ΟΤΑΝ “στερεύω” από ιδέες, εμπνεύσεις και θέματα να σχολιάσω και βρίσκω την επικαιρότητα πληκτική και βαρετά επαναλαμβανόμενη, έχω δύο επιλογές:

Ή, να μην γράψω την στήλη ή να καταφύγω (αναζητώντας κάποιο ερέθισμα) σε ορισμένες σημειώσεις που κρατώ από βιβλία, ταινίες ή κάποια άρθρα που διαβάζω.

ΜΕ δυό κουβέντες, κάνω και εγώ χοντρικά ό,τι κάνει το ChatGPT χρησιμοποιώντας την (εντελώς ανόητη) “τεχνητή νοημοσύνη”. Επιστρατεύω, δηλαδή, την τεχνική της “νόμιμης” λογοκλοπής…

ΣΤΟ κάτω-κάτω της γραφής, αυτό γινότανε πάντα στον κόσμο μας και στον “Ν.Κ.” που άρχισα να εργάζομαι πριν 47 χρόνια, αν δεν κάνω λάθος.

ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ αυτό συνέβαινε από τότε που οι άνθρωποι ανακάλυψαν τη γραφή και ο Όμηρος το… cut and paste, πριν 2750 χρόνια.

ΜΕΧΡΙ που to ίντερνετ νομιμοποίησε “το ξέφραγο αμπέλι” της αντιγραφής και της λογοκλοπής, κάνοντας τον κόσμο όλο ένα μεγάλο χωριό, που καθένας μπορεί πια να κλέβει ελεύθερα τον άλλο.

ΚΑΙ επειδή όταν δύο κακά γίνουν ζευγάρι, γεννούν ενίοτε ένα τέρας, από το ζευγάρωμα του ίντερνετ και της “τεχνητής νοημοσύνης” (και την υιοθεσία αλγορίθμων) γεννήθηκε το ChatGPT, και καμιά δεκαριά παρόμοια λογισμικά.

ΕΤΣΙ, ακολουθώντας πιστά τη συνταγή του “άρπαξε να φας και κλέψε να ‘χεις”, έγινε διεθνής κανόνας και έδωσε τη δυνατότητα στους ψηφιακούς κολοσσούς να αυξάνουν τσα πλούτη τους, πουλώντας μας κλοπημαία προϊόντα.

ΚΑΙ επειδή, δεν είμαι ειδικός σε θέματα τεχνολογίας, θα σας πω με λίγα δικά μου (χειροποίητα λόγια), ότι στόχος της “τεχνητής νοημοσύνης”, όπως και όλων των τεχνολογικών καινοτομιών και ψηφιακών εφαρμογών, είναι τα… λεφτά!

ΓΙΑ τα λεφτά λοιπόν τα κάνουν όλα -όπως τα έκαναν πάντα- και για τα λεφτά μάς αγαπούν και μάς φροντίζουν και προκειμένου να τα οικονομήσουν, μέχρι κωλοτούμπες κάνουν και περισσότερα ψέματα θα πουν.

ΟΠΩΣ έχει ξαναγραφεί, ζούμε την εποχή του άγρυπνου καπιταλισμού, όπου οι εταιρείες προσποιούνται ότι λατρεύουν την κοινωνική δικαιοσύνη, για να πουλήσουν τα προϊόντα τους σε ανθρώπους που προσποιούνται ότι μισούν τον καπιταλισμό…

ΑΠΟ πού νομίζετε ότι αντλεί πληροφορίες η “τεχνητή νοημοσύνη” της λογοκλοπής και βάζει το ChatGPT (όπως το Μαντείο των Δελφών την Πυθία) να απαντά στις ερωτήσεις και απορίες μας;

ΑΠΟ δικά μας λεφτά, κόπο, ιδρώτα και περίσσια βλακεία, αντλεί τις πληροφορίες που μας σερβίρει -με το αζημίωτο- το αλγοριθμισμένο λογισμικό της λογοκλοπής.

ΑΠΟ την μεγάλη (σαν ωκεανό…) “δεξαμενή” των προσωπικών μας δεδομένων τα αντλούν όλα. Από τις πληροφορίες και τα στοιχεία που μας ζητούσαν να τους δώσουμε για να εγγραφούμε… “δωρεάν” στις πλατφόρμες τους.

ΜΑΣ υπόσχονταν, μάλιστα, ότι θα είναι απόρρητα και θα τα προσέχουν σαν τα… μάτια τους και “πριν αλέκτωρ λαλήσει τρις”, τα χρσιμοποιούσαν κρυφά και τα μοσχοπουλούσαν και σε άλλους.

ΓΙΑ να ψαρέψουν και όσους (σαν εμένα) που δεν ασχολούνται με τα social media και δεν είναι εγγεγραμμένοι σε μεγάλες πλατφόρμες, μας ψάρευαν με δόλωμα τα περιβόητα (και… φονικά σε αποτελεσματικότητα) cookies.

ΚΑΙ προκειμένου να νομιμοποιήσουν απέναντι στις αρμόδιες Αρχών και αυτό το ψάρεμα δεδομένων, σε ρωτούν αν αποδέχεσαι τα… cookies και σου σύστηναν να διαβάσεις ένα κατεβατό ακαταλαβίστηκων νομικών όρων.

ΤΕΛΙΚΑ, ό,τι και να απαντήσεις τον ανελέητο διαφημιστικό βομβαρδισμό δεν τον γλυτώνεις και “τον Θεό μπάρμπα να έχεις”. Το ίδιο συμβαίνει και όταν προσπαθώ να διαβάσω κάποια είδηση στο τηλέφωνο.

ΠΡΙΝ καμιά δεκαριά χρόνια έβλεπα αρκετές ταινίες στο YouTube, χωρίς ή με ελάχιστες διαφημίσεις, πάνε όμως αυτά τα καλά… αδιαφήμιστα χρόνια.

