ΟΧένρι Άλφρεντ Κίσινγκερ, Γερμανο-Αμερικανός πολιτικός, διπλωμάτης, ακαδημαϊκός, καθηγητής πολιτικής επιστήμης και διεθνών σχέσεων και συγγραφέας, πέθανε σε ηλικία 100 ετών.

Yπό την καθοδήγησή του η αμερικανική κυβέρνηση στήριξε αποφασιστικά δικτατορίες και αυταρχικά καθεστώτα, όπως η στρατιωτική δικτατορίας στην Ελλάδα και η χούντα του στρατηγού Αουγκούστο Πινοσέτ στη Χιλή.

Μια από τις πιο ισχυρές και πλέον αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της διεθνούς διπλωματίας, είχε υπηρετήσει ως υπουργός Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών, από το 1973 έως το 1977 υπό τους προέδρους Ρίτσαρντ Νίξον (1973-1974) και Τζέραλντ Φορντ (1974-1977). Επίσης, από το 1969 έως το 1975, υπηρέτησε και ως Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των Ηνωμένων Πολιτειών στη προεδρία Νίξον και στην προεδρία του προεδρία Φορντ.

Βασικός διαμορφωτής της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής τα χρόνια του ψυχρού πολέμου, ο Χένρι Κίσιντζερ, γόνος οικογένειας Γερμανοεβραίων, «πέθανε στο σπίτι του στο Κονέτικατ», διευκρίνισε η ίδια πηγή.

Πιστώθηκε την προσέγγιση με τη Μόσχα και με το Πεκίνο, όμως η εικόνα του αμαυρώθηκε εξαιτίας της εμπλοκής του σε τραγικά γεγονότα, πάνω απ’ όλα στο πραξικόπημα της 11ης Σεπτεμβρίου 1973 στη Χιλή.

Ένδειξη της αύρας και της επιρροής του βραχύσωμου άνδρα με τα χοντρά γυαλιά, την μπάσα φωνή και τη χαρακτηριστική γερμανική χροιά της προφοράς του στα αγγλικά: παρά την πολύ προχωρημένη του ηλικία, τον συμβουλευόταν συχνά μεγάλο μέρος της πολιτικής ελίτ των ΗΠΑ, κι όχι μόνο, ενώ όχι σπάνια τον υποδέχονταν στο εξωτερικό αρχηγοί κρατών.

Στο τελευταίο του μείζον ταξίδι, τον Ιούλιο επισκέφθηκε το Πεκίνο, για να συναντηθεί με τον κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ. Αυτός ο τελευταίος εξήρε τον «θρυλικό διπλωμάτη» ο οποίος συνέβαλε καθοριστικά στην προσέγγιση της Κίνας και των ΗΠΑ τα χρόνια του 1970.

Ουδείς άλλος σημάδεψε όσο αυτός την αμερικανική εξωτερική πολιτική το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Φημισμένος για τις απαράμιλλες διαπραγματευτικές του ικανότητες, ο Χένρι Κίσιντζερ ταυτόχρονα συχνά επεδείκνυε ροπή στον αυταρχισμό.

Ο πραγματιστής πολιτικός που πιστώνεται την «αμερικανική Realpolitik» ήταν πάντα αληθινό «γεράκι» της Ουάσιγκτον – υπήρξε περίπλοκη προσωπικότητα, που γεννούσε τόσο θαυμασμό όσο και μίσος.

Ο ναζισμός σημάδεψε ανεξίτηλα τον νεαρό Γερμανοεβραίο Χάιντς Άλφρεντ Κίσιντζερ, που γεννήθηκε την 27η Μαΐου 1923 στη Φουρτ (Βαυαρία): στα 15 του, μετατρεπόταν σε πρόσφυγα στις ΗΠΑ μαζί με την οικογένειά του. Αφού απέκτησε την αμερικανική υπηκοότητα στα 20 του χρόνια, θα κατατασσόταν στον στρατό και θα υπηρετούσε στην Ευρώπη, κυρίως στη στρατιωτική αντικατασκοπεία, λόγω των άπταιστων γερμανικών του. Παρασημοφορήθηκε για τη δράση του.

Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, επιθυμώντας διακαώς να συνεχίσει τις σπουδές του, μπήκε στο Χάρβαρντ – από όπου βγήκε με πτυχίο στις διεθνείς σχέσεις, προτού γίνει μέλος του διδακτικού προσωπικού και της διεύθυνσης του πασίγνωστου πανεπιστημίου. Εκείνη την περίοδο, οι Δημοκρατικοί πρόεδροι Τζον Κένεντι και Λίντον Τζόνσον άρχιζαν να συμβουλεύονται ολοένα συχνότερα τον λαμπρό -και ιδιαίτερα φιλόδοξο- καθηγητή.

Όμως ο διοπτροφόρος πανεπιστημιακός δεν θα μετατρεπόταν σε παγκόσμια μορφή της διπλωματίας παρά την περίοδο του Ρίτσαρντ Νίξον, όταν αρχικά έγινε σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Λευκού Οίκου και κατόπιν υπουργός Εξωτερικών – κατείχε και τις δύο θέσεις από το 1973 ως το 1975, ενώ παρέμεινε ΥΠΕΞ υπό τον Τζέραλντ Φορντ, ως το 1977.

Έθεσε σε εφαρμογή την αμερικανική Realpolitik, επιδιώκοντας την αποκλιμάκωση των εντάσεων με τη σοβιετική ένωση και την προσέγγιση με την Κίνα του Μάο, όπου πήγε επανειλημμένα -με άκρα μυστικότητα- για να προετοιμάσει την ιστορική επίσκεψη του προέδρου Νίξον στο Πεκίνο το 1972.

