιανή τους ανατροφή. Νομίζω ότι αυτό μεταδίδει ένα πολύ ισχυρό μήνυμα».
ΑΠΑΘΑΝΑΤΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΟΥΣΙΑ ΤΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΩΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΝΔΗΜΙΑ
Η ιδέα για την «Επιστροφή», πήρε σάρκα και οστά όταν ο Emmanuel Angelicas, μαζί με τη σύζυγό του ‘Ελενα, παρατήρησαν «κάτι πολύ ωραίο» στις φωτογραφίες και τις αναρτήσεις που μοιράζονταν φίλοι που βρίσκονταν ήδη στην Ελλάδα, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
«Ενώ ετοιμαζόμουν να πάω στην Ελλάδα στις αρχές του 2022, άρχισα να βλέπω φωτογραφίες που έβγαζαν φίλοι που ήταν ήδη στην Ελλάδα και να διαβάζω κάποιες αναρτήσεις τους και να μιλάω μαζί τους μέσω μηνυμάτων και τηλεφωνημάτων… Είπα στη γυναίκα μου ότι υπάρχει κάτι πολύ ωραίο σε αυτό που κάνουν οι άνθρωποι. Και εκείνη είπε, ‘πρέπει να το πάμε ένα βήμα παραπέρα’».
Μετατρέποντας αυτήν την ιδέα σε πραγματικότητα, ο Angelicas, με την υποστήριξη της συζύγου του, Έλενας, η οποία αποτελεί και την κύρια πηγή έμπνευσης για τα περισσότερα από τα έργα τέχνης που δημιουργεί, αποφάσισε να προσεγγίσει «άτομα που βρίσκονταν ήδη στην Ελλάδα».
Συγκεκριμένα, τους ενθάρρυνε να συνεχίσουν να απαθανατίζουν στιγμές, καταγράφοντας παράλληλα τις σκέψεις τους, με την προοπτική να συλλεχθεί μια σειρά φωτογραφιών, οι οποίες θα ήταν συνοδευόμενες από γραπτά κείμενα, με το όριό τους να μην υπερβαίνει τις 300 λέξεις, κατόπιν της επιστροφής τους στην Αυστραλία.
«Αντικρίζοντας το αποτέλεσμα αυτή της δουλειάς, αυτό που προέκυψε είναι τώρα μια εξαιρετική συλλογή, που περιλαμβάνει όχι μόνο αρχεία εικόνων αλλά και διηγήσεις ιστοριών», πρόσθεσε ο Angelicas.
Ο Ελληνοαυστραλός φωτογράφος αναφέρθηκε στη σημασία που φέρει η λέξη «επιστροφή» για εκείνον, λέγοντας:
«Ταξιδεύω σε όλο τον κόσμο, και όπου κι αν πηγαίνω, είναι μια ‘επιστροφή’ για μένα. Όταν επιστρέφω για παράδειγμα στο Marrickville, όπου δημιουργώ ένα πολύ σημαντικό μέρος της δουλειάς μου, είναι και αυτό μια ‘επιστροφή’ στο σπίτι μου. Οι άνθρωποι ερμηνεύουν αυτή τη λέξη όπως επιθυμούν, αλλά για τους περισσότερους από αυτούς, ήταν μια μεγάλη ‘επιστροφή’ λόγω της αβεβαιότητας [που προκάλεσε η πανδημία]».

«Η ΟΜΟΡΦΙΑ ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΣΤΟ ΜΑΤΙ ΤΟΥ ΘΕΑΤΗ»
Επίσης, οι φωτογραφίες από το βιβλίο Epistrofi, παρουσιάστηκαν σε μια έκθεση που πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 2023 στο Prince Henry στο Randwick του Σίδνεϊ.
Αυτή η έκθεση λειτούργησε ως μια προέκταση του βιβλίου, κατά την οποία παρουσιάστηκαν εκτυπωμένες, οι δισέλιδες εισαγωγές από το βιβλίο, οι οποίες περιλάμβαναν τα φωτογραφικά δοκίμια, των ατόμων που συνέβαλαν στη δημιουργία αυτού του έργου.
Ο Angelicas πρόσθεσε πως οι δισέλιδες αυτές εκτυπώσεις, «είναι σαν τα προσωπικά τους κεφάλαια».
Όταν δε ερωτήθηκε σχετικά με το αν υπάρχουν συγκεκριμένες φωτογραφίες που ξεχώρισαν για τον ίδιο, ο συνιδρυτής και διευθυντής του Αυστραλιανού Μουσείου Σύγχρονης Φωτογραφίας, αντέδρασε στην ερώτηση, προτρέποντάς τους αναγνώστες να σκεφτούν τι είναι αυτό που αγγίζει τον καθένα ξεχωριστά, σε προσωπικό επίπεδο.
«Τι είναι αυτό που έχουν οι εικόνες το οποίο σας προκαλεί έντονα συναισθήματα και σας μεταφέρουν ισχυρά μηνύματα; Τι είναι αυτό που σας προκαλούν;
«Η ομορφιά κρύβεται στο μάτι του θεατή. Μπορεί για παράδειγμα να σας αρέσει το τσίλι στην πίτσα σας. Εμένα όχι. Όλα είναι σχετικά, όλα είναι υποκειμενικά», δήλωσε ο ομογενής φωτογράφος.

«ΕΧΟΥΜΕ ΤΑΛΕΝΤΟ ΕΔΩ»
Ο Angelicas εξέφρασε επίσης την άποψή του σχετικά με την τρέχουσα κατάσταση όσον αφορά τη χρηματοδότηση των ελληνικών εκδηλώσεων που σχετίζονται με την ευρύτερη ελληνική κοινότητα της Αυστραλίας στο Σίδνεϊ.
«Πιστεύω ακράδαντα ότι όποιος είναι υπεύθυνος για τη χρηματοδότηση των ελληνικών εκδηλώσεων στο Σίδνεϊ έχει υιοθετήσει εντελώς λάθος προσέγγιση».
Ειδικότερα, τόνισε ότι ένα μεγάλο μέρος των οικονομικών πόρων επενδύεται σε προσπάθειες που αποσκοπούν στο να φέρουν άτομα από το εξωτερικό, «ενώ τα καλύτερα ταλέντα στον κόσμο, βρίσκονται ακριβώς κάτω από τη μύτη μας».

Υποστήριξε επίσης ότι οι Έλληνες της κοινότητας που διοργανώνουν αυτές τις εκδηλώσεις», δεν πρέπει να επικεντρώνονται σε ένα συγκεκριμένο μόνο κοινό, το οποίο απαρτίζεται από ομογενείς που έφτασαν στην Αυστραλία «πριν από ένα εκατομμύριο χρόνια», αλλά ότι οφείλει να προσαρμοστεί στις σύγχρονες ανάγκες, «όπως ακριβώς έκανε και η εκκλησία», η οποία πραγματοποιεί πλέον τις λειτουργίες και στα αγγλικά.
«Δεν χρειάζεται να ψάξουν πολύ μακριά. Έχουμε ταλέντο εδώ».