ΤΩΡΑ, με το που ανοίγω το τάμπλετ, όταν ξαπλώνω να δω κάποια είδηση ή ταινία, αρχίζουν τα απροκάλεστα… cookies, ορισμένα από τα οποία δεν φεύγουν για 15 ή 30 δευτερόλεπτα ό,τι και να κάνεις.

ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΑ διάβαζα πού και πού και την “Εφημερίδα των Συντακτών” τα πρωινά πίνοντας τον καφέ μου. Όχι πια, αφού οι διαφημίσεις καταλαμβάνουν τετραπλάσιο χώρο από τις ειδήσεις ή τα άρθρα και δεν σε αφήνουν ήσυχο ούτε δευτερόλεπτο.

Η εφημερίδα αυτή, όπως και πολλές άλλες, για να επιζήσουν επιτρέπουν στην Google να δημοσιοποιεί τις διαφημίσεις που θέλει στις ιστοσελίδες τους.

ΕΤΣΙ, κανείς πια δεν μπορεί να σταματήσει τους διαφημιστικούς χειμάρρους της Google, που κατακλύζουν το διαδίκτυο, το οποίο πλοηγεί ίδια εταιρεία, δίνοντας ψίχουλα στις οικονομικά ανήμπορες εφημερίδες.

ΚΑΙ επειδή από τις διαφημίσεις δεν μπορώ πια να γλυτώσω, όταν ξαπλώνω διαβάζω κάποιο βιβλίο. Σκέφτομαι, μάλιστα, να ξαναδιβάσω το “Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο”, του Μαρσέλ Προυστ και θα χρειαστώ πάνω από ένα εξάμηνο (και βάλε…) να το διαβάσω για τρίτη φορά!

ΝΑΙ, το έχω διαβάσει άλλες δυο φορές και το έχω χαρεί, όπως χαίρομαι όταν διαβάζω και την “Ιλιάδα” του Ομήρου, που έχω ξεχάσει πια πόσες φορές την έχω διαβάσει.

ΚΑΙ κλείνω το οδοιπορικό στον καινούργιο, αστραφτερό και… πολυδιαφημισμένο κόσμο (στον οποίο πια επιζώ ως λαθρεπιβάτης) με μια σημείωση που είχα κρατήσει πριν ένα-δυο χρόνια για το βιβλίο ενός Νοτιοκορεάτη συγγραφέα.

ΣΤΟ βιβλίο του «Η κοινωνία της κόπωσης», ο Νοτιοκορεάτης φιλόσοφος Μπιουνγκ-Τσουλ Χαν, χαρακτηρίζει την κοινωνία μας ως «κοινωνία της επίδοσης».

ΚΑΙ λέει, μάλιστα, ότι το ρήμα που την χαρακτηρίζει δεν είναι το φροϋδικό «πρέπει» που χαρακτήριζε την «κοινωνία της πειθαρχίας», αλλά το «μπορώ».

«ΜΠΟΡΩ να κάνω περισσότερα, να καταναλώσω περισσότερα, να αξιοποιήσω περισσότερο τον χρόνο μου, να γίνω περισσότερο multitasking».

ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ να επιβιώσουμε, είμαστε αναγκασμένοι να προσαρμοζόμαστε στις ποικίλες προκλήσεις, μιας εποχής που αλλάζει με ασύλληπτες ταχύτητες. Ρευστοί καιροί, ρευστές ζωές, ρευστοί άνθρωποι – όπως λέει και ο Πολωνός φιλόσοφος Ζίγκμουντ Μπάουμαν.

ΚΑΙ ταυτόχρονα ζούμε μια τεράστια αντίφαση σε παρόντα χρόνο: μια διευρυνόμενη (αλλά αφηρημένη και σε μεγάλο βαθμό «αόρατη») παγκοσμιοποίηση και μια βιούμενη εξατομίκευση.

Ο Χαν μάς λέει ότι η βία του «ολοκληρωτικού καπιταλισμού» δεν πηγάζει μόνο από τη σύγκρουση και τον ανταγωνισμό, όπως συνέβαινε στην «κοινωνία της πειθαρχίας», αλλά και από τη «θετικότητα της συναίνεσης».

ΜΕ αυτή την έννοια υπάρχει και μια «συναινετική βία», όπως την ονομάζει. Η κατασκευή μιας ελεγχόμενης κοινής γνώμης μέσω της προπαγάνδας, της παραπληροφόρησης και των fake news.

Η υπερδραστηριότητα, η υπερκινητικότητα, το multitasking (η ενασχόληση με πολλά πράγματα ταυτοχρόνως) και η έλλειψη αντίστασης στο κάθε ερέθισμα καταλήγουν τελικά σε μια υπερπαθητικότητα.

ΚΑΘΩΣ εκλείπει ο χρόνος περισυλλογής και στοχασμού για τον βίο και την κατεύθυνσή του. Όλα αυτά συμβάλλουν απλώς σε μια ψευδαίσθηση ελευθερίας και επιλογής.

Η «κοινωνία της επίδοσης», της μεγέθυνσης, της ταχύτητας και της ποσότητας παράγει νέους εξαναγκασμούς, θολώνει την όραση και, τελικά, εξυπηρετεί ένα σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης χωρίς τέλος.

Μπ. Στ.

Η καλύτερη εποχή του χρόνου για μένα είναι το Φθινόπωρο γι’ αυτό και κοσμώ την σημερινή στήλη με δύο φθινοπωρινές φωτογραφίες. Την πιο πάνω φωτογραφία την έβγαλε η Αλεξάνδρα Κηπουργού, πριν λίγες μέρες στους Ρωγούς Καλαβρύτων…