Διεξήγαγε εξάλλου, επίσης με άκρα μυστικότητα, ενώ βομβαρδιζόταν ανηλεώς το Ανόι, διαπραγματεύσεις για να τερματιστεί ο πόλεμος του Βιετνάμ.

Το αμφιλεγόμενο Νόμπελ

Η υπογραφή της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός ήταν αυτό που επικαλέστηκε η επιτροπή όταν το απένειμε το Νόμπελ ειρήνης το 1973 – όμως ο βιετναμέζος ηγέτης Λε Ντικ Το αρνήθηκε να το παραλάβει. Η βράβευση πιθανόν θα παραμείνει η πιο αμφιλεγόμενη στην ιστορία.

Επικριτές του Χένρι Κίσιντζερ για χρόνια απαιτούσαν να δικαστεί για εγκλήματα πολέμου.

Κατήγγειλαν τον σκοτεινό, όχι σπάνια απροκάλυπτο ρόλο του σε αποφάσεις όπως οι μαζικοί βομβαρδισμοί των ΗΠΑ στην Καμπότζη, ή η αμερικανική υποστήριξη στον ινδονήσιο δικτάτορα Σουχάρτο, η εισβολή των δυνάμεων του οποίου στο Ανατολικό Τιμόρ στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 200.000 ανθρώπους το 1975.

Όμως ήταν πάνω απ’ όλα η δράση της CIA στη Λατινική Αμερική, συχνά με προσωπικές του εντολές, αυτή που αμαύρωσε περισσότερο από καθετί άλλο την εικόνα του: ειδικά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1973 στη Χιλή, η κατάληψη της εξουσίας από τον Αουγούστο Πινοτσέτ και ο θάνατος του σοσιαλιστή προέδρου Σαλβαδόρ Αγιέντε.

Στην πορεία των ετών, ήρθαν στο φως απόρρητα έγγραφα που αποκάλυπταν το περίγραμμα και το εύρος αυτού που θα γινόταν γνωστό με την ονομασία «Σχέδιο Κόνδωρ»: σκοπός του ήταν η εξάλειψη των αντιπάλων των στρατιωτικών δικτατοριών στη Λατινική Αμερική τα χρόνια του 1970 και του 1980.

Μολαταύτα, ο συγγραφέας των βιβλίων Διπλωματία (1994) και Παγκόσμια Τάξη (2014), πατέρας δυο παιδιών, παντρεμένος από το 1974 με τη φιλάνθρωπο Νάνσι Μαγκίνες, διατηρούσε ως τον θάνατό του τεράστια επιρροή. Και -φυσικά- παρέμενε γεράκι: τον Ιανουάριο, τάχθηκε υπέρ της συνέχισης της υποστήριξης στην Ουκρανία, που έπρεπε, κατ’ αυτόν, να γίνει κράτος μέλος του NATO.

Ο πρεσβευτής της Κίνας στις ΗΠΑ, ο Σιέ Φανγκ, χαρακτήρισε σήμερα «τεράστια απώλεια» τον θάνατο του αμερικανού πρώην υπουργού Εξωτερικών Χένρι Κίσιντζερ, αρχιτέκτονα της προσέγγισης του Πεκίνου και της Ουάσιγκτον τα χρόνια του 1970.

«Πρόκειται για τεράστια απώλεια για τις δυο χώρες μας και για τον κόσμο», πρόσθεσε ο κινέζος διπλωμάτης, σύμφωνα με τον οποίο «θα μείνει στην ιστορία η συνεισφορά του αιωνόβιου αυτού στις σχέσεις της Κίνας με τις ΗΠΑ», και θα «παραμείνει για πάντα ζωντανός στην καρδιά του κινεζικού λαού ως πολύτιμος παλιός φίλος».

Ο ιάπωνας πρωθυπουργός Φουμίο Κισίντα απέτισε σήμερα φόρο τιμής στη «σημαντική συμβολή» που είχε η ιστορική μορφή της αμερικανικής διπλωματίας, ο Χένρι Κίσιντζερ, «στην ειρήνη και στη σταθερότητα» στην Ασία, μετά το θάνατο του αμερικανού πρώην υπουργού Εξωτερικών στα 100 του χρόνια.

Υπήρξε από τους πιο γνωστούς υποστηρικτές της σχολής του ρεαλισμού στις διεθνείς σχέσεις, η οποία υποστηρίζει ότι η εξωτερική πολιτική ενός κράτους πρέπει να χαράσσεται με αποκλειστικό γνώμονα το εθνικό συμφέρον, αγνοώντας παράγοντες όπως οι ηθικο-φιλοσοφικές πεποιθήσεις της εκάστοτε κυβέρνησης ή τα ανθρώπινα δικαιώματα. Για τον Χένρι Κίσινγκερ «ανθρώπινα δικαιώματα» και «παγκόσμια εξάπλωση της δημοκρατίας» δεν ήταν παρά «επικίνδυνες αφέλειες» που φανερώνουν άγνοια για το πως λειτουργεί ο κόσμος.

Επί υπουργίας του άλλων έλαβε χώρα το στρατιωτικό πραξικόπημα στην Ελλάδα, για το οποίο είχε εκ των προτέρων γνώση, αλλά έγινε και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο τον Ιούλιο και Αύγουστο του 1974. Σύμφωνα με εμπιστευτικά έγγραφα του βρετανικού Υπουργείου Εξωτερικών και του αμερικανικού Λευκού Οίκου, βασικός στόχος της πολιτικής του Κίσινγκερ στο Κυπριακό ήταν να ικανοποιηθεί η Τουρκία, την οποία θεωρούσε πιο σημαντική από την Ελλάδα ως σύμμαχο των ΗΠΑ.